Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ: Για ένα ζωντανό ρεύμα κοινωνικής και πολιτικής αντιπολίτευσης

τ.276, 23/10/2009

Τα πρώτα δείγματα γραφής του ΠΑΣΟΚ δεν αφήνουν πολλά περιθώρια εφησυχασμού σε κανέναν: Η Ευρωπαϊκή Ένωση τρίζει τα δόντια και συνιστά μακροχρόνια λιτότητα [ίσως δεκαετή!]. Η απειλητική και σαδιστική φράση “the game is over” του Γιούνκερ, αρχιεπόπτη της οικονομίας στην ευρωζώνη, προς τον νεοφερμένο Παπακωσταντίνου είναι άκρως αποκαλυπτική για το σφίξιμο που θα ακολουθήσει, με τις δίμηνες-τρίμηνες επιτηρήσεις που θα γίνονται από την Κομισιόν για την πορεία των “διαρθρωτικών αλλαγών”. Η Τράπεζα της Ελλάδας, δια του Προβόπουλου, θέτει και αυτή ζήτημα αντιλαϊκής κλιμάκωσης μέτρων προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, ενώ ο ΣΕΒ εκφράζει την πλήρη συμφωνία του με τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Συμπέρασμα; Κυβέρνηση διαχείρισης προς όφελος του κεφαλαίου, κυβέρνηση προσωρινής εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας.

Βέβαια δεν αρκείται σε αυτά μονάχα η νέα κυβέρνηση. Προωθεί σε ολόκληρη τη νοτιοανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια τους σχεδιασμούς των ατλαντικών και δυτικοευρωπαϊκών δυνάμεων (βλέπε άρθρο στη σελ. 7) για να εισπράξει ανοικτά και θαρρετά τα συγχαρητήρια και την ικανοποίηση της αμερικάνικης πλευράς.

Η γλώσσα και η ρητορική αλλάζει κάπως από αυτήν της ΝΔ, αλλά αυτό αναμένεται να ξεθωριάσει γρήγορα: η πληθωρική αναφορά στον πολίτη, το παραμύθιασμα για μια υποτιθέμενη “ηλεκτρονική και συμμετοχική δημοκρατία”, θα οδηγήσουν σε μια ολοσχερή και εξευτελιστική κατάργηση του πολίτη μέσα στο κράμα βαλκανικής, νεοελληνικής και νεοαμερικανικής πραγματικότητας που θα προσπαθήσει να στήσει και υπηρετήσει η ομάδα του ΓΑΠ. Δεν θα έχουμε πλέον το πράσινο κράτος και την ενσωμάτωση συνδικαλιστικού και συνεταιριστικού κινήματος μέσα στις απίθανες επιτροπές και τα επιτροπάτα που είχε στήσει το ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του ’80 – αλλά την “άυλη”, αόρατη συμμετοχή του πολίτη και την αέναη επίκλησή του, χωρίς αυτό να έχει την παραμικρή θετική επίπτωση στη ζωή του. Μια κοροϊδία αμερικάνικου τύπου που θα στηρίζεται στην προσπάθεια εμφύτευσης στην ελληνική πραγματικότητα προτύπων μεταφερμένων από την επιχειρηματική πολιτική των ΗΠΑ.

Τα πρώτα αποκαλυπτήρια της κυβέρνησης ήρθαν σχετικά γρήγορα, μέσα από το ξετύλιγμα αγώνων που δεν άφησαν πολλά περιθώρια για ανάσες και ρητορικές. Μια πρώτη μπόρα που ακόμα κι αν ξεπεραστεί από τη νέα κυβέρνηση δείχνει ορισμένα πράγματα: Ο κόσμος περιμένει μια έστω και μικρή βελτίωση ή, έστω, τη μη χειροτέρευση της θέσης του. Ο κόσμος περιμένει μια στοιχειωδώς λιγότερο χειρότερη διαχείριση από αυτήν της ΝΔ. Το επικοινωνιακό σόου της σύνθεσης της κυβέρνησης κράτησε λίγο, και δεν εμπόδισε να αναδειχθούν το λιμάνι και η Cosco, ο Σκαραμαγκάς και οι εκβιασμοί των Γερμανών, οι κινητοποιήσεις στη Νάουσα για το κλείσιμο της κλωστοϋφαντουργίας, οι κινητοποιήσεις για τα διόδια-φωτιά (που είναι συγχρόνως και σκάνδαλο – βλέπε σελ. 13), τα ΜΑΤ να ξυλοφορτώνουν εργάτες της ζώνης κάτω από το υπουργείο Εργασίας, η απίστευτη αστυνόμευση που επιβάλλει ο Χρυσοχοΐδης, η εφαρμογή του νόμου για τις κουκούλες… και έπεται συνέχεια σε όλα τα μέτωπα. Δεν υπάρχει περίοδος χάριτος, και η ανοχή του κόσμου είναι περιορισμένη.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο στήνεται άλλη μια απίστευτη επιχείρηση συναίνεσης προς την κυβέρνηση ΓΑΠ. Ξαναβλέπουμε να ξεδιπλώνεται ο συναινετικός δικομματισμός όπως τον είχαμε γνωρίσει μόλις είχε αναλάβει η κυβέρνηση Καραμανλή, δηλαδή ένας περίεργος δικομματισμός, χωρίς αντιπολίτευση. Τώρα, όμως, αυτός εξαπλώνεται λίγο περισσότερο χάρη στη διεύρυνση όσων δηλώνουν ότι θα στηρίζουν τα θετικά της κυβέρνησης ΓΑΠ. Τέτοιες δηλώσεις γίνονται από όλους τους φορείς (πλην ΚΚΕ) και διάφορους εκπροσώπους κομμάτων. Για μεν τα στηρίγματα του νεοφιλελευθερισμού (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ) αυτό είναι εν μέρει φυσιολογικό – για άλλους όμως δεν δικαιολογείται. Αυτό δεν είναι ακριβώς “προγραμματική αριστερή αντιπολίτευση”, αλλά κάποιας μορφής στήριξη ενός πυλώνα του δικομματισμού και του νεοφιλελευθερισμού. Δεν είναι αποκάλυψη των αντιφάσεών του και αποδέσμευση μαζών από την επιρροή του, αλλά υποστολή της αντιπολιτευτικής κατεύθυνσης και του ρόλου που πρέπει να διαδραματίσει η Αριστερά στις νέες συνθήκες. Είναι εθελοντική, ρηχή και επιφανειακή χειραφέτηση της Αριστεράς από τους εναγκαλισμούς της “δημοκρατικής παράταξης”. Έτσι όμως είμαστε πάντα στην τροχιά της συστημικής θεσμικής πολιτικής…

