1. Η αναζήτηση συναίνεσης και ανοχής
Στις 18/10 και πριν από 28 χρόνια ο Αντρέας Παπανδρέου Β’ έριχνε τη δεξιά των Κ. Καραμανλή και Γ. Ράλλη, γεμίζοντας αισιοδοξία αλλά και σιγουριά εκατομμύρια Έλληνες – πολλοί μάλιστα εξ αυτών και από την πτέρυγα της τότε Αριστεράς, δογματικής και ευρωκομμουνιστικής. Η λαϊκή συναίνεση και στήριξη της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στην ουσία κατέγραφε σκληρά πλειοψηφικά ποσοστά, δημιουργώντας μια ηγεμονία που φαινόταν ακατόρθωτο να αντιμετωπιστεί τόσο από την καταρρέουσα δεξιά όσο και από τη φίλα προσκείμενη Αριστερά (ενότητα και πάλη, αλλαγή δεν γίνεται χωρίς το ΚΚΕ κι άλλα τέτοια συνθήματα της εποχής, που αποδείκνυαν το “συγκυβερνητικό” προσανατολισμό).
Σήμερα, λίγες μέρες μετά τις εκλογές και κοντά στην επέτειο των 28 χρόνων, ο Γ. Παπανδρέου ο Γ’ δεν έχει αυτή την “τύχη” του πατέρα του (δεν έχει και πολλά άλλα χαρίσματα του πατέρα του, αλλά αυτό είναι δευτερεύον). Και αυτό γιατί δεν απέδειξε ότι κατανόησε πραγματικά πως αυτό που απέτυχε σε Ελλάδα και Ευρώπη, αλλά και σε όλο τον κόσμο, είναι η νεοφιλελεύθερη πολιτική. Η συμπεριφορά του, τόσο όταν ήταν αντιπολίτευση –που την έκανε με όρους συμπολίτευσης– όσο και στις προγραμματικές και προεκλογικές του εξαγγελίες δεν αποδεικνύει –τουναντίον, μάλιστα– ότι στοχεύει τη νεοφιλελεύθερη πολιτική σαν τον αποκλειστικά κεντρικό υπεύθυνο της κρίσης. Ο Γ. Παπανδρέου και σαν πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, με τις πολλαπλές προσλαμβάνουσες, απλά επιλέγει μία “σοσιαλφιλελεύθερη” πολιτική, καθ’ όλα νεοφιλελεύθερη. Μία πολιτική όμοια με τα λεγόμενα σοσιαλιστικά ή σοσιαλδημοκρατικά κόμματα εξουσίας στην Ευρώπη, τα οποία έχουν καταποντιστεί εκλογικά και κοινωνικοπολιτικά. Γι’ αυτό και επί της ουσίας έχουμε μια εναλλαγή στη βάση της ίδιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής.
Αναζητώντας συναίνεση και ανοχή, ο Γ.Π. θα βρεθεί αντιμέτωπος με το 90% του ελληνικού λαού και, βεβαίως, με τους ίδιους τους ψηφοφόρους και τα μέλη του ΠΑΣΟΚ. Γιατί τα προβλήματα είναι καυτά και επείγοντα και αφορούν κοινωνικά στρώματα (μικροαστικά στρώματα, εργαζόμενους του χεριού, του μυαλού και της υπαίθρου, νεολαία). Η τεχνοκρατική προσαρμογή έως και αντιγραφή λειτουργιών ευρωπαϊκών κρατών, οι πολιτικές περιτυλίγματος έχουν σύντομη ημερομηνία λήξης και κοντά ποδάρια, δημιουργώντας όχι το τέλος των προσδοκιών αλλά την αρχή μαζικών απρόβλεπτων κοινωνικών αναταραχών.
