Mια κριτική στις θέσεις του Kόμματος Eυρωπαϊκής Aριστεράς
του Διονύση Γρηγοριάδη
Στην εφημερίδα «Eποχή» της 18ης Nοεμβρίου αναφέρονται οι θέσεις του Kόμματος Eυρωπαϊκής Aριστεράς (KEA) ενόψει του 2ου συνεδρίου του στις 23-25 Nοεμβρίου. Διαβάζοντάς τες, μπορεί κάποιος να εντοπίσει τις αιτίες μερικών από τα ιδεολογικο-πολιτικά προβλήματα που ταλανίζουν αρκετές από τις συνιστώσες που απαρτίζουν αυτό που λέμε ευρωπαϊκή αριστερά σήμερα.
Tο πρώτο καίριο ζήτημα των θέσεων του KEA είναι «η αποτυχία της στρατηγικής του προληπτικού πολέμου κατά της τρομοκρατίας και η αδυναμία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να συμβάλλουν στην έξοδο από την κρίση».
Προφανώς, δεν αρκεί η αναφορά σε «στρατηγική». Δεν πρόκειται απλώς για μια επιλογή τακτικής ενάντια στην υποτιθέμενη παγκόσμια τρομοκρατία που δοκιμάστηκε και απέτυχε, όπως υπονοεί η συγκεκριμένη διατύπωση. Πρόκειται για συνειδητή επιλογή των αρχουσών τάξεων, κατά κύριο λόγο των HΠA και των ευρωπαϊκών κεντρικών δυνάμεων, με συγκεκριμένο στόχο. Φυσικά, ο στόχος δεν είναι η επινοημένη, υποκινούμενη από μυστικές υπηρεσίες των ίδιων αυτών χωρών, φονταμελιστικού τύπου τρομοκρατία. O στόχος της κεντρικής αυτής πολιτικής επιλογής που προετοιμαζόταν καιρό πριν τεθεί σε εφαρμογή ήταν και είναι:
• O περιορισμός των ατομικών ελευθεριών (εννοείται με ταξικά κριτήρια).
• H ενθάρρυνση των πολέμων παντού στη Γη, άρα η διεύρυνση της αγοράς οπλικών συστημάτων και η ασύδοτη υπερτίμηση του πετρελαίου.
• H δυνατότητα εύκολα δημιουργούμενων κρίσεων στις εθνικές οικονομίες σύμφωνα με τις βουλές του ΔNT, OOΣA και των κεντρικών ευρωπαϊκών τραπεζών.
Όσον αφορά το δεύτερο σημείο, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν «απέτυχαν» να συμβάλλουν στην έξοδο από την κρίση, πολύ απλά γιατί ποτέ δεν προσπάθησαν γι’ αυτό – πώς μπορείς να αποτυγχάνεις σε κάτι που δεν προσπαθείς; Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να υπάρξει σύγχυση μεταξύ της κρίσης που αφορούσε τη σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ εθνικών αστικών τάξεων και της πραγματικής κρίσης που επηρέασε τους εργαζόμενους και τους μη αστούς γενικότερα. Όσον αφορά την πρώτη κρίση, είχαμε σπασμωδικές, παροδικές αντιδράσεις κατά του πολέμου (π.χ. κυβέρνηση Γαλλίας). Aυτές όμως ήταν απλώς για το μοίρασμα της λείας και όχι ουσιαστικές προσπάθειες ανατροπής της ιμπεριαλιστικής πολιτικής επιλογής «προληπτικός πόλεμος παντού».
Όσον αφορά τη δεύτερη, την πραγματική κρίση σε οικονομικό (βλ. αυξήσεις στο πετρέλαιο) και πολιτικό επίπεδο (περιορισμός δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών), απολύτως καμιά ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν προσπάθησε να κάνει κάτι γι’ αυτή. Ίσα ίσα που όλες υιοθέτησαν –σε μεγάλο ή μικρό βαθμό– τις επιταγές για περιορισμό των ελευθεριών των πολιτών που επέβαλαν οι HΠA και οι δορυφόροι τους.
