ΦΑΚΕΛΟΣ 1989: Χρονιά ιστορικών αλλαγών

εφημερίδα Αριστερά!
13 Σεπτεμβρίου 2009 στις 10:45 π.μ.

Το 1989 άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στον 20ό αιώνα, και η σκιά του εξακολουθεί να πέφτει ακόμη και στις αρχές του 21ου. Ήταν η χρονιά που κατέρρευσε “απρόσμενα” ένα ολόκληρο διεθνές μπλοκ, αυτό του “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Στην πραγματικότητα, όμως, οι όροι για το μεγάλο μπαμ συγκεντρώνονταν επί δεκαετίες. Ο Γκορμπατσόφ (που εξυμνήθηκε ως… Ηρακλής από την προφανώς αγαθή κυρία Παπαρήγα) και η παρέα του ολοκλήρωσαν το έργο των προκατόχων τους, με πρωτότυπο πάντως τρόπο: παραδίδοντας αμαχητί και άνευ όρων το σύμπαν στον “αντίπαλο”. Και μετά άρχισαν να διαφημίζουν πίτσες…

Ο κόσμος ολόκληρος άλλαξε, όχι προς το καλύτερο: μπήκαμε στην εποχή της Νέας Τάξης. Οι υποσχέσεις για “παγκόσμια ευημερία και ειρήνη” διαψεύστηκαν, βέβαια, σε χρόνο μηδέν. Έμεινε (και εκτινάχθηκε) η εξαθλίωση, η ανατροπή ιστορικών κατακτήσεων, η βαρβαρότητα των ιμπεριαλιστικών πολέμων και γενοκτονιών. Κι από κοντά, μας έμεινε κληρονομιά η απίστευτη γελοιότητα της “Νέας Σκέψης” των Γκορμπατσόφ και Σία, που όμως τότε έκανε θραύση στο μεγαλύτερο τμήμα της Αριστεράς.

Κυριολεκτικά θραύση: πίστευαν, ή έκαναν ότι πίστευαν, πως έτσι θα ανανεωθεί ο σοσιαλισμός. Αφόπλισαν λοιπόν τους λαούς τη στιγμή ακριβώς που ο εχθρός ξεδίπλωνε τη μεγαλύτερη μεταπολεμικά επίθεση εναντίον τους, οδήγησαν την Αριστερά στην ανυποληψία και συχνά στην ανυπαρξία, πρόσφεραν τεράστια ανάσα στον καπιταλιστικό κόσμο που ήδη πλήττονταν από την κρίση. Στην… πρωτοπόρα Ελλάδα έφτασαν να συγκυβερνήσουν με τη ΝΔ. Μετά, και με το ΠΑΣΟΚ. Κι ούτε που το σκέφτονται, ακόμη και 20 χρόνια μετά, να ψελλίσουν μια συγγνώμη…

Κείμενα: Γιώργος Τσίπρας, Χρίστος Καραμάνος, Ερρίκος Φινάλης

Περεστρόικα και “νέα σκέψη” Γκορμπατσόφ:
Η ηθελημένη “πλάνη” της Αριστεράς

Είκοσι χρόνια μετά το ιστορικά “συναρπαστικό” ’89-’91 και τις καταρρεύσεις του υπαρκτού σοσιαλισμού, ο κόσμος γύρω μας είναι ακόμα βεβαρημένος από τα υλικά εκείνης της κατεδάφισης. Ο γκορμπατσοφισμός στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80, η επενέργεια και οι συνέπειές του, άλλαξαν σημαντικά την εικόνα του πολιτικού πλανήτη που ζούμε, τροποποίησαν το συσχετισμό δύναμης σε βάρος των λαών, σηματοδότησαν μια μεγάλη στροφή στις παγκόσμιες εξελίξεις.

Η μετάλλαξη και εθελοντική παραίτηση των ηγεσιών

Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό αυτής της στροφής ήταν ότι δεν προήλθε σαν αποτέλεσμα κάποιου πολέμου, κάποιας σύγκρουσης, μεγάλων κοινωνικών αναταραχών ή κατάπνιξής τους. Ακόμη κι αν χαρακτηρίζεται αντεπανάσταση, δεν είχαμε την κατάπνιξη κάποιας επανάστασης, ούτε καν τη βίαιη αντιπαράθεση μηχανισμών (με την εξαίρεση της Ρουμανίας). Η οριστική παλινόρθωση του καπιταλισμού στο ανατολικό μπλοκ δεν αντιμετώπισε κινητοποιήσεις υπεράσπισης των καθεστώτων αυτών – αντίθετα, όσες έγιναν καταγράφηκαν γενικά από την απέναντι πλευρά. Ζήσαμε έτσι την χωρίς ιστορικό προηγούμενο εσωτερική κατάρρευση μιας υπερδύναμης, την εθελοντική αυτοδιάλυση ενός πολιτικοστρατιωτικού, ιδεολογικού και οικονομικού μπλοκ, και, τέλος, τη μετάλλαξη ή παραίτηση των εκπροσώπων και ηγεσιών του ανατολικού μπλοκ σε κάθε χώρα. Η αναφορά ακόμη και της αντίπαλης πλευράς σε βελούδινες “επαναστάσεις” επιβεβαιώνει ότι το κύριο στοιχείο στις αλλαγές που έγιναν το ’89-’91 ήταν ο εθελοντικός, “εσωτερικός” χαρακτήρας τους – τα καθεστώτα αυτά δεν κατέρρευσαν δηλαδή από τις όποιες κινητοποιήσεις, κάποια ξένη ανάμιξη κ.λπ. Μα δεν συνέβη μόνο αυτό. Μαζί με τη μετάλλαξη και την “εθελοντική παραίτηση” των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού είχαμε επίσης την εθελοντική (δηλαδή όχι σαν αποτέλεσμα βίας) παραίτηση, αποστράτευση, απογοήτευση, υποχώρηση ή και δεξιά μετάλλαξη ενός μεγάλου τμήματος της Αριστεράς σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο, πολύ πέρα από τα σύνορα της ανατολικής Ευρώπης.

Στροφή στις παγκόσμιες εξελίξεις και αλλαγή συσχετισμού

Οι εξελίξεις αυτές έδωσαν μια αναπάντεχη αβάντα στο δυτικό καπιταλισμό. Πρώτα απ’ όλα ο καπιταλισμός κατήγαγε μια ιδεολογική νίκη, χωρίς καν να δώσει μάχη. Ακόμη και για τους πιο αισιόδοξους των δυτικών “θινκ τανκ” το 1985, ήταν πέρα από κάθε φαντασία το ιδεολογικό πλεονέκτημα που θα αποκτούσε ο καπιταλισμός λίγα χρόνια αργότερα. Είκοσι χρόνια μετά, σήμερα, και παρά το ξέφτισμα του ίδιου του καπιταλισμού, εκείνη η ιδεολογική νίκη εξακολουθεί να επενεργεί.

Δεύτερον, ο δυτικός καπιταλισμός είχε ένα μεγάλο οικονομικό όφελος. Υπήρξε μια μεγάλης κλίμακας μετακύλιση της παγκόσμιας κρίσης στον πρώην υπαρκτό σοσιαλισμό, με την χωρίς προηγούμενο καταστροφή και απαξίωση παραγωγικών μέσων και ανθρώπινου δυναμικού σε μια τεράστια περιοχή του πλανήτη, προκειμένου να… πάρουν μπρος ο εκεί ιδιωτικός καπιταλισμός και οι ξένες επενδύσεις. Εδώ ας σημειωθεί ότι, μέχρι τότε, το σύστημα σε αυτή την περιοχή του πλανήτη δεν ήταν δυτικός καπιταλισμός – παρόλο που ευσταθούσαν πολλές κριτικές οι οποίες το προσομοίωναν με τον καπιταλισμό. Και σίγουρα μέχρι το ’85 η εφαρμοζόμενη πολιτική δεν ήταν ο νεοφιλελευθερισμός. Έτσι, η πλήρης προσχώρηση του ανατολικού μπλοκ στον πιο άγριο καπιταλισμό και νεοφιλελευθερισμό έδωσε στο δυτικό καπιταλισμό περιθώρια κινήσεων στο εσωτερικό του που δεν είχε πριν. Σε συνδυασμό με την ιδεολογική νίκη, επέτρεψαν μια γενίκευση του ριγκανισμού και του θατσερισμού, και την ένταση των δογμάτων της παγκοσμιοποίησης σε πλανητική κλίμακα. Επιταχύνθηκε έτσι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, επιταχύνθηκε το εγχείρημα της Ε.Ε. ο νεοφιλελευθερισμός της κ.λπ. Όλα αυτά συνιστούσαν μια ανέλπιστη οικονομική ανάσα για τον καπιταλισμό που βρισκόταν ήδη σε κρίση, και του πρόσφεραν την παράταση των δικών του αδιεξόδων – τα οποία εκδηλώθηκαν με επίταση είκοσι χρόνια αργότερα, σήμερα.

