Η Άποψή μας
2008: Ο αστικός πονοκέφαλος και οι ευκαιρίες της Αριστεράς
Το 2007 έκλεισε για την κυβέρνηση με δύο γεγονότα σημαντικά για την εικόνα και την ικανότητά της να διαχειριστεί με αποτελεσματικότητα την πολιτική εξουσία και να φροντίσει να προωθηθούν οι αναγκαίες για το κεφάλαιο «μεταρρυθμίσεις». Το πρώτο είναι η αποπομπή του υπουργού Απασχόλησης κ. Μαγγίνα –που είχε τοποθετηθεί εκεί σαν «σοβαρός» συνομιλητής μετά την απομάκρυνση (για δεύτερη φορά) του στενού συνεργάτη του κ. Καραμανλή, κ. Τσιτουρίδη– μετά την τεράστια κοινωνική κατακραυγή που προκάλεσαν τα μέτρα για το ασφαλιστικό, και ειδικά μετά τη μεγάλη επιτυχία που είχε η απεργία στις 12/12. Το δεύτερο είναι το σκάνδαλο που ήρθε στην επιφάνεια με την παραίτηση του κ. Ζαχόπουλου και την απόπειρα αυτοκτονίας. Πιο σωστά, το 2007 κλείνει με την αποπομπή του Μαγγίνα και το 2008 αρχίζει με ένα σκάνδαλο που βρίσκει μπλεγμένο το στενό πρωθυπουργικό περιβάλλον και, γιατί όχι, τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Και στις δύο υποθέσεις ρόλο έχουν και τα ΜΜΕ, αφού η μεν αποπομπή Μαγγίνα παρουσιάζεται σαν αποτέλεσμα αποκαλύψεων για τους Ινδούς ανασφάλιστους που χρησιμοποιούσε στην εξοχική κατοικία που είχε χτίσει με άδεια αναψυκτηρίου, στη δε υπόθεση Ζαχόπουλου φαίνεται να υπάρχει άμεση εμπλοκή και μερίδας των ΜΜΕ (ο γρίφος για το δημοσιογράφο που παρέδωσε το DVD στον επίσης δημοσιογράφο υπεύθυνο Τύπου του πρωθυπουργού και όλη η φλυαρία περί απόρρητου κ.λπ.).
Η υπόθεση Ζαχόπουλου και όσα συνδέονται με αυτή, αλλά και όπως αυτή χρησιμοποιείται και θα χρησιμοποιηθεί από τα δυναμικά κέντρα του συστήματος, μας εισάγει σε μια νέα περίοδο πολιτικής κρίσης. Πρόκειται, φυσικά, για ένα μεγάλο σκάνδαλο –σωστότερα, σωρεία σκανδάλων– με επίκεντρο το αμαρτωλό Υπουργείο Πολιτισμού –σωστότερα, προπύργιο εκμαυλισμού– που αναδεικνύει τη γενικευμένη διαφθορά του συστήματος, του κράτους και του επιχειρηματικού κόσμου.
Παράλληλα, όμως, φέρνει στο προσκήνιο τη μεγάλη και εντεινόμενη δυσκολία του αστικού πολιτικού συστήματος να λειτουργήσει αποτελεσματικά, προωθώντας αποφασιστικά τις ζωογόνες για το κεφάλαιο «μεταρρυθμίσεις», χωρίς μεγάλους κλυδωνισμούς. Αυτό είναι το βασικό καθήκον της κυβέρνησης Καραμανλή στη νέα θητεία της.
Διαφαίνεται πλέον με σαφήνεια ότι το καθήκον αυτό είναι δύσκολο να προωθηθεί λόγω του συνδυασμού πολλών παραγόντων: α) οξύτατοι ανταγωνισμοί μεταξύ των επιχειρηματικών συμφερόντων, β) οξύτατοι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί στην περιοχή, που συσσωρεύουν όρους για μια εθνική κρίση στο Αιγαίο, γ) σχεδόν έτοιμο να εκραγεί το δημοσιονομικό πρόβλημα, το οποίο η κοινωνία φαίνεται να μην μπορεί πλέον να αντέξει να το φορτωθεί για μία ακόμη φορά, δ) μετασχηματισμός της κοινωνικής δυσαρέσκειας σε αντίσταση στις «μεταρρυθμίσεις», όπως έδειξε τόσο η 12η Δεκέμβρη όσο και το «κλίμα» σε διάφορους κοινωνικούς χώρους.
Απέναντι σε αυτό το εκρηκτικό κοκτέιλ, το αστικό πολιτικό σύστημα βρίσκεται: α) με μια αδύναμη κυβέρνηση, β) με μια αντιπολίτευση σε κρίση, την οποία δεν μπορεί να ξεπεράσει με τη γραμμή που ακολουθεί, γ) με μια μεγάλη κρίση αξιοπιστίας απέναντι στην κοινωνία, δ) με μια Αριστερά αμφιταλαντευόμενη και, για πρώτη φορά, (με το ΣΥΡΙΖΑ κυρίως) σε πειρασμό να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά, ε) με ένα λαϊκό παράγοντα σε φάση ενεργοποίησης.