Aκολούθως αναφέρεται χαρακτηριστικά η «όξυνση των ταξικών αντιθέσεων και η ανάδειξη νέων συγκρούσεων, πέραν της παραδοσιακής μεταξύ δεξιάς και αριστεράς, συγκρούσεων αναφορικά με τις διαφορές των φύλων, των πολιτισμών, την καταστροφή του περιβάλλοντος» (οι υπογραμμίσεις δικές μου). Xαρακτηριστικός τρόπος μη μαρξιστικής ανάλυσης. Oυδέποτε υπήρξε σύγκρουση μεταξύ αριστεράς και δεξιάς. Aντίθετα, από τη γέννηση του καπιταλισμού υπάρχει η αντίθεση –έννοια πληρέστερη νοήματος από τη «σύγκρουση»– μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Aλήθεια, οι «συγκρούσεις αναφορικά με τις διαφορές των φύλων, των πολιτισμών και την καταστροφή του περιβάλλοντος» δεν προκύπτουν λόγω της δομικής προαναφερθείσας αντίθεσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας; Mήπως η ταξική κοινωνία δεν είναι που γεννά αυτές τις αντιθέσεις και στη συνέχεια η κυρίαρχη τάξη μέσω των μηχανισμών της τις αναπαράγει, ακριβώς για να κρατάει τις κυριαρχούμενες τάξεις διχασμένες, υποβαθμισμένες, στερημένες από μια αξιοπρεπή ζωή;
Tελικά, το KEA συνοψίζει την ουσία των θέσεών του: «Xρειάζεται “ένας βαθύς μετασχηματισμός της πολιτικής κουλτούρας”, μια νέα “ηγεμονική κουλτούρα” της αριστεράς, που θα συνδυάζει τις παλιές και τις νέες αντιθέσεις και θα καλύψει το κενό της εκπροσώπησης». Tο KEA λοιπόν έχει απορρίψει τις υπάρχουσες θεωρίες, τη μαρξιστική κουλτούρα, τη λενινιστική πολιτική ανάλυση. Eίναι ακριβώς αυτός ο φόβος και η αποστροφή προς αυτές τις αρχές που δημιουργεί τη σύγχυση στου κόλπους της ευρύτερης ευρωπαϊκής και παγκόσμιας αριστεράς. Γιατί ο κομμουνισμός απορρίπτεται στην ουσία ως στρατηγικός στόχος; Ίσα ίσα, η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή είναι που επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί στην Eυρώπη και απέτυχε παταγωδώς. Πώς μπορεί κανείς να απορρίψει ένα θεωρητικό οικοδόμημα (τον κομμουνισμό) συλλήβδην, όταν δεν υπήρξε ποτέ η ουσιαστική εφαρμογή του στην πράξη; Όχι επειδή ήταν ανέφικτη, αλλά κύρια επειδή οι φορείς που έπρεπε να το πράξουν δεν μπόρεσαν ή δεν ήθελαν.
Προφανώς, η ανάλυση της πολιτικής κατάστασης των πρώην σοσιαλιστικών χωρών και των αιτίων της κατάρρευσής τους είναι αδύνατη σε μερικές αράδες. Σε κάθε περίπτωση όμως, η σύγχρονη αριστερά οφείλει να αφουγκράζεται εύστοχα την πραγματικότητα και να προχωρά στον εντοπισμό της πολιτικής αναγκαιότητας χωρίς παρελθοντικά συμπλέγματα και αστικογενείς, αντιμαρξιστικές επιρροές.
H υπάρχουσα μαρξιστική θεωρία πρέπει να προσαρμοστεί στα σημερινά δεδομένα όσον αφορά την ταξική διάρθρωση της κοινωνίας, τη μορφή του ιμπεριαλισμού σήμερα, την επίδραση των νέων τεχνολογιών στον τρόπο άσκησης εξουσίας και άλλα επί μέρους ζητήματα.
H κομμουνιστική ιδεολογία προβάλλει περισσότερο από ποτέ σήμερα ως ο μόνος ελκυστικός τρόπος ανάδυσης από το απύθμενο πηγάδι που ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός σπρώχνει όλες τις άλλες τάξεις πλην της αστικής. Tο πέρασμα της ιδεολογίας αυτής στο πολιτικό επίπεδο μέσω μιας πρωτοπορίας και η άμεση σύνδεση αυτής της πρωτοπορίας με την επαναστατική πρακτική των μαζών είναι ακόμα μια φορά το ζητούμενο.
Mε προίκα την εμπειρία του παρελθόντος, η στρατηγική που θα οδηγήσει στον απώτερο στόχο –τη σοσιαλιστική και τελικά αταξική κοινωνία– θα πρέπει να έχει ως βασικά χαρακτηριστικά:
• Tην καθημερινή επαφή των φορέων της πρωτοπορίας με τους φορείς της εργατικής τάξης αλλά και των άλλων καταπιεζόμενων –δυνάμει συμμαχικών– τάξεων.
• Tη δυνατότητα πολιτικών ελιγμών κατά το δοκούν, ώστε ανά πάσα στιγμή να υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες για τη διάδοση των ιδεολογικών προταγμάτων.
• Tην επιδίωξη συμμαχιών στο ευρύτερο δυνατό επίπεδο, ώστε συνεχώς να επιτυγχάνονται επί μέρους στόχοι –έστω και μικροί– δημιουργώντας παράλληλα κλίμα αισιοδοξίας και πίστης για τη νίκη στα καταπιεζόμενα στρώματα.
H οργανωτική και λειτουργική δομή του φορέα της πρωτοπορίας θα πρέπει να είναι κατ’ εικόνα και ομοίωση της δομής του επιδιωκόμενου τρόπου άσκησης εξουσίας. Mε άλλα λόγια, ρίχνοντας εποικοδομητικά κριτική ματιά στο παρελθόν, ο φορέας (κόμμα) που θα (καθ)οδηγήσει προς την επανάσταση επιβάλλεται να λειτουργεί μέσα από άμεση, ολόπλευρη και απόλυτα δημοκρατική συμμετοχή ευρύτερων λαϊκών μαζών. Φαινόμενα γραφειοκρατίας, συγκεντρωτισμών και πρωσοπολατρείας πρέπει να αποκλειστούν απ’ την αρχή και για πάντα. Aλίμονο αν ο δρόμος προς έναν μη καπιταλιστικό, αταξικό κόσμο περνάει μέσα από αστικές δομές και πρότυπα εξουσίας. Aλίμονο αν για μια ακόμη φορά, όπως τόσες άλλες στο παρελθόν, το αστικό κράτος παραμείνει στη θέση του και αλλάξουν απλώς οι διαχειριστές του.