Τρίτον, η “αυτοκτονία” της σοβιετικής υπερδύναμης μεγάλωσε αντικειμενικά το γεωπολιτικό πλεονέκτημα της άλλης υπερδύναμης, των ΗΠΑ, και τη δυνατότητά της να το χρησιμοποιεί για την προώθηση της ιμπεριαλιστικής και νεοφιλελεύθερης ατζέντας.

Τέλος, τροποποιήθηκε ειδικότερα ο πολιτικός συσχετισμός σε πολλές περιοχές και χώρες (ιδιαίτερα στον ευρωπαϊκό χώρο), με την υποχώρηση, συρρίκνωση ή περιθωριοποίηση της πολιτικής Αριστεράς.

Η Νέα Τάξη Πραγμάτων

Ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος, πριν ακόμη καταρρεύσει η Σοβιετική Ένωση, έχοντας κατατροπώσει τον Σαντάμ στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου με την κάλυψη του ΟΗΕ (τον οποίο υπερψήφισε και η Σοβιετική Ένωση), έλεγε στις 6 Μάρτη του ’91 στο αμερικανικό Κογκρέσο: “Μέχρι σήμερα, ο κόσμος που γνωρίζαμε ήταν ένας κόσμος διαιρεμένος, ένας κόσμος με συρματόπλεγμα και τείχη από μπετόν, με συγκρούσεις και ψυχρό πόλεμο. Τώρα μπορούμε να δούμε έναν νέο κόσμο να αναδύεται. Έναν κόσμο όπου υπάρχει η πραγματική προοπτική μιας Νέας Τάξης Πραγμάτων…”.

Η νεοφιλελεύθερη και ιμπεριαλιστική Νέα Τάξη Πραγμάτων που διακηρύχθηκε το 1991 και επαυξήθηκε μετά το 2001 και τον “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας” δεν ήταν ένα πυροτέχνημα του τότε προέδρου των ΗΠΑ. Ο δρόμος της Νέας Τάξης Πραγμάτων του Μπους στρώθηκε από τη Νέα Σκέψη του Γκορμπατσόφ. Όριζε την εποχή του καπιταλισμού που ξαναπαγκοσμιοποιήθηκε μετά από μια μεγάλη περίοδο “διάσπασης” του κόσμου, που είχε ξεκινήσει από την επάρατη Οκτωβριανή Επανάσταση. Έτσι, το Μάη του ’89, πριν ακόμη καταρρεύσει η ανατολική Ευρώπη, ο γνωστός Ζ. Μπρζεζίνσκι (σύμβουλος του Μπους) έλεγε ότι “βρισκόμαστε κυριολεκτικά στην πρώτη φάση αυτού που μπορούμε να αποκαλέσουμε μετακομμουνιστική εποχή”.

Μπορεί λοιπόν η κατάρρευση της υπερδύναμης και όλου του ανατολικού μπλοκ να ήταν κάτι που ούτε οι δυτικοί περίμεναν ότι θα γινόταν τόσο γρήγορα και τόσο “απλά” – αλλά στην εκτίμηση του βασικού χαρακτήρα, της κατεύθυνσης των εξελίξεων στην ΕΣΣΔ και την ανατολική Ευρώπη, δεν είχαν πέσει έξω! Άλλοι ήταν αυτοί που ξεγελάστηκαν ή έκαναν ότι γελάστηκαν, υποστηρίζοντας τότε διάφορα απίθανα πράγματα…

Περεστρόικα και Νέα Σκέψη

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μαρξιστής για να γνωρίζει ότι στην πολιτική μετράνε περισσότερο οι πράξεις παρά οι διακηρύξεις. Η κατεύθυνση του “προγράμματος” Γκορμπατσόφ στο επίπεδο του τι προωθούσε πραγματικά, ανεξάρτητα από τις διακηρύξεις του, ήταν παραπάνω από ξεκάθαρη. Οποιαδήποτε άλλη εκτίμηση πάνω σ’ αυτό είναι εκ του πονηρού.

Στο πεδίο της σοβιετικής οικονομίας, η περεστρόικα (“ανασυγκρότηση”), διακηρύσσοντας τη… σοσιαλιστική ανανέωση και την επιστροφή στην περίοδο της ΝΕΠ του Λένιν, προωθούσε εξαρχής την πλήρη αποκατάσταση των λειτουργιών της αγοράς, αντιγράφοντας με θαυμασμό τα καπιταλιστικά “γιατρικά” για την οικονομική κρίση – μέσα στην οποία ήταν πλέον βουτηγμένος όλος ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Αυτό που δεν ήταν εξαρχής δεδομένο στο προπαρασκευαστικό δίχρονο ’85-’87 ήταν η σφαίρα λειτουργίας της καθαρά ατομικής ιδιοκτησίας και του ιδιωτικού κεφαλαίου, καθώς και του ξένου κεφαλαίου. Στο θέμα αυτό υπήρχαν εσωτερικές διαφωνίες, οι οποίες όμως μέχρι το 1988 είχαν “ξεκαθαρίσει”, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου.

Ο απώτερος στόχος ήταν η πλήρης επανένταξη της σοβιετικής οικονομίας και, όσο είναι δυνατό, όλου του ανατολικού μπλοκ στην ενιαία παγκόσμια (καπιταλιστική) αγορά, δηλαδή η οριστική παλινόρθωση του καπιταλισμού, με ή χωρίς κάποιας μορφής “σοσιαλισμό”, π.χ. τύπου Κίνας. Οι παράλληλες διακηρύξεις περί εκδημοκρατισμού και διαφάνειας (γκλάσνοστ) προωθούσαν στην πράξη μια προσομοίωση με το δυτικό σύστημα “δημοκρατίας” (εδώ είναι και η βασική διαφορά με το κινέζικο μοντέλο). Αυτή η “δημοκρατία” από ένα σημείο και μετά έγινε το όχημα αντικατάστασης του πρώην μονοπωλίου του ΚΚΣΕ από το μονοπώλιο της αναδυόμενης ολιγαρχίας του πλούτου, του εθνικισμού και της μαφίας. Αποσιωπάται ότι από την άποψη της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων και της εκπροσώπησης των λαών σε πολλές χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, και ειδικά της πρώην ΕΣΣΔ, τα πράγματα σήμερα είναι χειρότερα από πριν.

Πίσω από τις διακηρύξεις περί ειρήνης και αφοπλισμού, γενικός στόχος του γκορμπατσοφισμού ήταν ο εδώ και τώρα τερματισμός του Ψυχρού Πολέμου και της ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης με τη Δύση, το οριστικό κλείσιμο του ρήγματος που άνοιξε η Οκτωβριανή Επανάσταση – με ό,τι σήμαινε αυτό. Η Νέα Σκέψη δεν άφηνε περιθώρια παρερμηνείας. Σε ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το Δεκέμβρη του ’88, η οποία θεωρήθηκε “σταθμός”, ο Γκορμπατσόφ έλεγε χαρακτηριστικά: “Έχουμε εισέλθει σε μια εποχή όπου η πρόοδος θα βασίζεται στα συμφέροντα όλης της ανθρωπότητας… Στην αντίθετη περίπτωση δεν θα είμαστε ικανοί να λύσουμε ούτε ένα διεθνές πρόβλημα, να προστατέψουμε το περιβάλλον, να ξεπεράσουμε την υπανάπτυξη, να βάλουμε ένα τέλος στην πείνα, τις ασθένειες, τον αναλφαβητισμό και άλλα μαζικά δεινά”.