Τίθεται ένα σημαντικό ερώτημα: από πού μπορεί να περιμένει μια προοπτική ο λαϊκός κόσμος που πλήττεται βάναυσα από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές; Δεν είναι εύκολη η απάντηση. Γιατί το αυτονόητο, “από την Αριστερά”, δεν είναι αληθές και δεν συμβαίνει. Όχι επειδή δεν θα μπορούσε να συμβεί, ή επειδή οι συνθήκες είναι αρνητικές για μια τέτοια μεγάλη συνάντηση, αλλά διότι η Αριστερά δεν ενδιαφέρεται πραγματικά να ξεπεράσει ελλείμματα και αρνητικά που εμφανίζει, και κατατρώγεται μόνο για την αναπαραγωγή της ως τέτοιας, ως τέτοιας που είναι – και αυτό την καθιστά από λίγο έως πολύ αναξιόπιστη. Το ΚΚΕ έχει πιάσει μια “οροφή” επιρροής και εμβέλειας, με μια ταυτόχρονη διαπίστωση ότι δεν θέλει και δεν μπορεί να οικοδομήσει ένα λαϊκό μέτωπο (βλέπε σχόλιο στη σελ. 9). Ο ΣΥΡΙΖΑ σπατάλησε και σκόρπισε τη μεγάλη συμπάθεια που είχε συγκεντρώσει, αλλά ακόμα έχει μια διστακτική ανοχή από ένα ζωντανό τμήμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς – που θα δοκιμαστεί τους επόμενους μήνες σε θέματα πολιτικής κατεύθυνσης και οργανωτικής συγκρότησης του εγχειρήματος (βλέπε και διάλογο για την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ στις σελ. 18 έως 23). Την ίδια στιγμή, λείπει ένα μεγάλο σχέδιο, μια μεγάλη πολιτική πρόταση της Αριστεράς ώστε να μπορέσει να ξεπροβάλλει ως κύρια αντιπολιτευτική και πρωταγωνιστική δύναμη.

Οι αγώνες όμως που υπήρχαν πριν τις εκλογές, αυτοί που έγιναν αμέσως μετά τις εκλογές, αυτοί που ήρθαν γρήγορα, ακόμα και αμέσως, λειτουργούν και ως καθρέφτης μιας κοινωνίας και ενός πολιτικού ελλείμματος που υπάρχει: Το σύγχρονο κοινωνικό ζήτημα δεν έχει σοβαρή πολιτική έκφραση (για να το πούμε κομψά). Η έλλειψη μιας Αριστεράς που να συγκινεί και να ενθουσιάζει, που να κινητοποιεί και να θέτει εαυτόν στην υπηρεσία των εργαζομένων και των αγώνων τους, είναι παραπάνω από προφανής. Η σωστή προτροπή στους χώρους της Αριστεράς “δοκίμασε πάλι, απότυχε πάλι, απότυχε καλύτερα” πρέπει να μπολιαστεί από τη φιλοδοξία μιας Αριστεράς που ξαναδοκιμάζει για να πετύχει, για να γνωρίσει μικρές και μεγάλες νίκες, για να ανοίξει δρόμους. Μια τέτοια Αριστερά θα είναι ένα ζωντανό ρεύμα μέσα στην κοινωνία!