Δίκτυο Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία
Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2007
Τεύχος 3
Η παιδεία σιγοβράζει… Λογικό δεν είναι;
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές είμαστε στις αρχές Νοέμβρη. Στο κέντρο των εξελίξεων είναι το ασφαλιστικό (μαζί με την κόντρα «αρχών» μέσα στο ΠΑΣΟΚ), ενώ πέρυσι τέτοιο καιρό ήταν η μεγάλη απεργία των δασκάλων. Όμως κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι ο χώρος της παιδείας θα «κάτσει ήσυχα». Οι πρώτες μαθητικές καταλήψεις και τα πρώτα πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια δείχνουν ότι η δημόσια εκπαίδευση παραμένει ένα κεντρικό κοινωνικό ζήτημα. Κι αυτό είναι λογικό. Γιατί η υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης συνεχίζεται. Γιατί τα κενά, οι διπλοβάρδιες, οι ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομές αντί να μειώνονται, διογκώνονται. Γιατί οι προσπάθειες εισβολής των ιδιωτών στη δημόσια εκπαίδευση αυξάνονται. Γιατί η νέα ηγεσία του ΥΠΕΠΘ επιμένει στην προώθηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών των προηγούμενων κυβερνήσεων στο δημόσιο σχολείο (αποκέντρωση, αξιολόγηση), αλλά και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (νέος νόμος-πλαίσιο, αναγνώριση ιδιωτικών κολεγίων). Και κυρίως γιατί εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς, φοιτητές έχουν αρχίσει, σε μαζικό επίπεδο, να βλέπουν τις καταστροφικές συνέπειες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Και θέλουν να εκφράσουν αυτή την αποδοκιμασία τους!
Μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα;
Το θέμα αυτό έτσι κι αλλιώς έχει ανοίξει. Από τα νέα σχολικά βιβλία και το τι φέρνουν αυτά μαζί τους. Από τις κυβερνητικές διακηρύξεις για την αλλαγή του ρόλου του σχολείου με τα συνθήματα τύπου «μαθαίνω να μαθαίνω» και «να μπει στο κέντρο ο μαθητής». Από τα αδιέξοδα και τις δυσκολίες που συναντάει ο εκπαιδευτικός μέσα στην τάξη. Κυρίως όμως από αυτό που συνομολογούν όλοι: Τη διόγκωση του λειτουργικού αναλφαβητισμού που τείνει να πάρει χαρακτηριστικά πραγματικού αναλφαβητισμού! Τι φταίει που στην «κοινωνία της γνώσης» τα παιδιά βγαίνουν από το σχολείο με όλο και μεγαλύτερα κενά σε στοιχειώδεις γνώσεις; Τελικά γιατί «δεν μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα»;
Τα πέντε ερωτήματα που παρατίθενται παρακάτω είναι ερωτήματα που θα συναντάμε όλο και πιο συχνά. Οι απαντήσεις έχουν ως στόχο να ανοίξουν τη συζήτηση στο πλαίσιο μιας σημαντικής πρωτοβουλίας του Δικτύου Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία. Το κείμενο που δημοσιεύεται στις σελίδες 4-5 πιθανόν να περιέχει διάφορα αυτονόητα. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που επιλέχθηκε από μια ομάδα εκπαιδευτικών στην Αθήνα σαν «εισηγητικό υλικό». Στόχος είναι να οργανώσουμε το διάλογο, στο μέτρο που μας αναλογεί, γύρω απ’ αυτά τα θέματα με συναντήσεις, εκδηλώσεις, άλλες παρεμβάσεις. Το παρόν τεύχος ας ειδωθεί σαν ένα βήμα σ’ αυτήν την προσπάθεια.
Την ίδια στιγμή όμως η επικαιρότητα «τρέχει». Σε αυτό το τεύχος θα διαβάσετε:
– συνέντευξη του καθηγητή του ΕΜΠ και προέδρου της ΠΟΣΔΕΠ Λ. Απέκη για το σχολείο, αλλά και για τη στάση των πανεπιστημιακών στη νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.
– Η «γενιά των τριαντάρηδων» στην εκπαίδευση και η επίθεση στο ασφαλιστικό.
– Νέα από τους συνδικαλιστικούς.
– Ο νεοφιλελευθερισμός μας φέρνει κοντά, από τις ΗΠΑ στη Βουλγαρία.
Πέντε ερωτήματα για το περιεχόμενο του σχολείου…
1. Ποιος θα έπρεπε να είναι ο ρόλος και το περιεχόμενο του σχολείου;
2. Γιατί τα παιδιά βαριούνται το σχολείο; Γιατί δεν εμπνέοται; Τι φταίει που οι μαθητές μας δηλώνουν –συχνά με κατηγορηματικό και αφοπλιστικό τρόπο– «και σε τι θα μου χρησιμεύσει εμένα η Φυσική»;
3. Υπάρχουν αλλαγές στις κοινωνίες τα τελευταία χρόνια που αντανακλώνται και στα παιδιά. Στην αύξηση της βίας, στην αδιαφορία για το περιβάλλον, στην αύξηση των αποκλεισμών και σε όλα τα μεγάλα σύγχρονα προβλήματα, πώς μπορεί να επηρεάσει το σχολείο;
4. Μήπως είναι παρωχημένος ο τρόπος οργάνωσης και διδασκαλίας; Είναι δυνατόν να κάνουμε τα ίδια βιβλία με αυτά που είχαμε 20 χρόνια πριν; Δεν είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε σε καινοτομίες και άλλους τρόπους διδασκαλίας;
5. Πάνω σ’ αυτά πώς μπορεί να δράσει διαφορετικά ένας σύλλογος διδασκόντων; Τι μπορεί να κάνει το εκπαιδευτικό κίνημα γύρω από το περιεχόμενο του σχολείου;
Γιατί «Δίκτυο Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία»
Δίκτυο, γιατί έχουμε ανάγκη από κάτι νέο που να προσπαθεί να ενώσει όλες τις εκδοχές του εκπαιδευτικού κόσμου που βρίσκονται κατακερματισμένες σε όλη την Ελλάδα. Από την Πρωτοβάθμια μέχρι και τη Δευτεροβάθμια, από τον αδιόριστο στον ευέλικτο εργαζόμενο του φροντιστηρίου, από το «φροντιστηριάρχη» της συνοικιακής ή της αγροτικής περιοχής μέχρι τον ωρομίσθιο σε κάποιο τμήμα της εκπαίδευσης και από τον αναπληρωτή μέχρι το μόνιμο. Γιατί αυτό που λείπει από το χώρο της παιδείας δεν είναι μία ακόμα παράταξη, αλλά ένας χώρος διαλόγου, προβληματισμού, ενημέρωσης, πρωτοβουλιών και δράσης. Γιατί έχουμε ανάγκη νέες μορφές που να φέρνουν πιο κοντά στις ιδέες της συλλογικής δράσης και συμμετοχής, ειδικά των νέων εκπαιδευτικών.
Κριτικής στις πολιτικές των δυνάμεων του δικομματισμού που διαμορφώνουν το νεοφιλελεύθερο σχολείο, στο ρόλο που καλείται να έχει σήμερα ο εκπαιδευτικός, στις παγιωμένες αντιλήψεις που καθιστούν αναποτελεσματικό το συνδικαλιστικό κίνημα.
Δράσης στα συγκεκριμένα καθημερινά προβλήματα μέσα στους χώρους της εκπαίδευσης αλλά και στις κεντρικές μάχες της παιδείας απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Με τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων αλλά και με τους γονείς και τους μαθητές, στο σχολείο αλλά και στη γειτονιά.
Επικοινωνία:
Στείλε μας στην ανοιχτή λίστα e-mail [email protected]
1. νέα και ενημερώσεις από το χώρο δουλειάς σου
2. την άποψή σου πάνω στα ζητήματα που απασχολούν το χώρο της εκπαίδευσης
3. την κριτική σου για το έντυπο του Δικτύου
Τηλέφωνα:
Αθήνα και κεντρική Ελλάδα: 6972878054
Βόρεια Ελλάδα: 6979261570
Δυτική Ελλάδα: 6945002709
Κρήτη: 6945675151
Συνέντευξη με τον πρόεδρο της ΠΟΣΔΕΠ, Λάζαρο Απέκη
Αγώνας ενάντια στην αναδιάρθρωση
Τον καθηγητή Λάζαρο Απέκη τον γνωρίσαμε πέρυσι όλοι από την αγωνιστική και αταλάντευτη στάση του στη μάχη για την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της παιδείας. Είναι εξαιρετικά σπάνιο η ηγεσία ενός συνδικαλιστικού οργάνου να σηκώνει το βάρος ολόκληρης της αντιπαράθεσης (και της λάσπης) στις πλάτες τις. Πέρα από τη στάση του προέδρου της ΠΟΣΔΕΠ (συνδικαλιστικού οργάνου των πανεπιστημιακών), που από μόνη της λέει πολλά, επιχειρήσαμε να ακούσουμε και τη γνώμη του συνδικαλιστή αλλά και του δασκάλου για θέματα που αφορούν όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει μια συζήτηση σχετικά με το τι μαθαίνουν τα παιδιά στο σχολείο. Αναπτύσσονται, για παράδειγμα, φαινόμενα όπου μαθητές δεν μπορούν να συντάξουν ένα απλό κείμενο ή να κάνουν μια στοιχειώδη μαθηματική πράξη. Εσείς, ως πανεπιστημιακός δάσκαλος, τι άποψη έχετε; Ισχύουν αυτά, ή μήπως είναι κινδυνολογίες; Βλέπετε διαφορά σε σχέση με το παρελθόν;
Υπάρχει ισχυρή δόση κινδυνολογίας σε αυτά που ακούγονται για τα εφόδια που προσφέρει το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Είναι συνήθης η τακτική των τελευταίων κυβερνήσεων και των κέντρων που συμπράττουν με αυτές, να διογκώνονται πραγματικά προβλήματα για να απαξιωθεί στη συνείδηση της κοινωνίας το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα και η δωρεάν παιδεία που παρέχει, με σκοπό να γίνουν αποδεκτές σαν «λύση στο αδιέξοδο» η ιδιωτικοποίηση και η εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης.
Όμως, υπάρχει και πραγματικό πρόβλημα που πρέπει να αναλυθεί, να συζητηθεί και να αντιμετωπιστεί.
Η επιφανειακή προσέγγιση και όχι η γνώση, η στερεότυπη φροντιστηριακού τύπου εκπαίδευση – «προετοιμασία» με την απομνημόνευση εννοιών και τεχνικών αντί για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης, είναι βασικές αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος. Η κατάσταση αυτή γίνεται έκδηλη στους αποφοίτους του Λυκείου.
Τα αίτια είναι πολλά και σύνθετα. Κυρίως συνδέονται με τη συνολική πολιτική των εκάστοτε κυβερνήσεων, αλλά και με το σύστημα αξιών που η κυρίαρχη ιδεολογία επιβάλλει με όλα τα μέσα στην κοινωνία (με συντριπτικό μέσο την τηλεόραση και όχι μόνο). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αξιών το δημόσιο σχολείο και η παιδεία που παρέχει, εκτός από τον υποβαθμισμένο ρόλο που τούς αποδίδεται, αποκτούν «ωφελιμιστικό» και «εργαλειακό» ρόλο.
Υπάρχει η άποψη ότι για τα προβλήματα του σχολείου φταίει ο δάσκαλος. Αντίστοιχα για τους πανεπιστημιακούς δασκάλους έλεγαν ότι χρειάζονται αξιολόγηση και ότι δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους. Ποιες είναι, εντέλει, οι ευθύνες του σύγχρονου δασκάλου και τι στάση μπορεί να κρατήσει;
Τα μέσα που χρησιμοποιούν οι κυβερνήσεις για να περάσουν την αντιεκπαιδευτική και αντιλαϊκή τους πολιτική –«μεταρρύθμιση»– στην εκπαίδευση είναι η υποχρηματοδότηση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος από το νηπιαγωγείο ως το πανεπιστήμιο και η απαξίωση της θέσης και του ρόλου των εκπαιδευτικών παράλληλα με τη συστηματική δυσφήμισή τους, επειδή αντιστέκονται.
Με κυβερνήσεις που όχι μόνο δεν επιδιώκουν τη λύση των προβλημάτων αλλά τα «αξιοποιούν» για πολιτικούς λόγους, η εκπαιδευτική κοινότητα αναδεικνύεται ως ο βασικός φορέας που επωμίζεται την αντιμετώπιση των προβλημάτων και τη διεκδίκηση της λύσης τους.
Σε αυτό το πεδίο, το κίνημα παιδείας, που έχει ήδη σημαντικά επιτεύγματα –ιδιαίτερα με τη διατήρηση της συνταγματικής κατοχύρωσης της δημόσιας και δωρεάν ανώτατης εκπαίδευσης μέσω του άρθρου 16– έχει πολλά να κάνει και να αντιμετωπίσει σε συντονισμό με τους άλλους εργαζόμενους. Το ζητούμενο είναι η παιδεία που έχει ανάγκη η κοινωνία και όχι τα ιδιωτικά συμφέροντα.