Το κεντρικό ερώτημα παραμένει και είναι: Θα ανατραπούν τα βασικά δόγματα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής ή θα μεταρρυθμιστούν δευτερεύουσες συνέπειές της; Το ελάσσον ερώτημα και στη χώρα μας είναι: Θα υπάρξει αναδιανομή του πλούτου ή όχι, γιατί ποτέ άλλοτε στην ιστορία “οι πλούσιοι δεν ήταν τόσο πλούσιοι και παράλληλα η φτώχεια δεν αναπτύχθηκε τόσο πολύ”.
2. Η χρεοκοπία, οι αντιφάσεις, η θηλιά της ΟΝΕ και του Συμφώνου Σταθερότητας
Οι προγραμματικές δηλώσεις, πέρα από τα γενικά και απαραίτητα πλέον “θα”, διακήρυξαν πρόθεση, απέκρυψαν όμως την πραγματικότητα. Πόσο εφικτό και ρεαλιστικό είναι να φύγουμε από την κρίση χωρίς να πληρώσει κανένας; Πολύ απλά δεν γίνεται, κύριε πρωθυπουργέ! Το γνωρίζεις εσύ ή το επιτελείο σου και προσπαθείτε να διαχειριστείτε το χρόνο και τον κόσμο και να επιβραδύνετε τις κοινωνικές ανησυχίες και εκρήξεις. Ο κόσμος ψήφισε προσδοκώντας αλλά και στη βάση του φόβου για το χειρότερο, όμως το έλλειμμα εμπιστοσύνης υπάρχει και το ζευγάρωμά του με τη συρρίκνωση της ευημερίας του και της ευημερίας των παιδιών του είναι το νέο εκρηκτικό κοκτέιλ που θα τοποθετήσει τη βόμβα μολότοφ στην προθήκη των καταστημάτων παιδικών παιχνιδιών.
Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τριπλό έμφραγμα της οικονομίας. Οι τρεις βαλβίδες της –οικοδομή, τουρισμός, ναυτιλία-μεταφορές– βρίσκονται σε μια συνεχή πτώση, καθίζηση και συμπαρασύρουν εκατομμύρια εργαζόμενους και μικροεπιχειρηματίες αλλά και μικρότερους εξαρτημένους κλάδους των τριών βασικών τομέων. Αυτή εννοείται πως είναι η πραγματική οικονομία της χώρας. Αν πάμε στο χρηματοπιστωτικό τομέα, στον κλάδο ασφάλειας, τα λουκέτα άρχισαν ήδη με απρόβλεπτες συνέπειες.
Στο συνολικό σώμα της οικονομίας οι σκληροί αριθμοί υποδηλώνουν σκληρές πολιτικές, επιτηρήσεις, συστάσεις έως και αφανισμούς, κατά την προεκλογική δήλωση της Άννας Διαμαντοπούλου για το χρέος.
Το χρέος της γενικής κυβέρνησης έχει φτάσει στα 108% του ΑΕΠ (265 δισ. ευρώ), έχει αυξηθεί μέσα σε ένα χρόνο 16% (40 δισ. ευρώ). Με έλλειμμα 10% ή 12%, κατά Προβόπουλο, με την αύξηση των ανέργων μέσα σε ένα χρόνο κατά 120.000 μέχρι το τέλος του 2009 και με συρρίκνωση του ΑΕΠ, που θα φτάσει το 3% στο β’ εξάμηνο, έχουμε ένα πλαίσιο που ξεπερνά όλα τα κριτήρια και τους όρους του Συμφώνου Σταθερότητας και της ΟΝΕ και ταυτόχρονα δεν αφήνει περιθώρια για ελιγμούς.