Σήμερα δηλαδή, που το όνειρο του Γκορμπατσόφ έγινε πραγματικότητα, εκτός που… “λύθηκαν” όλα τα άλλα διεθνώς, το πιο τραγικό είναι ότι η υπανάπτυξη, η πείνα, οι ασθένειες “και άλλα μαζικά δεινά” κυριολεκτικά εκτοξεύτηκαν στην ίδια τη χώρα του Γκορμπατσόφ…

Το ιδιαίτερο σχέδιο που επεφύλασσε η Νέα Σκέψη για την ανατολική Ευρώπη (τότε το ονόμαζαν “Ευρώπη κοινό σπίτι των λαών από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια”), το πλησίασμά τους προς την ΕΟΚ που προγραμμάτιζε την οικονομική της ενοποίηση του 1992 (Μάαστριχτ), ώστε να πλησιάσει έτσι και η ίδια η ΕΣΣΔ, αποδείχτηκε υπερφίαλο. Το μεγαλύτερο μέρος του ανώτατου απαράτ και του οικονομικού κατεστημένου των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών προτίμησε κατά περίπτωση τη μετάλλαξη ή παράδοση κατά μόνας στη Δυτική Ευρώπη, στην οποία ήταν υπερχρεωμένο. Ενώ είχε ήδη ξεκινήσει στην ΕΣΣΔ το εθνικιστικό γαϊτανάκι της διάλυσης, με το οποίο επίσης “έπαιξε” ο μέγας μαθητευόμενος μάγος Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και η παρέα του στο ΚΚΣΕ.

Σχεδόν σε όλες τις χώρες του πρώην υπαρκτού ήταν οι ίδιες οι κομματικές ελίτ ή τμήματά τους που στελέχωσαν τις νέες πολιτικές και οικονομικές ελίτ, νόμιμες και μαφιόζικες. Ήταν οι ίδιες που μεταλλάχθηκαν εν μια νυκτί σε σοσιαλδημοκράτες, δεξιούς, ακροδεξιούς, εθνικιστές, φιλοαμερικανούς, “εξαπανέκαθεν” μουσουλμάνους κ.λπ.! Οπότε, καλά το “βελούδινη” – αλλά για ποια “επανάσταση” και για ποια “κατάρρευση” (πλην εξαιρέσεων) μιλούν; Περισσότερο ταιριάζουν οι όροι “ιδιοποίηση” και “ξεπούλημα”.

Ο καπιταλισμός κατήγαγε ιδεολογική νίκη εναντίον του σοσιαλισμού επειδή οι ιθύνοντες του δεύτερου (για την ακρίβεια ένα τμήμα τους), αφού κατάντησαν όπως κατάντησαν το σοσιαλισμό σε “υπαρκτό”, αποφάσισαν να το γυρίσουν σε πούρο καπιταλισμό για να “τρώνε” καλύτερα. Κι αυτό ονομάζεται νίκη του καπιταλισμού…

Η Αριστερά και ο Γκορμπατσόφ

Αν συγκριθεί η εκτίμηση του Μπρζεζίνσκι, που αναφέρθηκε προηγουμένως, με το τι υποστήριζε την ίδια περίοδο για την περεστρόικα ένα μεγάλο τμήμα της Αριστεράς, τα συμπεράσματα είναι απογοητευτικά. Είναι σχεδόν απίστευτα για το νεότερο κόσμο, που δεν έζησε τα γεγονότα τότε και δεν είχε την… τύχη να υποστεί διάφορες κωμικές “αναλύσεις”. Αλλά, πέραν της περεστρόικα, υπήρχε την περίοδο εκείνη μια γενικότερη αστοχία εκτιμήσεων και προσανατολισμού για το πού πάνε τα πράγματα συνολικά, για το τι σήμαινε η Νέα Τάξη Πραγμάτων που ανήγγειλε ο Μπους, κ.λπ.

Όλα χωρίς εξαίρεση τα φιλοσοβιετικά κόμματα χαιρέτισαν τη σκέψη Γκορμπατσόφ αφού, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, ανοίγονταν και σε αυτά νέες ευκαιρίες στο αστικό πολιτικό παιχνίδι. Έτσι, η “ιδεολογία” θα ακολουθούσε τις ανάγκες της πολιτικής, και οι “αναλύσεις”-προσπάθειες να αποδειχθεί ότι η περεστρόικα συνιστά… ανανέωση του σοσιαλισμού διατηρούν μέχρι σήμερα την κωμικότητά τους. Συνέχισαν να ακολουθούν τον Γκορμπατσόφ και μετά το ’89, και ανέκρουσαν πρύμνα μόνο μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ το ’91 – μια ακόμη απόδειξη ότι, πέρα από την όποια αυταπάτη, οραματίζονταν μια αναβαθμισμένη, καθωσπρέπει Αριστερά σε έναν καθωσπρέπει αστικό κόσμο, με μια καθωσπρέπει υπερδύναμη για στήριξη.

Από την άλλη, ο πάλαι ποτέ ευρωκομμουνισμός, με… 100% επιτυχία στις μέχρι τότε επιλογές του (Τσαουσέσκου, Κιμ Ιλ Σουνγκ, ολίγον Ντενγκ κ.ά.), τα πόνταρε τώρα όλα στο “σίγουρο χαρτί Γκορμπατσόφ”. Και ακολούθησε αποφασιστικά την επιλογή του μέχρι τέλους, δηλαδή ως και τη “δημοκρατία” Γέλτσιν. Το ότι δεν εισήλθαμε τελικά σε ένα κόσμο περισσότερης ειρήνης, περισσότερης δημοκρατίας, περισσότερης ευημερίας, δεν φαίνεται να τους πολυαπασχόλησε αυτοκριτικά. Ο γκορμπατσοφισμός είχε λειτουργήσει συνειδητά σαν όχημα αποκομμουνιστικοποίησης γι’ αυτό το χώρο, όπως και για πολλούς άλλους.

Ούτε ο τροτσκισμός, συνεπής με το παρελθόν του, αντιμετώπισε αρνητικά τον γκορμπατσοφισμό, αφού “δικαιωνόταν” από το αντισταλινικό μένος του Γκορμπατσόφ. Τμήματά του διεθνώς διείδαν στην περεστρόικα ευκαιρίες για την “πολιτική επανάσταση” που οραματιζόταν ο Τρότσκι, και ορισμένοι έφτασαν να υποστηρίζουν το μετέπειτα νεοτσαρικό Γέλτσιν, ενώ περίπου όλοι μαζί διέγνωσαν το ’89-’91 μια ριζοσπαστικοποίηση των μαζών και κίνηση προς τα αριστερά στις χώρες αυτές!

Ο χώρος του μαοϊκού ρεύματος κράτησε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μια αρνητική στάση απέναντι στον γκορμπατσοφισμό. Αλλά κυριάρχησε και εδώ η αυταρέσκεια της “κατάρρευσης των ρεβιζιονιστικών καθεστώτων” σαν κάτι γενικά θετικό, εκφράζοντας μια υποτίμηση της αντιδραστικής στροφής που συντελούνταν.

Η προϋπάρχουσα αστοχία

Η Αριστερά που διαβάζει λάθος τις εξελίξεις στις ανατολικές χώρες είναι η Αριστερά που διαβάζει λάθος συνολικά τις εξελίξεις στο τελευταίο τέταρτο του προηγούμενου αιώνα, που στάθηκε ανίκανη να αντισταθεί στην επίθεση που εξαπολύθηκε ενάντια στον κόσμο της εργασίας και τους λαούς. Κι όμως, υπήρξαν αντιστάσεις στα πρώτα βήματα κιόλας του νεοφιλελευθερισμού παγκοσμίως – π.χ. οι ανθρακωρύχοι στη Βρετανία, η ΕΑΣ στη χώρα μας κ.λπ.

Πολύ παλιότερα, μπροστά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την αλληλοσφαγή, το μεγαλύτερο μέρος της Αριστεράς στην Ευρώπη επίσης κράτησε μια ολέθρια, σοβινιστική στάση. Ωστόσο, δόθηκε τότε μια απάντηση από μια μειοψηφία στο εσωτερικό μιας μόνο χώρας, τους μπολσεβίκους – που, εφόσον στο τέλος κιόλας του πολέμου αποτελούσαν ένα διεθνές κύμα, σημαίνει ότι έδωσαν πράγματι μια ορισμένη απάντηση. Όταν αργότερα γιγαντώθηκε το πρόβλημα του φασισμού, πάλι προσπαθήθηκε να δοθεί μια απάντηση. Ακόμη κι αν τα λαϊκά μέτωπα ηττήθηκαν και δεν απέτρεψαν το φασισμό και τον πόλεμο, δόθηκε μια ενιαία μάχη, που συνέβαλε στην τελική έκβαση του αντιφασιστικού πολέμου.

