Η «Αριστερά!» ενόψει της 2ης Πανελλαδικής Σύσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ, απευθύνθηκε στις συνιστώσες και σε πολλούς ανένταχτους του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντας σε όλους τέσσερα ερωτήματα. Σε αυτές τις σελίδες δημοσιεύονται οι απαντήσεις όσων ανταποκρίθηκαν. Να σημειωθεί ότι οι ερωτήσεις τέθηκαν σε όλες τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και στον βουλευτή Φώτη Κουβέλη. Οι ερωτήσεις είναι οι εξής:
-
Ποια θεωρείτε ότι ήταν τα θετικά και ποια τα αρνητικά στοιχεία-βήματα του ΣΥΡΙΖΑ στον έναν χρόνο από την πρώτη Πανελλαδική Σύσκεψη;
-
Τι πρέπει να αλλάξει στο ΣΥΡΙΖΑ από δω και πέρα, προς ποια κατεύθυνση και με ποια εργαλεία;
-
Μπροστά στις ευρωεκλογές ποιοι πρέπει να είναι οι στόχοι, τα προτάγματα και εν τέλει το διακύβευμα για τον ΣΥΡΙΖΑ;
-
Στο περιβάλλον που διαμορφώνει η κρίση πώς οριζόμαστε ως ΣΥΡΙΖΑ και σε τι καλούμε τον κόσμο να δράσει και να κινητοποιηθεί;
1. Δυστυχώς μετά την 1η Συνδιάσκεψη ο ΣΥΡΙΖΑ δεν περπάτησε σύμφωνα με τις αποφάσεις της και δεν συγκροτήθηκε ουσιαστικά σε κανένα κοινωνικό χώρο. Σε τελική ανάλυση, παρέμεινε μια κεντρική εκλογική συνεργασία δυνάμεων της Αριστεράς και δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί αυτό που ορισμένοι σύντροφοι βάφτισαν «πρώτο κύμα». Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας μάς κοίταξε –και μας κοιτάει– στα μάτια, ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων, που είχαν παλιά στρατευτεί στην Αριστερά, μας κτύπησε κυριολεκτικά την πόρτα και εμείς, αντί να τους υποδεχτούμε, βυθιστήκαμε στην εσωστρέφεια και εμφανιστήκαμε ως ένα κόμμα με δύο πολιτικές.
Φυσικά, δεχτήκαμε μια ανελέητη επίθεση από το σύστημα, γιατί για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση εμφανίστηκε μια μαζική και κοινοβουλευτική Αριστερά που αποτελεί μια εν δυνάμει ανατρεπτική δύναμη. Ο τρόπος που δράσαμε στην εξέγερση του Δεκέμβρη είναι πρωτοφανής για αριστερή κοινοβουλευτική δύναμη στη δυτική Ευρώπη μετά τον πόλεμο.
Αυτή η στάση, που ήταν συνέχεια του κινήματος για το άρθρο 16, που οδήγησε τον αστικό δικομματισμό σε πλήρη ήττα, μια που ακύρωσε όλη την προσπάθεια της αντιδραστικής συνταγματικής αναθεώρησης, αυτή η αύρα που εκπέμπει ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεν ικανοποιείται με μια θέση της Αριστεράς στην άκρη και εντός του πολιτικού μας συστήματος, αλλά δηλώνει ότι θέλει να το ανατρέψει, είναι η αιτία που έχουμε το σύνολο του αστισμού απέναντί μας. Αυτό είναι, κατά την άποψή μου, το θετικό βήμα του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί η Αριστερά δεν μπορεί παρά τους απέναντι να τους έχει απέναντι. Όμως μαζί μ’ αυτούς συντάσσεται και η περίφημη ανανεωτική πτέρυγα, οδηγώντας το ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίζεται με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω από το πολιτικό σύστημα.
Ο συνδικαλιστικός διχασμός σε όλους τους εργασιακούς χώρους –αλλού παίζει ιδιαίτερο ρόλο η ανανεωτική πτέρυγα (ΠΟΣΔΕΠ), αλλού όχι– ακυρώνει σε ένα σύνολο αγωνιστών, που μας παρακολουθούν, τον αρχικό προωθητικό πυρήνα του εγχειρήματος, που ήταν η ενωτική παρέμβαση της Αριστεράς. Όταν στην πλειοψηφία των εργατικών χώρων οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται σε διαφορετικά ψηφοδέλτια, τότε είναι πολύ δύσκολο να πείσεις για τις προθέσεις σου. Όταν, ιδίως συνδικαλιστικά σου κομμάτια, έχουν και πολιτική μακράν από τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ σε μια σειρά χώρους, τότε τα πράγματα είναι απείρως χειρότερα.
