Για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών
στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια
Εντυπωσιακά έτοιμος έδειξε να είναι ο ΓΑΠ (Γεώργιος Α. Παπανδρέου) σχετικά με την εξωτερική πολιτική της νέας κυβέρνησης. Διατηρεί ο ίδιος προσωπικά το Υπουργείο Εξωτερικών μαζί με ολόκληρη την ομάδα συνεργατών των, πιστοποιεί σε όλους τους τόνους τον έντονα ατλαντικό προσανατολισμό με δηλώσεις και κινήσεις και φαίνεται ότι γνωρίζει καλά ποια είναι τα σχέδια και τα “μπόσικα” των σχεδιασμών των “μεγάλων” για τη νοτιοανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια.
Πρώτο ταξίδι στο εξωτερικό η επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη και η συνάντησή του με τον Ερντογάν. Μια “νέα εποχή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις” ξανοίγεται. Με αναγνώριση της στρατηγικής αναβάθμισης της Τουρκίας, με ορισμένα “δώρα” και “ανοίγματα”, σε μια περίοδο δύσκολη για την πορεία των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας, με δεδομένο πώς Γαλλία και Γερμανία κινούνται προς την περιοχή της ειδικής σχέσης και όχι της ένταξης, όπως επιθυμεί σφόδρα η φιλοαμερικάνικη πτέρυγα της νέας Ευρώπης. Ο ΓΑΠ κατηγορούσε ότι η ΝΔ δεν διαπραγματευόταν στα διεθνή φόρα και άφηνε ευκαιρίες ανεκμετάλλευτες. Τώρα ο ίδιος θα “διαπραγματευτεί”: Προτείνει ένα “νέο οδικό άξονα” για τις σχέσεις με την Τουρκία, δηλαδή ένα πλαίσιο και μια πορεία σε βάθος χρόνου, που θα “επιλύσει” όλα τα ακανθώδη ζητήματα. Στην ουσία, ο ΓΑΠ προτείνει να μην τελειώσει το θέμα της ενταξιακής πορείας το Δεκέμβρη, να μην υπάρξουν κυρώσεις προς την Τουρκία, που δεν εφαρμόζει ό,τι είχε συμφωνηθεί (π.χ. Κυπριακό), και παράλληλα υποστηρίζει την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Προϋπόθεση είναι να τεθεί ένα χρονοδιάγραμμα για “επίλυση” του Κυπριακού με μια φόρμουλα που να βελτιώνει το σχέδιο Ανάν (όχι με “κατάλυση αλλά με μετεξέλιξη του Κυπριακού Κράτους”). Για να γίνουν αυτά πραγματικότητα, πρέπει να απαλλαγούμε όλοι από τα “αναχρονιστικά, διχαστικά και αδιέξοδα σύνδρομα εξαρτήσεων ή από την αναγκαστική πολλές φορές εξάρτηση από τις μητέρες πατρίδες”.
Ας προσπεράσουμε το τι εννοεί ο ΓΑΠ με τα “αναχρονιστικά, διχαστικά και αδιέξοδα σύνδρομα εξαρτήσεων”. Φαίνεται πως το κυπριακό στο μυαλό του έχει τη διάσταση μιας υιοθέτησης ενός χώρου από δύο “μητέρες πατρίδες”, που δεν αφήνουν το παιδί να εξελιχθεί φυσιολογικά. Μια τέτοια τοποθέτηση τινάζει στον αέρα όλη την ιστορία του Κυπριακού, δίνει συγχωροχάρτι σε εισβολείς, νομιμοποιεί μια κατοχή και κατάλυση ενός κράτους, δίνει ανάσα σε μια δύναμη που με το έτσι θέλω γράφει στα παλιά της τα παπούτσια διεθνές δίκαιο και στοιχειώδεις υποχρεώσεις, ακόμα και μέσα στο πλαίσιο των σχέσεων που θέλει να έχει με την ΕΕ.
Με ανάλογο τρόπο δεν αντέδρασε στην πρόσφατη έκθεσή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καλεί την ηγεσία της ΕΕ να αρχίσει διαπραγματεύσεις για την ένταξη της ΠΓΔΜ, χωρίς να έχει επιλυθεί προηγουμένως το ζήτημα της ονομασίας σε κοινά αποδεκτή βάση με την Ελλάδα. Μια στάση που έρχεται σε συνέχεια της γενικότερης πολιτικής στήριξης του εθνικισμού στα Βαλκάνια. Μια πολιτική εξαιρετικά επικίνδυνη για την ειρήνη και ταυτόχρονα εξαιρετικά χρήσιμη στους ιμπεριαλιστές, για να επιβάλλουν την κυριαρχία τους με το “διαίρει και βασίλευε”. Η κυβέρνηση περιορίστηκε στο να επαναλάβει τη γνωστή “κόκκινη γραμμή” (σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό με χρήση για όλες τις χώρες). Αλλά το ζήτημα δεν είναι εκεί. Το ζήτημα είναι αν θα συναινέσει η Ελλάδα στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων προτού διευθετηθεί το ζήτημα της ονομασίας και αρθούν οι αλυτρωτικές διεκδικήσεις από μέρους της ΠΓΔΜ.