Και μόνο η σύγκριση των προβλημάτων –με τη συγκεκριμένη οξύτητα τάσεων που επενεργούν δυναμικά– και των εργαλείων διαχείρισης κάνουν φανερό γιατί μιλάμε για προεόρτια πολιτικής κρίσης. Οι εκλογές-εξπρές του Σεπτέμβρη εξαγγέλθηκαν ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η μεγάλη καλοκαιρινή καταστροφή των πυρκαγιών, δείχνοντας όχι μόνο τον αδίστακτο κυνισμό της κυβέρνησης Καραμανλή, αλλά πρώτα και κύρια την επείγουσα ανάγκη του αστισμού για μια αποφασιστική ώθηση στο «μεταρρυθμιστικό» έργο. Θυμίζουμε ότι αυτό είχε περιέλθει σε κατάσταση βαλτώματος μέσα από τους αγώνες στην εκπαίδευση, το μπλοκάρισμα της συνταγματικής αναθεώρησης και το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων. Τρεις-τέσσερις μήνες μετά, η όποια ώθηση έδωσε στην κυβέρνηση η «νίκη» της στις εκλογές έχει εξανεμιστεί. Έτσι οι εκλογές-εξπρές του Σεπτέμβρη μοιάζουν με ασπιρίνη που για ελάχιστο διάστημα απάλυνε τους αστικούς πονοκεφάλους, οι οποίοι πλέον επανέρχονται πολύ οξύτεροι. Και αυτό γιατί η κυοφορούμενη κρίση έχει ένα νέο καθοριστικό χαρακτηριστικό: την εμπλοκή του κοινωνικού παράγοντα.
Μια πυκνή περίοδος καθοριστικών πολιτικών, κοινωνικών και εθνικών εξελίξεων είναι μπροστά μας, από την οποία θα γεννηθούν νέες καταστάσεις και συσχετισμοί. Παρά το σκόπιμο εγκλωβισμό της δικομματικής αντιπαράθεσης στο αν το σκάνδαλο είναι ροζ ή γαλάζιο, διαμορφώνονται ήδη όροι για σημαντικές αναδιατάξεις και αναμορφώσεις. Το δυναμικό της Αριστεράς πρέπει και μπορεί να μπει σ’ αυτή την περίοδο προετοιμασμένο και με προσανατολισμό ανταγωνιστικό με τον αστισμό, με στόχο να κερδίσει και όχι να συνδιαλλαγεί ή να κεντροαριστερίσει, εκφράζοντας τις μάζες της νεολαίας και του λαού – αλλιώς, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να συνθλιβεί ιδεολογικά και πολιτικά, να ενσωματωθεί στο γερασμένο αστικό κόσμο, όσα μεταμοντέρνα σχήματα κι αν επινοήσει.
Ένα πλατύ κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και στις αβίωτες συνθήκες που δημιουργεί με την ακρίβεια, με τους νέους φόρους, με τις ιδιωτικοποιήσεις, με την καθήλωση των μισθών και των συντάξεων στα όρια της πείνας, με τις περικοπές των δαπανών για υγεία και παιδεία, με την αύξηση όλων των τιμολογίων κ.λπ., είναι περισσότερο από αναγκαίο. Το μέτωπο αυτό θα σταθεί απέναντι στο διαρκές σκάνδαλο του εκσυγχρονισμένου μεταπρατισμού, της αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου υπέρ μιας παρασιτικής μειοψηφίας. Θα σταθεί αντιμέτωπο στο διαρκές σκάνδαλο του συναινετικού δικομματισμού, που αποτελεί την πολιτική έκφραση της διαχρονικής ληστείας σε βάρος των εργαζομένων και του τόπου. Θα δώσει την ευκαιρία στην Αριστερά να δείξει πόσο θέλει να είναι χρήσιμη στο λαό και να ξαναποκτήσει τη χαμένη αξιοπιστία της, παραμένοντας στο πλευρό των εργαζόμενων κι όχι από την άλλη πλευρά, παρά τα μεγάλα λόγια και τους όρκους.
Το 2008 μπορεί να αποδειχτεί χρονιά απεγκλωβισμού μαζών από τη δικομματική στρούγκα, χρονιά ανασύνταξης της Αριστεράς, χρονιά αντιστάσεων και αγώνων. Για να γίνουν όμως αυτά, χρειάζεται μια Αριστερά που να είναι χρήσιμη και ικανή να οδηγήσει τα πράγματα προς τα εκεί. Κι αν αυτή δεν υπάρχει –στο βαθμό και στις απαιτήσεις των καιρών– πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα θετικά σημάδια των τελευταίων χρόνων για τη συγκρότησή της και την κατοχύρωσή της.