Με πολύ επιλεκτική μνήμη θυμήθηκε η κ. Παπαρήγα τα εικοσάχρονα από το 1989, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου του 902 για τις εξελίξεις στο ΣΥΡΙΖΑ.
«Η διένεξη είναι ακριβώς η επανάληψη της περιόδου 1989-1991… Γιατί αποχώρησε το ΚΚΕ από το Συνασπισμό; Όταν σε ένα βράδυ και χωρίς να έχουν προηγηθεί και πολλά-πολλά, ανακοινώνεται ότι “έγινε κόμμα” και σηκωθήκαμε και φύγαμε. Τώρα αυτό πάνε να κάνουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει κόμμα και ο Συνασπισμός κατά συνέπεια πρέπει να διαλυθεί… Ακριβώς τα ίδια… Ό,τι μας κάνανε τους κάνουν τώρα. Ας πούμε π.χ. ότι δεν μπορείς να έχεις κάρτα μέλους του Συνασπισμού και κάρτα μέλους του ΣΥΡΙΖΑ. Μα αυτό ήταν μια βασική διαφωνία που είχαμε το ’90-91».
Αλήθεια, τι αναπάντεχη συμπαράσταση και τι χαριτωμένη «μνήμη»… Το πρόβλημα βέβαια του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα δεν είναι ότι κάποιοι θέλουν τάχα να διαλύσουν τον ΣΥΝ. Αλλά ας υποθέσουμε ότι είναι έτσι τα πράγματα. Υπάρχει μια μικρή λεπτομέρεια που ξεχνά η κ. Παπαρήγα στους παραλληλισμούς που αρέσκεται να κάνει. Το ’91 αυτοί που αρνήθηκαν το ενιαίο κόμμα ήταν το σημερινό ΚΚΕ, δηλαδή η τότε «αριστερά» κατά την κ. Παπαρήγα. Ποιοι δηλώνουν σήμερα ότι αποκηρύσσουν με τη μεγαλύτερη βδελυγμία μια τέτοια προοπτική; Η ανανεωτική πτέρυγα, δηλαδή το πιο δεξιό κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ. Τότε λοιπόν πού βρίσκεται η «επανάληψη» της διένεξης, και μάλιστα «ακριβώς» η επανάληψη της διένεξης του ’89-91; Υπονοεί η γενική γραμματέας ότι το ρόλο της ανανεωτικής πτέρυγας και του Κωνσταντόπουλου σήμερα τον είχε τότε ο ηγετικός πυρήνας του σημερινού ΚΚΕ ή… ό,τι θυμάται χαίρεται;
Υπάρχει και μια δεύτερη αμνησία. Η ανανεωτική πτέρυγα αποδίδει το κακό εκλογικό αποτέλεσμα και την κρίση στο ΣΥΡΙΖΑ σε «αριστερίστικες» επιλογές, από την αγωνιστική στάση για το άρθρο 16 μέχρι το Δεκέμβρη και από το κλείσιμο της πόρτας προς το ΠΑΣΟΚ μέχρι την «αντιευρωπαϊκή» επιλογή της δεύτερης θέσης στο ευρωψηφοδέλτιο. Όποια κι αν είναι για αυτά η γνώμη της κ. Παπαρήγα και του Περισσού, δεν πρόκειται για δεξιές επιλογές, για δεξιόστροφη μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΣΥΝ – και γι’ αυτό άλλωστε είναι η δεξιά που φωνάζει. Τι είχε προηγηθεί, αλήθεια, της αντίστοιχης πτωτικής εκλογικής πορείας και τελικά της εσωτερικής κρίσης και διάσπασης του ενιαίου Συνασπισμού το 1991, μόλις δυο χρόνια μετά την «ελπιδοφόρα» συγκρότησή του; Η συμμετοχή σε δύο διαδοχικά κυβερνητικά σχήματα, με τη ΝΔ το ένα και με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ το άλλο. Επιλογή που διέψευσε οικτρά τις ελπίδες όλων όσοι είχαν ελπίσει στο ενωτικό εγχείρημα, επιλογή που κανείς δεν μπορεί αρνηθεί ότι ήταν δεξιόστροφη – και όμως τότε δεν είχε αμφισβητηθεί από καμιά πτέρυγα του ενιαίου Συνασπισμού, ούτε πριν ούτε μετά τη διάσπαση. Για την ακρίβεια, ο Περισσός μέχρι και σήμερα δεν έχει απαρνηθεί τις επιλογές του εκείνες. Τι μένει αλήθεια από την κατά Παπαρήγα «ακριβή επανάληψη»;
Θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε και σε άλλες συγκρίσεις. Όπως ότι ο ενιαίος Συνασπισμός του ’88-91 σήμαινε τη στροφή της μεγάλης του συνιστώσας επί το ευρωπαϊκότερο («Ευρώπη κοινό σπίτι των λαών από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια»), ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει στροφή σε μια πιο κριτική στάση. Όπως ότι ο πρώτος έκλεινε το μάτι στον «υπερεμπορισμό» της ελληνικής οικονομίας, σε πλευρές της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και γενικά στην αγορά, ενώ ο δεύτερος είναι αντίθετος σε όλες τις ιδιωτικοποιήσεις και υπέρ συγκεκριμένων εθνικοποιήσεων. Και άλλα πολλά.
Η αμνησία της γενικής γραμματέως είναι μάλλον καθολική. Το μόνο που δείχνει να αποτελεί οδυνηρή μνήμη είναι ότι απειλήθηκε να διαλυθεί το κόμμα υπέρ του ενιαίου Συνασπισμού. Αλλά αυτό ήταν απλώς η τελευταία πράξη, όχι μόνο του τότε Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου μα όλης της πορείας της «επίσημης» Αριστεράς στην πρώτη εικοσαετία της μεταπολίτευσης.
