Ο πόλεμος στο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή ενάντια στο εγχείρημα αυτό, συνεχίζεται, και δικαιολογημένα. Όσοι διείδαν σε αυτό κάτι φρέσκο και επικίνδυνο για τα κατεστημένα της δημόσιας πολιτικής τρίβουν τα χέρια τους για την κρίση που έχει ξεσπάσει και εύχονται πολλαπλά το «τέλος του ΣΥΡΙΖΑ». Το τέλος, δηλαδή, ενός πρωτότυπου αριστερού, ενωτικού και ριζοσπαστικού εγχειρήματος. Και εδώ είναι η απάντηση στο ερώτημα που θέσαμε πριν: Γιατί τόσο ενδιαφέρον και πόνος; Μήπως έχουν κάποια άλλη καλύτερη λύση; Μήπως το «τέλος του ΣΥΡΙΖΑ» γεννήσει κάτι πιο όμορφο και φρέσκο, ανανεώνοντας την πολιτική ζωή του τόπου; Όχι, φυσικά. Το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ έχει την έννοια της επιστροφής στην ομαλότητα της γκρίζας επιχειρηματικής πολιτικής, με τους κανόνες της, τα ΜΜΕ και τους ομίλους, χωρίς την παραμικρή παρέμβαση των πολιτών. Της σιγουριάς, της ακινησίας, του τέλματος.
Από την άλλη, η υπαρκτή κρίση του ΣΥΡΙΖΑ φέρνει στην επιφάνεια μια άλλη διάσταση: Δεν μπορεί να διαιωνίζεται η αντίφαση λόγων και συγκεκριμένης ύπαρξης. Το «κέλυφος» ή και οι καταναγκασμοί, οι περιορισμοί που επέβαλλε η μεγαλύτερη συνιστώσα, δεν μπορούν πλέον να διατηρήσουν τα περιεχόμενά τους, και έχουμε μια έκρηξη της βάσης, του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ, απέναντι σε όποιον και ό,τι αφαιρεί την ουσία ή ακυρώνει το εγχείρημα. Μάλιστα, σε συνθήκες μιας εκλογικής ήττας και ενάντια σε σκοπιμότητες της στιγμής. Άρα μπορεί να είναι μια στιγμή τομών και ρήξεων, που να οδηγήσουν σε μια αναζωογόνηση του εγχειρήματος. Οι παράγοντες και οι όροι υπάρχουν. Η ανάγκη το επιτάσσει. Υπό αυτή την έννοια, η μετατόπιση του κέντρου βάρους από μια κομματική συνιστώσα (βαρύνουσα) στο συλλογικό εγχείρημα, η τοποθέτηση του Αλαβάνου υπέρ μιας τέτοιας μετατόπισης δημιουργούν όρους ξεπεράσματος πάγιων καταστάσεων. Υπό την προϋπόθεση να ακούσουμε τη φωνή της βάσης, να αποσαφηνίσουμε την πολιτική γραμμή, να αναδείξουμε μια πραγματικά συλλογική ηγεσία, να παρέμβουμε σε όλα τα ανοικτά μέτωπα της κοινωνίας και να αναδειχθούμε ως το «κόμμα» που παλεύει ενάντια στην κρίση από την πλευρά των εργαζόμενων και της νεολαίας.
Όσοι θέλουν και απεργάζονται το «τέλος του ΣΥΡΙΖΑ» θέλουν να εμποδίσουν αυτή την προοπτική, ώστε ένα τμήμα της Αριστεράς να παραμείνει εξαρτημένο από την αστική πολιτική και να χάσκει πολιτικώς ορθά και με λαγνεία θεσμική. Μια υποτελής Αριστερά μπορεί να είναι πολλαπλά χρήσιμη σε άχρηστα για τους εργαζόμενους τηλεοπτικά πεδία. Μια εφεδρική πολιτική δύναμη στην γκρίζα μετακρισιακή διαχείριση. Κάτι σαν τον κ. Κουναλάκη, τον κ. Βούγια, τον κ. Ανδρουλάκη, την κ. Δαμανάκη, τον κ. Κοτζιά και τα «άλλα τα παιδιά».
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να υπάρξει, και είναι ανάγκη να υπάρξει. Μόνο που αυτό δεν μπορεί να γίνει πλέον όπως πριν. «Όχι όπως πριν». Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουν -όσοι μπορούν να το αντιληφθούν- τόσο το καλύτερο.