Ποια ήταν η απάντηση ή μάχη που δόθηκε από την Αριστερά απέναντι στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό που αναδιαρθρώνονται εδώ και τριάντα χρόνια ενάντια σε κάθε είδους κεκτημένα των εργαζόμενων και των λαών; Υπήρξε τέτοια μάχη, κι ας χάθηκε; Υπήρξε προσπάθεια οργανωμένης, ενιαίας απάντησης, κι ας αστόχησε; Η αφασία είναι ένας μάλλον επιεικής όρος για να περιγραφεί αυτό που υπήρξε τούτη τη φορά. Κι όμως, η αφασία, η αστοχία, η καθυστέρηση δεν έπαψε να υπάρχει ούτε μετά τις καταρρεύσεις και διαψεύσεις του ’89-’91. Για παράδειγμα, η διεθνής αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση ξεκινά κυρίως μετά το Σιάτλ το 1999, και δεν είναι η Αριστερά που πρωτοστατεί αρχικά.

Μέχρι τότε η “αλληλεξάρτηση” του Γκορμπατσόφ κυριαρχεί ακόμη ιδεολογικά, και κάθε κριτική στην παγκοσμιοποίηση είναι ύποπτη… εθνικού απομονωτισμού – ή, κατά μια άλλη εκδοχή, απλώς “δεν υπάρχει παγκοσμιοποίηση”! Ακόμη και σήμερα η στάση της Αριστεράς απέναντι π.χ. στην Ευρωπαϊκή Ένωση (οργανώτρια του πανευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού) είναι ένα “καυτό” ζήτημα. Άλλο παράδειγμα, η στάση που κράτησε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής Αριστεράς (και όχι μόνο) στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας – μνημείο πολιτικού στραβισμού! Για να μην πάμε μακριά: πότε υπήρξε συνολικό σχέδιο αντιπαράθεσης με το νεοφιλελευθερισμό, με τις ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ. στη χώρα μας; Και διεθνώς και ελλαδικά είναι σχετικά πρόσφατα που ξεκινά αυτή η “συζήτηση”, που ψηλαφίζεται η απάντηση, αφού ήδη διαμορφώθηκαν δυσμενέστεροι πολιτικοί και ιδεολογικοί όροι.

Όταν το ’85 αναδύεται ο γκορμπατσοφισμός στην ΕΣΣΔ, ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς είναι δεκτικό στα ιδεολογήματα που συνδέονται με αυτόν (αλληλεξάρτηση, διεθνοποίηση, οικουμενικότητα των προβλημάτων, ανταποδοτικότητα, επιχειρηματικότητα, “αντικρατισμός” και αγορά, επιστημοτεχνική επανάσταση –ενιαία, τάχα, σε Ανατολή και Δύση–, τεχνοκρατισμός κ.λπ.), ενώ συνδέονται και με το νεοφιλελευθερισμό. Η Αριστερά, αντί να καλύψει το χαμένο πολιτικό και ιδεολογικό έδαφος απέναντι στον επιτιθέμενο νεοφιλελευθερισμό και τον καπιταλισμό, έκανε ένα άλμα ακόμη δεξιότερα, καβάλα στ’ άλογο του γκορμπατσοφισμού. Καλλιέργησε τεράστιες αυταπάτες στον κόσμο, ότι τον καπιταλισμό μπορεί να μην τον νίκησε, αλλά “τώρα που τα βρίσκουν οι μεγάλοι σε Ανατολή και Δύση μπορεί τα πράγματα κι εδώ να γίνουν πιο ανθρώπινα” (καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο). Και άρα η ίδια η Αριστερά να περνά καλύτερα, πιο “εύκολα”. Στη χώρα μας, μάλιστα, τα μυαλά πήραν πολύ αέρα και εκφράστηκε το ελληνικό δαιμόνιο…

Αλλά πριν απ’ αυτά τα “απίστευτα” έχει συντελεστεί κάτι άλλο. Όταν ο παγκόσμιος καπιταλισμός εισέρχεται στη φάση της κρίσης και αναδιάρθρωσης, από τη δεκαετία του ’70, ο υπαρκτός σοσιαλισμός βρίσκεται επίσης βουτηγμένος στην ίδια οικονομική κρίση, αφού είχε αντιγράψει σε πολλά τον καπιταλισμό, και ήδη προσεγγίζει τον “αντίπαλο”. Ένα μεγάλο τμήμα της κομμουνιστικής Αριστεράς διεθνώς ακολουθεί αυτή την προσέγγιση. Και εκείνη ακριβώς την περίοδο έχει υποχωρήσει σημαντικά και γνωρίζει ήττες η υπόλοιπη, η πιο “ανήσυχη” κομμουνιστική Αριστερά και οι επαναστατικές θύελλες των δεκαετιών ’60-’70. Ήττες που δεν συντελέστηκαν χωρίς να βάλει το χέρι της η Αριστερά εκείνη που λίγα χρόνια μετά εξαπέλυε την περεστρόικα, ή συντασσόταν με αυτήν.

Τα “απίστευτα” που ζήσαμε στην Ελλάδα το ’89-’91 αποτελούσαν φυσιολογική εξέλιξη…

Γεγονότα σταθμοί

1985: Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ εκλέγεται νέος γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ).

1986: Τρομακτικό πυρηνικό ατύχημα στο Τσέρνομπιλ εκθέτει τη σοβιετική εξουσία, τόσο ως προς τον τρόπο λειτουργίας της, όσο και ως προς το πώς διαχειρίστηκε το ατύχημα.

Ο Γκορμπατσόφ διακηρύσσει την πολιτική της περεστρόικα και της γκλάσνοστ (“ανασυγκρότηση και διαφάνεια”) για το εσωτερικό της ΕΣΣΔ, και λίγο αργότερα τη Νέα Σκέψη στην εξωτερική πολιτική και τις σχέσεις με τη Δύση.

Στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας ο Γκορμπατσόφ και ο αμερικανός πρόεδρος Ρίγκαν φτάνουν σε συμφωνία περιορισμού των πυρηνικών μέσου βεληνεκούς.

1987: Ο Γκορμπατσόφ εξαγγέλλει τον εκδημοκρατισμό, με την εισαγωγή της δυνατότητας πολλών υποψηφίων στις εκλογές στα σοβιέτ και στο κόμμα. Θα επιτραπεί σταδιακά η άτυπη λειτουργία κομμάτων από όσους επιδιώκουν μια ταχύτερη μετάβαση στον καπιταλισμό και εθνικιστές.

Η ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΣΕ υιοθετεί το οικονομικό πρόγραμμα της περεστρόικα, με βάση το οποίο περιορίζεται δραστικά η όποια κρατική σχεδιοποίηση υπήρχε και η σοβιετική οικονομία πρέπει πλέον να λειτουργήσει σταδιακά σε συνθήκες περίπου ελεύθερης αγοράς. Επιτρέπονται οι πρώτες άμεσες επενδύσεις ξένου κεφαλαίου, και ένα χρόνο αργότερα η ατομική ιδιοκτησία.

1988: Ξεκινούν εθνικιστικές εχθροπραξίες μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν.

Ο Ούγγρος Γιάνος Κάνταρ είναι ο πρώτος της παλιάς φρουράς του υπαρκτού σοσιαλισμού που αντικαθίσταται από “γκορμπατσοφικό”.

Το Ανώτατο Σοβιέτ της Εσθονίας αναγνωρίζει το εθνικιστικό “Λαϊκό Κίνημα”, πρώτη επίσημη αναγνώριση πολιτικής οργάνωσης πέρα από το ΚΚΣΕ. Ξεκινούν εθνικιστικές αντισοβιετικές διαδηλώσεις σε όλη τη Βαλτική..

Στην Αγκόλα φτάνουν σε συμφωνία αμοιβαίας αποχώρησης Κουβανών και Νοτιοαφρικανών. Στα επόμενα 1-2 χρόνια θα ακολουθήσουν η αποχώρηση των Σοβιετικών από το Αφγανιστάν, η έναρξη της αποχώρησης από την ανατολική Ευρώπη και η διακοπή της “βοήθειας” προς το καθεστώς του Μεγκίστου στην Αιθιοπία, τη Ν. Υεμένη, την Κούβα, τη Νικαράγουα και ορισμένα κινήματα, καθώς και η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας.

Ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις της “παράνομης” Αλληλεγγύης με το πολωνικό κόμμα για μοίρασμα της εξουσίας υπό την υψηλή επίβλεψη ΗΠΑ-ΕΣΣΔ.

