Η κυβέρνηση δήλωσε πως προτίθεται να προχωρήσει σε ένα νέο σχέδιο συνενώσεων των δήμων και των νομαρχιών και να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση των περιφερειών, προωθώντας –αν προλάβει μέσα στο 2010– την εκλογή αιρετών περιφερειαρχών. Να πραγματοποιήσει, δηλαδή, το σχέδιο Παυλόπουλου, με πιθανές διορθώσεις που θα προκύπτουν από διάλογο με τα κόμματα και τα συλλογικά όργανα των αυτοδιοικητικών θεσμών -ΚΕΔΚΕ και ΕΝΑΕ. Κι ακόμη να προχωρήσει σε αλλαγή του εκλογικού νόμου για τις εθνικές εκλογές, προβάλλοντας το λεγόμενο γερμανικό μοντέλο των πολλών μονοεδρικών και του πλειοψηφικού συστήματος.
Το πολιτικό προσωπικό των αυτοδιοικήσεων τοποθετείται κυρίως με κριτήρια που σχετίζονται πρωτίστως με το πολιτικό του “μέλλον”, και όχι με κριτήρια όπως τη διευκόλυνση της λαϊκής συμμετοχής, την οικονομική αυτοδυναμία της αυτοδιοίκησης, τον κοινωνικό έλεγχο, τις ουσιαστικές αρμοδιότητες.
Και η πρόθεση της μεταρρύθμισης Παυλόπουλου κυρίως σε αυτό το πολιτικό δυναμικό αναφερόταν, με ορισμούς πολλών αντιδημάρχων κ.ά.
Σαν κίνητρο αυτής της μεταρρύθμισης προβάλλεται:
-
Η εναρμόνιση με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά μοντέλα.
-
Η αντιστοιχία των περιφερειών με τις χρηματοδοτήσεις και τα προγράμματα του ΕΣΠΑ κ.ά.
Παρουσιάζοντας τότε την κατάσταση στην Ε.Ε. δείχναμε πως υπάρχει μια ποικιλία επιπέδων αυτοδιοίκησης, αλλά σε κάθε περίπτωση διέθεταν πολύ ισχυρότερα όργανα, μεγάλους πόρους, πραγματοποιούν στην Ευρώπη πάνω από τα μισά δημόσια έργα (στην Ελλάδα αντίστοιχα είναι λιγότερα από το 20%), και κυρίως διέθεταν κοινωνικούς πόρους που εδώ είναι ανύπαρκτοι.
Έτσι, η μεταρρύθμιση, παραχωρώντας αρμοδιότητες δίχως πόρους, οδηγεί τους θεσμούς σε νέα εξάρτηση από το κεντρικό κράτος, τους αναγκάζει σε τραπεζικά δάνεια και σε αυξήσεις τελών και έντασης στις ανταποδοτικές υπηρεσίες και τις ιδιωτικοποιήσεις, μεγαλώνει την απόσταση κράτους-πολίτη, περιθωριοποιεί περιοχές κ.ά.
Οι θέσεις που προβάλλαμε τότε, νομίζουμε πως είναι ιδιαίτερα επίκαιρες για να προσανατολίσουν απέναντι στην ουσία των ζητημάτων και να μη χαθούν πίσω από την επικοινωνιακή διαχείριση ενός διαλόγου που προβάλει, για παράδειγμα, τον αιρετό περιφερειάρχη ως ολοκλήρωση της διοικητικής μεταρρύθμισης, ενώ στην ουσία το ελληνικό κράτος, το πιο συγκεντρωτικό κράτος της Ευρώπης, θα υποτάσσει σε αυτό και στην κεφαλαιοκρατική αγορά και τους νόμους της την αυτοδιοίκηση, εξοβελίζοντας στο περιθώριο τις λαϊκές ανάγκες και διεκδικήσεις.
Με όλα όσα αναφέρθηκαν, νομίζουμε πως σε άλλη κατεύθυνση θα έπρεπε να είναι μια μεταρρύθμιση που θα αφορούσε την αυτοδιοίκηση:
-
Να επιδιωχθεί σταθερή και αυξανόμενη χρηματοδότηση, σύμφωνα με την αύξηση του ΑΕΠ και σε ποσοστό όχι μικρότερο του 12% του κρατικού προϋπολογισμού.
-
Κατάργηση της ανταποδοτικότητας των υπηρεσιών για την ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων από την έμμεση και άμεση φορολογία, τα τέλη, τα πρόστιμα κ.ά.
-
Χρηματοδότηση των μεγάλων έργων υποδομής, όπως σχέδιο πόλης, κυκλοφοριακό, αντισεισμικός σχεδιασμός, πολιτιστικές υποδομές και μια σειρά άλλων έργων, από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
-
Εφαρμογή της απλής αναλογικής στην εκλογή όλων των οργάνων. Καθιέρωση θεσμών λαϊκού ελέγχου και ανακλητότητας, που διασφαλίζουν την αποφασιστική συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση αγωνιστικής και διεκδικητικής πολιτικής αυτονομίας απέναντι στην κεντρική εξουσία.
Βασίλης Χατζηλάμπρου,
Νομαρχιακός σύμβουλος Αχαΐας