Η κ. Παπαρήγα θέλει να ξεχνά ότι από το 1974 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80 στρατηγική της τότε «επίσημης» αριστεράς ήταν η συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ για την «πραγματική αλλαγή» (κατά ΚΚΕ). Θέλει να ξεχνά ότι εκείνη η αριστερά φέρει τη βασική ευθύνη που το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει τη ριζοσπαστικοποίηση των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης. Θέλει να ξεχνά τη «διαγωγή κοσμιωτάτη» απέναντι στις κυβερνήσεις Καραμανλή και Παπανδρέου, την αντίθεση σε κάθε κίνηση που απειλούσε την «κοινωνική ειρήνη», το σεβασμό του άτυπου «κοινωνικού συμβολαίου» πάνω στο οποίο στήθηκε η μεταπολιτευτική δημοκρατία στην Ελλάδα. Μέχρι και Πρόεδρο της Δημοκρατίας εξέλεξε εκείνη η αριστερά με το ΠΑΣΟΚ (1985), και είναι μόλις στις δημοτικές εκλογές του 1986 που το ΚΚΕ για πρώτη φορά δεν καλεί σε υπερψήφιση των υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ στο δεύτερο γύρο («ψήφος κατά συνείδηση»). Κι όταν πια είδαν κι απόειδαν και χαΐρι με το ΠΑΣΟΚ δεν είδαν, νόμισαν ότι βρήκαν την ευκαιρία και θα πιάσουν την καλή (σε βάρος του ΠΑΣΟΚ) σχηματίζοντας κυβέρνηση με τη ΝΔ σε εντελώς δεξιά κατεύθυνση. Αφοπλίζοντας και αφήνοντας παντελώς απροετοίμαστο το λαϊκό παράγοντα μπροστά στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που είχε ανοιχτά αναγγελθεί, ανοίγοντας διάπλατα το δρόμο στη διαχείριση Μητσοτάκη. Μέχρι και απογραφή των ελλειμμάτων και προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας ετοίμασε για το Μητσοτάκη η συγκυβέρνηση (ή την ετοίμασε για τη… λαϊκή εξουσία και έπεσε σε λάθος χέρια;).
Οι σημερινές αυτοκριτικές του Περισσού για το ότι δεν αντιλήφθηκαν τον αντιδραστικό χαρακτήρα των αλλαγών Γκορμπατσόφ (δηλαδή το διεθνές πλαίσιο μέσα στο οποίο υλοποιήθηκαν και οι συγκυβερνήσεις σε Πολωνία, Ελλάδα κ.λπ.) αποτελούν κακόγουστο ανέκδοτο. Γιατί η ίδια η συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου και η ολιγόχρονη πορεία του συνιστούσε εξαρχής επιλογή αποκομμουνιστικοποίησης της αριστεράς και συνειδητότατη αποδοχή πλευρών του νεοφιλελευθερισμού. Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, η σημερινή ανανεωτική αριστερά (πάλαι ποτέ «κομμουνιστική ανανέωση» επί το κοσμιότερον) επιδεικνύει μια κάποια συνέπεια όταν και σήμερα δεν χάνει ευκαιρία να καυτηριάζει την καταγγελία γενικά της αγοράς και να υπενθυμίζει ότι ο περιορισμός της ήταν η αιτία της αποτυχίας του σοσιαλισμού. Μήπως αυτά και άλλα πολλά γκορμπατσοφικής έμπνευσης δεν ήταν κοινό κτήμα τότε του όλου Συνασπισμού; Και μήπως δεν ήταν μετά τη διάσπαση του τελευταίου που η κ. Παπαρήγα δώριζε το αγαλματίδιο του Ηρακλή στον Γκορμπατσόφ για το «ηράκλειο έργο του»;
Λοιπόν, η κ. Παπαρήγα έχει δίκιο! Αφού γίνανε όοοολα αυτά και λίγο πριν το αγαλματίδιο, κάποιοι ήθελαν την απορρόφηση του ΚΚΕ στον ενιαίο Συνασπισμό. Και παραλληλίζει εκείνη τη διένεξη και την «αντίσταση» της νέας ηγετικής ομάδας περί την Παπαρήγα, που ανέδειξε το 13ο Συνέδριο, με τη σημερινή διένεξη στο ΣΥΝ και την «αντίσταση» της ανανεωτικής πτέρυγας και του Κωνσταντόπουλου!!! «Παρακολουθώντας τις διενέξεις που έγιναν… έχουν ένα οργανωτικό σχήμα. Η διένεξη είναι ακριβώς η επανάληψη της περιόδου 1989-1991».
Μήπως αυτό είναι ένα χέρι βοηθείας στο πιο δεξιό κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ και στον Κωνσταντόπουλο, γιατί έστω κι έτσι χτυπιέται το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ; Μήπως είναι η δεύτερη φορά που ο Περισσός δεν έχει κανένα πρόβλημα να βρίσκει σημεία ταύτισης και επικοινωνίας με τον Κωνσταντόπουλο (η πρώτη ήταν όταν ο τελευταίος βαλλόταν από τον Τριανταφιλόπουλο) – αλλά ποτέ, ποτέ με το ΣΥΡΙΖΑ, αν και πρόκειται για ανάγκες συντονισμού του μαζικού κινήματος και όχι για κάποιο πρόσωπο; Τι άλλα καμώματα, ποιες άλλες πολιτικές κωλοτούμπες θα κάνει ο Περισσός και η ηγεσία του για να χτυπήσουν τον θεωρούμενο υπ’ αριθμόν 1 εχθρό τους;