Η αποχή κυμάνθηκε σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ σε πολύ υψηλά επίπεδα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, και είναι το πρώτο χαρακτηριστικό που πρέπει να επισημανθεί σε μια τοποθέτηση για τις φετινές ευρωεκλογές. Με τη συμμετοχή να περιορίζεται πανευρωπαϊκά στο 43%, το αποτέλεσμα είναι “μόνο μια παραμορφωμένη απεικόνιση του πραγματικού συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη”, όπως τονίζει ο Φρανσουά Σαμπατό, ηγετικό στέλεχος του γαλλικού Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος. Αντίθετα, συνεχίζει, “η αποχή επιβεβαιώνει την κρίση νομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κομμάτων που κυβερνούν”. Η απονομιμοποίηση της ΕΕ επιβεβαιώνεται, εξάλλου, και από τις επιτυχίες των θεωρούμενων ως “αντιευρωπαϊκών” κομμάτων όλου του πολιτικού φάσματος: από το βρετανικό “Κόμμα Ανεξαρτησίας” που ξεπέρασε τους καταρρέοντες Εργατικούς και βγήκε δεύτερο κόμμα, ως τα αριστερά αντιΕΕ σκανδιναβικά, ιρλανδικά, ολλανδικά και άλλα κινήματα και κόμματα, που σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις αύξησαν τις δυνάμεις τους. Από την άλλη, πολλά αριστερά κόμματα που είχαν κατεβάσει τους αντιευρωπαϊκούς τόνους, όπως η φιλανδική Αριστερή Συμμαχία, “τιμωρήθηκαν” χάνοντας ποσοστά και έδρες από ένα εκλογικό σώμα που κάθε άλλο παρά ενθουσιάζεται με τα… επιτεύγματα των Βρυξελλών. Από τις πρώτες αναλύσεις και έρευνες, φαίνεται ότι στην πλειοψηφία των κρατών μελών της ΕΕ (και στην Ελλάδα) η πιο μεγάλη αποχή εμφανίζεται στις νεαρές ηλικίες, που σε πολλές περιπτώσεις είχαν πρωτοστατήσει σε μαζικές κινητοποιήσεις και κινήματα – τα οποία δεν εκφράστηκαν στις κάλπες. Σε μεγάλο βαθμό δεν εκφράστηκαν και γενικότερα οι εργατικές και λαϊκές αντιστάσεις που σημάδεψαν τον τελευταίο χρόνο πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Με την επιφύλαξη λοιπόν που δημιουργεί η τέτοιου μεγέθους αποχή, μπορούν να ανιχνευθούν μερικές ακόμη γενικές τάσεις που αναδεικνύουν αυτές οι ευρωεκλογές. Καταρχήν, τα κυβερνητικά κόμματα χάνουν δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Αυτό ισχύει ακόμη και για κόμματα που ανήκουν σε γενικά κερδισμένες παρατάξεις – για παράδειγμα, οι βαριές απώλειες των Πράσινων που συγκυβερνούν με τους συντηρητικούς στην Ιρλανδία, σε αντίθεση με τη γενική τάση ενίσχυσης των Πράσινων κομμάτων. Οι πιο χαμένοι είναι οι απανταχού σοσιαλδημοκράτες, ακόμη και όταν βρίσκονται στην “αντιπολίτευση”, εκτός από λίγες περιπτώσεις – όπως το ΠΑΣΟΚ (αν θεωρηθεί επιτυχία μια μικρή αύξηση όταν αντίπαλος είναι μια επιεικώς προβληματική κυβέρνηση, σαν του Καραμανλή). Ειδικά στις “μεγάλες δυνάμεις” της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία, τα σοσιαλδημοκρατικά (ή, σωστότερα, σοσιαλφιλελεύθερα) κόμματα είδαν τους λαούς να τους γυρνούν την πλάτη και να φιλοδωρούνται με τα μικρότερα ποσοστά της ιστορίας τους. Η σοσιαλδημοκρατία δεν κατάφερε να πείσει ότι αποτελεί μια ρεαλιστική εναλλακτική λύση, αφού οι πολιτικές που υποστηρίζει (και, κυρίως, εφαρμόζει όταν κυβερνά) δεν αποκλίνουν από το νεοφιλελεύθερο “μονόδρομο”.
