Ούτ’ ορφανό, ούτε φτωχόν, ούτ’ απ’ τα ξένα ξένον
Φεστιβάλ ΚΟΕ Καβάλας, 19 Σεπτεμβρίου 2009
-
Έπαιξαν:
Βάσω Γραβάνη
Χριστίνα Δαλακούρα
Γιώργος Διαμαντής
Σμαράγδα Λασκαράτου
Θάλεια Τσακίρη -
Χόρεψαν:
Παναγιώτης Ανδρονικίδης
Ειρήνη Κουρούβανη -
Σκηνοθεσία:
Έλενα Πατρικίου -
Χορογραφία:
Παναγιώτης Ανδρονικίδης
1. Οι αριθμοί και τα ονόματα
6.657 τα επίσημα καταγεγραμμένα από το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας εργατικά ατυχήματα μέσα στο 2008. Τέσσερεις φορές περισσότερα τα “αδήλωτα”. 142 οι νεκροί. Άγνωστο πόσοι οι ανάπηροι και οι ακρωτηριασμένοι από τα “μη θανατηφόρα”. 130 οι νεκροί κατά μέσον όρο τα τελευταία δέκα χρόνια. 63 νεκροί μέχρι στιγμής για το 2009. Και οι έλεγχοι της Επιθεώρησης Εργασίας όλο και μειώνονται. Ενώ αυξάνονται οι “παράνομοι” εργάτες, οι ανασφάλιστοι, ενώ αυξάνονται οι πιέσεις από τους εργοδότες, ενώ, μέσω των “υπεργολαβιών”, οι υπεύθυνοι εξαφανίζονται στο βάθος της σκηνής. Τι ακριβώς σημαίνει η μονότονη κοινοτοπία “νεκροί στο βωμό του κέρδους”; Ποιος ακριβώς κερδίζει από τον κάθε νεκρό; Πόσα κερδίζει; Πόσο θα κόστιζε μιά ασφαλέστερη σκαλωσιά; Πόσο θα κόστιζε η εκπαίδευση των εναεριτών της ΔΕΗ; Πόσο θα κόστιζαν τα μέτρα ασφαλείας στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος; Πόσο θα κόστιζε η συντήρηση των καμινιών της ΛΑΡΚΟ;
Αλλά, έστω και ως Ανώνυμες Εταιρείες, οι ένοχοι έχουν κάποιο όνομα. Ανώνυμοι μένουν οι νεκροί. “Βούλγαρος 33 ετών”, “Πακιστανός 45 ετών”, “Ρουμάνα 30 ετών”. Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, των οποίων το αστυνομικό δελτίο γνωρίζει την ηλικία και την καταγωγή τους, αλλά όχι το όνομά τους; Αλλά και όσων το όνομα κερδίζει τα πέντε λεπτά διασημότητας που μας αναλογεί μέσα σε έναν κόσμο πλασματικής επωνυμίας, ποια ήταν τα πραγματικά τους χαρακτηριστικά, το πρόσωπό τους, οι επιθυμίες τους, οι ανάγκες τους, οι μικρότητες και οι μεγαλοσύνες της ζωής τους; Ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι που, νεκροί, στοιχειώνουν τα μεγάλα έργα της ανάπτυξης ή τις μικρές μισονόμιμες μισοπαράνομες οικοδομές της καθημερινότητάς μας; Ο μπογιατζής που σκοτώθηκε σ’ ένα σχολείο έξω από τα Γιάννενα, ο οικοδόμος που σκοτώθηκε σε ένα εργοτάξιο του ΙΚΕΑ, ο οικοδόμος που έπεσε από τη σκαλωσιά σ’ ένα κατάστημα ΖΑΡΑ, ο πιτσιρικάς από το Ιράκ που καταπλακώθηκε από σιδερόβεργες στην οικοδομή του εκθεσιακού κέντρου του αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος;
Η ΓΣΕΕ γνωρίζει, απ’ ό,τι φαίνεται, μόνον τους αριθμούς που δίνει το ΣΕΠΕ. Το Ινστιτούτο Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία γνωρίζει, επίσης, μόνον αυτούς τους αριθμούς. Το ΣΕΠΕ αρνείται να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία για κάθε ατύχημα σε άτομα μη έχοντα έννομο συμφέρον, “προστατεύοντας”, λέει, “τα προσωπικά δεδομένα”. Ποιου τα προσωπικά δεδομένα; Των νεκρών, των ανάπηρων, των υπεύθυνων που καταδικάστηκαν, των υπεύθυνων που δεν δικάστηκαν καν, των ελεγκτών;