Ο ΓΑΠ έχει με σαφή τρόπο στο μυαλό του το σχεδιασμό για ολόκληρη την περιοχή που θέλουν οι μεγάλοι και ειδικά οι Αμερικανοί. Ίσως από αφέλεια να νομίζει πως ό,τι τάζουν στην ελληνική πλευρά θα πραγματοποιηθεί (δηλαδή, μια επέκταση ελληνικών επιχειρήσεων, μια ευνοϊκή μεταχείριση στις νέες ισορροπίες, μια αναγνώριση των υπηρεσιών που πρόσφεραν και προσφέρουν – άλλωστε, η Ολυμπιάδα δεν ήταν ένα ρεγάλο;). Η προθυμία του να φανεί έτοιμος και “πρόθυμος”, ευθυγραμμισμένος με τα αμερικάνικα σχέδια στην περιοχή (όχι στον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη, ένταξη Τουρκίας στην ΕΕ, ένταξη και των “χωρών” των δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, “επίλυση” Κυπριακού με μια εκδοχή σχεδίου Ανάν κ.λπ.) επιβραβεύεται πρόσκαιρα με τη στήριξη που τυγχάνει απ’ όλους τους δυναμικούς παράγοντες και, ιδιαίτερα από τους αμερικάνικους κύκλους. Τα συγχαρητήρια του εδώ πρέσβη των ΗΠΑ είναι χαρακτηριστικά.
Δύο συμπεράσματα αναγκαία για την Αριστερά: α) Τα γεωπολιτικά ζητήματα, που άλλοι τα ονομάζουν και “εθνικά”, θα είναι στο επίκεντρο ζυμώσεων, κινήσεων, αποφάσεων και διλημμάτων το αμέσως επόμενο διάστημα, και θα έχουμε μια κυβέρνηση και μια αξιωματική αντιπολίτευση που θα κινηθούν σε φιλοατλαντικό πλαίσιο. Οι επιπτώσεις των επιλογών που θα γίνουν θα επηρεάσουν και την πολιτική ζωή της χώρας, όσο κι αν προσπαθούν να υποβαθμίσουν τάχα τη σημασία τέτοιων επιλογών και αποφάσεων. β) Είναι τελείως άστοχες οι εκτιμήσεις που πρόβαλλε ο ΣΥΝ, ότι “η καταρχήν θετική τοποθέτηση της ελληνικής κυβέρνησης υπέρ της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας μάς βρίσκει σύμφωνους” και ότι “θεωρούμε θετικό γεγονός τη συμπαράταξη, που εκφράστηκε με τις δηλώσεις του κ. Παπανδρέου, στις προσπάθειες του προέδρου Δ. Χριστόφια” (20/10/09). Ξεχνούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται ο ΓΑΠ και, βεβαίως, δεν διαβλέπουν ότι μπορεί και να πιέζει την κυπριακή πλευρά σε αποδοχή θέσεων και στάσεων που δεν ευνοούν την κυπριακή πλευρά.
ΓΑΠ: “Σύνδρομα εξαρτήσεων, αναχρονιστικά, διχαστικά και αδιέξοδα”
Η λέξη “εξάρτηση”, όταν αναφέρεται στις σχέσεις μιας χώρας με ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα, θεωρείται ντεμοντέ, παλαιακή, ξεπερασμένη. Ανήκει στην εποχή των δεινοσαύρων της πολιτικής και μιας ξεπερασμένης κουλτούρας, ειδικά της Αριστεράς. Στο σύγχρονο κόσμο, μάλλον δεν υπάρχουν σχέσεις εξάρτησης. Τουλάχιστον έτσι διατείνονται. Όπως δεν υπάρχουν και ιμπεριαλισμοί. Υπάρχουν καπιταλισμοί, που ανταγωνίζονται σε ένα “αποεδαφικοποιημένο” περιβάλλον, υπάρχουν πολυεθνικές χωρίς πατρίδα, μέχρι χτες (πριν τον Ομπάμα) υπήρχε μια αυτοκρατορία και τώρα ένας πολυπολικός διεθνοποιημένος κόσμος. Τόσο ωραία και μεταμοντέρνα.
Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα, οι πολιτικοί μας αισθάνονται την ανάγκη να ευχαριστήσουν τις ΗΠΑ σε κρίσιμες στιγμές, εκλιπαρούν μια συνάντηση με τον εκάστοτε πλανητάρχη και τηρούν στο ακέραιο τις “συμμαχικές” υποχρεώσεις τους. Παράλληλα, δέχονται τις νότες των Ρώσων, που δείχνουν δυσαρέσκεια για τη μη πραγμάτωση μιας συμφωνίας (αγωγός), οι Κινέζοι οικοδομούν τη μεσογειακή-ευρωπαϊκή πλατφόρμα εισόδου τους στον Πειραιά, οι Γερμανοί εκβιάζουν για νέες παραγγελίες με το κλείσιμο των ναυπηγείων του Σκαραμαγκά, οι Γάλλοι δείχνουν την ενόχλησή τους για το αν δεν προτιμηθεί το στρατιωτικό τους υλικό και, βεβαίως, η ΕΕ συνεχίζει την επιτήρησή της ανά δίμηνο-τρίμηνο δηλώνοντας καθαρά πως “the game is over” (το παιχνίδι τέλειωσε). Ναι, είναι αλήθεια, δεν έχουμε Βαυαρούς στο Μοναστηράκι, δεν εισέβαλαν στον Πειραιά Άγγλοι στρατιώτες και δεν διευθύνει ο Βαν Φλιτ τον πόλεμο στο Γράμμο. Κάποιες ουσίες, όμως, κάποιες ποιότητες, ρε γαμώτο, δεν έχουν μεταβληθεί. Έχουν εκσυγχρονιστεί μορφές και εργαλεία εξάρτησης και μονοπωλιακής διείσδυσης, και η “ελληνική οικονομία” έχει χάσει πιο πολύ τα “ελληνικά” και παραγωγικά της χαρακτηριστικά, κι ας χάσκουν με το στόμα ανοιχτό οι ευρωατλαντόπληκτοι νεοραγιάδες. Το σύνδρομο, καλύτερα το στίγμα της εξάρτησης το φέρουν στο DNA τους (για να πούμε κι εμείς μια μοδάτη έκφραση).
Κώστας Καρυδιάς
Ίμια: Οι απόρρητες εντολές των ΗΠΑ
Η έκδοση του βιβλίου των Μ. Ιγνατίου και Α. Έλις “Ίμια: τα απόρρητα τηλεγραφήματα των Αμερικανών”, αναβλήθηκε δύο φορές από τις εκδόσεις Λιβάνη, γιατί συνέπιπτε η έκδοσή του με τις προεκλογικές περιόδους των ευρωεκλογών και των εθνικών εκλογών! Οι δύο πολύπειροι δημοσιογράφοι με ειδίκευση στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις και με προσβάσεις στο Λ. Οίκο και το Στέητ Ντηπάρτμεντ, μετά από πολύχρονη και ιδιαίτερα δύσκολη έρευνα φέρνουν στο φως μία σειρά μηνυμάτων μεταξύ υπηρεσιών, “επίσημων” και “μυστικών”, κυβερνητικών και άλλων πολιτικών παραγόντων του τριγώνου ΗΠΑ-Ελλάδα-Τουρκία, που φωτίζουν την κατάληξη της κρίσης των Ιμίων. Η ντε φάκτο αναγνώριση των ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας με την Αμερικάνικη σφραγίδα –το γνωστό “ευχαριστώ τους Αμερικανούς” του τότε πρωθυπουργού Σημίτη– αποκρυσταλλώθηκε λίγα χρόνια αργότερα στη Συμφωνία της Μαδρίτης όπου με τον πιο επίσημο τρόπο τέθηκαν οι βάσεις της Νατοϊκής γκρίζας ζώνης στο Αιγαίο. Στην παρουσίαση του βιβλίου ο Διευθυντής της Καθημερινής Α. Παπαχελάς δήλωσε: “προκύπτουν δύο σημαντικά στοιχεία: το τι συμφωνήθηκε στο θέμα της σημαίας και η επιμονή των Αμερικανών για μία διάσκεψη για λύση-πακέτο στο Αιγαίο”! Δεν μπορεί να μην αναρωτηθούμε αν, παρά τη δημοσιογραφική έρευνα, επίπονη και επιτυχή, οι αποκαλύψεις και οι “διαρροές” έχουν μία ολοφάνερη σκοπιμότητα από τις αμερικανικές υπηρεσίες, που δεν είναι άλλη από τη δέσμευση και την έκθεση του δικομματισμού και, ιδιαίτερα σήμερα, της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, στις ατλαντικές προτεραιότητες “τακτοποίησης” του Κυπριακού και των ελληνοτουρκικών.