Αντίθετα, ακολουθώντας ένα ιδιότυπο ρεαλισμό, αρκετοί από τους… λίγους που έφτασαν στις ευρωκάλπες και σκόπευαν να ψηφίσουν “κόμματα εξουσίας”, προτίμησαν τα “ορίτζιναλ” νεοφιλελεύθερα κόμματα. Έτσι, πολλές δεξιές και κεντροδεξιές δυνάμεις συγκράτησαν ή και αύξησαν τα ποσοστά τους. Ακόμη και σε περιπτώσεις που κυβερνούν, όπως π.χ. στη Γαλλία και την Ιταλία, τα δεξιά κόμματα είχαν απώλειες, μα δεν υπέστησαν αποφασιστική ήττα. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, κερδισμένοι σε ποσοστά και έδρες (συχνά χάρη και σε περίπλοκα εκλογικά συστήματα) ήταν οι Πράσινοι και η ακροδεξιά. Η ευρωομάδα των Πράσινων έχει τώρα 53 μέλη (από 42), και αντίστοιχη αύξηση σημειώνει η ακροδεξιά – που όμως μοιράζεται σε διάφορες ευρωομάδες και στους μη εγγεγραμμένους. Το ισλαμοφοβικό “Κόμμα Ελευθερίας” στην Ολλανδία εκτινάχθηκε στο 17%, ενώ το φασιστικό “Βρετανικό Εθνικό Κόμμα” ξεπέρασε το 6% και έβγαλε 2 ευρωβουλευτές. Αύξηση σημείωσε η ακροδεξιά και στην Αυστρία, τη Σκανδιναβία και χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, ποντάροντας στο λαϊκισμό με πολλές “ευρωσκεπτικές” και ξενοφοβικές νότες. Εξαίρεση στη γενική άνοδο της ακροδεξιάς αποτελεί η αποτυχία του ήδη “δοκιμασμένου” (και ίσως γι’ αυτό διόλου πειστικού πλέον) Λεπέν στη Γαλλία, και η πτώση των Γερμανών ακροδεξιών και φασιστών. Τέλος, να σημειωθεί η κυριολεκτικά εξαιρετική επιτυχία κάποιων συνδυασμών όπως οι Σουηδοί “Πειρατές”, που με σημαία το πολύ συγκεκριμένο δίπτυχο “Ελεύθερη διακίνηση δεδομένων και προστασία της ιδιωτικής ζωής” πήραν 7,2% και εξέλεξαν ευρωβουλευτή!