Η κυβέρνηση θέτει ως ένα μεγάλο στόχο για τη νέα της θητεία το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ακούγονται, για παράδειγμα, απόψεις για μεταλυκειακό έτος εκπαίδευσης. Εσείς πώς βλέπετε το θέμα της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση;
Το σύστημα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση έχει κάνει μεγάλο κακό στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Πρέπει να αλλάξει πάραυτα. Το μόνο θετικό στοιχείο του που επικαλούνταν οι υποστηρικτές του ήταν η αξιοπιστία. Όμως, και αυτό η κυβέρνηση (με την προηγούμενη εκδοχή της), με τα σκάνδαλα στη βαθμολόγηση κατάφερε να το καταρρακώσει.
Η στρεβλή και στερεότυπη εκπαίδευση που επέβαλε είχαν και έχουν δραματικές συνέπειες στην παιδεία και την εκπαίδευση των υποψήφιων φοιτητών. Δυστυχώς αυτό το «πρότυπο» εκπαίδευσης – «προετοιμασίας που αποδίδει» επηρέασε καθοριστικά το Λύκειο αρχικά, και στη συνέχεια όλο το εκπαιδευτικό σύστημα.
Η ανεξαρτησία του Λυκείου ως αυτοδύναμη βαθμίδα εκπαίδευσης πρέπει να είναι πρωταρχικό στοιχείο της αλλαγής αυτού του συστήματος πρόσβασης. Η ελεύθερη πρόσβαση για τους αποφοίτους του Λυκείου είναι η σωστή κατεύθυνση, κατά την εκτίμησή μας. Βέβαια είναι πολλά τα προβλήματα που πρέπει να αναδειχτούν και αντιμετωπιστούν.
Η πολιτική της κυβέρνησης δεν εμπνέει εμπιστοσύνη για την πορεία που θα ακολουθήσει και σε αυτό το μεγάλο θέμα της εκπαίδευσης.
Η εκπαιδευτική κοινότητα επεξεργάζεται τις δικές της εκτιμήσεις και κατευθύνσεις για να συζητηθούν μέσα στην κοινωνία και να διεκδικηθούν.
Στα σχολεία μαθητές και εκπαιδευτικοί ρωτούν επίμονα για την αναγνώριση των ΚΕΣ, των ιδιωτικών κολεγίων κλπ. Είναι λύση ένα τέτοιο ίδρυμα για έναν απόφοιτο Λυκείου; Πώς αντιμετωπίζετε το ενδεχόμενο αυτό;
Η πολιτική που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις τις τελευταίες δεκαετίες επέτρεψε να αναπτυχθεί αυτό το «εμπόριο ελπίδας» στο οποίο κατέφυγαν μερικές χιλιάδες νέοι. Επέτρεψαν τη λειτουργία Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών σαν ανεξέλεγκτες εμπορικές επιχειρήσεις που παρέχουν «υπηρεσίες εκπαίδευσης». Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες (προηγείται η Μ. Βρετανία και ακολουθούν η Γαλλία και η Γερμανία) έχουν αναπτύξει μια πολύ κερδοφόρα εμπορική δραστηριότητα εξάγοντας «υπηρεσίες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» ή ενοικιάζοντας τους τίτλους τους σε επιχειρήσεις χωρών όπως η δική μας. Οι χώρες αυτές με την ισχύ που διαθέτουν επιβάλλουν στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την υιοθέτηση μέτρων για την προστασία και την απελευθέρωση αυτής της «αγοράς υπηρεσιών». Τέτοιο μέτρο είναι η οδηγία 36 του 2005, η οποία, με την ισοπεδωτική αναγνώριση ισότιμων επαγγελματικών δικαιωμάτων στους κατόχους τίτλων τριετούς διάρκειας των διαφόρων Κέντρων και παραρτημάτων με αυτά των πτυχιούχων τετραετών ή πενταετών σπουδών των ελληνικών πανεπιστημίων, κατεδαφίζει το δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα και επιβάλλει τα ιδιωτικά «πανεπιστήμια».
Θα πρέπει να εφαρμοστεί το άρθρο 16 του Συντάγματος, το οποίο ισχύει χάρη στους αγώνες του κινήματος παιδείας και ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης, και να κλείσουν αυτές οι επιχειρήσεις, να απαγορευτεί η λειτουργία τους.
Έτσι θα σταματήσει η διόγκωση του κοινωνικού προβλήματος με τους αποφοίτους αυτών των επιχειρήσεων. Βέβαια, η κυβέρνηση πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με τους ήδη υπάρχοντες.
Η ΠΟΣΔΕΠ πέρσι πρωτοστάτησε σε έναν πολύ σημαντικό αγώνα για την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της παιδείας. Τι σχεδιάζετε για τη φετινή χρονιά;
Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά αρχίζει με την εφαρμογή της οδηγίας 36/2005 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κυβέρνηση, παραβιάζοντας το Σύνταγμα, αντί να υπερασπιστεί το δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα της χώρας, δηλώνει μέσω του κυβερνητικού εκπρόσωπου ότι θα εφαρμόσει αυτή την οδηγία, θέλοντας να επιβάλει έτσι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά αρχίζει με μειωμένη χρηματοδότηση για την παιδεία, με την υποχρηματοδότηση των Πανεπιστημίων ως μέσο για την επιβολή της κυβερνητικής πολιτικής. Μια πολιτική που στερεί από τα Πανεπιστήμια τους πόρους και τα μέσα (για τη διδασκαλία και την έρευνα), με τα οποία θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στον κοινωνικό τους ρόλο και υποβαθμίζει οικονομικά και θεσμικά τους πανεπιστημιακούς δασκάλους αγνοώντας τις διεκδικήσεις μας.
Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά αρχίζει με απόπειρες εφαρμογής του νέου νόμου-πλαίσιο τον οποίον η συντριπτική πλειοψηφία της πανεπιστημιακής κοινότητας έχει απορρίψει και ζητά την απόσυρσή του για τις δραματικές συνέπειες που θα έχει στη λειτουργία του Πανεπιστημίου.
Οι εξελίξεις αυτές πρέπει να αποτραπούν. Γι’ αυτό η πανεπιστημιακή κοινότητα εκφράζει και πάλι την αποφασιστικότητά της.
Με τη συμπόρευση πανεπιστημιακών και φοιτητών και του ευρύτερου κινήματος της παιδείας συνεχίζουμε τον αγώνα για την υπεράσπιση της δημόσιας και δωρεάν ανώτατης εκπαίδευσης, του επιπέδου των σπουδών, της αξίας των πτυχίων και των συλλογικών επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων μας. Αγώνα ενάντια στην αναδιάρθρωση που θέλει να επιβάλει η κυβέρνηση σύμφωνα με τη διαδικασία της Μπολόνια.
Τη συνέντευξη πήρε η Τασία Λιόντου
Νέους ή παλιούς, δημόσιους ή ιδιωτικούς…
Η κοινωνική ασφάλιση αφορά όλους τους εκπαιδευτικούς!
Παρ’ όλο που το ζήτημα του ασφαλιστικού δεν αφορά απλώς μεμονωμένους κλάδους εργαζομένων, αλλά ολόκληρη την κοινωνία, αξίζει κανείς να εστιάσει την προσοχή του σε ένα κλάδο όπως των εκπαιδευτικών.
Και αξίζει γιατί, αφενός, ο κλάδος αποτελείται από ένα πλατύ και ζωντανό δυναμικό ανθρώπων που βιώνουν έντονα το πρόβλημα εδώ και πολλά χρόνια. Η ένταση του προβλήματος (και μάλιστα στις κρίσιμες ηλικίες των 30-40 χρόνων), ο χειρισμός και ο κατακερματισμός του κλάδου, ίσως, μπορούν να καθρεφτίσουν μια πραγματικότητα που συγγενεύει με εκείνη που ζει κάθε εργαζόμενος στο δικό του χώρο. Αφετέρου, αξίζει γιατί ο κλάδος σχετίζεται και έμμεσα με το ζήτημα: οι εκπαιδευτικοί έρχονται σε στενή επαφή με τα παιδιά, επηρεάζουν την εικόνα τους για τον κόσμο. Ο ανασφαλής εκπαιδευτικός φροντίζει πρώτα απ’ όλα για τη δική του στοιχειώδη επιβίωση, για το κυνήγι του μεροκάματου – παύει να είναι πρώτα και κύρια λειτουργός. Χάνει εξαρχής την ευκαιρία να ασκήσει το παιδαγωγικό του έργο ελεύθερα και με ηρεμία (ιδιαίτερα σε εποχές που το εκπαιδευτικό τέλμα δεν μπορεί να αγνοηθεί από κανέναν). Αντικατοπτρίζει το νέο πρότυπο απασχολήσιμου εργαζόμενου στα μάτια των μαθητών.
Υπόδουλοι στην ωρομισθία
Οι αλλαγές στο ασφαλιστικό, καταρχάς, έχουν συντελεστεί εδώ και χρόνια στο χώρο των εκπαιδευτικών, με όχημα την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας, τόσο στο δημόσιο (ωρομίσθιοι, αναπληρωτές, καθηγητές ΙΕΚ) όσο και στον ιδιωτικό τομέα (εργαζόμενοι σε φροντιστήρια, ιδιωτικά σχολεία κλπ). Μια κομβική στιγμή ήταν ο νόμος Αρσένη: η κατάργηση της επετηρίδας, το στοίβαγμα των αδιόριστων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών στους πίνακες του υπουργείου κάθε χρόνο, το κυνήγι για το διορισμό μέσω ΑΣΕΠ, άρχισαν να συνοδεύουν την αναγωγή του ασφαλιστικού δικαιώματος σε …κλάσματά του (21 ώρες μάθημα εβδομαδιαίως το πλήρες ωράριο – οι ωρομίσθιοι δεν έχουν συνήθως πάνω από 12, οι τρεις καλοκαιρινοί μήνες δεν λογίζονται συντάξιμοι για κανέναν εκτός από τους μόνιμους, στα φροντιστήρια δε λίγοι παίρνουν όσα πραγματικά δικαιούνται). Οι νέοι που εργάζονται στην εκπαίδευση ήδη, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν το πότε και το πώς θα συνταξιοδοτηθούν. Κανείς δε «βλέπει» τόσο μακριά όταν αγωνίζεται να «συμπληρώσει ώρες» όπως μπορεί. Ή, αντίστροφα, όλοι αναγνωρίζουν ως λύση το μάζεμα των μορίων και το διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, όσο χρόνο και να χρειαστεί. Τα συντάξιμα χρόνια, ουσιαστικά, αρχίζουν για όλους τη στιγμή της μονιμοποίησής τους. Δυστυχώς, όμως, και παρά τα τεράστια κενά στα σχολεία, 1 στους 10 διορίζεται.
Ο χρόνος αναμονής ορισμένων ειδικοτήτων για μόνιμο διορισμό στα δημόσια σχολεία φτάνει ακόμη και την εικοσαετία από τη λήψη του πτυχίου. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία που αφορούν τους διορισμούς από τον Eνιαίο Πίνακα Aναπληρωτών, οι ειδικότητες με τον μεγαλύτερο χρόνο αναμονής είναι οι φυσικοί με μέσο όρο ηλικίας τα 41 χρόνια, οι μαθηματικοί με μέσο όρο ηλικίας τα 40 χρόνια και ακολουθούν οι καθηγητές γαλλικής γλώσσας στα 39 χρόνια τους, οι δε φιλόλογοι στα 34 χρόνια. Οι ωρομίσθιοι και αναπληρωτές καθηγητές πληρώνονται κάθε 4 μήνες, ενώ το ταμείο ανεργίας τόσο για τους ωρομίσθιους, όσο και για τους φροντιστηριακούς καθηγητές είναι δεδομένο για το καλοκαίρι μόνο αν υπάρχει ο απαιτούμενος αριθμός ενσήμων.
Κατακερματισμός εκπαιδευτικών – τεμαχισμός δικαιωμάτων
Το κράτος πρωτοστάτησε την τελευταία δεκαετία στη διαμόρφωση αυτού του τοπίου στην εκπαίδευση, και οι ιδιώτες απλώς εκμεταλλεύτηκαν τις ευκαιρίες για εύκολη κερδοφορία. Η αλήθεια είναι πως με τις επερχόμενες αλλαγές το κράτος θεσμοθετεί αυτό που όλοι γνωρίζουν: η περίθαλψη, η ασφάλιση, η σύνταξη δεν είναι δεδομένες για κανέναν. Όσα κομμάτια εκπαιδευτικών είχαν μείνει έξω από αυτή την πραγματικότητα θα πρέπει να το αποδεχθούν.