1989: Σε επίσκεψή του στην Κίνα ο Γκορμπατσόφ γίνεται πόλος έλξης των “μεταρρυθμιστών”. Λίγο μετά λαμβάνει χώρα η εξέγερση και καταστολή της Τιεν Αν Μεν. Από τον Ιούνη ξεκινά το γαϊτανάκι των ανατροπών στην ανατολική Ευρώπη. Συντριπτική εκλογική νίκη της Αλληλεγγύης στην Πολωνία και συγκυβέρνηση με τον στρατηγό Γιαρουζέλσκι. Αυτόβουλη μετάλλαξη στην Ουγγαρία. Παλατιανή εκπαραθύρωση Ζίβκοφ στη Βουλγαρία με τη συνδρομή της σοβιετικής πρεσβείας. Μαζικές διαδηλώσεις και κύματα “εκδρομέων” προς τη Δύση από Α. Γερμανία και Τσεχοσλοβακία οδηγούν σε ανατροπές στην ηγεσία, άνοιγμα των συνόρων και πολυκομματικές εκλογές τον επόμενο χρόνο. Πραξικόπημα μυστικών υπηρεσιών και στρατού με τη βοήθεια της KGB στη Ρουμανία ανατρέπει και εκτελεί συνοπτικά τον Τσαουσέσκου και τη γυναίκα του.

Η ιστορική συνάντηση Γκορμπατσόφ-Μπους στη Μάλτα επικυρώνει το πέρασμα στον μετακομμουνιστικό κόσμο.

1990: Το Ανώτατο Σοβιέτ προχωρά με συνταγματική μεταρρύθμιση που επιτρέπει στον Γκορμπατσόφ να παραμερίσει προληπτικά το ΚΚΣΕ. Προηγουμένως έχει καταργηθεί ο θεσμικά κατοχυρωμένος καθηγητικός ρόλος του ΚΚΣΕ.

Τον Ιούλη γίνεται το τελευταίο συνέδριο του ΚΚΣΕ, που επανεκλέγει τον Γκορμπατσόφ. Η νέα ηγεσία θα προετοιμάσει τη συνθήκη που προβλέπει την αντικατάσταση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών από μια νέα “Ένωση Ανεξάρτητων Κρατών”.

1991: Τον Αύγουστο, την προηγουμένη του δημοψηφίσματος για τη νέα συνθήκη, μέλη του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΣΕ, της KGB, του στρατού, καθώς και ο αντιπρόεδρος της ΕΣΣΔ προχωρούν σε πραξικόπημα που καταρρέει σε λίγες μέρες. Πρακτικά όλες οι δημοκρατίες κηρύσσουν την ανεξαρτησία τους και το Δεκέμβρη η ΕΣΣΔ παύει και τυπικά να υφίσταται.

Στις περισσότερες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, όπως και στην ανατολική Ευρώπη, εφαρμόζονται “θεραπείες-σοκ” μετάβασης στον καπιταλισμό και αποικιοποίησης.

Τα σημαντικά γεγονότα του ελληνικού ’89

Απρίλης 1987: Ιδρύεται η ΕΑΡ μετά από απόφαση του 4ου Συνεδρίου του ΚΚΕ εσωτερικού (Μάης 1986). Η απάλειψη του “Κ” (κομμουνιστικό) γίνεται κεντρικό ζήτημα αντιπαράθεσης. Η μειοψηφία ιδρύει το ΚΚΕ εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά.

Μάης 1987: Πραγματοποιείται το 12ο Συνέδριο του ΚΚΕ, με το οποίο το ΚΚΕ εναρμονίζεται με τη γκορμπατσοφική γραμμή και τη “Νέα Σκέψη” που επικρατεί στο ΚΚΣΕ του Γκορμπατσόφ: “Προϋποθέτει την οικοδόμηση ενός συνασπισμού των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων στη βάση κοινού προγράμματος. Απαιτεί μια νέα λαϊκή πλειοψηφία, ικανή να αναδείξει και να στηρίξει μια κυβέρνηση της αλλαγής”.

Άνοιξη 1988: Ξεσπά σταδιακά το σκάνδαλο Κοσκωτά. Ο Κοσκωτάς αποτελεί ένα από τα λεγόμενα “νέα τζάκια” που προώθησε το παπανδρεϊκό περιβάλλον. Με προκλητική στήριξη από τον κρατικό μηχανισμό, επιχειρεί να αποκτήσει κυρίαρχο ρόλο στα ΜΜΕ και γενικότερα στην οικονομική ζωή. Διάσπαση της λεγόμενης “προοδευτικής παράταξης” και πολιτική κρίση. Εναντίον του Α. Παπανδρέου συνασπίζονται Λαμπράκης, Βαρδινογιάννης, Μπόμπολας, Τεγόπουλος, το λεγόμενο “μέτωπο των εκδοτών” (που όμως δεν είναι μόνο εκδότες, είναι και μεγαλοεργολάβοι και πετρελαιάδες αλλά και διαμεσολαβητές-υπεργολάβοι πολυεθνικών ομίλων).

22 Μαΐου 1988: Ιστορική συνάντηση Χαρίλαου Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκου, η πρώτη μετά τη διάλυση της βραχύβιας “Ενωμένης Αριστεράς” το 1974. Η έντονη αντιπαράθεση των δύο πτερύγων της ρεφορμιστικής Αριστεράς δίνει τη θέση της σε μια περίοδο αναζήτησης συγκλίσεων, με βάση τον γκορμπατσοφισμό, τον ευρωπαϊσμό και την αναβάθμιση του ρόλου της Αριστεράς στη διαχείριση του ευρισκόμενου σε κρίση πολιτικού συστήματος. Στόχος τους, η Αριστερά να υποκαταστήσει το ΠΑΣΟΚ.

Σεπτέμβρης 1988: Ασθένεια Ανδρέα Παπανδρέου. Νοσηλεύεται στο Χέρφιλντ. “Αντ’ αυτού” στην κυβέρνηση ο Μένιος Κουτσόγιωργας. Το Σεπτέμβρη ο Α. Παπανδρέου επιστρέφει στην Ελλάδα (με τη Δ. Λιάνη) και επιχειρεί με κάθε τρόπο να κρατηθεί στην εξουσία σε όλη την επόμενη περίοδο. Οξύνεται η αντιπαράθεση γύρω από το σκάνδαλο Κοσκωτά και η πολιτική κρίση.

7 Δεκέμβρη 1988: Δημοσιεύεται το Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ, στη γραμμή που αναφέρθηκε προηγουμένως (βλ. ένθετο). Η επιτροπή που το συνέταξε αποτελείται από τους Μ. Ανδρουλάκη και τον Γ. Δραγασάκη (ΚΚΕ), και Γρ. Γιάνναρο και Δ. Παπαδημούλη (ΕΑΡ).

3 Γενάρη 1989: Κοινό διάβημα των κομμάτων της αντιπολίτευσης στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρ. Σαρτζετάκη: Μητσοτάκης (ΝΔ), Φλωράκης (ΚΚΕ), Κύρκος (ΕΑΡ), Στεφανόπουλος (ΔΗΑΝΑ) πιέζουν για εκλογές. Η κίνηση αποτελεί σαφή ένδειξη του λιωσίματος των πάγων μεταξύ Δεξιάς και επίσημης Αριστεράς, καθώς και της απόλυτης προσήλωσης της επίσημης Αριστεράς στις θεσμικές διαδικασίες και όχι στην ανάπτυξη των αγώνων.

7 Απρίλη 1989: Συγκροτείται ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου από ΚΚΕ, ΕΑΡ, ΕΔΑ και πασοκογενείς-κεντρογενείς προσωπικότητες (Μ. Δρεττάκης, Στ. Γιώτας, Στ. Παναγούλης, Στ. Νέστωρ, Ν. Κωνσταντόπουλος, Χαρ. Πρωτοπαπάς, Γ. Μυλωνάς κ.λπ.). Ο ΣΥΝ έχει 28μελή Πολιτική Επιτροπή και 8μελή Γραμματεία. Πρόεδρος ο Χαρίλαος Φλωράκης, γραμματέας ο Λεωνίδας Κύρκος και μέλη οι Μ. Ανδρουλάκης, Δ. Καραγκουλές (ΚΚΕ), Γρ. Γιάνναρος, Στ. Πιτσιόρλας (ΕΑΡ), Ανδ. Λεντάκης (ΕΔΑ), Στ. Γιώτας (πρώην υπουργός ΠΑΣΟΚ), Στ. Νέστωρ (ανένταχτος). Καλλιεργούνται προσδοκίες για μεγάλο εκλογικό αποτέλεσμα και σπάσιμο του δικομματισμού.