Στα αριστερά του πολιτικού φάσματος, αν κάποιος πάρει σαν μέτρο σύγκρισης τις έδρες, η κατάσταση δεν φαντάζει ενθαρρυντική: η ευρωομάδα της Αριστεράς (στην οποία συμμετέχουν τα περισσότερα κόμματα) μειώθηκε σε 33 από 41 ευρωβουλευτές, και μάλιστα σε συνθήκες βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης! Η πραγματικότητα βέβαια δεν απεικονίζεται πιστά στον αριθμό των εδρών, αφού μόνο και μόνο η κυριολεκτική εξαφάνιση των εδρών της σε πολλές αμαρτίες περιπεσούσης ιταλικής αριστεράς (7 έδρες πριν, καμία τώρα) εξηγεί πολλά. Κόμματα όπως το γαλλικό ΝΑΚ δεν κατάφεραν να εκλέξουν ευρωβουλευτή χάρη στα “καπρίτσια” των εκλογικών νόμων – απώλειες που εν μέρει μόνο αντισταθμίστηκαν από τη μεγάλη επιτυχία σχηματισμών όπως το πορτογαλικό Μπλοκ της Αριστεράς. Οι υπόλοιπες “μεγάλες δυνάμεις” της Αριστεράς στην Ευρώπη (όπως η γερμανική Αριστερά, το ολλανδικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Γαλλικό και το Πορτογαλικό Κ.Κ.) αύξησαν ελαφρά τις δυνάμεις τους. Δεν έλειψαν πάντως και (λίγες) ευχάριστες εκπλήξεις, όπως η εκλογή “ακροαριστερού” ευρωβουλευτή στην Ιρλανδία, που έδειξαν τις δυνατότητες για μια αντισυστημική, αντικαπιταλιστική αριστερά. Το σίγουρο όμως είναι ότι η κρίση και οι καταστροφικές της συνέπειες στην απασχόληση και το βιοτικό επίπεδο δεν οδήγησαν σε αισθητή ριζοσπαστικοποίηση και αριστερή στροφή του εκλογικού σώματος – τέτοιοι “αυτοματισμοί” δεν λειτουργούν, ιδίως όταν η Αριστερά στην πλειοψηφία της μεταδίδει ένα θολό και “παραδοσιακό” μήνυμα, και βέβαια δεν λειτουργεί ως πρωτοστάτης και εμπνευστής μαζικών και αποφασιστικών κοινωνικών αγώνων, ξεκόβοντας από το φλερτ με τη σοσιαλδημοκρατία και τον “συγκυβερνητισμό”. Η πορτογαλική εξαίρεση (διότι περί εξαίρεσης πρόκειται!), με την ενωτική στάση, τη φρεσκάδα και την αγωνιστικότητα που τη διακρίνει, είναι διδακτική και από αυτή τη σκοπιά.
1 Η νέα αριστερά εγγράφει παρακαταθήκη στη Γαλλία
Στη Γαλλία το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα δεν κατάφερε τελικά να εκλέξει ευρωβουλευτή, παρόλο που πήρε 4,9% των ψήφων, χάρη στον αντιδημοκρατικό εκλογικό νόμο και τη “σοφή” κατανομή του εκλογικού σώματος σε περιφέρειες. Για παράδειγμα, το επιεικώς περίεργο εκλογικό μέτωπο του ακραίου νεοφιλελεύθερου Φιλίπ ντε Βιλιέ με τους… κυνηγούς εξέλεξε ευρωβουλευτή, με ποσοστό αισθητά μικρότερο του ΝΑΚ. Αντίθετα, το “Μέτωπο της Αριστεράς” (Γαλλικό Κ.