Δύο ή τρεις νέοι εκπαιδευτικοί πλέον έρχονται στη θέση του ενός (και μοιράζονται αντίστοιχα το μισθό και τα ασφαλιστικά του δικαιώματα). Αυτή η πρακτική αφορά καθολικά την εκπαίδευση. Χρόνια τώρα, δεν παλεύεται από κανένα συνδικαλιστικό φορέα το αίτημα της επαναφοράς της επετηρίδας και, άρα, της οριστικής κατάργησης του καθεστώτος των ωρομίσθιων και αναπληρωτών καθηγητών που καλύπτουν πάγιες ανάγκες. Το αίτημα θα μπορούσε να συνενώσει όλα τα ζωντανά κομμάτια της εκπαίδευσης. Αντιθέτως, βασιλεύει ο κατακερματισμός (οριζόντιος και κάθετος):
• Υπό το πρόσχημα της ομαλής ένταξης όλων των δημοσίων υπαλλήλων στο ασφαλιστικό σύστημα, οι ασφαλισμένοι μόνιμοι εκπαιδευτικοί χωρίστηκαν σε τρεις βασικές κατηγορίες και ανάλογα τους αφαιρέθηκαν δικαιώματα. Απελπιστική είναι η χειροτέρευση των όρων συνταξιοδότησης όσων διορίστηκαν μετά την 1/1/1993.
• Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί χωρίζονται σε 2 ταχύτητες: στους εργαζόμενους σε φροντιστήρια και ΙΕΚ που ζητάνε την αναγνώριση της προϋπηρεσίας τους και σε όσους εργάζονται σε σχολεία που, αν είναι και πλήρους απασχόλησης, μοριοδοτούνται, υπό πολλές προϋποθέσεις πάλι, σε περίπτωση απόλυσης. Σνομπισμός και καχυποψία εκατέρωθεν – στάση που καλλιεργείται και από συνδικαλιστικές παρατάξεις. Απροθυμία της συνδικαλιστικής ηγεσίας να πιέσει αποφασιστικά για την εφαρμογή ακόμα και των νόμιμων ιδίως σε νέους καθηγητές (ελάχιστα ένσημα για τους μεν, κατάχρηση του όρου «αναπληρωτής», έλλειψη διοριστήριων, παράνομες απολύσεις και ελαχιστοποίηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων για τους δε).
• Ρήξη μεταξύ των ομοσπονδιών δημοσίων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών ΟΛΜΕ-ΔΟΕ και ΟΙΕΛΕ, αδυναμία συνεννόησης πάνω στα συνολικά προβλήματα του κλάδου και της εκπαίδευσης (ξανά σνομπισμός και εχθρικό κλίμα). Ανύπαρκτη συμμετοχή και στήριξη στους περσινούς αγώνες των δασκάλων από ΟΛΜΕ και ΟΙΕΛΕ, ανάδειξη της ΟΙΕΛΕ σε προνομιακό συνομιλητή της εκάστοτε κυβέρνησης με κάθε ευκαιρία και πρόσχημα διαλόγου, συχνό «άδειασμα» των ιδιωτικών από τους δημόσιους, και πολλά άλλα…
Το σχήμα επίθεση στα ασφαλιστικά δικαιώματα μέσω των ελαστικών εργασιακών σχέσεων – χειρισμός, ατομικές λύσεις και ψευδαισθήσεις (ΑΣΕΠ, κυνήγι μορίων) – κατακερματισμός και ευθύνες στις συνδικαλιστικές ηγεσίες είναι κοινό σε πολλούς εργασιακούς κλάδους. Και ιδιαίτερα αφορά νέους εργαζόμενους που πολλά χρόνια τώρα είναι σαν να μην υπάρχουν (για τα συνδικάτα), σαν να μη βιώνουν την πιο μαύρη εργασία (για το κράτος), σαν να μην πρόκειται για συναδέλφους (για όλους τους υπόλοιπους εργαζόμενους).
Κοινή για όλους είναι και η συγκυρία του ασφαλιστικού που αντικειμενικά συνενώνει και δεν διασπά. Απαραίτητο είναι η εκπαιδευτική Αριστερά να δει κάποια στιγμή ενιαία και στο σύνολό της την πραγματικότητα. Απαραίτητο είναι κάθε προοδευτικός, υγιώς σκεπτόμενος εκπαιδευτικός να αποδοκιμάσει τη λογική της πολυδιάσπασης που έφερε τα πράγματα εδώ που έφτασαν. Απαραίτητο είναι τα ζωντανά κομμάτια της εκπαίδευσης να δώσουν το δικό τους παρόν στο μέτωπο του ασφαλιστικού που φαίνεται πως ανοίγει.
Σ.Ρ. εργαζόμενος σε ιδιωτικό σχολείο – Αθήνα
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα 5%…
Δυστυχώς δεν ήταν έκπληξη: η κυβέρνηση για 4η συνεχόμενη χρονιά υποχρηματοδοτεί τη δημόσια εκπαίδευση. Έκπληξη αποτελούν τόσο το μέγεθος αυτής της υποτίμησης όσο και το πού θα καταλήξουν κι αυτά τα λιγοστά ψίχουλα (βλέπε παρακάτω). Μ’ αυτόν τον τρόπο θέλουν οι γονείς να στραφούν στη μοναδική διέξοδο που έχουν αφήσει διάπλατα ανοιχτή: την ολοκληρωτική εισβολή ιδιωτικών κεφαλαίων και επενδύσεων.
Οι προβλεπόμενες δαπάνες στον Τακτικό Προϋπολογισμό (Τ.Π.) και στο Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων ανέρχονται στα 7.656 εκατ. ευρώ. Αποτελούν το 3,42% του ΑΕΠ, όσο εκτιμάται ότι θα διατεθεί και το 2007. Η κυβέρνηση κάνει λόγο για αύξηση 6,5% των δαπανών και κρύβει ότι τα ποσοστά πάντα συγκρίνονται με την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, που είναι 7%, και συνεπώς έχουμε μείωση. Έτσι, οι δαπάνες συνολικά του Τ.Π. αυξάνονται κατά 7,5%, για τους εξοπλισμούς κατά 8,3%, για τη δημόσια τάξη κατά 9,3% κοκ – αύξηση, δηλαδή, έχουμε στους τομείς που ενδιαφέρουν τον Αλογοσκούφη και τους προϊσταμένους του.
Μάλιστα, το Προσχέδιο συντάχθηκε υπολογίζοντας το ΑΕΠ στα 224 δισ. ευρώ το 2008 ενώ με την επικείμενη αναθεώρησή του που θα εγκρίνει η ΕΕ θα φτάσει στα 275 δισ. ευρώ. Το 3,42% για την παιδεία θα μετατραπεί αυτομάτως σε 3,09% και θα είναι το χαμηλότερο ποσοστό για την εκπαίδευση εδώ και δεκαετίες.
Ενδεικτικά αν συγκρίνουμε το ποσοστό αυτό με το αντίστοιχο 29 ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα βρίσκεται με απόσταση στην τελευταία θέση. Ο μέσος όρος των χωρών αυτών είναι 5,4% και η χώρα μας κοντεύει να αγγίξει το 50% του αριθμού αυτού. Και ενώ οι μέσες δαπάνες εκπαίδευσης ανά μαθητή στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στις χώρες της ΕΕ ανέρχονταν σε 6.300 ευρώ, εμείς δίναμε μόλις 4.515 και συνεχίζουμε προς τα κάτω φέτος.
Πού θα πάνε τα λεφτά;
Οι πιστώσεις του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων για πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα καλύψουν:
• τη μισθοδοσία των εκπαιδευτικών που προσλήφθηκαν κατά το τρέχον έτος,
• την αύξηση του ειδικού επιδόματος των εκπαιδευτικών (οι εναπομένουσες δόσεις από τα περίφημα 176 ευρώ),
• τις δαπάνες αναβάθμισης της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης,
• την επέκταση του θεσμού των ολοήμερων σχολείων (ενώ όσα λειτουργούν… υπολειτουργούν),
• τις δαπάνες επέκτασης του προγράμματος διδασκαλίας δεύτερης ξένης γλώσσας στο δημοτικό σχολείο,
• τις δαπάνες διασύνδεσης των σχολικών μονάδων με το πανελλήνιο σχολικό δίκτυο και
• τη συνέχιση του προγράμματος ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό.
Κάποιες παρατηρήσεις στα παραπάνω:
• Ο αριθμός των προσληφθέντων είναι από τους πλέον ανεπαρκείς των τελευταίων ετών και ανάλογη και η μισθοδοσία τους. Πολλά κενά ακόμα δεν έχουν καλυφθεί και ως γνωστόν τελευταία στιγμή καταφεύγουμε σε ωρομίσθιους…
• Στην εκκλησιαστική εκπαίδευση θα πάει μεγάλο μέρος των κονδυλίων και όχι μόνο: σε άλλο σημείο του προσχεδίου αναφέρεται η περαιτέρω ενίσχυση της στροφής προς την εκκλησία μέσω γενναίων πιστώσεων υπό τον τίτλο «Νέα Προγράμματα».
• Δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τις παραπάνω από αναγκαίες προσλήψεις, για αυξήσεις στους μισθούς, για την υλικοτεχνική υποδομή που έχει αφεθεί στις ΣΔΙΤ και στους αετονύχηδες της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Με λίγα λόγια, τα λεφτά μειώνονται, από αυτά τα λίγα ελάχιστα πηγαίνουν στη στήριξη της δημόσιας εκπαίδευσης (εκπαιδευτικοί, υποδομές) και το μεγάλο μέρος στηρίζει πολιτικές σκοπιμότητες του ΥΠΕΠΘ (εκκλησία, δεύτερη ξένη γλώσσα, στήσιμο του σχολικού δικτύου σαν υποδομή για να στηθούν οι μηχανισμοί αξιολόγησης). Πώς το είχαν πει αυτό με το «η παιδεία εθνική προτεραιότητα»;
Αλέξης Τσίπρας, αδιόριστος φιλόλογος, εργαζόμενος σε φροντιστήριο – Θεσσαλονίκη
5 ερωτήματα για το ρόλο και το περιεχόμενο του σχολείου
Κείμενο εισήγησης ομάδας εκπαιδευτικών προς το Δίκτυο Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία
Ερώτημα 1ο
Ποιος θα έπρεπε να είναι ο ρόλος και το περιεχόμενο του σχολείου;
Το σχολείο ως θεσμός έχει τη δικιά του ιστορία. Παλιότερα στόχος ήταν να μάθει στα παιδιά βασικά στοιχεία ανάγνωσης, γραφής, αριθμητικής κοκ, και μαζί να διαφυλάξει την «ελληνορθόδοξη παράδοση». Αργότερα δόθηκε βάρος στην απόκτηση βασικών γνώσεων για τα παιδιά που ήθελαν να προχωρήσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και βασικών επαγγελματικών γνώσεων για όσα παιδιά προορίζονταν για χειρωνάκτες, τεχνίτες, εργάτες. Σήμερα και η κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ και οι διεθνείς οργανισμοί (ΟΟΣΑ, ΕΕ κλπ) τονίζουν την ανάγκη να αλλάξει ο ρόλος του σχολείου.
Αντιγράφουμε από την πρόσφατη έκθεση του ΕΣΥΠ: «Οι σημερινές κοινωνίες χαρακτηρίζονται –εκτός των άλλων– από την πολυ-πολιτισμική τους φύση, την πρόκληση της ολοένα και περισσότερο αυξανόμενης και ταχύτατα διαδιδόμενης γνώσης, αλλά χαρακτηρίζονται ταυτοχρόνως και από οικονομική αστάθεια και μια δραματικά αυξανόμενη ένταση σχετικά με την αβεβαιότητα εργασιακής απασχόλησης. Χαρακτηρίζονται ταυτοχρόνως και από την οικολογική κρίση που έχει γίνει μεν παγκόσμια συνείδηση δεν έχει όμως μετατρέψει τις στάσεις, πολύ δε περισσότερο, τη συμπεριφορά των πολιτών… Τέλος, η τεχνολογία αποτελεί σημαντικό παράγοντα τόσο της μάθησης όσο και της επαγγελματικής ζωής των πολιτών σε σημείο που ο γραμματισμός στην Πληροφορική να συνιστά το εκ των “ουκ άνευ”. Το εκπαιδευτικό σύστημα σήμερα δεν μπορεί παρά να λάβει υπ’ όψιν του αυτές τις νέες συνθήκες και να τις ενσωματώσει στους σκοπούς, στη φύση και το χαρακτήρα του… Η εκπαίδευση είναι ένα από τα κύρια μέσα για να αποκτήσουν οι πολίτες δεξιότητες, ικανότητες και γνώσεις απαραίτητες για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων και της αβεβαιότητας που προκαλείται από τις ταχύτατες εξελίξεις, την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, την ανεργία και τη συνεχή διαφοροποίηση της απασχόλησης, τις δημογραφικές εξελίξεις, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την μετακίνηση πληθυσμών, την ανάπτυξη της επικοινωνίας».