Άνοιξη 1989: Ο Α. Παπανδρέου, προσπαθώντας να κρατηθεί στην εξουσία, εφαρμόζει προεκλογικά τη συνταγή “Τσοβόλα δώστα όλα”. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μικροπαροχές μετά από μια τετραετία σκληρής λιτότητας. Επιστρατεύει κάθε μέσο (προσλήψεις κ.λπ.) ενώ υπογράφει, 15 μέρες πριν τις εκλογές, σκανδαλώδη επέκταση της σύμβασης με τη SIEMENS για τον ΟΤΕ – σύμβαση που μετεκλογικά ακυρώνεται.

18 Ιούνη 1989: Εκλογές. Πρώτο κόμμα η ΝΔ με 44,3% και 144 έδρες, αλλά χωρίς αυτοδυναμία. Ταυτόχρονα το ΠΑΣΟΚ δεν κατακρημνίζεται και διατηρεί ένα σημαντικό ποσοστό (39,1%). Κάτω από τις προσδοκίες το 13,1% του Συνασπισμού (28 έδρες και 855.620 ψήφοι), καθώς λίγο υπερβαίνει το τότε άθροισμα των συνιστωσών του. Αρχίζει κύκλος διερευνητικών επαφών για το σχηματισμό κυβέρνησης. Ο Συνασπισμός απορρίπτει πρόταση του ευρισκόμενου στο νοσοκομείο Α. Παπανδρέου για συνεργασία των λεγόμενων “προοδευτικών δυνάμεων”. Φτάνουμε έτσι στη συμφωνία Μητσοτάκη, Φλωράκη και Κύρκου για συγκυβέρνηση ΝΔ και Συνασπισμού με επικεφαλής τον βουλευτή της ΝΔ Τζανή Τζανετάκη. Το ΠΑΣΟΚ αντιδρά μιλώντας για “παρά φύση συνεργασία” και “νέα Βάρκιζα”.

2 Ιούλη 1989: Ορκίζεται η κυβέρνηση Τζανετάκη. Ο Συνασπισμός παίρνει τρεις υπουργούς: Δικαιοσύνης ο Φ. Κουβέλης, Εσωτερικών ο Ν. Κωνσταντόπουλος και Πολιτισμού ο Γ. Μυλωνάς. Από τις πρώτες αποφάσεις της νέας Βουλής είναι η παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο του Α. Παπανδρέου και υπουργών του ΠΑΣΟΚ (Κουτσόγιωργας, που η παραπομπή του ψηφίστηκε και από το ΠΑΣΟΚ, Τσοβόλας, Πέτσος, Αθανασόπουλος). Διαφωνία του Κ. Καραμανλή: “Οι πρωθυπουργοί πάνε σπίτι τους, όχι στο σκαμνί”.

Σεπτέμβρης 1989: Διάσπαση της ΚΝΕ. Αποχώρηση του μεγαλύτερου τμήματος της οργάνωσης και του γραμματέα της, Γ. Γράψα. Παράλληλη αποχώρηση πολλών μελών της ΚΕ του ΚΚΕ. Σημαντική ήταν το καλοκαίρι του ’89 η διαφοροποίηση και τελικά αποχώρησηαπό το ΚΚΕ του Κώστα Κάππου, έως τότε κοινοβουλευτικού του εκπροσώπου.

5 Νοέμβρη 1989: Γίνονται νέες εκλογές, από τις οποίες επίσης δεν προέκυψε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Η ΝΔ παίρνει 46,2% και 148 έδρες, το ΠΑΣΟΚ σταθεροποιείται εκφράζοντας αυτό το αντιδεξιό αίσθημα του λαού και παίρνει 40,7% και 128 έδρες, ενώ ο Συνασπισμός με 10,97% και 21 έδρες μπαίνει σε πτωτική πορεία και δεν ανταποκρίνεται στους στόχους των ιδρυτών του. Την εμφάνιση τους έκαναν οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί που, αντανακλώντας και την άνοδο των “πράσινων” στην Ευρώπη, πήραν 39.047 ψήφους (0,58%) και εξέλεξαν μία βουλευτίνα. Επίσης εξελέγησαν δύο μεμονωμένοι βουλευτές από τη μειονότητα της Θράκης.

23 Νοέμβρη 1989: Σχηματίζεται “οικουμενική κυβέρνηση” από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ενιαίο Συνασπισμό, με πρωθυπουργό τον Ξ. Ζολώτα. Κύριος διακηρυγμένος σκοπός της οικουμενικής ήταν η διαμόρφωση ενός προϋπολογισμού περικοπών στη βάση της λεγόμενης “καταγραφής της άσχημης κατάστασης της οικονομίας”. Βασική απόφαση της κυβέρνησης Ζολώτα ήταν η επέκταση της σύμβασης που είχε συναφθεί με τη SIEMENS επί Α. Παπανδρέου και του διαβόητου διοικητή του ΟΤΕ Θ. Τόμπρα για τις ψηφιακές παροχές του ΟΤΕ. Η επέκταση της σύμβασης “έδεσε” οριστικά τον ΟΤΕ στην αναγκαστική προμήθεια όλου του εξοπλισμού για τον εκσυγχρονισμό του από την κοινοπραξία SIEMENS-ERICSSON με υπεργολάβο και εκπρόσωπο το Σωκράτη Κόκκαλη (νέο ανερχόμενο τζάκι και αυτός τότε). Λίγους μήνες μετά ο Μητσοτάκης αποσύρει την εμπιστοσύνη του στην οικουμενική και προκαλεί πάλι εκλογές. Γίνεται παράλληλα η διαδικασία για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, χωρίς επιτυχία.

8 Απρίλη 1990: Νέες εκλογές, με τη ΝΔ να παίρνει αυτοδυναμία με τη στήριξη της ΔΗΑΝΑ και του μοναδικού βουλευτή της Κατσίκη, που σύντομα προσχώρησε στη ΝΔ. Η ΝΔ πήρε 46,9% και 150 έδρες, το ΠΑΣΟΚ 38,6%, ο ΣΥΝ 10,28%, οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί 0,77% (1 έδρα), η ΔΗΑΝΑ 0,67% (1 έδρα). Στις πέντε μονοεδρικές περιφέρειες ο Συνασπισμός συνεργάζεται με το ΠΑΣΟΚ. Η Λαϊκή Αντιπολίτευση (ΝΑΡ) συγκεντρώνει 14.365 ψήφους και το ΚΚΕ εσ.-ΑΑ παίρνει 8.827 ψήφους. Πρωθυπουργός ο Κ. Μητσοτάκης, που κινήθηκε με αποφασιστικότητα στη γραμμή του νεοφιλελευθερισμού και της Νέας Τάξης Πραγμάτων, η οποία ήδη ήταν προ των πυλών. Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται ο Κ. Καραμανλής με τις ψήφους της ΝΔ (για δεύτερη φορά μετά το 1980), εκφράζοντας μια ευρύτερη συγκέντρωση τοπικών και διεθνών όρων για στήριξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Οκτώβρης 1990: Δημοτικές εκλογές. Συνεργασία ΠΑΣΟΚ-Συνασπισμού, αλλά παρ’ όλα αυτά νίκη της ΝΔ σε Αθήνα (με υποψήφιο τον Τρίτση) και σε Θεσσαλονίκη.

Χειμώνας 1990: Νέα μεγάλη πανεκπαιδευτική έκρηξη ενάντια στα σχέδια του υπουργού Παιδείας Β. Κοντογιαννόπουλου. Στην Πάτρα στις 9 Γενάρη 1991 δολοφονείται από τραμπούκους της ΝΔ (Καλαμπόκας κ.ά.) ο αγωνιστής καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας. Το κίνημα σταδιακά υποχωρεί, καθώς στο προσκήνιο έρχονται γεγονότα μεγάλης κλίμακας (ξέσπασμα του πολέμου στον Περσικό, εξαπόλυση της Νέας Τάξης Πραγμάτων από τον πατέρα Μπους).

19-24 Φλεβάρη 1991: Πραγματοποιείται το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στο οποίο την πλειοψηφία αποσπά η ομάδα περί την Αλέκα Παπαρήγα.

