Η κρίση αρχίζει να δείχνει όλο και πιο απειλητικά τα δόντια της και οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου, για παράδειγμα το αχτύπητο δίδυμο Αλμούνια και Προβόπουλου "ρίχνει γραμμή" και προτάσεις που δείχνουν πώς θα πορευτούν ΕΕ, Κομισιόν και λοιπές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Στην ίδια ρότα αντιλαϊκής-αντεργατικής επίθεσης όλος ο αστισμός φροντίζει να διασώσει ό,τι μπορεί και να επιτεθεί ακόμα πιο σκληρά απέναντι στους εργαζόμενους και τους λαούς και να φορτώσει σ’ αυτούς όλα τα βάρη της καπιταλιστικής κρίσης. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 έχουμε μπει στο τούνελ της λιτότητας, στο τούνελ της διαχείρισης των δήθεν "άκαμπτων εργασιακών σχέσεων" και συνεχώς ενοχοποιούνται οι υψηλοί (τάχα) μισθοί ως αιτία της κρίσης. Ή για να είμαστε πιο ακριβείς, η διέξοδος από την κρίση (που τρεις δεκαετίες δεν έχει έρθει) σχετίζεται με την πλήρη "απελευθέρωση των αγορών" και κυρίως την "απελευθέρωση της αγοράς εργασίας". Αυτή η τελευταία "απελευθέρωση" είναι η μόνη κοινή πολιτική των ανταγωνιζόμενων καπιταλιστών και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Μόνο που τώρα ο σε τρελή πορεία οδοστρωτήρας της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας οδηγεί σε κοινωνικές εξεγέρσεις, σε αδυναμία προβλέψεων, σε μεγάλες ανακατατάξεις και αλλαγές σε όλους τους τομείς. Προς το παρόν η μόνη λύση, η μόνη συνταγή είναι περισσότερος νεοφιλελευθερισμός, περισσότερη περιστολή μισθών και δικαιωμάτων, περισσότερη καταστολή, περισσότερη ανεργία. Μετά την προσωρινή – μερική απασχόληση που έθεσε η διαχείριση της κρίσης τις τελευταίες δεκαετίες, τώρα έχουμε την επίσημη ανακήρυξη της "προσωρινής ανεργίας" σαν μοναδικό γιατρικό και διάσωση του καπιταλιστικού συστήματος. Κάτω από το σύνθημα της "προσωρινής ανεργίας" έχουμε μπροστά μας τη μεγαλύτερη απόρριψη ζωντανής εργασίας από την παραγωγική δραστηριότητα και την πιο δυνατή απόδειξη των ορίων και του καταστροφισμού που φέρνει ο καπιταλισμός σαν σύστημα. Γιατί η απόρριψη της ζωντανής εργασίας σημαίνει και καταστροφή και με την κυριολεκτική και με την μεταφορική έννοια. Γι’ αυτό το σύγχρονο κοινωνικό ζήτημα αποκτά νέες διαστάσεις, εκρηκτικό χαρακτήρα, και γύρω από αυτό αναμετρούνται όλες οι πολιτικές.
Ετσι κι αλλιώς τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι χρόνια ανακατατάξεων και αναταράξεων σε όλα τα επίπεδα: πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και γεωπολιτικά. Το σε ποια κατάσταση θα βρεθεί η Αριστερά, η εργατική τάξη, ο λαός και η χώρα μετά από αυτά τα δύο χρόνια είναι κρίσιμο ζήτημα και δεν αφορά εκλογικές διαδικασίες και ποσοστά.
