Η νέα κατάσταση που προέκυψε με το αποτέλεσμα των εκλογών της 4/10 δημιουργεί προβληματισμούς και απαιτεί εκτιμήσεις για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα σε όλους τους τομείς – περιλαμβανομένου αυτού που μας ενδιαφέρει περισσότερο: την πορεία και ανάπτυξη αγώνων και την ενίσχυση της Αριστεράς.
Το πρώτο και ουσιαστικό ζήτημα είναι πως σταθήκαμε λίγο θεατές σε μια φαντασμαγορική εναλλαγή που στήθηκε μέσα σε 1 μήνα. Η μαγική εικόνα έφερε μια πραγματικότητα που κανείς δεν φανταζόταν σαν πιθανή λίγους μήνες πριν: Μια διαφορά 10 μονάδων ανάμεσα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, μια καλολαδωμένη λειτουργία του δικομματισμού. Ο ένας χάνει, ο άλλος εισπράττει σχεδόν όλη τη χασούρα, και το σύστημα λειτουργεί μια χαρά, φτάνοντας μάλιστα σε μια παντοδυναμία (160 βουλευτές) έστω και με 5 κόμματα εντός Βουλής. Και με μια αξιωματική αντιπολίτευση που θα τρώγεται με εσωτερικές διενέξεις για καιρό. Η επιλογή του συστήματος (των δυναμικών οικονομικών και πολιτικών παραγόντων) δεν ήταν ο μεγάλος συνασπισμός, αλλά η εφαρμογή του δικομματισμού έστω και με καταβαράθρωση της μιας πλευράς. Η ΝΔ και ο χώρος της Δεξιάς θα περάσει μια περίοδο που θα μοιάζει με αυτά που πέρασε το ΠΑΣΟΚ πριν 3-5 χρόνια.
Η νέα κυβέρνηση και ο νέος πρωθυπουργός, δηλαδή ο Γ. Παπανδρέου και ο στενός περί αυτόν κύκλος, αναλαμβάνουν ένα πολύ δύσκολο έργο. Τη η διαχείριση μιας οικονομίας και μιας κοινωνίας σε συνθήκες κρίσης, σε συνθήκες σημαντικών αλλαγών και ανακατατάξεων στο γεωπολιτικό περίγυρο και με πολλά θέματα “ανοικτά”. Τόσο η διαχείριση της κρίσης –πάντα σε όφελος των δυναμικών κύκλων και σε βάρος των εργαζομένων– όσο και η υπηρέτηση των ατλαντικών σχεδιασμών (ίσως να είμαστε ενώπιον της πλέον φιλοαμερικάνικης κυβέρνησης από το 1974 και δώθε) δεν προμηνύουν καθόλου καλά μαντάτα για το λαό. Ούτε προμηνύουν μια περίοδο εύκολης διακυβέρνησης.
Σε αυτό το τοπίο, στο οποίο η Αριστερά για πολλούς λόγους δεν μπόρεσε να παρέμβει και να έχει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, ώστε να γίνουν στοιχειώδη βήματα και να αλλάξουν τα πράγματα (επειδή είναι ευάλωτη η εναλλαγή και πολύ οξυμένα τα προβλήματα), είναι αναγκαία μια αριστερή πολιτική ουσίας και μια ανασύνταξη δυνάμεων για να γίνουν αναγκαίες επεκτάσεις και προχωρήματα.
Το κυριότερο στοιχείο μιας αριστερής πολιτικής ουσίας αφορά την υπηρέτηση μιας αντινεοφιλελεύθερης, αντιδικομματικής και αντι-ατλαντικής πολιτικής. Σε αυτά τα τρία στοιχεία εδράζεται η αστική κυριαρχία και ηγεμονία που, παρά τις ρωγμές και την απονομιμοποίηση που έχουν σε κοινωνικό επίπεδο, σε πολιτικό διατηρούν (αν δεν ενισχύουν) τη θέση τους. Επομένως η ουσία της οικονομικής πολιτικής που είναι ο νεοφιλελευθερισμός και η επίθεση στην ζωντανή εργασία στηρίζεται στη λειτουργία του δικομματικού συστήματος στην πολιτική σφαίρα, και το κυβερνητικό επιτελείο συγκαταλέγεται στις πιο φίλιες δυνάμεις των ΗΠΑ. Πέρα από τους ενδοαστικούς και ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς που θα εκφραστούν, ο ανταγωνισμός συνολικά της αστικής τάξης απέναντι στον κόσμο της εργασίας θα είναι κυρίαρχο στοιχείο και θα σημαδέψει την κοινωνική (πρωτίστως) και ακολούθως την οικονομική και πολιτική ζωή.