Ιούλης 1991: Συγκρότηση του “νέου” Συνασπισμού ως ενιαίο κόμμα (πριν ήταν συνασπισμός κομμάτων και προσωπικοτήτων) από τους αποχωρήσαντες από το ΚΚΕ, την ΕΑΡ και προσωπικότητες (Ν. Κωνσταντόπουλος, Στ. Νέστωρ κ.λπ.). Πρόεδρος η Μαρία Δαμανάκη.

18-21 Δεκέμβρη 1991: Πραγματοποιείται το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ, όπου αποκρυσταλλώνεται ο νέος προσανατολισμός στην αυτόνομη πορεία του και σταδιακά αρχίζει να κυριαρχεί η νέα πολιτική γραμμή του “ταξικισμού”.

Επίλογος του ’89: Στις 17 Γενάρη 1992 ολοκληρώνεται η δίκη του Α. Παπανδρέου, η οποία είχε αρχίσει από το 1991. Ανάμεσα στους κατηγόρους (εισαγγελέας) εκ μέρους του Δημοσίου ο Ν. Κωνσταντόπουλος. Ουδέν ουσιώδες προκύπτει για το σκάνδαλο Κοσκωτά. Αποδεικνύεται αδιέξοδη για την επίσημη Αριστερά η εμμονή στη νομικίστικη πλευρά των σκανδάλων και όχι στην ουσιαστική πολιτική. Ο Α. Παπανδρέου αθωώνεται με πλειοψηφία 7-6, καθώς καλείται πλέον να παίξει εκ νέου ρόλο έκφρασης των δυναμικών κέντρων. Λίγους μήνες μετά, το ΠΑΣΟΚ καταγάγει μεγάλη νίκη στις επαναληπτικές εκλογές στη Β’ Αθηνών – άλλη μια έκφραση των αντιδεξιών αισθημάτων του ελληνικού λαού. Στις εκλογές του ’93 αποδοκιμάζεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη, κερδίζει με μεγάλη διαφορά το ΠΑΣΟΚ, ενώ η επίσημη Αριστερά θα καταγράψει το ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό της στη Μεταπολίτευση: συγκεντρώνει (αθροιστικά) μόλις 516 χιλιάδες ψήφους και 7,5%, από τις 855 χιλιάδες και το 13,1% του Ιούνη 1989. Ο δε Συνασπισμός θα μείνει εκτός Βουλής, παίρνοντας 2,94%.


Χωρίς σχόλια: Αποσπάσματα από το Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ

“Η μάχη κατά της ΝΔ και γενικότερα κατά του συντηρητισμού, δεν σημαίνει επιστροφή σε παραδοσιακούς και αφηρημένους διαχωρισμούς, αφορισμούς και στερεότυπα άλλων εποχών.”

“Η περεστρόικα και η γκλάσνοστ πραγματοποιούν επαναστατικές αλλαγές στην ΕΣΣΔ και επηρεάζουν καθοριστικά τις παγκόσμιες εξελίξεις. Οι μεταρρυθμίσεις Γκορμπατσόφ και η Νέα Σκέψη θέτουν υπό ριζική αμφισβήτηση και συχνά ανατρέπουν “αλήθειες” και βεβαιότητες εδραιωμένες για δεκαετίες, υπογραμμίζουν την ανάγκη άρρηκτης σχέσης μεταξύ δημοκρατίας και σοσιαλισμού, συμβάλλουν στην καθιέρωση νέου θετικότερου κλίματος στις διεθνείς σχέσεις, προωθούν ριζικές τομές στις σχέσεις του κράτους με την κοινωνία και της οικονομίας της αγοράς με τον προγραμματισμό.”

“Η Αριστερά πρέπει να αναδειχτεί σε δύναμη ικανή να διαμορφώσει ένα κοινό αγω-νιστικό πλαίσιο πολιτικών και διεκδικήσεων, για μια δυναμική και επωφελή συμμετοχή της χώρας μας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας.”

“Τα δύο κόμματα υποστηρίζουν κοινούς στόχους και προγραμματικές επιδιώξεις που εντάσσονται στο κοινό όραμα μιας Ευρώπης της ειρήνης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης των εργαζομένων. Οι στόχοι αυτοί στην ενότητά τους συνιστούν μια επιθετική, ενεργητική παρέμβαση της Αριστεράς στην πορεία της ολοκλήρωσης και της διεθνοποίησης.”

Ποιος κέρδισε και τι χρεώθηκε η Αριστερά από το ’89

1 Χωρίς ταμπέλες, επί της ουσίας

Η περίοδος ’89-’90 διατηρεί τη σημασία της σήμερα για την εξαγωγή συμπερασμάτων, πολιτικών και ιδεολογικών. Τα όσα συνέβησαν τότε στην Ελλάδα είναι σημαντικά πολιτικά γεγονότα, που όμως δεν πρέπει να αναπαράγουν μια κατάσταση περιχαρακώσεων και εμφυλίων μέσα στην Αριστερά. Αλλά μια κριτική ματιά είναι οπωσδήποτε αναγκαία – επειδή, ακόμη και εκ του αποτελέσματος, η στάση της τότε Αριστεράς προκύπτει προβληματική. Ο επίλογος του ’89 βρήκε την Αριστερά στη χειρότερη κατάσταση μεταπολιτευτικά, με σημαντική μείωση των οργανωμένων δυνάμεών της, καθώς και της πολιτικής και ιδεολογικής της εμβέλειας. Εξαιτίας των τότε επιλογών της, κατέληξε περιθωριοποιημένη και βίαια αποκομμένη από τις ρίζες της σε πλατιά προοδευτικά τμήματα του λαού.

2 Γκορμπατσοφική μετάλλαξη

Αυτή η κατάληξη της Αριστεράς ήταν τελική συνέπεια της αναγόρευσης μιας σειράς χαρακτηριστικών γνωρισμάτων και επιδιώξεων του καπιταλισμού σε “ουδέτερα” και “οικουμενικά”. Το κέρδος ως βασική επιδίωξη της παραγωγής, η… “σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς”, η κατάργηση (!) του ιμπεριαλισμού αφού κυριάρχησε η έννοια της αλληλεξάρτησης, η δήθεν οικουμενικότητα (έλλειψη οιουδήποτε ταξικού προσδιορισμού και επικαθορισμού) της τεχνολογικής εξέλιξης και της αναδιάρθρωσης και της ανταγωνιστικότητας – όλο αυτό το γκορμπατσοφικό υπόβαθρο αποτέλεσε τη βάση για να έρθει στο προσκήνιο μια απόλυτα διαχειριστική και καθόλου ανταγωνιστική με το σύστημα Αριστερά. Μια Αριστερά με σοσιαλδημοκρατικό προφίλ. Και με έντονο και άκριτο φιλοευρωπαϊσμό. Αυτό το υπόβαθρο έκανε δυνατή τη “συνάντηση” ΚΚΕ και ΕΑΡ – που είναι αλήθεια ότι έγινε πολύ πιο κοντά στις θέσεις της ΕΑΡ, παρότι ο συσχετισμός ήταν συντριπτικός υπέρ του ΚΚΕ: στις εκλογές του 1985 το ΚΚΕ είχε πάρει 9,1%, ενώ το ΚΚΕ εσ. (η μετέπειτα ΕΑΡ) 1,8%.

3 Λανθασμένη ανάλυση της συγκυρίας

Ενώ λοιπόν βρισκόμασταν μπροστά σε έναν επελαύνοντα καπιταλισμό, με στρατηγική επιλογή το νεοφιλελευθερισμό, με στρατηγικό στόχο να επιτεθεί στις δυνάμεις της ζωντανής εργασίας μέσω της αναδιάρθρωσης όλου του φάσματος της παραγωγής, τι έκανε η Αριστερά; Βρέθηκε να υιοθετεί τα βασικά εργαλεία και “επιχειρήματα” της αντεπανάστασης του κεφαλαίου! Εξίσου λαθεμένο ήταν και το διάβασμα της επιτάχυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, που συντελούνταν από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 με όραμα το 1992 – τη “χρονιά-ορόσημο”, όπου κεφάλαια, εμπορεύματα και άνθρωποι θα μπορούσαν να κυκλοφορούν χωρίς σύνορα μέσα στην τότε ΕΟΚ. Ενώ στην πραγματικότητα η “ολοκλήρωση” αφορούσε τη μεγάλη εξόρμηση των πολυεθνικών και του νεοφιλελευθερισμού, με στόχο να ελέγξουν και να μοντελοποιήσουν τις ευρωπαϊκές κοινωνίες (με ακόμη πιο αρνητικές συνέπειες στις χώρες της περιφέρειας, όπως η Ελλάδα), η Αριστερά κρατούσε μια στάση ουδετερότητας και ανακάλυπτε “δυνατότητες που έπρεπε να αξιοποιήσει”. Αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στο κοινό πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ, όπου πραγματικά ο ευρωπαϊσμός κυριαρχεί.

