Aρκετός θόρυβος γίνεται το τελευταίο διάστημα για τον «αντιευρωπαϊσμό» του ΣΥΡΙΖΑ και ειδικά της ΚΟΕ. Ορισμένοι μάλιστα έφτασαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει «μια μεθόδευση, αφού με το πρόσχημα της αριστερής ενότητας επιχειρείται η νεοκομμουνιστική μετάλλαξη του ΣΥΝ». Οι περισσότεροι ανατρέχουν σε αποφάσεις συνεδρίων της ΚΟΕ, αναδημοσιεύουν αποσπάσματα και, φυσικά, η ανανεωτική πτέρυγα έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο στο χορό που έχει στηθεί για την «αντιευρωπαϊκή» κατρακύλα του ΣΥΝ, της ΚΟΕ, του ΣΥΡΙΖΑ…
Όσο πιο κωδικά και σύντομα, γιατί το ζήτημα καταντά και λίγο αστείο…
Το 2004, η ΚΟΕ, χωρίς να παίρνει μέρος στο ΣΥΡΙΖΑ, τον ψήφισε, γιατί θεώρησε πως, παρά τους όποιους χειρισμούς, έπρεπε να υπάρξει ένα ενωτικό αριστερό εγχείρημα. Το 2007, πραγματοποιήθηκε το 2ο Συνέδριο της ΚΟΕ (από όπου και τα διάφορα αναδημοσιευμένα αποσπάσματα θέσεών της) και, αμέσως μετά, ακολούθησε η επίσημη προσχώρηση-συμμετοχή της ΚΟΕ στο ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε το 2004, όταν απλώς ψηφίσαμε το ΣΥΡΙΖΑ, ούτε το 2007, όταν πήραμε μέρος ως κανονική συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ στο εγχείρημα, όχι μόνο κανένας δεν έβαλε θέμα για τις θέσεις που είχαμε για την ΕΕ και την εξέλιξή της, αλλά θεωρήθηκε και πλεονέκτημα ότι μια δύναμη σαν την ΚΟΕ (μέγεθος και ταυτότητα) βρίσκεται μέσα στο ενωτικό εγχείρημα γιατί έτσι αποδεικνύεται και ο πλουραλισμός του και η πραγματικά ενωτική του πρόθεση (δεν ενώνεσαι με τον εαυτό σου) και η δυναμική ενωτικής διεμβόλισης άλλων χώρων της Αριστεράς. Ακόμα περισσότερο, όλοι γνωρίζουν ότι τα θέματα αυτά έγιναν αντικείμενο συζήτησης ανάμεσα στις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ και καταλήξαμε στη Διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ (2007), που τη συνυπογράψαμε όλοι και αποτελεί μια συμφωνία-πλαίσιο για τη συνεργασία αριστερών δυνάμεων και ανένταχτων αγωνιστών. Αυτή η διακήρυξη είναι μάλλον αυτονόητο ότι έχει εγκριθεί από σώματα συνεδρίων και ανώτατων οργάνων όλων των κομμάτων. Στο δε διάστημα που ακολούθησε, η ΚΟΕ κινήθηκε πάντα με βάση τη γραμμή που απέρρεε από αυτήν και δεν πρόβαλε τις ιδιαίτερες θέσεις της, όπως άλλωστε κι άλλες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ (εξαίρεση ορισμένοι της ανανεωτικής πτέρυγας). Ενοποιητικό στοιχείο της δράσης του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η ιδρυτική διακήρυξη του 2007, μετά τα 15 σημεία για την αντιμετώπιση της κρίσης, και τώρα το πρόγραμμα που θα υιοθετηθεί από την Πανελλαδική Σύσκεψη που θα γίνει σε λίγες μέρες.
Η αστική στενοκεφαλιά και οι σκοπιμότητες ορισμένων εμποδίζουν να δούνε δύο μεγάλες αλήθειες της εποχής μας:
α) Για να προχωρήσει ένα αριστερό ενωτικό εγχείρημα είναι αναγκαίες ορισμένες εκτιμήσεις, όπως είναι αναγκαίοι ορισμένοι συμβιβασμοί, υποχωρήσεις και φυσικά ορισμένες υπερβάσεις. Και τούτο, για να έχει χειροπιαστό χαρακτήρα ο διακηρυκτικός λόγος, να επιτυγχάνεται στην πράξη η ενότητα της Αριστεράς, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να έχουν οι αντιστάσεις δύναμη και αποτελεσματικότητα οι αγώνες. Αν κανείς σκύψει πάνω στα 3 μεγάλα «Όχι» ευρωπαϊκών λαών (γαλλικού, ολλανδικού, ιρλανδικού), θα διαπιστώσει ότι αυτά ήταν καρπός ακριβώς της ύπαρξης μιας πλατιάς αριστερής ενότητας στη βάση και στην κορυφή, καρπός της δραστηριοποίησης εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.
β) Μέσα στην κρίση επιβάλλεται η ανάπτυξη της πιο πλατιάς μαζικής συσπείρωσης δυνάμεων, για να προβληθεί μια αντίσταση στην επιθετικότητα του κεφαλαίου, για να υπερασπίσουμε την ίδια την επιβίωση των εργαζομένων από το βούλιαγμα τεράστιων κοινωνικών περιοχών στην εξαθλίωση και τον αγριανθρωπισμό, για να ανοιχτούν τα ζητήματα για μια εναλλακτική πρόταση κοινωνίας, που δεν θα είναι ούτε ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» ούτε ο χρεοκοπημένος καπιταλισμός.