2. Για να τραβήξει ο ΣΥΡΙΖΑ μπροστά, πρέπει να ξεκαθαριστούν τα εξής: α) Όλοι θα τηρούν τις συλλογικές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Κανένα παραμύθι περί αυτονομίας μαζικών χώρων δεν μπορεί να είναι άλλοθι για δεξιά και αντιΣΥΡΙΖΑ πολιτική. Συγχρόνως, πρέπει να πειθαρχήσει η ανανεωτική ομάδα σε μια πολιτική με την οποία είναι σε πλήρη αντίθεση ή να αποχωρήσει, αφού σε ένα σύγχρονο πολιτικό φορέα μιας πραγματικής Αριστεράς είναι ξένο σώμα. β) Άμεσα συγκροτούνται κλαδικές ΣΥΡΙΖΑ και ενοποιούνται οι συνδικαλιστικές παρατάξεις σύμφωνα με τη γενική πολιτική κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ. γ) Ιδρύεται νέος πολιτικός σχηματισμός της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες συνθήκες. Εδώ είναι το πιο δύσκολο σημείο μια που πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το σύνολο των πολιτικών οργανώσεων, ιδεολογικών ρευμάτων της Αριστεράς, των συνιστωσών της, δημιουργήθηκαν σε μια «στροφή» της ιστορίας, αρκετά μακρινή από το σήμερα, και ως αυτοτελή ρεύματα έχουν κλείσει τον κύκλο τους. Το παράδειγμα του πορτογαλέζικου μπλοκ είναι αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει.
3. Στις ευρωεκλογές θα έπρεπε να αναδειχτεί ο ολοκληρωτικός χαρακτήρας της ΕΕ (μια που, ακόμη κι αν όλες οι αποφάσεις περάσουν στο ευρωκοινοβούλιο, θα είναι μια πολύ απόμακρη «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» για τους πολίτες της). Όταν είναι πολύ δύσκολο ο «κυρίαρχος λαός» να επηρεάσει το κοινοβούλιο των Αθηνών, τότε θα είναι απίθανο να αλλάξει η απόφαση των Βρυξελλών. Θα έπρεπε να αναδειχτεί επίσης η ίδια η βάση της ΕΕ, που στηρίζεται στη νεοφιλελεύθερη ανοησία του ελεύθερου εμπορίου και του συγκριτικού πλεονεκτήματος του RICARDO, που ισχυρίζεται ότι με το ελεύθερο εμπόριο κερδίζουν όλοι. Αυτή η φιλοσοφία απειλεί να τινάξει στον αέρα τις κατακτήσεις 150 χρόνων του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος και έχει αποδομήσει την παραγωγική βάση των οικονομιών των εθνών του Νότου, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την οικονομία της πατρίδας μας. Αφού τα παραπάνω σκοντάφτουν στις ψευδαισθήσεις του μεγαλύτερου μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να αναδειχτούν οι επιμέρους πολιτικές της ΕΕ και οι ευθύνες των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που συναίνεσαν σε αυτές. Επίσης, σε συνδυασμό με το προηγούμενο, πρέπει να αναδείξουμε πολιτικές ξεπεράσματος της κρίσης, εμφανίζοντας την αριστερή εναλλακτική λύση ως άμεσα πραγματοποιήσιμη στο προσκήνιο. Τέλος, εφόσον η ομορφιά του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ενότητα της Αριστεράς, παρά τις ιδεολογικές διαφορές της, τότε δεν πρέπει να κρύψουμε τις διαφορετικές μας προσεγγίσεις για την ΕΕ, που, μάλιστα, δεν μας απαγορεύουν να αγωνιζόμαστε όλοι μαζί. Με αυτή την έννοια, οι ενστάσεις της ανανεωτικής πτέρυγας για το ευρωψηφοδέλτιο δεν έχουν άλλο σκοπό παρά να κοντύνουν εκλογικά το ΣΥΡΙΖΑ.
4. Στο περιβάλλον που διαμορφώνει η κρίση, αυτοχαρακτηριζόμαστε ως προσπάθεια εναλλακτικής σοσιαλιστικής λύσης, μια σοσιαλιστική λύση που είναι η μόνη πιθανότητα για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο και οι εργαζόμενοι και η νεολαία από την απελπισία. Καλούμε την ελληνική κοινωνία, μέσα από τη συμμετοχή της στα κινήματα, να διαμορφώσει ένα εναλλακτικό κοινωνικό μοντέλο, που πιθανόν να αποτελέσει και παράδειγμα για όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Κώστας Παπουλής,
πρόεδρος Δ΄ ΕΛΜΕ Αν. Αττικής