Απλά: 1) Είναι αδύνατο να πετύχουμε συρρίκνωση του χρέους και του ελλείμματος αυξάνοντας το ρυθμό ανάπτυξης (απαιτείται τουλάχιστον 4%, όσο είναι και το επιτόκιο της χρέωσης, όμως ο ρυθμός ανάπτυξης είναι αρνητικός έως μηδενικός και θα παραμείνει για αρκετά χρόνια λόγω της κρίσης). 2) Είναι αδύνατο να κάνουμε υποτίμηση του νομίσματος, γιατί η νομισματική πολιτική έχει περάσει στα χέρια της ΕΕ και, άρα, μας απομένει η δημοσιονομική πολιτική και η προσφυγή στη χρέωση (αύξηση χρέους). 3) Δημοσιονομική πολιτική σημαίνει σήμερα μείωση των δαπανών και αύξηση των εσόδων (νέα φορολογικά μέτρα). Για ποιους άραγε; Η μείωση των δαπανών ποιους αφορά άραγε; Ο Γ. Παπανδρέου είναι υποχρεωμένος να κινηθεί ακριβώς πάνω σε αυτόν το δρόμο. Στο δρόμο της δημοσιονομικής “εξυγίανσης”, που σημαίνει μείωση των δαπανών (π.χ. υγεία, πρόνοια) και αύξηση των εσόδων (φόροι για τους μη πλούσιους). Και στους μη πλούσιους περιλαμβάνονται τα κατώτερα μεσαία στρώματα, τα μικροαστικά (το κοινωνικό λίπος του κοινωνικού σχηματισμού), που θα συμπιεστούν και θα συρρικνωθούν προσεγγίζοντας τους εργαζόμενους και την εργατική τάξη.
Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν αμφισβητεί και ούτε διαπραγματεύεται δύο βασικά σημεία: Πρώτον, τη θηλιά του Συμφώνου Σταθερότητας και της ΟΝΕ, που απαιτεί έλλειμμα έως 3%, δεύτερον, την ταξική επιλογή και πολιτική του, την υποστήριξη, δηλαδή, των συμφερόντων των τραπεζιτών, εφοπλιστών, μεγαλοεργολάβων – του 10%, δηλαδή, των πλουσίων.
Η ΕΕ του Αλμούνια και των υπολοίπων περιμένει ένα πρόγραμμα, που κομψά λέγεται “σταθερότητας και ανάπτυξης” (μετάφραζε λιτότητας και αποκλεισμού) από το οικονομικό επιτελείο του ΠΑΣΟΚ, για να μην επιτηρηθεί η Ελλάδα (η οποία επιτηρείται ήδη πριν από την κρίση). Ένα πρόγραμμα σύμφωνα με τις συστάσεις-προσταγές τους, που αφορά: α) περικοπή δαπανών σε μισθούς, συντάξεις και κλάδο υγείας, β) ανασφάλιστη εργασία για νέους εργαζόμενους, γ) αύξηση των έμμεσων φόρων (καύσιμα, ποτά, καπνός) αλλά και νέους εισπρακτικούς μηχανισμούς που κυρίως αφορούν τους συνήθεις φορολογούμενους (π.χ. ημιυπαίθριοι), δ) ανάπτυξη της ευέλικτης εργασίας, των ευέλικτων ωραρίων (δουλειά και την Κυριακή, όπως στη Γαλλία του Σαρκοζί), αύξηση της ανεργίας. Η πολιτική επιλογή του ΠΑΣΟΚ είναι μία: Την κρίση και το έλλειμμα να το πληρώσει το 90%. Και στο σημείο αυτό ανοίγονται μέτωπα πάλης μιας αντίπαλης αριστερής πολιτικής.
Η πολιτική του ΠΑΣΟΚ, όμως, ναρκοθετείται από τις ίδιες τις αντιφάσεις της οικονομίας, από τα “διαρθρωτικά” αδιέξοδά της. Θα μειώσουμε το έλλειμμα και θα αυξήσουμε το χρέος, θα πληρώσει το 90% και ας αφυδατωθεί εντελώς. Θα γυρνάμε, δηλαδή, συνεχώς μέσα στη δίνη της κρίσης, αλλά θα αντιμετωπίζουμε συνεχώς διαφορετικές της μορφές. Αν είχε το ΠΑΣΟΚ διαφορετική επιλογή, θα πήγαινε με διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης του Αλμούνια. (Αυτό που στην ουσία ζητάει είναι δάνειο με ευνοϊκό επιτόκιο, για να μειώσει το έλλειμμα).