Και το πρόβλημα ξεκινάει από ‘δω, από τη ρίζα του. Όχι, ο ρόλος του σχολείου δεν είναι να κάνει όλα αυτά τα πράγματα. Δεν είναι μηχανισμός «ανακούφισης» από τις συνέπειες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Σκοπός του σχολείου είναι να αποκτούν τα παιδιά γνώσεις, γνώσεις για το φυσικό κόσμο και τους νόμους του, γνώσεις για το «τι, πως και γιατί» της κοινωνίας. Είναι το γνωστό, παλιό «να μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα». Όχι δεξιότητες και σίγουρα όχι ύμνους για το ζοφερό κόσμο που περιγράφει το ΕΣΥΠ. Ανεπηρέαστο από τις εξελίξεις και από τις αλλαγές; Βεβαίως και όχι, αλλά δεν βλέπουμε κανένα λόγο να «ενσωματώσει το σχολείο στους σκοπούς, στη φύση και στο χαρακτήρα του… την αβεβαιότητα της εργασιακής απασχόλησης». Εκτός και αν καλεστούμε να διδάξουμε τα παιδιά τον τρόπο για να ακυρώσουν / ανατρέψουν αυτή την αβεβαιότητα. Τότε όμως πάμε σε άλλη συζήτηση. Το βασικό που πρέπει να υπερασπιστούμε είναι η αναγκαιότητα του μορφωτικού ρόλου του σχολείου σε στοιχειώδεις και βασικές γνώσεις (γενικές και τεχνικές) σε αντιπαράθεση με το σχολείο-παροχέα δεξιοτήτων προς πάσα νόσο της παγκοσμιοποίησης…
Ερώτημα 2ο
Γιατί τα παιδιά βαριούνται το σχολείο; Γιατί δεν εμπνέονται; Τι φταίει που οι μαθητές μας δηλώνουν –συχνά με κατηγορηματικό και αφοπλιστικό τρόπο– «και σε τι θα μου χρησιμεύσει εμένα η Φυσική»;
Είναι λάθος και εκ του πονηρού όταν αυτή η διαπίστωση μένει μόνο στο σχολείο. Τα παιδιά βαριούνται το σχολείο όπως και τους τρόπους διασκέδασης και ψυχαγωγίας που τους προσφέρονται, όπως και πολλά άλλα πράγματα στην κοινωνία. Υπάρχει ένα πρόβλημα οράματος, κινήτρου γενικότερα, και αυτό αφορά τα αδιέξοδα και την ανασφάλεια που δημιουργεί αυτή η κοινωνία. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι κοινωνιολόγοι στο εξωτερικό χαρακτηρίζουν τη νέα γενιά ως «no future» γενιά. Όλοι έχουμε αναρωτηθεί γιατί πολλά παιδιά προτιμούν τις στρατιωτικές και τις αστυνομικές σχολές.
Υπάρχει όμως μια ιδιαίτερη πλευρά που αφορά το σχολείο. Και αυτή έχει να κάνει με το παράδοξο ότι στους χώρους που θα έπρεπε να καλλιεργείται η φιλομάθεια και το πάθος για τη γνώση, γίνεται το εντελώς ανάποδο. Και αυτό είναι λογικό όταν όλη η εκπαιδευτική διαδικασία υποτάσσεται στις εξετάσεις. Καλούμε το μαθητή να διαβάσει, όχι για να μάθει αλλά για να εξεταστεί. Δεκαετίες τώρα καλλιεργούμε (οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί) την αντίληψη ότι χρήσιμο να διδαχθεί είναι αυτό που θα μπει στις εξετάσεις. Και γι’ αυτό το δομικό πρόβλημα, το ΥΠΕΠΘ και διάφορα «think tank» της εκπαίδευσης προτείνουν περισσότερη αξιολόγηση, περισσότερες εξετάσεις και εγκλωβίζουν τη συζήτηση στο αν η προετοιμασία για την τριτοβάθμια θα γίνεται με ένα προπαρασκευαστικό έτος εντός ή εκτός Λυκείου. Και στις υπόλοιπες τάξεις; Περισσότερη αξιολόγηση, περισσότερες εξετάσεις και από νωρίς νωρίς!
Πέρα όμως από τις εξετάσεις, που είναι μια διαδικασία που έρχεται από τα παλιά –αν και η «μεταρρύθμιση Αρσένη» ήταν μια τομή σε αυτή την κατεύθυνση–, αυτή η απαξιωτική αντίληψη για τη γνώση εμπεδώνεται όλο και περισσότερο με τις πολιτικές που δρομολογούνται. Και πάλι η έκθεση του ΕΣΥΠ προτείνει μια αλλαγή στα αναλυτικά προγράμματα σε δύο άξονες. Βάρος στην πληροφορική και στις ξένες γλώσσες γιατί στην σημερινή εποχή αυτά είναι χρήσιμες δεξιότητες και βάρος σε προγράμματα «ανοιχτά στην τοπική κοινωνία» γιατί μόνο έτσι μπορεί να δει ο μαθητής άμεσα και σε σχέση με «τα βιώματά του» τη χρησιμότητα μιας νέας δεξιότητας. Τα παραπάνω είναι ορατά ήδη από τα νέα βιβλία της Γλώσσας όπου η γραμματική και το συντακτικό έχουν πάει στα αζήτητα προς όφελος της χρήσης της γλώσσας. Γιατί να κουράζεσαι να μάθεις όλους τους τύπους και τους νόμους της γραμματικής όταν το πιο πιθανό είναι να συντάσσεις βιογραφικά και να διαβάζεις απλά manual ηλεκτρονικών συσκευών; Τα τραγικά αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι ήδη ορατά…
Ερώτημα 3ο
Υπάρχουν αλλαγές στις κοινωνίες τα τελευταία χρόνια που αντανακλώνται και στα παιδιά. Στην αύξηση της βίας, στην αδιαφορία για το περιβάλλον, στην αύξηση των αποκλεισμών και σε όλα τα μεγάλα σύγχρονα προβλήματα, πώς μπορεί να επηρεάσει το σχολείο;
Η Αμάρυνθος δεν απέχει πολύ. Ούτε η εξέγερση των γαλλικών γκέτο, από την άλλη. Αναφέρθηκε και πριν η τοποθέτηση του ΕΣΥΠ για το ρόλο του σχολείου σε συνθήκες παγκόσμιας οικονομίας κλπ. Το πρώτο πράγμα είναι ότι ειδικά για το θέμα της βίας η λύση δεν είναι η καταστολή. Στα σχολεία στις ΗΠΑ και στη Μ. Βρετανία υπάρχουν αστυνομία, φρουροί, μηχανήματα ανίχνευσης για όπλα κλπ. Αυτά όμως δεν εμπόδισαν τα ακραία φαινόμενα βίας, ακόμα και ένοπλης, που έχουν ενταθεί τα τελευταία χρόνια. Το δεύτερο είναι ότι σήμερα προβάλλεται, σε βάρος του μορφωτικού ρόλου του σχολείου, μια δήθεν κοινωνικά ευαίσθητη πολιτική σαν τρόπος διδασκαλίας. Και αυτή η πολιτική έρχεται και πατάει στην αγωνία, αφενός, εκπαιδευτικών και μαθητών για όσα συμβαίνουν γύρω τους και στην ανάγκη, αφετέρου, να παρεκκλίνουμε για κάποιες ώρες από τα ασφυκτικά πλαίσια της «ύλης» και να γίνονται δράσεις και συζητήσεις για κοινωνικά θέματα μέσα στην τάξη. Το ποια είναι η πολιτική αυτή, το περιέγραψε με τον καλύτερο ο νέος (και πιο άγρια νεοφιλελεύθερος) πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας, ο Γκόρντον Μπράουν. Σύμφωνα λοιπόν με την πρόταση αυτή, στο σχολείο του 21ου αιώνα πρέπει να αναμορφωθούν τα σχολικά προγράμματα. Δεν αρκεί σήμερα ένα παιδί να μαθαίνει γραμματική, μαθηματικά και ιστορία (αν και ο συγκεκριμένος υποσχέθηκε ότι θα ρίξει βάρος στα μαθηματικά γιατί το επίπεδο των αποφοίτων του βρετανικού εκπαιδευτικού συστήματος είναι απελπιστικό). Πρέπει να μπουν προγράμματα και δράσεις «για την υπερθέρμανση του πλανήτη», μάθημα «για την πολυ-πολιτισμική κοινωνία», για την «αταξική κοινωνία των ευκαιριών»(!) κ.ά. Και για το περιεχόμενο αυτών των «μαθημάτων» και προγραμμάτων δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία. Η υποδοχή του DVD του οικο-ευαίσθητου Αλ. Γκορ πρόσφατα από το ΥΠΕΠΘ δεν αφήνει περιθώρια παρεξηγήσεων. Αφού ο ρόλος του σχολείου ως χώρος μετάδοσης γνώσεων έχει απαξιωθεί και ο εκπαιδευτικός όλο και πιο συχνά προσφεύγει στην «κουβεντούλα» μέσα στην τάξη περί διαφόρων κοινωνικών θεμάτων, ας μην τον αφήνουμε να λέει και ό,τι θέλει! Ένα σχολείο που θα παρέχει δεξιότητες αντί για γνώσεις πρέπει να συμπληρωθεί και από ένα σχολείο που θα διαπαιδαγωγεί μέλη ΜΚΟ αντί για πολίτες.
Είναι αυτονόητο ότι ο εκπαιδευτικός πρέπει να συζητάει με τους μαθητές του διάφορα θέματα. Όμως αυτό σήμερα γίνεται κάτω από τη σκιά της απαξίωσης του σχολείου και σχεδιάζεται να γίνει με τρόπο οργανωμένο και συμβατό στις κατευθύνσεις της αγοράς και των κυβερνήσεων. Το αν φυσήξει ένας άλλος άνεμος κοινωνικού προβληματισμού και πολιτικοποίησης των σχολείων δεν σχετίζεται με το να γεμίσουμε τα σχολεία με τέτοιου τύπου προγράμματα, αλλά με το να οικοδομηθεί ένα μορφωτικό κίνημα μέσα στους εκπαιδευτικούς και στους μαθητές.
Ερώτημα 4ο
Μήπως είναι παρωχημένος ο τρόπος οργάνωσης και διδασκαλίας; Είναι δυνατόν να κάνουμε τα ίδια βιβλία με αυτά που είχαμε 20 χρόνια πριν; Δεν είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε σε καινοτομίες και άλλους τρόπους διδασκαλίας;
Έννοιες όπως η καινοτομία και η μεταρρύθμιση είναι θετικές μόνο όταν οδηγούν προς την πρόοδο. Από μόνες τους δε λένε τίποτε. Και εδώ έχουμε ένα λαθεμένο σχήμα. Το σχολείο είναι σε κρίση (σωστή διαπίστωση), χρειάζονται αλλαγές και καινοτομίες (επίσης σωστή διαπίστωση), να αλλάξει ο ρόλος του σχολείου, του εκπαιδευτικού, η ίδια η έννοια της μόρφωσης ώστε να γίνουν συμβατά με τις «σύγχρονες αλλαγές στις παγκοσμιοποιημένες κοινωνίες» (λάθος συμπέρασμα).
Και το συμπέρασμα είναι λάθος γιατί σαν χάπι στον πονοκέφαλο προτείνεται η αιτία του πονοκεφάλου. Η κρίση του σχολείου οφείλεται στην κρίση που υπάρχει σε όλους τους τομείς της κοινωνίας λόγω αυτών των «σύγχρονων αλλαγών». Ο τεμπέλης εκπαιδευτικός είναι καρπός ενός απαξιωμένου σχολείου, ενός θεσμού συμπληρωματικού στο φροντιστήριο. Ο εκπαιδευτικός που λειτουργεί με δημοσιοϋπαλληλικό πνεύμα είναι καρπός της υποταγής των πάντων στους διευθυντές (και μεθαύριο στους αξιολογητές;). Έχουν αναποδογυριστεί αίτιο και αποτέλεσμα. Οι μαθητές έχουν βασικά προβλήματα στη γραφή, στα μαθηματικά κοκ έχοντας –όχι πάντα– χειρότερα βιβλία σε σχέση με τους παλιότερους μαθητές.
Έχει γίνει κατορθωτό να αναζητούμε τη λύση του προβλήματος στον εκπαιδευτικό και στη διδασκαλία ενώ το πρόβλημα είναι πολιτικό και κοινωνικό. Και οι πυλώνες που προτείνονται σαν λύση, μάλλον θα οξύνουν το πρόβλημα και όχι το ανάποδο. Ποια είναι η συνθηματολογία ΥΠΕΠΘ, Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, εκπαιδευτών στα ΠΕΚ, συμβούλων κλπ για να φύγει το σχολείο από την κρίση; Αρκούμαστε, προς το παρόν, να θέσουμε κάποια ερωτήματα, γιατί έχουν γραφτεί πολλά για αυτά τα πράγματα.