Ποια είναι όμως, η κατάσταση πνευμάτων στα επιτελεία της Αριστεράς –τουλάχιστον στη χώρα μας– σχετικά με τα θέματα αυτά; Έχουν πάρει το μήνυμα και έχουν κάποιο σοβαρό σχέδιο ανάσχεσης της επίθεσης, αλλαγής των δεδομένων, εξαπόλυσης αντιστάσεων και αγώνων, οργάνωσης του λαού, ή αλλού είναι ο προβληματισμός και οι αγωνίες τους; Μάλιστα το τελευταίο διάστημα η Αριστερά παίρνει όλο και πιο πολύ το χαρακτήρα της "συνεδριάζουσας Αριστεράς" (πολλά συνέδρια, πολλά γραπτά, πολλές συνεδριάσεις – λίγη πράξη, λίγη κίνηση, λίγος μόχθος – πολλά εκλογικά σχέδια, πολλή γκαλοπολογία, πολλές διεργασίες και κινήσεις για τον εκλογικό "αγώνα"). Αυτή η αντίθεση (απαιτήσεις απάντησης στην επίθεση που γίνεται και με πρόσχημα την κρίση σε όλα τα μέτωπα / χαλαρή στάση, περιχαρακωμένη επανάπαυση σε εσωτερικούς συσχετισμούς και στενές κομματικές διαδικασίες) μοιάζει πιο παράλογη και έντονη με βάση τα μηνύματα και στη χώρα μας (Δεκέμβρης, αγροτικά μπλόκα κλπ) και διεθνώς με τον πολλαπλασιασμό απεργιών και εξεγέρσεων (Γαλλία απεργία με 3 εκατομμύρια απεργούς, Ιταλία διαδήλωση 700.000 εργατών, Γουαδελούπη εξέγερση ενάντια στην κρίση και την ακρίβεια κλπ). Πιο παράλογη, γιατί το φυσιολογικό θα ήταν να ανατραπούν όλα τα καθιερωμένα και συνηθισμένα, να παίρνονταν πρωτοβουλίες (ενωτικές και ριζοσπαστικές), να γίνονταν προχωρήματα στην ανάπτυξη μιας μετωπικής κοινής δράσης ενάντια στις πιο σοβαρές επιπτώσεις της κρίσης. Αντ’ αυτών, η συνεδριάζουσα αριστερά συνεχίζει τα συνηθισμένα, δεν φαίνεται να ακούει καλά ή και αδιαφορεί, και τα επιτελεία (αν και ανησυχούν) μοιάζουν ευχαριστημένα και αυτοκοροϊδεύονται από τις δημοσκοπήσεις. Γιατί ναι μεν γίνεται ένα προγραμματικό συνέδριο για μια εναλλακτική πρόταση στην κρίση, αλλά ο κύριος τόνος δίνεται από υπολογισμούς για τις επόμενες ευρωεκλογές και τους εσωκομματικούς ανταγωνισμούς. Γιατί ναι μεν γίνεται ένα 18ο συνέδριο που θα έπρεπε να συζητάει ή να παίρνει αποφάσεις γι’ αυτό το ζήτημα, αλλά γίνεται μια βουτιά 60 χρόνια πριν, στο τι έγινε τη δεκαετία του ’50, και το χειρότερο, εντείνεται η περιχαράκωση και η επίθεση στο κίνημα, στην υπόλοιπη Αριστερά και σε όποιον μέσα στο κόμμα εκφράσει μια διαφορετική άποψη. Το "σάλπισμα αντεπίθεσης" μοιάζει τελείως αναξιόπιστο… Τέλος, ακόμα και σε εγχειρήματα της άλλης αριστεράς, η προωθητική δύναμή τους αφορά περισσότερο μια εκλογική κατεβασιά στις ευρωεκλογές και όχι τη στοιχειώδη ανταπόκριση στις μεγάλες προκλήσεις, παρά τα παχιά λόγια.
Λείπει επομένως η φρεσκάδα, η τόλμη, οι προτάσεις που ταρακουνούν τα λιμνάζοντα ύδατα, ο μετασχηματισμός της ίδιας της Αριστεράς. Είναι τόσο απαισιόδοξη η κατάσταση; Όχι βέβαια, και ο λόγος βρίσκεται στο παλιό "απαισιοδοξία της σκέψης – αισιοδοξία της πράξης" και στην εμπλοκή όλο και περισσότερου κόσμου της αριστεράς στους όρους του προβλήματος και κυρίως στο ότι η εμπλοκή περισσότερου κόσμου –με γνώση και επίγνωση όλων των ζητημάτων– είναι απαραίτητος όρος για την "επίλυση" της αντίφασης. Μέσα σε αυτούς τους όρους, ρόλο παίζει και η ύπαρξη μιας κομμουνιστικής Αριστεράς που να διαθέτει συντονισμό, εκτιμήσεις, πρωτοβουλίες, πολιτική γραμμή, τακτική και στρατηγική, που να μην φοβάται να δοκιμάζει καινούργια πράγματα και σχήματα, που να έχει τη δύναμη μετασχηματισμού. Η ΚΟΕ προσπαθεί να ανταποκριθεί σε τέτοια ζητήματα, αισθάνεται μέρος του γενικού προβλήματος, αλλά και θέλει να είναι ενεργητικός παράγοντας (όχι μόνη της) στην επίλυσή του. Από την άποψη αυτή η ενδυνάμωσή της, η αύξηση της εμβέλειάς της, η διεύρυνσή της, η συνάντησή της με νέο και παλιό δυναμικό, αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Με τη λογική αυτή απευθύνει ένα τολμηρό προσκλητήριο ενότητας και κοινού αγώνα σε όλα τα μέτωπα και θέτει με μεγαλύτερη έμφαση το ζήτημα της δημιουργίας και λειτουργίας ενός σύγχρονου αριστερού κομμουνιστικού πολιτικού οργανισμού που θα δίνει ζωή και υπόσταση σε νέα ενωτικά εγχειρήματα (όπως ο ΣΥΡΙΖΑ) και θα αλλάζει τα πράγματα καθημερινά, συνολικά και παντού!