Το “μαύρο πρόβατο” της ΕΕ απειλείται με χρεοκοπία. Διότι η κάλυψη του ελλείμματος απαιτεί αύξηση του χρέους. Με τέτοια προβληματική και χρεοκοπημένη οικονομία που έχουμε, τα όποια δάνεια θα δοθούν με δυσμενέστερους όρους (αυξημένο επιτόκιο πάνω από το 4%), που θα σημαίνει ξανά ελλείμματα, ξανά χρέος κ.ο.κ. Ο φαύλος κύκλος του χρέους. Σε αυτή την περίπτωση, τι γίνεται; Ή θα βρεθεί εκτός ευρωζώνης η Ελλάδα (κάτι που δημιουργεί πρόβλημα στο σύνολο της ευρωζώνης) ή θα υιοθετηθεί από την ΕΕ (δανεισμός άρα και πολιτικοί όροι, που τουλάχιστον θα σημαίνουν χέρι στον εθνικό προϋπολογισμό). Αναγκαστική διαχείριση, με άλλα λόγια, ή Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος. Θα αντιμετωπιστεί, δηλαδή, τότε η χρεοκοπία με πολιτικό τρόπο. Μήπως θυμίζει τίποτα η ξύλινη λέξη “εξάρτηση”;
3. Από τη χρηματοπιστωτική κρίση στην κρίση του χρέους;
Η γενική κρίση είναι το βασικό οικονομικό γεγονός, μια πραγματικότητα η οποία δεν αποβλήθηκε από το σημερινό σώμα του συστήματος. Η εμφάνιση της “αρρώστιας” στο χρηματοπιστωτικό σύστημα ούτε προβλέφθηκε ούτε –πολύ περισσότερο– αντιμετωπίστηκε σε βάθος και με τομές τέτοιες που να γιατρέψει το συνολικό σώμα. Κάτι τέτοιο εξάλλου δεν μπορούσε να γίνει, γιατί μιλάμε για τον καπιταλισμό που απελευθερώθηκε από το φόβο του κομμουνισμού και του εργατικού κινήματος και λειτουργεί με την “ηθική” του (απόκτηση κέρδους με κάθε τρόπο και στα πάντα). Δόθηκαν χρήματα, οι κυβερνήσεις ξαφνικά έγιναν γαλαντόμοι απέναντι στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, δημιουργώντας μια παγκόσμια προστασία για να μη σπάσει το σύστημά τους. Προστατεύθηκαν από το επαπειλούμενο έλλειμμα εμπιστοσύνης στη χρηματοπιστωτική αγορά, δημιουργώντας όμως τεράστια χρέη στις χώρες τους. Μετακύλησαν το πρόβλημα συσσωρεύοντας χρέη και προσδοκούν ότι η ωρολογιακή βόμβα χρεοκοπίας χωρών δεν θα σκάσει.
Ομολογείται όμως πως δεν έχει αποφευχθεί ένας πραγματικός κίνδυνος για μια νέα πιστωτική κατάρρευση στον επόμενο χρόνο, την ίδια στιγμή που είναι ολοφάνερη η ύφεση. Ταυτόχρονα, η ανισομετρία –τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο– μεταξύ αναπτυσσόμενων χωρών και αναπτυγμένων (βλέπε ιμπεριαλιστικών) αλλά και μεταξύ ιμπεριαλιστικών χωρών έχει άμεση σχέση με το πότε και πώς θα εξέλθουν από την κρίση οι χώρες αυτές και πώς θα είναι ο συσχετισμός δύναμης μεταξύ τους. Για παράδειγμα, αν η Γερμανία στην ΕΕ βγει πρώτη από την κρίση λόγω του ότι έχει και ανταγωνιστική οικονομία (βαριά εξαγωγική βιομηχανία), θα ακολουθήσει άλλη πολιτική επιτοκίων που θα επηρεάσει το χρέος των άλλων χωρών, οπότε και θα ανοίξει η ψαλίδα και θα αυξηθούν ακόμα περισσότερο οι διαφορές και οι αντιθέσεις μεταξύ των χωρών (δυνατών-αδύνατων) εντός της ΕΕ. Αυτό θα ’χει οικονομικές και πολιτικές συνέπειες.
