Αριστερά με πολιτισμό ή άνευ; του Στέλιου Ελληνιάδη
Μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, οι ραγδαίες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο αποκαλύπτουν την ανίατη νοσηρότητα του καπιταλιστικού συστήματος, που σε εποχή παντοκρατορίας του όχι μόνο δεν μπορεί να δώσει λύσεις, αλλά παραπαίει μέσα στο χάος και την απορρύθμιση που το ίδιο προκαλεί. Κρίση βαθιά, όχι μόνο οικονομική και πολιτική, αλλά και πολιτισμική. Το μοντέλο γέρασε και χάνει τη λάμψη του, συνεχίζει όμως να τσαλακώνει στο διάβα του την κουλτούρα που οι λαοί δημιούργησαν μέσα σε χιλιάδες χρόνια. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η ισοπέδωση, η αριστερά, στο δρόμο τής ανασυγκρότησής της είναι υποχρεωμένη να ξαναθέσει σε προτεραιότητα τα θέματα πολιτισμού. Εξάλλου, στις καλύτερες φάσεις της ιστορίας της η εξεγερμένη αριστερά αποτελούσε εξίσου και ταυτόχρονα ένα κίνημα πολιτικό και πολιτιστικό. Και με αυτό το δεδομένο πρέπει να χαράζεται και η πολιτική της. (…)
Η αριστερά αγωνίζεται για να μην περάσει το άρθρο 16 που νομιμοποιεί την ιδιωτικοποίηση της παιδείας, αλλά δεν ασχολείται με τη μουσική παιδεία, τη θεατρική παιδεία, την κινηματογραφική παιδεία. Που είναι κυρίως ιδιωτική και εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου. Οι λίγες κλασικές μας ορχήστρες λειτουργούν με τη συμμετοχή εκλεκτών μουσικών από τα κονσερβατόρια της Αλβανίας, της Ρουμανίας, της Πολωνίας και της Βουλγαρίας. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο που δεν διαθέτει ανώτατες σχολές μουσικής και θεάτρου. Κι ας σπουδάζουν δεκάδες χιλιάδες νέοι μουσική και θέατρο. Ούτε στον κινηματογράφο είναι καλύτερα τα πράγματα, ούτε στο χορό. Κι ας χορεύουν πάνω από διακόσιες χιλιάδες άνθρωποι σε συλλόγους και ομίλους.
Η αριστερά, υποστηρίζοντας τη διάδοση της μόρφωσης, τάσσεται υπέρ της αύξησης του αριθμού των σπουδαστών που εισάγονται στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ, χωρίς όμως να εξετάζει τις σοβαρές άμεσες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωή των τόπων υποδοχής, αλλά και των νέων που εγκαθίστανται στην επαρχία και των οικογενειών τους που σηκώνουν το δυσβάσταχτο βάρος της εσωτερικής μετανάστευσης. Δεκάδες χιλιάδες νέοι διασκορπίζονται ατάκτως χωρίς να δημιουργούν δεσμούς με τις τοπικές κοινωνίες, για να ενισχύουν τις πιο παρασιτικές μορφές οικονομικής δραστηριότητας και εκμετάλλευσης (γκαρσονιέρες και καφετέριες) που αλλοιώνουν ριζικά τις τοπικές κουλτούρες και προκαλούν ανυπόφορη οικονομική και συναισθηματική αιμορραγία στις πιο φτωχές ελληνικές οικογένειες.
Η αριστερά για να αλλάξει τον κόσμο πρέπει να αλλάζει με πιο γρήγορους ρυθμούς τον εαυτό της. Και στο επίπεδο της ποιότητας. Οι περισσότερες προκηρύξεις μας δεν διαβάζονται. Είναι κακογραμμένες και κακοτυπωμένες, με δυσνόητο και τυποποιημένο λόγο. Το ίδιο και τα περισσότερα έντυπά μας. (…) Η δημιουργία του ραδιοσταθμού (Στο Κόκκινο) είναι σημαντικό επίτευγμα. Αλλά κι αυτός δεν πρέπει να μένει στάσιμος και να μη μεταφέρει στην κοινωνία τις φωνές των κινημάτων και τη δημιουργικότητα των εμπνευσμένων πολιτών. (…) Όταν παρατάθηκε το ωράριο εργασίας των καταστημάτων, ως πρόεδρος του Συλλόγου Εκδοτών Βιβλίου της Αθήνας, έγραψα ένα γράμμα στον αρμόδιο υπουργό (Παπαθανασίου) για να του επισημάνω εκτός από τις οικονομικές επιπτώσεις του μέτρου, τις πολιτισμικές του παραμέτρους. Συμπιέζοντας τον ελεύθερο χρόνο των εργαζομένων, ελαχιστοποιείται ακόμα περισσότερο ο χρόνος (και η διάθεση) για το βιβλίο, το θέατρο, το σινεμά, αλλά και τις κοινωνικές συναναστροφές. Ο πολίτης αφυδατώνεται πολιτισμικά και υποτάσσεται ολοκληρωτικά στην τηλεόραση, που τον μεταλλάσσει σε έναν πολίτη παθητικό που θα απέχει όλο και περισσότερο από δραστηριότητες πολιτιστικές και μορφωτικές.
Η αριστερά ανανεώνεται αναδιοργανώνοντας τη σκέψη και τον προσανατολισμό της. Πολιτισμός δεν είναι μόνο οι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Πολιτισμός ενυπάρχει στα πάντα. Γι’ αυτό χρειάζεται, πριν από οποιαδήποτε δράση και πρόταση, να εκπονείται μια μελέτη πολιτισμικών επιπτώσεων και προεκτάσεων. Κι αυτό να απαιτήσουμε να ισχύει για κάθε τι που επηρεάζει τη ζωή μας. Όπως για κάθε μεγάλο έργο απαιτείται η σύνταξη εμπεριστατωμένης μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Στέλιος Ελληνιάδης,
Δημοσιογράφος