Ο ανταγωνισμός λοιπόν της Αριστεράς στους κοινωνικούς χώρους και στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο προς τον νεοφιλελευθερισμό – δικομματισμό – ατλαντισμό ορίζει ένα πεδίο ουσιαστικής αριστερής αντιπολίτευσης και πολιτικής στάσης, ικανό να συσπειρώσει και να εκφράσει βασικές μάζες που πλήττονται από την οικονομική κρίση και από το δικομματικό πολιτικό σύστημα – το οποίο θέλει να περιθωριοποιήσει κι άλλο την Αριστερά και να υπηρετήσει τις επιβουλές του ατλαντισμού στην περιοχή μας.
Ο ανταγωνισμός αυτός πρέπει να προσδιορίσει τα βασικά του μέτωπα πάλης και παρέμβασης. Θα θέσει στο επίκεντρο τα προβλήματα της ταξικής επίθεσης που φέρνει ο νεοφιλελευθερισμός, και άρα θα έχει μια απεύθυνση στον κόσμο της εργασίας, στην εργατική τάξη, στη φτωχολογιά, στους μικρομεσαίους που πλήττονται, και στη νεολαία; Ή θα γοητεύεται από μια μεταμοντέρνα έκδοση αριστεράς που ενδιαφέρεται πρωτίστως για τα δικαιώματα, τη διαφορετικότητα, την εναλλακτικότητα κ.λπ.; Θα θέσει στο επίκεντρο την πάλη ενάντια στο δικομματισμό, και άρα την ανάδειξη της Αριστεράς σε ανεξάρτητη, αναγκαία και πρωταγωνιστική δύναμη; Ή θα είναι έρμαιο εκλογικών τακτικισμών και μικροπολιτικών ωφελημάτων στον αστερισμό του δικομματισμού; Για παράδειγμα η “καθαρότητα” του ΚΚΕ και η καταγγελία συνολικά του συστήματος δεν το εμπόδισε να μην εκφράσει καμιά αντικυβερνητική, αντιδεξιά αιχμή το προηγούμενο διάστημα – εισπράττοντας έτσι συχνά το θαυμασμό και τα συγχαρητήρια νεοδημοκρατών πολιτικών. Ή ακόμα, ο ΣΥΡΙΖΑ ξέχασε τον αγώνα ενάντια στην αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ και την ανάγκη διεμβολισμού του δικομματισμού, όταν έθετε αποκλειστικό στόχο την κοινοβουλευτική του επιβίωση. Θα αρχίσει να ξαναενδιαφέρεται για τα γεωπολιτικά θέματα της περιοχής, θα προβάλλει μια αντιμπεριαλιστική κατεύθυνση; Ή θα τα εκχωρήσει απλόχερα σε κάποια αντιδραστική κάλυψη από ακροδεξιούς χώρους;
Για την Αριστερά έχει νόημα να αναρωτηθεί για το αν θέλει να είναι ή να γίνει πραγματική αντιπολίτευση. Αντιπολίτευση στους βασικούς πυλώνες του συστήματος, αντιπολίτευση χρήσιμη για τους εκμεταλλευόμενους, τους φτωχούς, τις νέες γενιές. Το ζήτημα σε τι οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον θα “ζουν” οι κυβερνώμενοι, οι υποτελείς τάξεις και στρώματα, είναι το άμεσο και κεντρικό για να οριστεί μια χρήσιμη σήμερα αντιπολίτευση. Μελλοντικά, κι όχι πολύ μακρινά, αλλά μέσα από αγώνες και δοκιμασίες, η Αριστερά πρέπει να απορρίψει κάθε μορφή και ίχνος ραγιαδισμού και υποτέλειας στον αστικό κόσμο, και να μην νοιώθει καμιά ενοχή για τα αδιέξοδα που παράγει σε μαζική κλίμακα αυτό το σύστημα.
Η μόνη δημιουργική αντιπολίτευση σήμερα είναι μια αντιπολίτευση χρήσιμη στο λαό, χρήσιμη στους εργαζόμενους, σε όλους τους πληττόμενους. Η έννοια της λαϊκής αντιπολίτευσης ακυρώνεται μέσα στην απομονωτική περιχαράκωση ή στο συμπληρωματικό ρόλο στην πασοκική διαχείριση, μέσα και έξω από την Βουλή.
Στο λιμάνι με τους λιμενεργάτες, με τους απολυμένους του Λαναρά και των ασφαλιστικών εταιριών, με την απαίτηση να καταργηθούν νόμοι και συμβάσεις που καταργούν αξιοπρέπεια και δικαιώματα στους χώρους δουλειάς, με την προστασία του πολίτη και των αγωνιζόμενων ανθρώπων ενάντια στη σύγχρονη καταστολή και την καταπάτηση της δημοκρατίας, με τον αγώνα για τους ελεύθερους χώρους και το περιβάλλον, με τον αγώνα για το κλείσιμο των ΝΑΤΟϊκών και αμερικάνικων βάσεων και όλες τις διαδικασίες ανασύνταξης και συγκρότησης μιας σύγχρονης ενωτικής, ριζοσπαστικής Αριστεράς. Με όλα αυτά –και άλλα που δεν αναφέρθηκαν– θα δυναμώσει η ελπίδα, θα αλλάξουν τα πράγματα!