Κ. και αποχωρήσαντες από το “σοσιαλιστικό” κόμμα) απέσπασε 6,5% και εξέλεξε 5 ευρωβουλευτές. Το άλλο παραδοσιακό σχήμα της άκρας αριστεράς, η Εργατική Πάλη της Λαγκιγιέ (που αυτή τη φορά συμμετείχε στις ευρωεκλογές με ξεχωριστό ψηφοδελτιο, διαφωνώντας με το “άνοιγμα” του ΝΑΚ), περιορίστηκε στο διόλου ικανοποιητικό 1,2%. Κατά τα άλλα, οι “σοσιαλιστές” κατέβηκαν κυριολεκτικά στα τάρταρα (16,5% από 29% το 2004!), ενώ οι ακροδεξιοί έχασαν πάνω από το 1/3 της δύναμης τους, το ίδιο και το “κεντρώο” κόμμα του Μπαϊρού. Οι μεγάλοι κερδισμένοι ήσαν οι Πράσινοι (που διπλασίασαν το ποσοστό τους και αναδείχτηκαν σε τρίτη δύναμη με 16,2%) και το μέτωπο του Σαρκοζί, που πήρε την πρώτη θέση με 27,8%. Στην πρώτη αποτίμησή του το ΝΑΚ επισημαίνει, μεταξύ άλλων:
“Η ιδιαίτερα υψηλή αποχή καταδεικνύει την απόρριψη, ή τουλάχιστον την αδιαφορία απέναντι στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Μένοντας στο σπίτι τους, ιδίως οι νέοι και οι λαϊκές τάξεις, στέλνουν ένα καθαρό μήνυμα: αυτή η Ευρώπη δεν είναι δική μας! Έτσι, το νέο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο δεν απεικονίζει την πραγματική επιρροή της κάθε πολιτικής δύναμης. Παρ’ όλη αυτή την κατάσταση το νεαρό ΝΑΚ, που συγκροτήθηκε πριν μόλις 4 μήνες, με ποσοστό περίπου 5% επιβεβαιώνεται ως πολιτική δύναμη εθνικού βεληνεκούς. Οι επιθέσεις της εξουσίας και των εργοδοτών, που θα ενταθούν, απαιτούν αποφασιστική αντιπολίτευση και αντικαπιταλιστική πολιτική. Χρειαζόμαστε μια μαχόμενη και όχι μια συνδιαχειριστική αριστερά. Θα εξακολουθήσουμε να προτείνουμε σε όλες τις δυνάμεις της αντινεοφιλελεύθερης και αντικαπιταλιστικής αριστεράς μια διαρκή συμφωνία που θα εμπνεύσει τη σύγκλιση των αγώνων, η οποία είναι σήμερα πιο αναγκαία παρά ποτέ”.
2 Η ιταλική αριστερά ακόμη πληρώνει τις αμαρτίες της
Οι εκλογές στην Ιταλία σημαδεύτηκαν από υποχώρηση του ιδιότυπου “δικομματισμού” που προσπαθεί να επιβληθεί στη γειτονική χώρα. Η “Ιταλία των Αξιών” του Μπερλουσκόνι (περιλαμβανομένων των… “εκδημοκρατισμένων” νεοφασιστών του Φίνι), με 35,2%, παρέμεινε πολύ κάτω του στόχου του 40% που είχε θέσει. Η σοσιαλφιλελεύθερη “κεντροαριστερά” του Δημοκρατικού Κόμματος περιορίστηκε στο 26,2%. Όμως τα περισσότερα κέρδη δεν τα πήρε, ούτε αυτή τη φορά, η διασπασμένη και ακόμα πληγωμένη από τη συγκυβέρνηση με τον Πρόντι Αριστερά – που δεν έχει ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς της με το πρόσφατο αμαρτωλό παρελθόν και έχει απογοητεύσει το λαό της. Κανένα από τα δύο σχήματά της δεν κατάφερε να ξεπεράσει το αντιδημοκρατικό όριο του 4% και να εκλέξει ευρωβουλευτές: η Αντικαπιταλιστική Λίστα, με κύριο κορμό την Κομμουνιστική Επανίδρυση (χωρίς τον Μπερτινότι) και το Κόμμα των Ιταλών Κομμουνιστών, πήρε 3,4%. Ενώ η “Αριστερά και Ελευθερία” του ανεκδιήγητου πλέον Μπερτινότι και της παρέας του (περιλαμβανομένων των Πράσινων) μόλις που έφτασε το 3,1%. Το αποτέλεσμα αυτό από μόνο του σχεδόν αρκεί να εξηγήσει