ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΑΜΕ ΣΕ ΕΝΑΝ ΑΓΩΝΑ ΔΙΚΑΙΟ, του Μήτσου Καρακώστα

τ.231, 16/11/2007 (σε ένθετο οι σελίδες της Αριστεράς με αφιέρωμα στην Οκτωβριανή Επανάσταση)

Δήλωση

Συμμετείχαμε σ’ έναν αγώνα δίκαιο

του Μήτσου Καρακώστα,
φοιτητή Γεωπονικής 1973,
μέλους της ΟΜΛΕ,
συμμετείχε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου

Τι να πούμε για την επέτειο της 17 Νοέμβρη σήμερα; Πάντα όμως υπάρχει η έννοια της επικαιρότητας των αγώνων της νεολαίας και ειδικά της σπουδάζουσας νεολαίας. Η έννοια της επικαιρότητας οφείλεται στο γεγονός ότι η νεολαία και γενικότερα οι πολίτες αντιστέκονται, διεκδικούν, αγωνίζονται ενάντια στην επιβολή μιας κατάστασης της ανελευθερίας, της συντήρησης, και της αντίδρασης σε κάθε εποχή. Πέρα από αυτό, λοιπόν, οι νέοι κάθε εποχή αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα μέσα από μια δική τους οπτική γωνία, μέσα από δικά τους αιτήματα, τα οποία ως επί το πλείστον στοχεύουν στο να φέρουν μια καλύτερη δομή στην κοινωνία στην οποία ζούνε. Μ’ αυτή την έννοια, οι όποιοι αγώνες που στηρίζονται στη μνήμη παλαιότερων αγώνων, είναι μία αναγκαιότητα, είναι μία σωστή λειτουργία μέσα σ’ αυτή την κοινωνία, ανεξάρτητα από το ποια αιτήματα έχουν, με ποιες μορφές εκφράζονται αυτοί οι αγώνες και τι αποτελέσματα έχουν. Συνεπώς, η επικαιρότητα ανά πάσα στιγμή του αγώνα του Πολυτεχνείου του ’73 είναι δεδομένη.