1. Μαθαίνω πώς να μαθαίνω και μέθοδος project: Ο πυρήνας όλων των καινοτομιών. Γενικά σωστό σύνθημα. Υπό πολλές προϋποθέσεις όμως. Ένας διδακτορικός φοιτητής κάνει έρευνα, συσχετίζει αίτια με αποτελέσματα, ψάχνει σε πηγές και στο internet, κάνει κριτική στα δεδομένα που βρίσκει. Με λίγα λόγια μαθαίνει πώς να μαθαίνει και έτσι προκύπτει και η νέα γνώση. Είναι όμως 25 και 30 ετών. Όχι 8 ή 14! Και το ζητούμενο από τους μαθητές δεν είναι να παράξουν νέα γνώση, αλλά να αφομοιώσουν (και όχι να παπαγαλίσουν) την ήδη υπάρχουσα. Όταν όμως από τα νέα βιβλία απουσιάζουν η ανάλυση, η σχέση αιτίου-αποτελέσματος, η καθοδήγηση, η επεξήγηση και η υπόδειξη και ο εκπαιδευτικός καλείται απλά να οργανώνει το «παιχνίδι» και να θέτει ερωτήματα, τότε αναρωτιόμαστε μήπως καλούμαστε να μάθουμε πώς να μαθαίνουν… πίθηκοι κάποιες δεξιότητες, και όχι παιδιά που πριν αποκτήσουν κριτική σκέψη πρέπει πρώτα να αποκτήσουν οργανωμένη και συγκροτημένη σκέψη. Και συγκροτημένη σκέψη καταρχάς σημαίνει να μη βομβαρδίζονται με λέξεις που δεν μπορούν να κατανοήσουν λόγω ηλικίας (όπως γίνεται κατά κόρον με τα νέα βιβλία που κατεβάζουν την ύλη σε χαμηλότερες τάξεις) και να μαθαίνουν να συνδέουν τη σχέση αιτίου-αποτελέσματος (κάτι που δεν γίνεται στα νέα βιβλία), να εξηγούνται τα τι, πως και γιατί. Το προβαλλόμενο μοντέλο, που μοιάζει με πλοήγηση στο internet, δεν οδηγεί σε καμία συγκρότηση της σκέψης και απλώς «μπουκώνει» τους μαθητές με ένα σωρό εικόνες, πληροφορίες και σκόρπιες λέξεις.
2. Ομαδοσυνεργατική μέθοδος διδασκαλίας και διαθεματικότητα. Τέλος στη μετωπική διδασκαλία; Δηλαδή στην εικόνα του εκπαιδευτικού που «πρήζει» τους μαθητές και ό,τι μάθει όποιος μάθει; Τέλος στη στείρα αποστήθιση «της ύλης» και ανάπτυξη κριτικής σκέψης; Πρώτον, από μεθοδολογική άποψη η «ομάδα» από μόνη της δε λέει και πολλά. Και στον αθλητισμό υπάρχουν ομαδικά αθλήματα, αλλά σε πολλά καλλιεργείται ο ανταγωνισμός και η ανάδειξη του «πρώτου» στην ομάδα, η απόρριψη αυτών που «μένουν πίσω» κλπ. Καμία σχέση με συνεργασία και άμιλλα. Δεύτερον, η ομάδα σαν μέθοδος δε λέει και πολλά χωρίς να εξετάσουμε το στόχο της ομάδας. Είναι διαφορετικό να συνεργαστούν όλοι οι μαθητές μαζί για να προετοιμάσουν τη γιορτή του Πολυτεχνείου και διαφορετικό να συνεργαστούν «για να βρεθεί η πιο οικονομική πρόταση για την τάδε επιχείρηση» (το δεύτερο είχε προταθεί στα σχολεία της Ημαθίας όταν ήθελε να μετακομίσει στη Βουλγαρία η κλωστοϋφαντουργία…). Τρίτον, η διαθεματικότητα και η ομαδοσυνεργατική μέθοδος για να βοηθούν και όχι να χαώνουν-αποβλακώνουν δάσκαλο και μαθητή χρειάζονται ένα ριζικά διαφορετικό πλαίσιο. Δεν κολλάνε οι εξετάσεις που την ίδια στιγμή που λέγονται τόσα για την ανάγκη των «καινοτομιών», την ίδια στιγμή αυξάνονται και αυτές. Χρειάζονται άλλοι ρυθμοί μέσα στα σχολεία, πιο ανθρώπινοι, απαιτούνται άλλες υποδομές. Κυρίως στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση υπάρχει μια μικρή εμπειρία που ήδη δείχνει αυτά τα αδιέξοδα.
Εδώ πρέπει να ξεκαθαριστεί κάτι. Το σχολείο που οραματιζόμαστε δεν είναι το σχολείο της αποστήθισης, ούτε το σχολείο του ατομικού ανταγωνισμού μεταξύ των μαθητών, ούτε της επιβολής του εκπαιδευτικού πάνω στο μαθητή. Το σχολείο που οραματιζόμαστε δεν έχει στο κέντρο του γενικά και αόριστα τον εκπαιδευτικό, ούτε γενικά και αόριστα το μαθητή. Το σχολείο που οραματιζόμαστε έχει στο κέντρο του το στόχο να μορφώνεται ο μαθητής. Οι υποστηρικτές των «καινοτομιών» ξεχνούν αυτό το στόχο. Για την ακρίβεια είναι ειλικρινείς και ομολογούν ότι δεν τους ενδιαφέρει αυτός ο στόχος, αλλά μιλούν γενικόλογα για την ανάγκη αντιστοίχισης με την οικονομία της αγοράς, την παγκοσμιοποίηση κοκ. Θέτουν σαν στόχο τη δημιουργία ενός νέου τύπου ανθρώπου, συμβατού με την οικονομία της αγοράς. Τα συνθήματα «μαθαίνω να μαθαίνω» και «ομαδοσυνεργατική μέθοδος» στην εκπαίδευση είναι η προβολή ενός νέου τύπου εργαζόμενου που οφείλει να συνεργάζεται, να σκέφτεται, να κρίνει και να αποφασίζει, πάντα όμως για το καλό της επιχείρησης. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η δημιουργία ενός ηθελημένα υποταγμένου εργαζόμενου και ηθελημένα υποταγμένου καταναλωτή πρέπει να συσχετιστεί με ένα νέο τύπο σχολείου. Σύμφωνοι, όμως ας ειπωθεί έτσι και ας ξεκαθαριστεί ότι όλες οι προβαλλόμενες σαν αναγκαίες αλλαγές και καινοτομίες δεν έχουν καμία σχέση με τη μόρφωση των παιδιών… Τα παραδείγματα από χώρες του εξωτερικού (από ΗΠΑ και Μ. Βρετανία ως και Γαλλία, Φινλανδία) όπου αυτές οι αλλαγές έχουν δοκιμαστεί εδώ και χρόνια αποκαλύπτουν ότι δημιούργησαν πολλά προβλήματα και αδιέξοδα στο ζητούμενο της μόρφωσης των μαθητών. Τα προβλήματα που συζητάμε εδώ έχουν συζητηθεί αρκετά παλιότερα σε άλλες χώρες, δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Αύξηση του άγχους, της βίας, της σχολικής αποτυχίας και της απόρριψης, του αναλφαβητισμού κλπ. Αυτό δε σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει το καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα. Απλώς, η συζήτηση που ξεκινάει εδώ δειλά δειλά, σε άλλες χώρες γίνεται έντονα και καταδικάζει τις συγκεκριμένες πολιτικές που μάς πλασάρονται τώρα σαν βάλσαμο.
Ερώτημα 5ο
Πάνω σ’ αυτά πώς μπορεί να δράσει διαφορετικά ένας σύλλογος διδασκόντων; Τι μπορεί να κάνει το εκπαιδευτικό κίνημα γύρω από το περιεχόμενο του σχολείου;
Οι εκπαιδευτικοί που βιώνουν τα αδιέξοδα καθημερινά στα σχολεία είναι λογικό να επιθυμούν τις αλλαγές. Και είναι αρκετοί αυτοί που εδώ και χρόνια αναζητούν την καινοτομία καθημερινά για να δημιουργήσουν το κίνητρο στους μαθητές, για να ξεπεράσουν υπαρκτά προβλήματα και εμπόδια μέσα στην τάξη. Είναι πολλοί όμως και οι συνάδελφοι που μπροστά στις δυσκολίες έχουν παραιτηθεί και αντιμετωπίζουν τη δουλειά τους με ένα τυπικό, δημοσιοϋπαλληλικό πνεύμα.
Άρα το πρώτο βήμα που πρέπει να γίνει είναι να ανακτήσουν οι σύλλογοι τον εκπαιδευτικό-παιδαγωγικό τους ρόλο. Να μπουν στη μάχη του περιεχομένου των μαθημάτων, των προβλημάτων στο σχολείο, στη διδασκαλία, στους μαθητές. Όχι για να κάνουν προτάσεις σε διευθύνσεις και ΥΠΕΠΘ που έχουν ως δηλωμένο στόχο την αποδόμηση του σχολείου, αλλά για να αναλάβουν τις ευθύνες τους στο μέτρο που τους αναλογούν και στο βαθμό που μπορούν.
Το δεύτερο βήμα είναι να θέσουν ως κεντρικό στόχο του κινήματος των εκπαιδευτικών «θέλουμε σχολείο που να μορφώνει και όχι να αποβλακώνει». Με το να μπει, καταρχάς, φραγμός στις κυβερνητικές πολιτικές που εδώ και χρόνια διαλύουν το σχολείο. Με το να δημιουργηθεί ένα μέτωπο ανάσχεσης αυτών των πολιτικών. Και για να γίνει αυτό πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι όταν το γενικό πλαίσιο για το σημερινό σχολείο είναι η οικοδόμηση του σχολείου της αγοράς, οποιοδήποτε μέτρο, ρύθμιση, αλλαγή προτείνουμε οι εκπαιδευτικοί θα είναι ενταγμένη σ’ αυτό το πλαίσιο. Και σ’ αυτό έχουμε πλούσια πείρα. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι όλα τα συνθήματα της εκπαιδευτικής πολιτικής του δικομματισμού σήμερα (διαθεματικότητα, δια βίου εκπαίδευση, ομαδοσυνεργατική κλπ) είναι συνθήματα που προέρχονται από την αριστερά και την προοδευτική παιδαγωγική, που τα έκανε πράξη όμως ο νεοφιλελευθερισμός ορίζοντας το δικό του πλαίσιο και το δικό του περιεχόμενο, με εκτελεστές πολλές φορές… πρώην ή νυν αριστερούς. Άρα οποιαδήποτε θεσμική παρέμβαση θα είναι μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, άσχετα με τις προθέσεις αυτών που την κάνουν.
Το τρίτο και το πιο σημαντικό είναι να δώσουμε το δικό μας όραμα για το σχολείο που θέλουμε. Ένα σχολείο που δεν θα μοιάζει σε τίποτα με το σχολείο του χθες και του σήμερα. Ένα σχολείο που θα μορφώνει και δεν θα αποβλακώνει. Και το σχολείο αυτό δεν περιγράφεται τόσο με γενικά συνθήματα, αλλά από την πρακτική στάση μας στα απλά καθημερινά ζητήματα που αντιμετωπίζουμε στα σχολεία. Στις εξετάσεις, στις σχέσεις μεταξύ των συναδέλφων, στις σχέσεις δασκάλου-μαθητή, στο πώς αντιμετωπίζουμε τα σχολικά βιβλία, στη στάση που κρατάμε απέναντι στη διοίκηση, στη στάση απέναντι στους μετανάστες, στους αδύναμους μαθητές. Με λίγα λόγια στην κριτική που ασκούμε στο σχολείο του σήμερα.
Τεχνική Εκπαίδευση: Η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής…
Με την έναρξη της σχολικής χρονιάς ένα κομμάτι των εκπαιδευτικών χάνει την οργανική του θέση και περνά στη χρόνια περιπλάνηση του «υπεράριθμου». Παράλληλα, όπως αναφέρεται σε σχετικό υπόμνημα της ΟΛΜΕ, ένα ποσοστό των μαθητών της Α’ τάξης διαρρέει από τα ΕΠΑΛ χωρίς να συνεχίζει σε κάποιο ΕΠΑΣ και εγκαταλείπει έτσι τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι ταλαίπωροι απορριπτέοι της Β’ ΤΕΕ καλούνται να επαναλάβουν τη φοίτηση επιστρέφοντας στην Α’ ΕΠΑΛ και θυσιάζοντας δυο χρόνια απ’ τη ζωή τους, ενώ μια σειρά από ΤΕΕ είτε συγχωνεύονται σε ΕΠΑΛ ή ΕΠΑΣ, είτε κλείνουν.
Από δίπλα μια σειρά ιδιωτικών σχολών πρόλαβαν την ίδρυσή τους ως ΕΠΑΣ και διαφημίζονται ως φορείς παροχής πτυχίων επιπέδου Γ’, και μάλιστα σε περιοχές και νομούς που δεν έχουν ιδρυθεί δημόσιες ΕΠΑΣ (λ.χ. στο νομό Χανίων). Επιπλέον κάποιες από τις ειδικότητες (π.χ. διατροφής-διαιτολογίας, κοινωνικών φροντιστών) καταργούνται από τη δημόσια τεχνική εκπαίδευση, αφού δε θα λειτουργήσουν ούτε στα ΕΠΑΛ ούτε στις ΕΠΑΣ. Φυσικά τίποτα δεν περιορίζει την ύπαρξη αντίστοιχων τμημάτων στα μεταγυμνασιακά ΙΕΚ, όπως σίγουρη είναι και η δεύρυνση της πελατείας για τα μεταλυκειακά ΙΕΚ ως αποκλειστικοί φορείς παροχής πτυχίων επιπέδου Γ’ (για τον τρίτο χρόνο επαγγελματικής ειδίκευσης με βάση την ευρωπαϊκή νομοθεσία). Το κομμάτι της τεχνικής εκπαίδευσης ανέκαθεν προσφερόταν για τους αετονύχηδες της αγοράς. Πόσω μάλλον τώρα!