τη συνολική πτώση εδρών της ευρωομάδας της Αριστεράς, αφού στο προηγούμενο ευρωκοινοβούλιο υπήρχαν 7 Ιταλοί αριστεροί ευρωβουλευτές, και σε αυτό κανείς! Τα κέρδη καρπώθηκαν κυρίως η σοβινιστική Λίγκα του Βορρά (10%), το αντιπολιτευόμενο τον Μπερλουσκόνι κόμμα του “δικαστή με τα καθαρά χέρια” Ντε Πιέτρο (8%) και εν μέρει οι “κεντρώοι” χριστιανοδημοκράτες (6,5%). Το Δίκτυο των Κομμουνιστών (RdC), στο κύριο άρθρο του νέου φύλλου της εφημερίδας Contropiano τονίζει, όσον αφορά την Αριστερά: “Τα αποτελέσματα των σχηματισμών της Αριστεράς επιβεβαιώνουν ότι υπάρχουν ακόμη περίπου 2 εκατομμύρια ψηφοφόροι, σχεδόν 7%, που εκφράζουν με κάποιο τρόπο μια ανάγκη αριστερής εκπροσώπησης. Ανάγκη που δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει ακόμη και αυτή τη φορά το υπαρκτό πολιτικό προσωπικό αυτής της Αριστεράς, που άλλωστε συνέπραξε στην επιβολή του αντιδημοκρατικού εκλογικού νόμου. Αναδύεται λοιπόν η αναγκαιότητα και η δυνατότητα ενός πολιτικού υποκειμένου που θα εκφράσει (και όχι μόνο εκλογικά) αυτή την ανάγκη και δεν θα μετατραπεί σε δεκανίκι της κεντροαριστεράς, δίνοντας ζωή στον πόθο πολλών αριστερών που θέλουν να διατηρήσουν μια ανεξάρτητη κομμουνιστική οπτική”. Ενώ και η Ροσάνα Ροσάντα γράφει χαρακτηριστικά στην εφημερίδα Μανιφέστο: “Οι εκλογές έδωσαν στην Ιταλία αρκετά χαστούκια: Το πρώτο είναι αυτό που εισέπραξαν τα δύο αλληλοσπαρασσόμενα κομμάτια της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, κανένα από τα οποία δεν έφτασε το όριο του 4%, αφού διέσπασαν πάνω από το 6% των ψηφισάντων. Ας μην ξαναδοκιμάσουν έτσι, γιατί την επόμενη φορά δεν θα πάρουν ούτε καν αυτές τις ψήφους”.
3 Το… μεγαλείο της ισπανικής δημοκρατίας
Οι εκλογές στην Ισπανία σημαδεύτηκαν από υποχώρηση του κυβερνώντος σοσιαλιστικού κόμματος, μικρή αύξηση της δεξιάς, σταθεροποίηση της Ενωμένης Αριστεράς (στα χαμηλά, τα οποία συνήθισε τα τελευταία χρόνια – πήρε 3,8% και δύο έδρες, και δηλώνει ικανοποιημένη!). Σημαδεύτηκαν όμως και από… νοθεία! Αυτό κατήγγειλε, παρά το καλό εκλογικό αποτέλεσμά του, το σχήμα “Διεθνιστική Πρωτοβουλία”, που συγκροτήθηκε με κορμό την Πατριωτική Αριστερά της Χώρας των Βάσκων, αλλά και αριστερές δυνάμεις και προσωπικότητες και από άλλες περιοχές του ισπανικού κράτους. Ήδη πριν τις εκλογές το νέο κόμμα γνώρισε τη “συνήθη” μεταχείριση που επιφυλάσσει το ισπανικό κράτος στην Πατριωτική Αριστερά: στις 16 Μάη το Ανώτατο Δικαστήριο απαγόρευσε τη συμμετοχή του στις εκλογές ως “ύποπτου για συμπάθεια προς την τρομοκρατία” – απόφαση που ανατράπηκε μια εβδομάδα αργότερα από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Έτσι, η Διεθνιστική Πρωτοβουλία τελικά πήρε μέρος στις