Αυτό που θέλω περισσότερο όμως να τονίσω τη στιγμή αυτή, είναι ότι αυτά τα οποία έγιναν τότε, στηρίζονταν σε κάποιες συνθήκες πολύ διαφορετικές απ’ τις σημερινές, κι αυτό είναι αλήθεια. Τότε είχαμε ένα δικτατορικό καθεστώς, είχαμε ανώμαλες καταστάσεις και συνεπώς τα αιτήματα μπορούσαν πιο εύκολα να προσδιορίσουν τη στόχευση αυτού του αγώνα. Σήμερα είναι κάπως διαφορετικά, όσον αφορά όμως στη μορφή τους κι όχι την ουσία τους. Η νεολαία ουσιαστικά διεκδικεί τη ζωή της. Και η κυβέρνηση της ΝΔ –και παλιότερα του ΠΑΣΟΚ– νομοθετεί, σκέφτεται, προβληματίζεται και επιβάλλει νόμους και κανόνες, που επί της ουσίας αφαιρούν, όπως και τότε, το δικαίωμα στο να ζήσουν όπως θα ήθελαν οι νέοι που σπουδάζουν σήμερα. Αυτές οι παράλληλες διαδρομές κάπου σχετίζονται. Μ’ αυτή την έννοια, ο αγώνας που υπήρξε τότε παρουσιάζεται και σήμερα, με διαφορετική όμως μορφή, στους σημερινούς αγώνες, ειδικά στον περσινό που έκαναν οι φοιτητές και οι μαθητές. Αν θέλουμε να πούμε δυο λόγια για την τότε εποχή ή, καλύτερα, για το πώς οι τότε νεολαίοι αντιμετώπισαν εκείνη την κατάσταση, θέλω να πω το εξής: Στην κοινωνία τότε, κυριαρχούσε και εξουσίαζε η άποψη του χωροφύλακα και του δεκανέα. Από την άλλη πλευρά, υπήρχαν οι νέοι άνθρωποι οι οποίοι οραματίζονταν τον εαυτό τους γιατρό, δικηγόρο, μηχανικό, γεωπόνο, επιστήμονα, εν πάση περιπτώσει, συντελεστή της παραγωγής και φορέα της γνώσης μέσα στην κοινωνία η οποία θα ερχόταν. Αυτή η αντίφαση όξυνε πάρα πολύ τα πράγματα. Αρνήθηκαν, δηλαδή, οι νεολαίοι να τους διοικούν, να τους διευθύνουν, να καθορίζουν το μέλλον τους ο χωροφύλακας και ο δεκανέας εκείνης της εποχής. Αυτό έφερε εκείνη την ηρωική κατάσταση του Πολυτεχνείου, η οποία σε πάρα πολλά σημεία της ήταν αυθόρμητη, όχι όμως και εντελώς ανοργάνωτη και ακαθοδήγητη. Υπήρχαν πολιτικές δυνάμεις και τότε, οι οποίες έπαιξαν το ρόλο τους. Μπορεί καμία απ’ όλες αυτές να μην είναι σε θέση να υποστηρίξει ότι δημιούργησε το Πολυτεχνείο, αλλά όλες, στο βαθμό που συμμετείχαν, συνέβαλαν στο να γίνει, χωρίς να διεκδικεί εύσημα γι’ αυτό. Θέλω επίσης να τονίσω ότι και εκείνος ο αγώνας είχε τις εσωτερικές του αντιθέσεις. Και είναι αδύνατο να καταλάβω εγώ, αλλά και οποιοσδήποτε νοήμων άνθρωπος, έναν αγώνα χωρίς να έχει τις εσωτερικές του αντιθέσεις, ανεξαρτήτως αν προέρχονται από κόμματα, από ιδιαιτερότητες ανθρώπων, από συμφέροντα ή από οτιδήποτε άλλο. Πιστεύω ότι το αντίστοιχο συμβαίνει και σήμερα και μ’ αυτή την έννοια δεν πρέπει να φοβόμαστε κανέναν αγώνα που εξελίσσεται μέσα από τις εσωτερικές του διαφωνίες, προβληματισμούς, αντιθέσεις κλπ. Θεωρώ δε, ότι είναι και υγεία ενός κινήματος η εσωτερική του αντίθεση. Τότε μάλιστα ήταν και πολύ μεγάλη, διότι άλλοι ήθελαν να καταλάβουμε το Πολυτεχνείο, άλλοι ήθελαν να μην καταλάβουμε το Πολυτεχνείο, όπως ήταν η αντι-ΕΦΕΕ, η φοιτητική παράταξη του σημερινού και τότε ΚΚΕ. Παρ’ όλα αυτά, όμως, η δυναμική των πραγμάτων είναι αυτή που καθορίζει το αποτέλεσμα, και θέλω να τονίσω ότι σε τέτοια μεγάλα γεγονότα οι μειοψηφίες παίζουν βασικό ρόλο στην εξέλιξη των πραγμάτων.

Άξιο αναφοράς είναι το φαινόμενο της «έλλειψης» φόβου των φοιτητών. Παρά τις διώξεις, το ξύλο, την τρομοκρατία, τις φυλακίσεις, οι φοιτητές τότε όχι μόνον δεν υπέστειλαν την αγωνιστικότητά τους αλλά αντίθετα την αύξαναν. H αίσθηση δικαίου που κυριαρχούσε στους φοιτητές για τον αγώνα που κάνανε ήταν τόσο ισχυρή που η όποια τρομοκρατία της αστυνομίας και της Ε.Σ.Α. καθώς και οι φυλακίσεις, οι στρατεύσεις και οι βασανισμοί δεν πτόησαν κανέναν. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι δικτάτορες αναγκάστηκαν να καταστείλουν την εξέγερση του Πολυτεχνείου με τα τανκ.

Όλοι μας τότε αποδεχτήκαμε τις θυσίες του αγώνα συνειδητοποιώντας πως η όποια δικαίωση απαιτεί θυσίες.