2. “Ούτ’ ορφανό, ούτε φτωχόν, ούτ’ απ’ τα ξένα ξένον”
Το “Γιοφύρι της Άρτας” δίνει μια “προκαπιταλιστική”” ερμηνεία για τα εργατικά ατυχήματα. Η γέφυρα ενώνει κόσμους και ανθρώπους. Η γέφυρα είναι η μόνη πραγματική “υλικοτεχνική” πρόοδος, ακριβώς επειδή καθιστά δυνατή την ανθρώπινη επαφή, τη συναλλαγή, την ανταλλαγή, την επικοινωνία των προσώπων. Προφανώς, πίσω από τις ανθρώπινες σχέσεις υπάρχει και το κέρδος. Αλλά για να υπάρξει το κέρδος, πρέπει να υπάρξει η θυσία. Για να στεριώσει τη γέφυρα, ο προκαπιταλιστικός Καλατράβα πρέπει να χτίσει τη γυναίκα του, πρέπει να προκαταβάλει την προσωπική και εντελώς δική του ανταποδοτική προσφορά. Ούτε ορφανός, ούτε φτωχός, ούτε απ’ τα ξένα ξένος… Καμιά ευκολία, καμιά οικονομία. Ειρωνικό και αμείλικτο, προ-αστικό και προ-καπιταλιστικό, αλλά όχι αθώο ή ειδυλλιακό, το “Γιοφύρι” μας αντιγυρίζει το διασπασμένο είδωλο της δικής μας κοινωνίας, όπου λογικό και συνεπές είναι ακριβώς το να χτίζουμε το ορφανό, τον φτωχό, τον ξένο για να στεριώσουμε τα ετοιμόρροπα έργα και τις παραλυτικές αναπτυξιακές μας υποδομές.
Προφανώς, η γυναίκα του πρωτομάστορα είναι ταυτόχρονα η ακριβή σαρξ εκ της σαρκός και το ευτελέστερο στοιχείο, το στοιχείο που βρίσκεται εκτός των ταξικών αντιθέσεων, ανεξαρτήτως κοινωνικών και οικονομικών δομών. Ποιος θα μπορέσει ποτέ να υπολογίσει, είτε για οποιαδήποτε αρχαϊκή κοινωνία, είτε για τις σύγχρονες δυτικές, σε τι ποσοστό του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος ανέρχεται η γυναικεία εργασία μέσα στο σπίτι; Σε τι αντιστοιχούν οι στοίβες των πλυμμένων και σιδερωμένων ρούχων, τα τετραγωνικά χιλιόμετρα σφουγγαρίσματος, τα κυβικά λίτρα φαγητού μέσα στο συνολικό πλούτο των εθνών; Ποιος επιθεωρητής εργασίας θα υπολογίσει ποτέ τα εργατικά ατυχήματα των γυναικών μέσα στα σπίτια τους ή μέσα στα σπίτια όπου δουλεύουν, έμμισθες ή άμισθες, στη συντριπτική πλειοψηφία τους ανασφάλιστες;
Έστω κι έτσι όμως, η γυναίκα του πρωτομάστορα, ακριβώς επειδή δεν είναι εντελώς “άνθρωπος”, αλλά πολύτιμο αγαθό της καρδιάς και της σάρκας, επειδή βρίσκεται εκτός των ταξικών αντιθέσεων, αποτελεί τη μεγαλύτερη θυσία. “Ξεσκίζοντας το πέπλο της αισθηματικότητας που κάλυπτε τους οικογενειακούς δεσμούς”, η αστική τάξη δεν μπορεί ούτε προλαβαίνει καν να υπολογίσει ποια θυσία θα στέριωνε τη γέφυρα. Το πλήθος των ορφανών, των φτωχών, των ξένων ισοζυγιάζει στην πλάστιγγα της καπιταλιστικής λογικής τη μοναδικότητα της αγαπημένης γυναίκας.