ευρωεκλογές, και αναδείχθηκε με περίπου 15% τρίτη δύναμη στη Χώρα των Βάσκων (σε επίπεδο ισπανικού κράτους πήρε 1,2%). Φαίνεται όμως ότι το ισπανικό κατεστημένο, αφού δεν μπόρεσε να απαγορεύσει το νέο κόμμα, προσπάθησε (και εν μέρει κατάφερε) να μειώσει την επιτυχία του επιδιδόμενο σε παραδοσιακή νοθεία, στερώντας του έτσι τον ευρωβουλευτή! Με ανακοίνωσή της η Διεθνιστική Πρωτοβουλία καταγγέλλει συγκεκριμένα περιστατικά μαζικής νοθείας και εξαφάνισης ψήφων σε πλήθος εκλογικών τμημάτων, ιδίως στη Χώρα των Βάσκων και την Καταλονία, καθώς και το γεγονός ότι τα μισά από τα “άκυρα” ψηφοδέλτια σε όλη την ισπανική επικράτεια ανήκαν στη Διεθνιστική Πρωτοβουλία! Η ανακοίνωση καταλήγει: “Η Πατριωτική Αριστερά κράτησε ψηλά τη σημαία της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων των λαών και του σοσιαλισμού. Θα συνεχίσουμε την καθημερινή πολιτική και κοινωνική πάλη – στους χώρους δουλειάς, τις γειτονιές, τους δρόμους, στο αντιφασιστικό κίνημα, στον αγώνα ενάντια στους ναρκοεμπόρους, στο πλάι των γυναικών που καταπιέζονται, για την υπεράσπιση της γλώσσας και του πολιτισμού κάθε λαού”.
4 Υποχώρηση του “Μεγάλου Συνασπισμού” στη Γερμανία
“Οι διαφημίσεις της ΕΕ δεν μπόρεσαν να αλλάξουν την εικόνα: περίπου 60% των εκλογέων αγνόησε τις κάλπες σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Τα κυβερνητικά κόμματα, και ιδίως τα σοσιαλδημοκρατικά, γνώρισαν καθαρή ήττα σε όλες σχεδόν τις χώρες. Στη Γερμανία το σοσιαλδημοκρατικό SPD έπιασε πάτο (20,8%), ενώ οι χριστιανοδημοκράτες του CDU/CSU με 37,9% έχασαν πάνω από 6%. Με τη συμμετοχή να έχει υποχωρήσει στο 43%, τα κόμματα της αντιπολίτευσης αύξησαν τα ποσοστά τους, ιδίως το FDP (11% από 7,1% το 2004), ενώ οι Πράσινοι παρέμειναν σταθεροί γύρω στο 12%. Η Αριστερά με 7,5% αύξησε το ποσοστό της στα δυτικογερμανικά κρατίδια, αλλά σαφώς απέτυχε να φτάσει το στόχο του 10%, και παρέμεινε σταθερή ή, σε κάποιες περιπτώσεις, υποχώρησε στα ανατολικά κρατίδια. Προφανώς η σοσιαλδημοκρατική προσαρμογή της ηγεσίας στέρησε από την Αριστερά αρκετούς υποστηρικτές από το αριστερό κίνημα. Η περαιτέρω μείωση των ποσοστών των ακροδεξιών (Ρεπουμπλικάνοι και φασίστες του DVU) αποτελεί σαφώς νίκη των δημοκρατικών και αντιφασιστικών δυνάμεων”. Αυτή είναι η αρχική εκτίμηση των συντρόφων από το MLPD για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών στη Γερμανία. Το MLPD, που επικεντρώνει την παρέμβασή του στις τοπικές και εθνικές εκλογές, συμμετείχε στην προεκλογική καμπάνια για τις ευρωεκλογές με κεντρικό σύνθημα: “Καμιά ψήφος σε CDU/CSU, SPD, Πράσινους και φασίστες!”, καλώντας στην υπερψήφιση της Αριστεράς και άλλων μικρότερων ριζοσπαστικών συνδυασμών.