Δημιουργήθηκαν, όμως, τα δημόσια ΕΠΑΣ υπό την αιγίδα του υπουργείου Παιδείας και φυσικά ΕΠΑΣ άλλων υπουργείων. Κάποια υπουργεία όπως το Υγείας λ.χ. έχουν μεγάλη «εκπαιδευτική παράδοση», εκπαιδεύοντας χρόνια τώρα τους… «μαύρους λαντζέρηδες» των νοσοκομείων. Αυτοί, και δίπλα τους ο ΟΑΕΔ, αλλά και «πρωτόβγαλτοι» σε τέτοιου είδους υπηρεσίες οργανισμοί άλλων υπουργείων, έχουν να… «συμβάλουν τα μέγιστα» σε υπηρεσίες τεχνικής εκπαίδευσης (βλ. κατάρτιση μιας χρήσεως «απ’ την παραγωγή στην κατανάλωση») με την ίδρυση των δικών τους ΕΠΑΣ.
Αντίθετα με το αίτημα των εκπαιδευτικών να μην κλείσει κανένα ΤΕΕ και όλες οι ειδικότητες να περάσουν στα ΕΠΑΛ, με αναλογία περίπου ένα προς τέσσερα κάποια ΕΠΑΛ τροποποιήθηκαν σε ΕΠΑΣ και μάλιστα με… «συνοπτικές» διαδικασίες και με τμήματα που ανακοινώθηκαν μέσα στο καλοκαίρι. Έτσι οι ΕΠΑΣ «φυτοζωούν» με ελάχιστο αριθμό μαθητών, χωρίς αναλυτικά προγράμματα και βιβλία και με εκπαιδευτικούς σε πλήρη ανασφάλεια για το εργασιακό τους μέλλον. Μόνη προοπτική των μαθητών η στενή κατάρτιση –αμφίβολη κι αυτή– και ούτε καν το τυπικό δικαίωμα για πρόσβαση σε επόμενη εκπαιδευτική βαθμίδα.
Όμως για τους «απαιτητικούς» υπάρχουν τα αναβαθμισμένα ΕΠΑΛ. Εδώ η συμμετοχή στη Γενική Παιδεία, η πρόσβαση σε όλα τα ΑΕΙ και τα ΑΤΕΙ χωρίς περιορισμούς, με ίσους όρους ανταγωνισμού στις πανελλαδικές εξετάσεις με τα παιδιά του Γενικού (τι δικαιοσύνη!). Μα δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο από την «ίση αντιμετώπιση» των παιδιών που ποτέ δεν είχαν ίσες ευκαιρίες κοινωνικά, οικονομικά και εν κατακλείδι μορφωτικά. Τότε απλώς ενισχύεται η ανισότητα. Οι απορριφθέντες του Γενικού Λυκείου των –άλλη κουβέντα αυτό- «ανθεκτικών», στην Α ΕΠΑΛ μάταια για ώρες παραζαλίστηκαν με Άλγεβρα, Γεωμετρία και Φυσικοχημείες στο ίδιο επίπεδο ύλης του Γενικού. Οι ίδιοι έφτασαν, όσοι έφτασαν στη Β’ ΕΠΑΛ με την προσδοκία –τουλάχιστον– για περισσότερες ώρες γνώσης και πρακτικής εφαρμογής στο αντικείμενο της ειδικότητας. Οι ειδήμονες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου δεν κουράστηκαν και πολύ για τη σύνταξη αναλυτικών προγραμμάτων, γιατί τέτοια δεν υπάρχουν, ή όπου υπάρχουν είναι τα… παλιά των ΤΕΕ. Ούτε να συντάξουν καινούρια βιβλία κουράστηκαν, γιατί ούτε βιβλία υπάρχουν, δεν έφτασαν ακόμα. Τα βιβλία που προτείνονται, απ’ την άλλη, είναι τα παλιά που διδάσκονταν και στις τρεις τάξεις του ΤΕΕ και που η διδασκαλία τους θα πρέπει να συμπυκνωθεί στη Β’ ΕΠΑΛ, παρόλο που τα παιδιά δεν έχουν διδαχτεί τίποτα σχετικό στην Α’ και παρόλο που η διδασκαλία του ενός μπορεί να προϋποθέτει γνώσεις από το άλλο. Πρακτικά οι διδάσκοντες καλούνται να… «αυτοσχεδιάσουν», να συντάξουν και να φωτοτυπήσουν ατελείωτες σελίδες σημειώσεων, να συνδέσουν και να καλύψουν την ύλη και να «νιώσουν και τυχεροί» αν ακόμα διατηρούν την οργανική τους θέση.
Όσο για τους μαθητές; Λοιπόν λεω στην επόμενη κατάληψη ας χαμογελάσουμε μπρος και πίσω απ’ τα κάγκελα. Ακόμα κι αν ο κατάλογος των αιτημάτων τους μάς φαίνεται… φτωχός και ανορθόγραφος.
Μαίρη Σταθοπούλου, εκπαιδευτικός – Χανιά
Μ. Βρετανια: Καμπανια Lost For Words… επειδή 1 στα 5 παιδιά δεν ξέρουν να διαβάζουν!!!
Όχι, δε μιλάμε για τους λούμπεν του East London στα χρόνια του Μαρξ. Μιλάμε για το 2007, για ένα από τα πιο ανεπτυγμένα κράτη, στην καρδιά της Ευρώπης, στην καρδιά του «δυτικού πολιτισμού». Η κατάσταση στο εκπαιδευτικό σύστημα στη Μ. Βρετανία έχει φτάσει τόσο πολύ στο απροχώρητο, ώστε το Channel 4 οργανώνει καμπάνια –το κανάλι, όχι το κράτος: το κράτος την «έχει κάνει» από τις υποχρεώσεις του στην εκπαίδευση. Μας θυμίζει κάτι από τις εικόνες με τις φωτιές στην Πελοπόννησο;– για να μάθουν τα παιδιά να διαβάζουν. Περισσότερες πληροφορίες στο site: http://www.channel4.com/culture/microsites/L/lost_for_words
Ζαν Κλωντ Μισεα
Η εκπαίδευση της αμάθειας
Μετάφραση: Άγγελος Ελεφάντης
Εκδόσεις: Βιβλιόραμα, Αθήνα 2002
Ο εκδότης του περιοδικού Πολίτης Άγγελος Ελεφάντης διαλέγει να μεταφράσει το βιβλίο του Ζαν Κλωντ Μισεά, καθηγητή φιλοσοφίας στο Μονπελιέ, γιατί βρίσκει κοινούς προβληματισμούς στα θέματα της παιδείας με τον συγγραφέα.
Διαβάζοντας το βιβλίο του Μισεά, όσοι ασχολούνται με θέματα παιδείας και προβληματίζονται στο ρόλο του «νέου» σχολείου θα βρουν κοινές θέσεις και στόχους, θα αναγνωρίσουν και το δικό τους σχολείο.
Το βασικό στοιχείο που αναδεικνύει ο Μισεά στο βιβλίο του είναι ότι η μόρφωση, δραπετεύει συστηματικά από το δημόσιο σχολείο. Με το πρόσχημα της πολύπλευρης πληροφόρησης, της προσαρμογής στα σύγχρονα δεδομένα και τις «προκλήσεις του μέλλοντος», το σχολείο διδάσκει την αμάθεια. Ο μηχανισμός της αμάθειας λειτουργεί στη βάση του κατακερματισμού της γνώσης, της συλλογής πληροφοριών χωρίς να διακρίνονται οι λεπτομέρειες από τα ουσιώδη στοιχεία. Στο πλαίσιο της ανεργίας και της απαξίωσης της εργατικής δύναμης οι παρεχόμενες γνώσεις απαξιώνονται το πολύ σε μια δεκαετία. Έτσι, οι άνθρωποι κινούνται χρησιμοθηρικά και κρατούν από τις γνώσεις μόνο αυτές που είναι «ωφέλιμες» επαγγελματικά. Ο Μισεά θεωρεί ότι η αμάθεια δεν είναι αποτέλεσμα δυσλειτουργιών της κοινωνίας, αλλά αντίθετα η αναγκαία συνθήκη της ίδιας της ανάπτυξής της. Στην εποχή του «τελικού καπιταλισμού» οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση πετυχαίνουν να διαμορφώσουν ανθρώπους λειτουργικά προσαρμόσιμους στις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής, «καλούς» καταναλωτές.
Ο Μισεά τελειώνοντας το δοκίμιό του θεωρεί ότι αν η εκπαίδευση της αμάθειας και οι «μεταρρυθμίσεις» έχουν εν μέρει λειτουργήσει, τότε το πρόβλημα για την ανθρωπότητα είναι τεράστιο. Χρησιμοποιώντας τη ρήση του Τζεμ Σεμπρούν αναρωτιέται «σε τι είδους παιδιά θα αφήσουμε τον κόσμο;»,
Μαρία Κολόζη, Δασκάλα – Αθήνα
Ταινίες για εκπαιδευτικούς (και όχι μόνο)
Οι παρακάτω ταινίες προτείνονται, όχι τόσο για τις κινηματογραφικές τους αρετές, όσο για το «εκπαιδευτικό τους» περιεχόμενο. Ανεξαρτήτως αισθητικής μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν αφορμή για να ανοίξει η συζήτηση σε διάφορα θέματα που απασχολούν τους εκπαιδευτικούς…
Blackboard Jungle
(Η ζούγκλα του μαυροπίνακα, 1955)
Η πρώτη ταινία με πρωταγωνιστή εκπαιδευτικό που παλεύει σε ένα υποβαθμισμένο σχολείο, με αναφορά και στις φυλετικές διακρίσεις. Στην ταινία ακούγεται το "Rock Around the Clock" στα ξεκινήματα της ροκ-εντ-ρολ μανίας!
Dead Poets Society
(Ο κύκλος των χαμένων ποιητών, 1989)
Μια κλασική ταινία με τον Robin Williams στο ρόλο του αντικομφορμιστή καθηγητή σε ένα αυστηρό σχολείο.
School of Rock (2003)
Χιουμοριστική ταινία με τον Jack Black να γίνεται από συμπτώσεις δάσκαλος σε μια τάξη και να τη μετατρέπει σε ροκ συγκρότημα.
Dangerous Minds
(Ασυμβίβαστη γενιά, 1995)
Άλλη μια ταινία με σχολείο σε υποβαθμισμένα προάστια με την Michel Pfeifer στο ρόλο της εκπαιδευτικού.
Μάθε παιδί μου γράμματα (1981)
Κοινωνική ταινία του Θεόδωρου Μαραγκού όπου εξετάζεται και η εξάρτηση της ελληνικής εκπαίδευσης τόσο από σχήματα και νοοτροπίες του παρελθόντος όσο και από την εξουσία, της οποίας καλείται να γίνει φερέφωνο.
South Park (1997)
Σατιρικό κόμικ με ήρωες τέσσερις αλλόκοτους μικρούς μαθητές στη μικρή «δυσλειτουργική» πόλη του South Park στο Colorado των ΗΠΑ.
Bowling for Columbine (2002)
Ντοκιμαντέρ του Michael Moore για την οπλοχρησία στις ΗΠΑ με αφορμή την επίθεση μαθητών στο σχολείο Columbine.
Elephant (2003)
Ταινία του Γκας βαν Σαντ με θέμα τη βία και τις επιθέσεις εφήβων με όπλα στα αμερικανικά σχολεία, εμπνευσμένη επίσης από την παράλογη δολοφονία 13 μαθητών από συμμαθητές τους στο σχολείο Columbine.
Les Choristes
(Τα Παιδιά της Χορωδίας, 2004)
Μια ταινία για ένα σωφρονιστικό ίδρυμα της Γαλλίας του 1948 και τις διαφορετικές μεθόδους του νέου καθηγητή για τη δημιουργία χορωδίας.
Συνδικαλιστικό κίνημα: Ενωτικά, αριστερά και στροφή στη βάση!
Για τα δημόσια σχολεία, το χάος και η διάλυση είναι φέτος, από την αρχή της χρονιάς, μια κατάσταση που τη βιώνουν με διάφορους τρόπους όλοι οι «μετέχοντες» της ελληνικής παιδείας. Μία οι εκλογές και η απίστευτη καθυστέρηση σε ό,τι αφορά τις τοποθετήσεις των καθηγητών και των δασκάλων, μία τα αλλεπάλληλα κύματα αποσπάσεων (νεοδιόριστων και μη) που ακόμη διαρκούν, μία η καθήλωση των ΠΥΣΔΕ εν αναμονή των νέων προϊσταμένων της εκπαίδευσης (δηλ. μονιμοποίηση των εδώ και 2 χρόνια «προσωρινών» στις περισσότερες περιπτώσεις), μία η καθυστέρηση των βιβλίων (τα τυπογραφεία τύπωναν εκλογικό υλικό!), μία τα νέα κενά και οι νέες αποσπάσεις και οι αναπληρωτές και ωρομίσθιοι, έχει φτάσει τέλος Οκτώβρη και τα σχολεία μόλις και λειτουργούν… Οι μαθητές, που παίρνουν πρώτοι τη σκυτάλη των κινητοποιήσεων με τις καταλήψεις τους, τα θέτουν όλα αυτά (απαράδεκτα κτήρια, ανύπαρκτα βιβλία και καθηγητές) που κάνουν τον κόσμο να αγανακτεί, για να έρθει σε λίγο ως «σωτήρας» η εταιρεία – ή τα ΣΔΙΤ. Και, ασφαλώς, δεν ξεχνούν την περσινή χρονιά με προμετωπίδα το άρθρο 16.