Για να γίνουν όλα αυτά, είναι αναγκαίες οι υποχωρήσεις, οι συμβιβασμοί, οι υπερβάσεις (από θέσεις, διατυπώσεις, αντιλήψεις, νοοτροπίες κ.λπ)., φτάνει να μην ξεχνιέται μια πολύ απλή και ξεχασμένη αρχή της Αριστεράς, η αρχή του να υπηρετούμε το λαό, να είμαστε, σαν Αριστερά, χρήσιμοι για το λαό.
Αυτά όσον αφορά το «σκάνδαλο» για την ΚΟΕ και τον αντιευρωπαϊσμό της και όσα διαρρέουν και γράφονται.
Υπάρχει όμως και η ουσία του ζητήματος, για την οποία μπορούν να ειπωθούν δυο λόγια εντελώς συνοπτικά.
Το ίδιο το οικοδόμημα της ΕΕ τρίζει επικίνδυνα, όχι γιατί απειλείται από ένα «αντιευρωπαϊκό» κίνημα ή από την αντιευρωπαϊκή υστερία των λαών, αλλά από τις πολιτικές και τις επιδιώξεις των ίδιων των ελίτ, που κρατούν τα ηνία του εγχειρήματος, από τις αντιφάσεις και τις ανταγωνιστικές αντιθέσεις του. Η διαδικασία ενοποίησης αποδεικνύεται εύθραυστη και εντελώς προβληματική, γιατί ο νεοφιλελευθερισμός και η καπιταλιστική συσσώρευση οδήγησαν στην κρίση και τη σύγκρουση συμφερόντων τόσο κεφαλαίων όσο και των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Όλη η ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης καθώς και της διεύρυνσης έχει να επιδείξει πολλαπλά στοιχεία μεγαλοκρατικής και άκρως αντεργατικής πολιτικής, έχει να δείξει πολλαπλά και αντικρουόμενα συμφέροντα μέσα στον ίδιο το σκληρό πυρήνα της ΕΕ. Το «εμπόριο», οι μπίζνες για τους μεγάλους μπορεί να ενώνουν προσωρινά, αλλά μπορεί και να χωρίζουν δυνάμεις, κι αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα σήμερα σε καιρούς κρίσης. Οι ισχυροί της Ευρώπης γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια όλες τις συνθήκες, όταν πρόκειται να σώσουν το τραπεζικό τους σύστημα, την αυτοκινητοβιομηχανία τους, την αγροτική τους παραγωγή ή τη βιομηχανία όπλων τους. Σε τέτοιες συνθήκες, το «ενιαίο» και το οραματικό της «ενωμένης» Ευρώπης πάει περίπατο και αντικαθίσταται από το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Και όχι μόνο. Οι ισχυροί προσπαθούν να μετακυλήσουν την κρίση προς τους ασθενέστερους, να την ξεφορτώσουν στο διπλανό τους, δείχνοντας πόσο ενδιαφέρονται για το ευρωπαϊκό «κεκτημένο» και τη «σύγκλιση». Για τους εργαζόμενους και τη νεολαία της Ευρώπης, η πορεία της ΕΕ ήταν μια πορεία επιβολής πανευρωπαϊκής λιτότητας, αφαίρεσης κατακτήσεων, αντεργατικών πολιτικών, αποβιομηχάνισης και ερήμωσης τομέων (σε ορισμένες χώρες), κλάδων, περιοχών. Και τώρα, μέσα στην κρίση, χωρίς μπούσουλα και πυξίδα, η ΕΕ παίρνει αποφάσεις που φανερώνουν ακόμα περισσότερο την ουσία της και το στρατόπεδο που υπηρετεί, βυθίζοντας την Ευρώπη στη φτώχεια, στην ανεργία, στην εξαθλίωση, στην αυταρχικότητα, στη διαίρεση, στον εθνικισμό. Η μοναδικά επίκαιρη και εφικτή στάση απέναντι στην ΕΕ και την πολιτική της σήμερα είναι αυτή που περιγράφεται στις διακηρύξεις και στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτές τις αλήθειες ίσως δεν μπορεί να τις δει και να τις καταλάβει η πτέρυγα εκείνη, που δεν έχει ανανεωθεί σε τίποτα, ενώ αυτοαποκαλείται ανανεωτική και επιμένει δογματικά να παπαγαλίζει μια Ευρώπη της φαντασίωσης και όχι να παλεύει για μια άλλη πορεία, ταυτιζόμενη με τις επιθέσεις που δέχεται απ’ όλες τις πτέρυγες ο ΣΥΡΙΖΑ, και ειδικά την αστική.
Η ίδια η κρίση, αλλά και η κρίση του εγχειρήματος της ΕΕ, θέτουν με μεγαλύτερη οξύτητα το ζήτημα της ύπαρξης, της δράσης και του συντονισμού μιας πραγματικά σύγχρονης, επίκαιρης, ενωτικής, ριζοσπαστικής Αριστεράς, που θα πασχίζει να ανοίξει δρόμους σε κάθε χώρα αλλά και πανευρωπαϊκά, μέσω του συντονισμού των αγώνων και της πανευρωπαϊκής διάστασης των μετώπων. Η ΚΟΕ, με αυτή την οπτική, είναι και ευρωπαϊκή και αντιευρωπαϊκή δύναμη. Κάποιοι άλλοι βρίσκονται βαθιά νυχτωμένοι στα 1989…
Νίκος Γαλάνης – Ρούντι Ρινάλντι,
μέλη της Γραμματείας της ΚΟΕ