5 Πορτογαλία: Η εξαιρετική ανάσα της Αριστεράς
Το Μπλόκο της Αριστεράς σημείωσε μια από τις λίγες πραγματικές επιτυχίες της Αριστεράς σε αυτές τις ευρωεκλογές. Ξεπερνώντας για λίγες χιλιάδες ψήφων το Κ.Κ. Πορτογαλίας (που επίσης αύξησε τις δυνάμεις του, παρουσιάζοντας και πάλι κοινό ψηφοδέλτιο με τους οικολόγους) αναδείχτηκε σε τρίτη πολιτική δύναμη, αποσπώντας 10,7% και 3 έδρες – έναντι 4,9% και μιας έδρας το 2004! Οι πρώτες δηλώσεις του νικηφόρου Μπλόκου ήταν σαφείς:
“Σε αυτές τις εκλογές καταδικάστηκε η αντικοινωνική πολιτική της κυβέρνησης. Ο λαός τιμώρησε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το οδήγησε σε συντριπτική ήττα. Και ήταν η Αριστερά που νίκησε, όχι η Δεξιά. Τώρα το Μπλόκο θα παλέψει με ακόμη περισσότερο πείσμα για να δοθεί επίδομα σε όλους τους ανέργους, να αυξηθούν οι συντάξεις, και να αποτραπεί η επιμήκυνση του χρόνου εργασίας. Το Μπλόκο είναι έτοιμο να αναλάβει τις ευθύνες του, σαν τμήμα της Μεγάλης Αριστεράς που πρέπει να οικοδομήσουμε, ώστε να προσφέρουμε μια πραγματική εναλλακτική λύση με σοσιαλιστικό πρόγραμμα”.
6 Οι Ολλανδοί τιμώρησαν τους “ευρωπαϊστές”
“Τα μεγάλα κόμματα, δηλαδή οι χριστιανοδημοκράτες, οι εργατικοί και οι φιλελεύθεροι, τιμωρήθηκαν για τη φιλοευρωπαϊκή πολιτική που ακολούθησαν”, εκτιμά η Άγκνες Καντ, από τα ηγετικά στελέχη του μαοϊκής προέλευσης Σοσιαλιστικού Κόμματος – που έχει ως έμβλημα την πασίγνωστη πλέον εκσφενδονιζόμενη τομάτα. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα κρατά τις δύο έδρες του, παρά τη μείωση των εδρών της Ολλανδίας στο νέο Ευρωκοινοβούλιο, και αυξάνει ελαφρά τα ποσοστά του. “Νικήσαμε, αν και δεν χτυπήσαμε το τζακ-ποτ, όπως ελπίζαμε” συνεχίζει η Άγκνες Καντ, επισημαίνοντας ότι “χάρη στις δικές μας πολύχρονες προσπάθειες, τώρα πολλά κόμματα εμφανίζονται κριτικά προς την ΕΕ”. Σε αυτές τις εκλογές όλα τα μεγάλα κόμματα προσπάθησαν, όντως, να εμφανιστούν ότι υιοθετούν πολλά από τα αιτήματα του Σοσιαλιστικού Κόμματος: “Όχι στην πίεση των Βρυξελλών για ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα”, “Γιατί να δίνουμε λεφτά στις Βρυξέλλες ενώ μπορούμε με αυτά να χρηματοδοτήσουμε οι ίδιοι αναπτυξιακά προγράμματα;”, “Χρειαζόμαστε λιγότερες Βρυξέλλες στη ζωή μας”. Τέτοιου είδους θέσεις προώθησαν αυτή τη φορά όλα σχεδόν τα κόμματα! Η Άγκνες Καντ υποστηρίζει ότι “αυτά είναι μόνο προεκλογικά λόγια – όμως εμείς θα τους υποχρεώσουμε να σεβαστούν τις υποσχέσεις τους”.
7 Η Ιρλανδία του “όχι” είναι εδώ!