Όχι, η αλήθεια είναι ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει πλέον καμία ανοχή ούτε στην κυβέρνηση ούτε στο νέο εθνικόφρονα υπουργό –παρά τη χαρά για την καταβαράθρωση της Γιαννάκου–, δεν θα έπρεπε να υπομένουμε το χάος και τη διάλυση. Δεν πρέπει να υπομένουμε το αβαντάρισμα της ακροδεξιάς εθνικοφροσύνης με την απόσυρση του βιβλίου της Ιστορίας, δεν είναι λογικό να εθελοτυφλούμε με το άπλωμα των δικτύων της και των επιρροών της μέσα στα σχολειά. Δεν είναι φυσιολογικό να μην είμαστε από τους πρώτους χώρους όπου να γίνεται σάλος με τα μεγάλα ζητήματα που σπεύδει ν’ ανοίξει ο νεοφιλελευθερισμός –και των δύο όψεων–, όπως το ασφαλιστικό και ο προϋπολογισμός.
Διαδικασίες βάσης… στους αιρετούς!
Η ΟΛΜΕ, για άλλη μια χρονιά και μετά από το θερινό συνέδριό της (αλλά και η ΔΟΕ, σε αντίθεση με την περσινή χρονιά) βρίσκεται στη γνωστή αναμονή και αδράνεια. Πέρα από κάποιες ανακοινώσεις –που δεν έρχονται στα σχολεία– για τις «γνωστές» προτάσεις της περί ασφαλιστικού και προϋπολογισμού, δεν φαίνεται να κινητοποιεί το δίκτυο των ΕΛΜΕ, δεν φαίνεται να καλεί σε διαδικασίες βάσης. Δεν έχουν καλεστεί ακόμη τα μέλη των ΔΣ, ενώ αντίθετα έχουν καλεστεί οι αιρετοί των ΠΥΣΔΕ, γιατί αυτό που «καίει» είναι η επιλογή των στελεχών και των νέων διευθυντών των σχολείων. Όχι πως δεν αφορά τους καθηγητές η στελέχωση του σχολείου, το αδιαφανές καθεστώς επιλογής, το ασφυκτικό πλαίσιο που θέλει η διοίκηση να δημιουργήσει, όχι πως περισσεύουν οι όποιες «συμβουλές» της ΟΛΜΕ προς τους Συλλόγους και τους αιρετούς για το ποια στάση οφείλουν να κρατήσουν απέναντι στις διαδικασίες, αλλά αυτό προϋποθέτει και άλλη κινητικότητα, και άλλη σχέση. Και αυτό δεν συμβαίνει, όταν υπάρχει ακόμα μια θολούρα σε ό,τι αφορά τις συνελεύσεις –αρχές Νοέμβρη, με ποιο πρόγραμμα δράσης;– αλλά και σε ό,τι αφορά την ενημέρωση για όσα μας ετοιμάζουν. Και είναι σωστό ότι πρέπει να πάμε με μέτωπο κοινό με όλους τους εργαζόμενους, αλλά αυτό στην πράξη δεν σημαίνει ότι περιμένουμε να δούμε αν θα κάνει κάτι η ΑΔΕΔΥ. Η αναξιοπιστία και η καθυστέρηση συνεχίζεται, παρά την αριστερή κατεύθυνση του νέου προεδρείου (πρόεδρος Καλομοίρης), που λογικά συνεπάγεται ακόμη μεγαλύτερη ευθύνη και εγρήγορση. Η αγωνία της κοινωνίας, δυστυχώς, για άλλη μια φορά, δεν αποτυπώνεται στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Να επιμείνουμε ενωτικά και αριστερά!
Υπάρχει και κάτι άλλο που φαίνεται να αγνοείται. Είναι η δυνατότητα που αναδείχθηκε στις τελευταίες εκλογές: Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι είναι ευνοϊκές οι συνθήκες για ενωτικές αριστερές πρωτοβουλίες και κινήσεις.
Είναι ανάγκη τώρα, ενόψει του σφοδρού κύματος νεοφιλελεύθερης επίθεσης, να εκφραστεί η δυνατότητα αυτή και στο συνδικαλιστικό κίνημα. Μια πρωτοβουλία σαν του «άρθρου 16» θα είχε μια σημασία, καθώς έδειξε πέρσι ότι μπορεί να έχει νικηφόρα αποτελέσματα. Οι αποδέκτες υπάρχουν και το έχουν αποδείξει. Ν’ ανοίξουν διαδικασίες κινήματος, όπως π.χ. ένα κέντρο συζήτησης, ζύμωσης, συντονισμού, όπως ακούστηκε ως πρόταση σε μια συνάντηση των Παρεμβάσεων της Α’ βάθμιας. Να συγκροτηθούν επιτροπές ανά χώρο και γειτονιά.
Η ΔΕΕ και ο απομονωτισμός της δεν είναι το πρόβλημα. Οι υπόλοιποι γιατί δεν μπορούμε; Οι Παρεμβάσεις και η Αγωνιστική Συνεργασία, που βρίσκονται περισσότερο κοντά στη λογική της ενότητας στη δράση, θα μπορούσαν να πάρουν την πρωτοβουλία. Και εδώ πρέπει να αρχίσουν να ξεπερνιούνται οι αγκυλώσεις. Η συνεργασία και η ενότητα θα έπρεπε φέτος να διαπερνάει κάθε κίνηση και πρωτοβουλία, ακόμη και τη διαδικασία των ερχόμενων εκλογών στις κατά τόπους ΕΛΜΕ. Παραδείγματα συνεργασίας υπάρχουν στην επαρχία (Ηλεία, Αιτωλοακαρνανία, Σάμος, Καβάλα, Λασίθι κ.ά) γιατί όχι και στην Αττική, όπου κάθε κίνηση έχει μεγαλύτερη βαρύτητα και επιρροή; Γιατί μόνο στα ΠΥΣΔΕ; Εκεί, άραγε, υπάρχει σύγκληση αρχών και πολιτικών κατευθύνσεων; Άραγε μια συμμαχία ενάντια στη νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση, για την υπεράσπιση της δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης θα ήταν παραβίαση αυτών των αρχών, ή εμπέδωσή τους;
Στέλλα Γιασουρίδου, φιλόλογος – Γλυφάδα
Είδηση! Η ΟΙΕΛΕ πήγε για καφέ στο ΥΠΕΠΘ…
Μια πρώτη βασική διαπίστωση για τα ιδιωτικά σχολεία είναι ότι η κατάσταση χρόνο με το χρόνο χειροτερεύει συστηματικά – από τις συνθήκες όπου καλούνται να δουλέψουν οι εκπαιδευτικοί, τις δυνατότητες που έχει η εργοδοσία να παρεμβαίνει ολοένα και περισσότερο στο εκπαιδευτικό έργο ή και να αυθαιρετεί σε διάφορα ζητήματα, το ωρολόγιο πρόγραμμα, μέχρι και τους διορισμούς και τις απολύσεις.
Φαινόμενα που αρχίζουν να γίνονται ρουτίνα είναι:
• Οι απολύσεις που αιτιολογούνται με εικονικά κλεισίματα τμημάτων ενώ όχι μόνο δεν έχουν κλείσει τμήματα αλλά, αντιθέτως, έχουν ανοίξει.
• Η κάλυψη κενών οργανικών θέσεων εκπαιδευτικών με προσλήψεις αναπληρωτών και όχι με συμβάσεις, πράγμα που είναι παράνομο.
• Ακόμα χειρότερα, η πρόσληψη εκπαιδευτικών ως υπαλλήλων του σχολείου και όχι ως εκπαιδευτικών.
• Οι παρεκκλίσεις κατά το δοκούν από το πρόγραμμα που έχει οριστεί από το υπουργείο.
• Οι παρεμβάσεις των ιδιοκτητών πάνω στο εκπαιδευτικό έργο και η αποδυνάμωση της λειτουργίας των συλλόγων των διδασκόντων.
• Υπάρχουν ακόμα και περιπτώσεις προσλήψεων εκπαιδευτικών που δεν έχουν καν τα τυπικά προσόντα για να διδάσκουν.
Το συνδικαλιστικό κίνημα (ΟΙΕΛΕ, ΣΙΕΛ) βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο νόμο που δίνει τη δυνατότητα στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς να μεταπηδήσουν στη δημόσια εκπαίδευση σε περίπτωση απόλυσής τους. Σε μεγάλο βαθμό έχουν διαπαιδαγωγήσει και τον ίδιο τον ιδιωτικό εκπαιδευτικό να σκέφτεται με παρόμοιο τρόπο. Χρησιμοποιείται σαν απόδειξη αγωνιστικότητας του συνδικαλισμού η υπεράσπιση ενός νόμου για το τι θα συμβεί σε κάποιον σε περίπτωση απόλυσης ενώ δεν γίνεται τίποτα για την κατοχύρωση και την υπεράσπιση του εκπαιδευτικού όσο βρίσκεται στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Έτσι η ΟΙΕΛΕ με βασικό παράγοντα τον ΣΙΕΛ έχει μετατραπεί σε βασικό συνομιλητή του υπουργείου Παιδείας. Συμφώνησε και υπερθεμάτισε για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και την κατάργηση του άρθρου 16, όπως κα παλιότερα με τους νόμους Αρσένη, ενώ εδώ και χρόνια δεν συντονίζεται με το υπόλοιπο εκπαιδευτικό κίνημα, όπως δεν συντονίστηκε με το κίνημα των δασκάλων ή, ακόμα χειρότερα, συμπεριφέρεται εχθρικά σε αυτό. Έτσι, για άλλη μια φορά η ΟΙΕΛΕ βρήκε πολύ εποικοδομητική και ελπιδοφόρα την συνάντηση με τον νέο υπουργό Παιδείας παρόλα τα τεράστια προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί. Κρύβουν κάτω από το χαλί το πραγματικό πρόβλημα που αφορά στο ότι οι ιδιοκτήτες ζητούν ελευθερία κινήσεων σε όλα τα επίπεδα («απολύσεων-προσλήψεων», εκπαιδευτικό έργο κλπ), και ζητούν, ακόμα, ανασφαλείς και πειθήνιους εκπαιδευτικούς, πράγμα το οποίο μέχρι στιγμής το πετυχαίνουν. Μόνη δυνατότητα απάντησης στη σημερινή κατάσταση είναι η οργάνωση των εκπαιδευτικών στα σχολειά, η καθημερινή ενεργητική, συλλογική στάση και δράση μέσα και έξω από τα σχολειά.
Αντρέας Καράμπελας, εργαζόμενος σε ιδιωτικό σχολείο – Αθήνα
Internet, εναλλακτική πληροφόρηση και εκπαιδευτική αριστερά
Είναι γνωστή σε πολλούς εκπαιδευτικούς η δικτυακή πύλη www.alfavita.gr. Έχει κατοχυρωθεί σαν μια πηγή πληροφόρησης για οτιδήποτε αφορά τον εκπαιδευτικό. Έχει «ξεπεράσει» κατά πολύ το www.edra.gr του Λαμπράκη και σε πολλά θέματα είναι πιο ενημερωμένη και από τη σελίδα του ΥΠΕΠΘ.
Η συγκεκριμένη σελίδα δεν είναι όμως κάποιου επιχειρηματία ή εμπόρου. Βασικοί υπεύθυνοι της σελίδας φέρονται στελέχη της εκπαιδευτικής αριστεράς και μάλιστα των πιο αριστερών εκδοχών της. Με αυτήν την έννοια θα περίμενε κανείς κάποια ευαισθησία σε μερικά πράγματα και μια προσπάθεια να διαφυλαχτεί ένας άλλος χαρακτήρας για ένα εναλλακτικό μέσο ενημέρωσης της εκπαιδευτικής αριστεράς. Ποια είναι αυτά τα «προβληματικά» σημεία;
• Η υπερβολική διαφήμιση και προβολή συγκεκριμένων εκδοτικών οίκων. Και είναι πιο προβληματικό όταν αυτοί οι εκδοτικοί οίκοι είναι αυτοί που έχουν κάνει γερό μπάσιμο στη δημόσια εκπαίδευση είτε με τα νέα βιβλία, είτε με τα διάφορα «βοηθήματα» προς κάθε ταλαιπωρημένο υποψήφιο εκπαιδευτικό ή μαθητή…
• Η υπέρμετρη προβολή πάσης φύσεως διαγωνισμών, πανελλαδικών και άλλων εξετάσεων, τεστ δεξιοτήτων, ΑΣΕΠ και ολόκληρου του εμπορίου ελπίδας για μια καλύτερη θέση στον ήλιο. Το να κάνεις κριτική στην εκπαίδευση της αμάθειας και των εξετάσεων είναι αναγκαίο. Και είναι κάπως άκομψο το να «παίζεις» με αυτά, διαφημίζοντας βιβλία του στιλ «πώς θα πετύχεις στις εξετάσεις». Είτε απευθύνεσαι σε μαθητή, είτε σε εκπαιδευτικό.
