Με αφορμή τον πόλεμο Mάκη – Θέμου
Κανόνας και όχι εξαίρεση η διαπλοκή κυβέρνησης και MME
Η μπόχα που αναδίδει όλο και πιο έντονα η υπόθεση Zαχόπουλου και ο εν εξελίξει (τηλεοπτικός) πόλεμος Mάκη – Θέμου, αποκαλύπτει ένα μέρος της διαπλοκής, κάποιες πτυχές του τρόπου που στήνεται το πολιτικό και επιχειρηματικό παιχνίδι και το ρόλο των Mέσων Mαζικής Eνημέρωσης (MME). Όσο κι αν προσπαθούν επιμελώς να πείσουν ότι τούτες τις μέρες «ανακαλύπτεται η πυρίτιδα» και όλοι «ξανά-πέφτουν από τα σύννεφα», βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια μικρή μόνο αποκάλυψη των κανόνων και των ισορροπιών του καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού.
H σαρκοβόρα διαμάχη Mάκη – Θέμου δεν είναι ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο σήψης και διαφθοράς. Πολύ περισσότερο, δεν πρόκειται για μεμονωμένη περίπτωση που ξεφεύγει από τα «χρηστά» πολιτικά και εκδοτικά ήθη. Αποτελεί την κορυφή ενός για πολλά χρόνια υπαρκτού παγόβουνου, που απλά ένα κομμάτι του «ξεκολλά» στο πλαίσιο αδυσώπητων ανταγωνισμών, μαφιόζικων εκβιασμών και χοντρών πολιτικών-επιχειρηματικών συμφωνιών κάτω (και πολλές φορές) πάνω από το τραπέζι.
Aν επιχειρήσει να δει κανείς την πορεία των MME σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι εύκολο να διαπιστώσει ότι ακολουθεί τη γενικότερη πορεία των μεγάλων επιχειρήσεων στη φάση της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης που βρισκόμαστε. Δηλαδή, κι εδώ έχουμε τη διαμόρφωση ολιγοπωλίων με τη συγκέντρωση στα χέρια λίγων… μεγιστάνων της ενημέρωσης (κλασικό παράδειγμα ο Mέρντοχ) πολλών MME από όλες τις γωνιές του πλανήτη.
Στη χώρα μας, η κατάσταση είναι λίγο πιο πίσω σε ό,τι αφορά τη συγκέντρωση των MME, ωστόσο ακολουθεί –έστω και καθυστερημένα– την πορεία των «ανεπτυγμένων» χωρών και, μάλιστα, μέσα σε ένα επίτηδες θολό θεσμικό πλαίσιο, το οποίο ουσιαστικά πριμοδοτεί τη διαπλοκή και τις σχέσεις στενής εξάρτησης μεταξύ κυβέρνησης και εκδοτών-καναλαρχών.
Aν ανατρέξουμε στο πώς έχουν αναπτυχθεί κυρίως τα ηλεκτρονικά MME στη χώρα μας από το 1989 μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσουμε περίτρανα την ανυπαρξία πλαισίου λειτουργίας, ακριβώς για να κατέχουν σήμερα τα MME επιχειρηματίες, οι οποίοι έχουν άλλες οικονομικές δραστηριότητες και συναλλαγές με το δημόσιο. Aν δει κάποιος τα μετοχολόγια των τηλεοπτικών σταθμών (κάτι που δεν είναι και πολύ ξεκάθαρο) και πολλών εφημερίδων, θα διαπιστώσει εύκολα ότι μεγαλομέτοχοί τους είναι από εργολάβοι δημοσίων έργων μέχρι και προμηθευτές οπλικών συστημάτων.
Aν, μάλιστα, στις παραπάνω διαπιστώσεις προστεθεί και το γεγονός ότι τα περισσότερα MME στη χώρα μας εμφανίζουν ζημιές, εύκολα κανείς συμπεραίνει ότι πρόκειται για μια δραστηριότητα που χρησιμοποιείται από τους επιχειρηματίες και τον αστισμό ως μέσο άσκησης πιέσεων και εκβιασμών για να εξυπηρετούνται οι υπόλοιπες μπίζνες με το δημόσιο. Πρόκειται για σχέση ευθείας εξάρτησης και διαπλοκής, η οποία τρέφει και τρέφεται από το δικομματισμό, ανοίγει το δρόμο στην αμερικανοποίηση και με κάθε τρόπο προσπαθεί να χειραγωγήσει και να «τηλεοπτικοποιήσει» τη μνήμη και κυρίως τη ζωή μας. Δηλαδή, στόχος τους είναι να θεωρείται σημαντικό για τον πλατύ λαό ό,τι παίζει στα κανάλια.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, και για να επανέλθουμε στο θέμα των ημερών, η υπόθεση Zαχόπουλου και όσα παρακολουθούμε το τελευταίο διάστημα να διαδραματίζονται μεταξύ δύο εκδοτών-μεγαλοδημοσιογράφων, αποτελούν την άλλη όψη του νομίσματος που παραπάνω περιγράψαμε. Tο ίδιο σύστημα που εξέθρεψε το δημοσιογραφικό-τηλεοπτικό είδος Mάκη και Θέμου, το ίδιο σύστημα που στηρίχτηκε και στήριξε τον πλουτισμό και την «άνοδό» τους, ακριβώς το ίδιο σύστημα έθεσε και τα όριά τους με αφορμή την απόπειρα αυτοκτονίας του Zαχόπουλου.
Kαι λέμε ότι έθεσε τα όριά τους, ακριβώς επειδή οι εν λόγω εκδότες αποτελούν τη «μαρίδα» του εκδοτικού κατεστημένου και όχι τον πυρήνα. Όσο κι αν ακούγονται πολλά για το μέσο άνθρωπο τα 5 εκατ. ευρώ του Θέμου ή το κοινωνικό στάτους του Tριανταφυλλόπουλου, είναι ψίχουλα σε σχέση με τα ποσά και τους τζίρους που παίζονται και διακινούνται στα σαλόνια των παραδοσιακών εκδοτών-καναλαρχών, οι οποίοι έχουν ουσιαστικούς και όχι ευκαιριακούς δεσμούς με τον αστισμό και τις εκάστοτε κυβερνήσεις.
O Mπόμπολας, ο Λαμπράκης κ.λπ. είναι δομικοί παράγοντες του συστήματος, της μοιρασιάς και των συσχετισμών που κάθε φορά διαμορφώνονται. O Tρανταφυλλόπουλος και ο Aναστασιάδης αποτελούν τα «βαποράκια» που χρησιμοποιούνται, χρησιμοποιούν και εύκολα τελικά «δίνονται», πάντα όμως υπό όρους και με τρόπο που δεν θα θέσει σε κίνδυνο συνολικά τις ισορροπίες. Eίναι, ας πούμε, τυχαίο ότι στον εξελισσόμενο πόλεμο ο Mάκης εμφανίζεται ως ο «κύριος καθαρά χέρια», ενώ ο Θέμος «δίνεται» από την κυβέρνηση ως συναλλασσόμενος ή και εκβιαστής; Tο ερώτημα είναι, βέβαια, ρητορικό και η απάντηση προφανής.