Η έκπληξη στην Ιρλανδία δεν ήταν ίσως η αποτυχία του Σιν Φέιν να εκλέξει ευρωβουλευτή (μόνο και μόνο λόγω ενός εξαιρετικά περίπλοκου εκλογικού συστήματος, αφού απέσπασε 11,2%), αλλά η εκλογή του Τζο Χίγκινς, επικεφαλής του “μικρού”, τροτσκιστικής προέλευσης, Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ο Χίγκινς νίκησε στην περιφέρειά του, το Δουβλίνο, τους υποψήφιους των “μεγάλων” κομμάτων και εκλέχτηκε ευρωβουλευτής, αφήνοντας άναυδους τους αναλυτές – ιδίως επειδή το κόμμα του, παρόλο που υπερδιπλασίασε το ποσοστό του σε σχέση με το 2004, πήρε μόλις 2,7% σε εθνικό επίπεδο. “Οι τοπικές και ευρωπαϊκές εκλογές ήταν καταστροφή για το νεοφιλελεύθερο Φιάνα Φέιλ και τους Πράσινους, που συγκυβερνούν. Το μέλλον τους είναι πλέον σκοτεινό”, τονίζει σε ανακοίνωσή του το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που συμμετείχε ενεργά στην καμπάνια για το “όχι” στο πρόσφατο ιρλανδικό δημοψήφισμα. Πάντως το Σιν Φέιν, η ραχοκοκαλιά του “όχι”, αναδείχτηκε αυτή τη φορά καθαρά πρώτο κόμμα στη Βόρεια Ιρλανδία (που αποτελεί ακόμη βρετανική επικράτεια), όπου ήταν το μοναδικό που εξέλεξε ευρωβουλευτή από τον πρώτο γύρο – ενώ αύξησε τις δυνάμεις του και στην ανεξάρτητη Ιρλανδία. Ο ιστορικός ηγέτης του Σιν Φέιν, ο Τζέρι Άνταμς, μετά την εκλογική ήττα των συντηρητικών και των Πράσινων δήλωσε ότι “αυτή η κυβέρνηση πρέπει να παραιτηθεί”, και πρόσθεσε: “Πρέπει να οικοδομήσουμε μια συμμαχία για την αλλαγή. Η ιρλανδική Αριστερά πήγε καλά σε αυτές τις εκλογές, αλλά είμαστε ακόμη πολυδιασπασμένοι. Πρέπει να οικοδομήσουμε την ενότητά μας, κι αυτή η δουλειά πρέπει να αρχίσει αμέσως”.
8 Τσεχία: Αποτυχία του αντικομμουνισμού
Το Κ.Κ. Βοημίας και Μοραβίας αποτελεί μία από τις σημαντικότερες πολιτικές δυνάμεις στην Τσεχία, αλλά και από τα ισχυρότερα αριστερά κόμματα στην Ευρώπη. Παρά την τεράστια αντικομμουνιστική εκστρατεία (η νεολαία του έχει ήδη τεθεί εκτός νόμου, και το ίδιο το κόμμα βρίσκεται διαρκώς υπό την απειλή απαγόρευσης), στις ευρωεκλογές κατέλαβε την τρίτη θέση, αποσπώντας πάνω από 14% και εκλέγοντας 4 ευρωβουλευτές (2 λιγότερους απ’ ό,τι το 2004). Η μείωση των εδρών εξηγείται, μεταξύ άλλων, και από την ανάκαμψη του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, που το 2004 είχε υποστεί προσωρινή κατάρρευση λόγω σκανδάλων – τότε το Κ.Κ. είχε ξεπεράσει τους σοσιαλδημοκράτες και αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα. Το Κ.Κ. Βοημίας και Μοραβίας, με δήλωση που δημοσιεύθηκε στην “Αυγή” (9/6), εκτιμά το αποτέλεσμα ως επιτυχία “με δεδομένη τη μείωση σε 22 των ευρωβουλευτών της Τσεχίας, αλλά και την αντικομμουνιστική εκστρατεία και την πόλωση που επικράτησε στη χώρα”.