Είναι σωστό να αναρωτιέται κανείς: Αυτή η βόμβα του χρέους πότε θα σκάσει, πού και ποιες χώρες θα συμπαρασύρει; Η θεωρία του αδύνατου κρίκου ξαναζωντανεύει άραγε με όρους ευμενέστερους ή δυσμενέστερους για τους λαούς (ο πόλεμος αποτελεί λύση ριζική, ο φασισμός λύση βραχυπρόθεσμη, υπάρχει όμως και ο ρεαλισμός της ουτοπίας).
Η μπελ επόκ του καπιταλισμού από το 1989 έως το 2008, που συνοδεύτηκε με το χιλιοειπωμένο “τέλος της ιστορίας” (από τις αρχές του 20ού αναγγέλλεται, διακηρύχνεται, αλλά έλα ντε που η ιστορία είναι σκαμπρόζα και τους εκθέτει ως ανόητους και βαποράκια του συστήματος). Το πραγματικό ερώτημα είναι πόσο η ανάκαμψη, που θρυλείται από ορισμένους οικονομολόγους και υποτιθέμενα κράτη που την περπατούν (Γαλλία, Γερμανία), είναι σταθερή-μόνιμη-ασφαλής. Πόσο σχέση έχει, δηλαδή, με την πραγματική οικονομία ή πόσο θα συρρικνώσει τον “αέρα” του τζόγου, τη διαφορά του, που ’ναι πολλαπλάσια της πραγματικής οικονομίας.
Δεν κάνουμε –και δεν υπάρχουν, άλλωστε– ούτε τους προφήτες ούτε τις Κασσάνδρες. Αλλά αυτό που ζούμε σε αυτή την ιστορική περίοδο είναι ότι η συρρίκνωση αντικατέστησε την εγγύηση της ευημερίας, που τόσο πολύ διακήρυξε η αγορά, η φασιστικοποίηση κερδίζει χώρο απέναντι στη δημοκρατία –που αναγγέλθηκε το ’91–, γιατί έτσι θωρακίζεται καλύτερα η αγορά, και η ειρήνη πυροβολείται παντοιοτρόπως από τον πόλεμο και τις νέες προετοιμασίες του, γιατί έτσι απαιτεί η παγκοσμιοποίηση. Ο νεοφιλελευθερισμός λαμβάνει ανθρωπολογικές διαστάσεις με θύματα τη νεολαία και τους εργαζόμενους. Ο νεοφιλελευθερισμός, που συνοδεύεται από τον άγριο πλουτισμό, δεν σταματά μπροστά στην ίδια τη ζωή, που προσφέρει η φύση. Πολεμά τη ζωή σκοτώνοντας τη φύση.
Βρισκόμαστε σε μια καμπή της ιστορικής εξέλιξης, όπου ένα παγκόσμιο κύμα αναταράξεων και ανακατατάξεων αλλά και αλλαγών στις διεθνείς σχέσεις θα σαρώσει το μεταμοντέρνο σκηνικό, που στήθηκε στα ερείπια του τείχους του Βερολίνου ή, καλύτερα, στα ερείπια και στο τέλος των ονείρων της πρώτης νικηφόρας επανάστασης, που απέδειξε ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ανίκητος αλλά ανατρέψιμος. Είμαστε σε μια περίοδο που ξανά το σύνθημα “Είναι δίκαιο να εξεγείρεσαι” είτε θα πάρει κατεύθυνση ανατροπής είτε θα φρενάρει παγκόσμια ή τοπικά αντιδραστικά σενάρια και σκηνικά. Αλλιώς θα οδηγηθούμε σε κοινωνικά ή πολεμικά ολοκαυτώματα, που η λέξη “βαρβαρότητα” θα ’ναι πολύ ήπια και ευγενική για να περιγράψει αυτά που έρχονται.
Νίκος Γαλάνης