Η κριτική δε θα γινόταν σε ένα άλλο μέσο ενημέρωσης. Όπου όμως μπλέκεται η αριστερά, είναι υποχρεωμένη να προσέχει πέρα από τα λόγια της και τα έργα της. Και ειδικά στα θέματα των ΜΜΕ που είναι ένα καίριο ζήτημα σε όλους τους κοινωνικούς τομείς. Υπάρχει βέβαια η γνωστή ρήση με τον τελευταίο κεφαλαιοκράτη και το σκοινί, όμως σίγουρα το σκοινί δεν μπορεί να το εμπορεύεται η αριστερά…
Αντρέας Ιωαννίδης, καθηγητής Πληροφορικής – Ρέθυμνο
Εκπαίδευση και Αποκέντρωση
Η Αμερικάνικη Εμπειρία
Αφαλωνιάτης Θεόδωρος, 1ο ΓΕΛ Άνω Λιοσίων
Ψιμούλη Χρυσούλα, ΓΕΛ Ζεφυρίου
Εάν θέλουμε να πάρουμε μια ιδέα για το νεοφιλελεύθερο σχολείο, η αμερικάνικη εμπειρία είναι πλούσια και χρήσιμη για να καταλάβουμε πού κατευθύνεται το αντίστοιχο ελληνικό.
Το νομοθετικό διάταγμα της κυβέρνησης Μπους «Κανένα παιδί να μην μείνει πίσω» υποσχόταν στους Αμερικανούς να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στα σχολεία των πλουσίων προαστίων και των φτωχών περιοχών. Πρακτικά όμως, από το 2002 που εφαρμόζεται ο νόμος μέχρι σήμερα, η κεντρική διοίκηση δεν δίνει τα αναγκαία κονδύλια. Έτσι η περιφέρεια είναι αναγκασμένη να καλύψει τη διαφορά (27 δισ. δολάρια) από τον προϋπολογισμό της, περικόπτοντας άλλες κοινωνικές υπηρεσίες. Αυτό προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες ενάντια στο νόμο.
Με την υποχρηματοδότηση και το φόρτωμα του κόστους στην περιφέρεια και στα φτωχά σχολικά συμβούλια, ο νόμος ανοίγει το δρόμο στους χορηγούς και στα μισθωμένα σχολεία (charter schools) και ιδιωτικοποιεί υπηρεσίες που μέχρι τώρα παρέχονταν από σχολικούς υπαλλήλους.
Τα σχολεία χρηματοδοτούνται με κριτήριο την επίδοσή τους στις εξετάσεις. Από τα σχολικά συμβούλια απαιτείται να καθορίζουν τη διδακτέα ύλη, να προσαρμόζουν το αναλυτικό πρόγραμμα στους εξεταστικούς στόχους, να προσλαμβάνουν ή να απολύουν προσωπικό. Και τι γίνεται στην τάξη; Ο δάσκαλος υποχρεώνεται να «διδάσκει τα τεστ» για τα εξεταζόμενα μαθήματα (γλώσσα και μαθηματικά) και γι’ αυτό η διδασκαλία των φυσικών και κοινωνικών επιστημών υποβαθμίζεται.
Οι εξετάσεις είναι μια μεγάλη επιχείρηση. Εταιρείες εξετάσεων εκδίδουν σχολικά εγχειρίδια και βοηθητικό υλικό για τα τεστ και βαθμολογούν τα διαγωνίσματα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι φτωχές περιφέρειες επιλέγουν τα φθηνότερα, και άρα πιο επουσιώδη, διαγωνίσματα.
Όταν ένα σχολείο αποτύχει να πιάσει τους στόχους μετατρέπεται σε σχολείο «Προγραμματικής Βελτίωσης». Αυτό το σχολείο υποτίθεται ότι, για να ορθοποδήσει, δικαιούται επιπρόσθετους πόρους τους οποίους σπάνια παίρνει. Άρα η καταδίκη είναι βέβαιη. Γι’ αυτά τα σχολεία ο νόμος δίνει δύο επιλογές: 1) Την ανασύστασή τους, κατά την οποία όλο το προσωπικό μετατίθεται και διορίζεται νέο. 2) Τη μετατροπή τους σε μισθωμένα σχολεία (charter school), την παράδοσή τους δηλαδή σε επιχειρήσεις. Σε αυτά τα μισθωμένα σχολεία, σε πολλές περιπτώσεις, απαγορεύεται ο συνδικαλισμός. Όμως τέτοια σχολεία δεν τα πήγαν καλύτερα και πολλά υπέφεραν από τις μαζικές παραιτήσεις δασκάλων λόγω των κακών συνθηκών εργασίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η υλοποίηση του προγράμματος της ενισχυτικής διδασκαλίας στα σχολεία αυτά. Η διοίκηση της εκπαιδευτικής περιφέρειας ανά πολιτεία καταρτίζει τον κατάλογο σχολείων και μαθητών, δημιουργεί μητρώο δημόσιων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών κέντρων, ενημερώνονται γονείς και μαθητές και επιλέγουν το ιδιωτικό ή δημόσιο φροντιστήριο όπου θα παρακολουθήσουν τα μαθήματα. Η χρηματοδότηση ανά μαθητή κυμαίνεται από 1.800 έως 2.400 δολάρια ετησίως. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας των ΗΠΑ, περισσότερες από 1600 φροντιστηριακές αλυσίδες συμμετείχαν στο πρόγραμμα της ενισχυτικής διδασκαλίας τετραπλασιάζοντας τον αριθμό των φροντιστηρίων στη χώρα (από άρθρο του προέδρου της Ομοσπονδίας Φροντιστών Ελλάδας στον «Επενδυτή», 25/8/2007).
Μια άλλη διάταξη του νόμου προβλέπει την παράδοση των στοιχείων των μαθητών στις ένοπλες δυνάμεις, διάταξη μεγάλης σημασίας για τον πόλεμο στο Ιράκ. Εάν δεν υπακούσουν τα σχολεία διακινδυνεύουν να χάσουν την χρηματοδότηση. Ευτυχώς σε πολλά σχολεία μαθητές και γονείς έδιωξαν από τις σχολικές αυλές τους στρατολόγους.
Τελικά αυτός ο νόμος σημαίνει σύνδεση χρηματοδότησης-αξιολόγησης, τιμωρία σχολείων, δασκάλων και μαθητών στις πιο δύσκολες περιοχές, ιδιωτικοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης. Οι αντιδράσεις ενάντια στο νόμο από διδασκαλικά συνδικάτα και οι επιτυχημένες κινητοποιήσεις ενάντια στις μισθώσεις σχολείων από επιχειρήσεις έχουν προκαλέσει μεγάλη συζήτηση στην αμερικάνικη κοινωνία. Ο Τ. Μαλντούν, αμερικάνος συνδικαλιστής εκπαιδευτικός, που από άρθρο του αντλήσαμε τις παραπάνω πληροφορίες, λέει: «…τελικά ο νόμος πρέπει να απορριφθεί. Η πλήρης χρηματοδότηση της ποιοτικής εκπαίδευσης οφείλει να είναι πρώτη προτεραιότητα. Χρήματα πρέπει να εισρεύσουν σε κάθε σχολείο ώσπου κάθε παιδί να έχει αυτό που χρειάζεται, ώσπου κάθε δάσκαλος να διαθέτει όσους πόρους και χώρο χρειάζεται και ώσπου κάθε σχολείο να μεταβληθεί σε ένα ασφαλές περιβάλλον μάθησης. Γιατί δεν συμβαίνει αυτό; Οι πολιτικοί λένε: “Δεν μπορείς απλά να ρίξεις λεφτά στο πρόβλημα” (σσ: από ‘κει τα έμαθε και τα έλεγε η κα Γιαννάκου;). Αντί γι’ αυτό, κατηγορούν τους δασκάλους, μετατρέπουν σε αποδιοπομπαίους τράγους μαθητές και γονείς. Στην πραγματικότητα, οι κυβερνήτες είναι πάντα πρόθυμοι να ρίξουν λεφτά στο Πεντάγωνο, τις επιχειρήσεις και τους πλούσιους με τη μορφή των φοροαπαλλαγών. Όμως, όταν πρόκειται για την παιδεία, την υγεία και άλλες κοινωνικές υπηρεσίες που είναι δικαιώματά μας, αρνούνται. Δεν πρέπει να το ανεχθούμε».
Με την υποχρηματοδότηση και το φόρτωμα του κόστους στην περιφέρεια και στα φτωχά σχολικά συμβούλια, ο νόμος ανοίγει το δρόμο στους χορηγούς και στα μισθωμένα σχολεία (charter schools) και ιδιωτικοποιεί υπηρεσίες που μέχρι τώρα παρέχονταν από σχολικούς υπαλλήλους.
Ελλάς – Βουλγαρία συμμαχία;
Δημήτρης Μητρόπουλος, Γιάννης Σκαλιδάκης, εκπαιδευτικοί – Αθήνα
Περισσότερο από ένα μήνα μετά την επίσημη έναρξη του ακαδημαϊκού έτους στη Βουλγαρία, οι τάξεις στα περισσότερα σχολεία της χώρας είναι άδειες, καθώς οι εκπαιδευτικοί συνεχίζουν την απεργία τους, αιτούμενοι υψηλότερους μισθούς.
Ο νεοφιλελευθερισμός μας φέρνει κοντά, νο1: Στη γειτονική Βουλγαρία εννέα ημέρες μετά την επίσημη έναρξη του σχολικού έτους στις 15 Σεπτεμβρίου, οι εκπαιδευτικοί ξεκίνησαν πανεθνική απεργία.
Ο νεοφιλελευθερισμός μας φέρνει κοντά, νο2: Ζητούν αύξηση των μισθών τους, που αυτή τη στιγμή ανέρχονται σε λιγότερα από 200 ευρώ το μήνα (κάτω από το μέσο όρο της χώρας) κατά 100%. Επίσης, ζητούν από την κυβέρνηση να διαθέσει στην παιδεία το 5% του ΑΕΠ στον προϋπολογισμό του 2008.
Βέβαια, ο νεοφιλελευθερισμός φέρνει κοντά και τις κυβερνήσεις. Η κυβέρνηση απέκλεισε οποιοδήποτε ενδεχόμενο ικανοποίησης αυτού του αιτήματος, υποστηρίζοντας ότι θα ασκήσει περαιτέρω πιέσεις στον πληθωρισμό, πάνω από το ρεκόρ του 13% στο οποίο ανήλθε τον Αύγουστο. Τόνισε επίσης την ανάγκη για πιο λεπτομερή μεταρρύθμιση της παιδείας, καθώς και για αναθεώρηση των πρόσφατων φθίσεων στην ποιότητα της εκπαίδευσης. Ανέφερε ότι οποιαδήποτε κίνηση για αύξηση των μισθών των εκπαιδευτικών θα συνοδεύεται από σημαντική μείωση στο μέγεθος του κλάδου, ο οποίος αυτή τη στιγμή απασχολεί 120.000 εργαζομένους.
Μέχρι και οι συνδικαλιστές είναι ίδιοι. Έπειτα από βδομάδες έντονων συνομιλιών, οι συνδικαλιστικοί φορείς ανακοίνωσαν τη Δευτέρα ότι οι εκπαιδευτικοί θα δεχθούν συμφωνία η οποία θα προβλέπει αύξηση των μηνιαίων μισθών όλου του κλάδου, συμπεριλαμβανομένου του βοηθητικού προσωπικού, σε 325 ευρώ από την 1η Ιουλίου του 2008.
Σας θυμίζει κάτι ο χειρισμός; Η τελευταία πρόταση της κυβέρνησης για επίτευξη συμφωνίας προβλέπει μέσο όρο μισθού 325 ευρώ για το δεύτερο εξάμηνο του 2008, αλλά μόνο για τους εκπαιδευτικούς. Με την πρόταση αυτή, η κυβέρνηση προσπαθεί να ασκήσει πίεσης για προηγούμενη πρότασή της, δηλαδή αύξηση των μισθών σε τρία στάδια, με αύξηση 10% κάθε φορά, ανέφερε ο Νικόλοφ την Τρίτη.
Μα απελπιστική ομοιότητα! «Είναι η μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία της Βουλγαρίας και δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι έχουν αποδεχθεί 13 από τις 15 μεταρρυθμιστικές προτάσεις του υπουργικού συμβουλίου», ανέφερε ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Κοστόφ. Επέκρινε το υπουργικό συμβούλιο του τρικομματικού συνασπισμού για τη γενική προσέγγισή του στην κρίση, καθώς επίσης το κόμμα του Στάνισεφ για το γεγονός ότι προέβη σε προεκλογικές δεσμεύσεις αύξησης των μισθών τις οποίες και αθέτησε!
Δεν μπορείτε να πείτε, εκπληκτική ομοιότητα! Το ερώτημα είναι αν οι Βούλγαροι εκπαιδευτικοί έρχονται προς την κατάστασή μας ή το ανάποδο…