3. Η παράσταση
Στις δεκαετίες του 1910 και του 1920, η “αγκιτάτσια προπαγκάντα” άνθισε κυρίως στη Ρωσία και τη Γερμανία: μικρά σχεδόν αυτοσχέδια θεάματα, που στήνονταν in situ, έξω από εργοστάσια, σε πλατείες και σε δρόμους, μέσα σε διαδηλώσεις… Θεάματα που κινητοποιούσαν και προπαγάνδιζαν… Στοίχημα αισθητικό και πολιτικό: πώς μπορεί να λειτουργήσει ένα τέτοιο θέαμα σήμερα, πώς μπορούμε να λειτουργήσουμε καλλιτεχνικά και πολιτικά μέσα σε μία ακραία αμεσότητα. Το Φεστιβάλ της ΚΟΕ Καβάλας ήταν μιά ευκαιρία να αναμειχθούν ερασιτέχνες και επαγγελματίες και να δοκιμάσουν τα όρια της αισθητικής αμεσότητας και της (αναγκαστικής) αισθητικής λιτότητας.
Ένας κατάλογος ατυχημάτων του 2008 και του 2009 ως την παραμονή της παράστασης, με όσα στοιχεία δίνουν οι εφημερίδες, ήταν το κείμενο που χρησιμοποιήθηκε για μια παράσταση που ήθελε να αντλήσει το αισθητικό και πολιτικό της στίγμα από την παράδοση της αγκίτ-προπ. Καμία δραματοποίηση, καμία δραματουργία, καμία αναπαράσταση. Μόνο η στεγνή, ξερή απαρίθμηση ημερομηνιών, ονομάτων, εταιρειών, συνθηκών, θανάτων και αναπηριών. Αλλά επειδή αυτή η ασφυκτική συσσώρευση ενείχε τον (αισθητικό και πολιτικό) κίνδυνο να παρασυρθούμε σε ένα αίσθημα συμπόνιας, ο κατάλογος συμπληρώθηκε αντιστικτικά από το κείμενο (και σε μία σκηνή την τραγουδισμένη ποντιακή παραλλαγή) του “Γιοφυριού της Άρτας”. “Κι ως πέφτουν τα δεντρόφυλλα να πέφτουν οι διαβάτες”. Μέσα στα στοιχειωμένα κτήρια, πάνω στους δρόμους, πάνω στις γέφυρες όπου χτίζονται 130 εργάτες κατά μέσον όρο το χρόνο, κυκλοφορούμε εμείς, διαβάτες. Πέρα από την ενοχή των εργοδοτών και των ανωνύμων εταιρειών, υπάρχει η δική μας ευθύνη.
Κι ύστερα, πέρα από τους θανάτους, υπάρχει επίσης το τεράστιο πλήθος των αναπηριών. Αντί για μία (εξ ορισμού) φτωχή αισθητικά αναπαράσταση του θανάτου, επιλέξαμε τη σκηνική αντιπαράθεση της αναπηρίας με την αρτιμέλεια. Σε ένα κόσμο προεπιλεγμένων δεξιοτήτων, τι μπορεί να κάνει το ανάπηρο σώμα και τι μπορεί να κάνει το αρτιμελές; Και πώς μπορεί να ξανακινηθεί, να ξαναεργαστεί, να ξαναγίνει δημιουργικό και ανθρώπινο το σώμα που υπέστη την αναπηρία; Σε μια κοινωνία στην οποία ο εργάτης, ακόμα, πουλάει τη δύναμη του κορμιού του, τι έχει πια να πουλήσει ο εργάτης που μένει ανάπηρος; Στην παράσταση, η αναπηρία έρχεται να στηρίξει και να διδάξει την ακρωτηριασμένη αρτιμέλεια. Στη ζωή, ίσως αυτό το βλέμμα να ανοίγει δυνατότητες για μια άλλη πολιτική προσέγγιση του εργατικού ατυχήματος, για μια προσέγγιση που να ξεπερνάει, επιτέλους, τους κοινούς τόπους της αριστερής δημοσιογραφίας και της συνδικαλιστικής απουσίας πολιτικής.
Έλενα Πατρικίου
Η παράσταση δεν θα είχε γίνει χωρίς την ευγενική αυτοθυσία των μελών της ΚΟΕ Καβάλας, και ιδιαίτερα της Αγγελικής Καντένη, του Πάνου Λεονταράκη και του Γιώργου Τριανταφυλλόπουλου.