Στην επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους ναζί, ο Γιωργάκης Παπανδρέου έσπευσε να μνημονεύσει τον παππού του, Γεώργιο Παπανδρέου, σαν τον άνθρωπο που ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη μετά από τέσσερα χρόνια κατοχής. Το γεγονός ότι την ημέρα της απελευθέρωσης τις ελληνικές σημαίες τις ανέμιζαν οι μαχητές της εθνικής αντίστασης και ο λαός της Αθήνας και συνεχίζονταν οι μάχες με τους Γερμανούς (Ηλεκτρική), ενώ ο Παπανδρέου βρισκόταν στο Κάιρο και τον ξεμπάρκαραν οι Εγγλέζοι αργότερα (18/10), είναι το δευτερεύον της όλης υπόθεσης. Η ουσία βρίσκεται στο ρόλο του πριν και μετά την απελευθέρωση.
Αντικομμουνιστής μέχρι το κόκαλο, υπηρέτησε πιστά την αγγλική πολιτική στην πιο κρίσιμη περίοδο της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Δίνοντας επανειλημμένα διαπιστευτήρια στους Εγγλέζους όπου έθετε τον εαυτό του “ολοκληρωτικά στη διάθεση των συμμάχων” και τους καλούσε “να αναλάβουν την προστασία του ελληνικού λαού για να του παράσχουν το αίσθημα της ασφάλειας και διά το παρόν και διά το μέλλον”, ορίστηκε πρωθυπουργός της “ελληνικής κυβέρνησης” του Καΐρου (27/4/1944) τρεις μέρες μετά από υπόμνημά του όπου ζητούσε να καταληφθεί η Ελλάδα από τα συμμαχικά στρατεύματα κατά την απελευθέρωση.
Και ενώ πλησίαζε η απελευθέρωση και το ΕΑΜ είχε συμφωνήσει στο σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας, ο Παπανδρέου καλούσε συνεχώς τον Τσόρτσιλ να στείλει άμεσα “επιβλητικές βρετανικές δυνάμεις” στην Ελλάδα, γιατί χωρίς αυτές η κυβέρνηση θα είναι ουσιαστικά “αιχμάλωτη του ΕΑΜ”.
Μετά την απελευθέρωση, δρώντας σαν ανδρείκελο, ο Παπανδρέου εφάρμοσε κατά γράμμα τα σχέδια του αγγλικού ιμπεριαλισμού, καταπατώντας τα συμφωνημένα, παρέχοντας ασυλία και εξοπλίζοντας τους ταγματασφαλίτες, “νομιμοποιώντας” την ωμή στρατιωτική επέμβαση των Άγγλων το Δεκέμβρη του ’44. Κι όταν, πανικόβλητος μπροστά στη λαϊκή οργή, θέλησε να παραιτηθεί στις 4 Δεκέμβρη, οι Άγγλοι τον κράτησαν στη θέση του για να τον αντικαταστήσουν αργότερα με τον Πλαστήρα. Σε κατοπινό του άρθρο χαρακτήριζε το Δεκέμβρη του ’44 “δώρο του Υψίστου” γιατί δεν έπρεπε “να κατευνάσωμεν τον κομμουνιστικόν πανσλαβισμόν, αλλά να τον νικήσωμεν!”.
[Τα λάθη και οι ευθύνες της ηγεσίας του κινήματος που έφεραν τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και τον Παπανδρέου να έχουν λόγο και να καθορίζουν τα πολιτικά πράγματα της χώρας είναι άλλης τάξης ζήτημα. Όπως και οι ευθύνες της ΕΔΑ για τον εξωραϊσμό του Παπανδρέου και της Ένωσης Κέντρου στη δεκαετία του ’60 και την αναγόρευσή του σε “γέρο της δημοκρατίας”].
Μπορεί, λοιπόν, ο σημερινός πρωθυπουργός να καμαρώνει για το σόι του (άλλωστε κι αυτός τις ίδιες πολιτικές της εξάρτησης και υποτέλειας υπηρετεί) και να θεωρεί τον παππού του κάτι σαν “ελευθερωτή”, αλλά για τον ελληνικό λαό το όνομα του Γ. Παπανδρέου συνδέθηκε με το πνίξιμο των ελπίδων και των πόθων του για ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη, με το ματοκύλισμα της Αθήνας το Δεκέμβρη του ’44, με τον πιο απροκάλυπτο αντικομμουνισμό, με την πιστή υπηρέτηση ξένων ιμπεριαλιστικών συμφερόντων.
Χριστίνα Μπάρτσα