Και το ερώτημα είναι: με ποιους όρους θεώρησαν τότε τα ηγετικά στελέχη της Αριστεράς ότι θα μπορούσαν να ελέγξουν και να ηγεμονεύσουν πάνω σε τέτοιες διαδικασίες; Το σίγουρο είναι ότι ο κόσμος της εργασίας βρέθηκε ανυπεράσπιστος, και πλήρωσε πολύ ακριβά αυτή τη μετατόπιση της Αριστεράς. Και δεν είναι άσχετη με αυτές τις εξελίξεις η περαιτέρω αρνητική αλλαγή της φύσης του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και των συσχετισμών στο εσωτερικό του (π.χ. η Αριστερά από 40% που είχε στη ΓΣΕΕ σε λίγα χρόνια έφτασε να βρίσκεται γύρω στο 10%). Τότε κόπηκαν πολλοί δεσμοί, ενώ οι νέες φουρνιές εργαζομένων με τις “νέες εργασιακές σχέσεις” εύκολα καναλιζαρίστηκαν από το σύστημα στην αποσυνδικαλιστικοποίηση.

4 Κυβερνητισμός εναντίον δυσαρέσκειας

Σε ολόκληρη τη μεταπολιτευτική περίοδο και οι δύο πτέρυγες της επίσημης Αριστεράς θεωρούσαν προϋπόθεση για οποιαδήποτε προοδευτική εξέλιξη μια “κυβέρνηση της αλλαγής” σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, ή (αργότερα) με ένα τμήμα του ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα, οι δυνάμεις της Αριστεράς διαχειρίστηκαν την εξουσία, είτε στην τοπική αυτοδιοίκηση, είτε σε δημόσιους οργανισμούς. Μπαίνοντας σε μια περίοδο πολιτικής κρίσης, με το ΠΑΣΟΚ και τον Α. Παπανδρέου να στροβιλίζονται στη δίνη της, θεώρησαν ότι ήρθε η στιγμή μιας ριζικής αναβάθμισής τους. Κι εδώ είναι που αποδεικνύεται αυτοκτονική η λογική του κυβερνητισμού. Όχι μόνο επειδή έσπρωξε στην συγκυβέρνηση με τη Δεξιά (…) και αργότερα και με το ΠΑΣΟΚ. Αλλά κυρίως επειδή οδήγησε σε πλήρη υποτίμηση της κινηματικής απάντησης στην κρίση του συστήματος, οδήγησε πολλές φορές στην αδιαφορία και ακόμη και στην εχθρότητα μπροστά τους αγώνες των εργαζομένων και της νεολαίας. Όλα θυσιάστηκαν στο βωμό της συνεργασίας με το “τίμιο ΠΑΣΟΚ” (δηλαδή με αστικές πτέρυγες) ώστε “ν’ ανοίξει ο δρόμος για την κυβέρνηση της αλλαγής”. Και όλα αυτά συνέβαιναν ενώ γίνονταν σημαντικοί αγώνες (καταλήψεις το ’87, απεργία καθηγητών το ’88, απεργία μηχανικών δημοσίου κ.λπ.), ενώ χαλάρωναν οι δεσμοί κομμάτων-μαζών, και γινόταν όλο και πιο έντονη η δυσαρέσκεια μέσα στην κοινωνία – στοιχεία που έδιναν δυνατότητες να προωθηθεί μια άλλη κατεύθυνση, ουσιαστικής αλλαγής συσχετισμών σε βάρος των αστικών κομμάτων, μέσα στην κοινωνία, μέσα στους εργαζόμενους και τη νεολαία.

5 Η κυβέρνηση Τζανετάκη θεμελιώνει το νεοφιλελευθερισμό

Ενώ και οι δύο πτέρυγες (ΝΔ και ενιαίος ΣΥΝ) που στήριξαν την κυβέρνηση Τζανετάκη μιλούσαν για “περιορισμένη κυβέρνηση”, αν προσέξει κανείς τις προγραμματικές δηλώσεις και το έργο της, θα διαπιστώσει ότι δεν ήταν καθόλου περιορισμένο. Από ουσιαστική άποψη μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι τότε διαμορφώθηκαν καθοριστικοί όροι για την προώθηση του νεοφιλελευθερισμού και της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στην Ελλάδα:

Άρχισε να λειτουργεί η ιδιωτική τηλεόραση (χωρίς μάλιστα κανένα πλαίσιο), δώρο στους μεγαλοεκδότες και σε άλλους επιχειρηματικούς ομίλους. Παράλληλα άρχισε και η νεοφιλελεύθερη πλύση εγκεφάλου (τεμπέληδες δημόσιοι υπάλληλοι, “καταναλώνουμε χωρίς να παράγουμε” σαν αιτία για την εκτόξευση του χρέους, κ.λπ.)

Εισήχθη η ιδέα της “καταγραφής της οικονομικής κατάστασης, προκειμένου να παρθούν τα αναγκαία μέτρα”. Υποτίθεται αντικειμενική καταγραφή, που μετέπειτα χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη για να ληφθούν άγρια νεοφιλελεύθερα μέτρα. Το ίδιο κόλπο φυσικά χρησιμοποιήθηκε και από επόμενες κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, ενώ επεκτάθηκε και σε άλλα ζητήματα (π.χ. Ασφαλιστικό), όπου προωθούνταν και προωθούνται αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις. Ήταν μεγάλη αρνητική “συνεισφορά” της επίσημης Αριστεράς η νομιμοποίηση αυτής της διαδικασίας.

Ετοιμάστηκε ο φάκελος για τη διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1996. Διεκδίκηση που τότε δεν ευοδώθηκε, αλλά έδωσε το στίγμα ενός καθαρά μεταπρατικού μοντέλου ανάπτυξης που θα ακολουθούνταν στη συνέχεια, και στο οποίο η “συγκυβερνώσα Αριστερά” έδωσε τη συναίνεσή της (παρότι πριν τη συγκυβέρνηση η μεν ΕΑΡ ήταν αντίθετη με τη διεκδίκηση, το δε ΚΚΕ έθετε πολλούς όρους). Έκτοτε είχαμε σειρά από τέτοια “μεγάλα γεγονότα” που διοργανώθηκαν στην Ελλάδα, και έχουν αποτελέσει πεδίο κερδοφορίας για το μεγάλο κεφάλαιο.

6 Η επίσημη Αριστερά ως συστημική δύναμη

Πέρα απ’ όσα προαναφέρθηκαν, η ηγεσία της Αριστεράς, προχωρώντας τότε στη συγκυβέρνηση, αδυνατούσε να εκτιμήσει την πιεστικότητα των αναγκών του συστήματος για ολόπλευρη προώθηση του νεοφιλελευθερισμού και της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Είναι “φύλλο συκής” η επίκληση, στις προγραμματικές δηλώσεις Τζανετάκη, της “διασφάλισης του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων”. Αυτό που τελικά κατάφερε η ηγεσία της Αριστεράς με τον βαθιά λαθεμένο προσανατολισμό της, ανεξαρτήτως προθέσεων, ήταν να οδηγήσει τον Κ. Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία.

Εξίσου λαθεμένη ήταν η εκτίμηση για περιθωριοποίηση του Α. Παπανδρέου. Δεν ήταν λογικό το συμπέρασμα ότι θα έβγαινε εκτός πολιτικού συστήματος ούτε ο ίδιος ούτε αυτό που εκπροσωπούσε ως “δημοκρατική παράταξη” με τους δεσμούς της με τα επιχειρηματικά και διεθνή κέντρα. Έτσι, η κατά βάση νομικίστικη επίθεσή της στον Α. Παπανδρέου ουσιαστικά εξελίχθηκε σε μπούμερανγκ για την επίσημη Αριστερά. Το ΠΑΣΟΚ συγκράτησε τις δυνάμεις του, και μέσα σε δύο χρόνια ήταν και πάλι διεκδικητής της εξουσίας. Δεν υπήρχαν όροι για να κερδίσει η Αριστερά κάτι από τη συγκυβέρνηση, πολύ περισσότερο με τη γραμμή που είχε.

Μένει σαν μόνη αιτιολογία για τη στάση της το ζήτημα της “κάθαρσης” – που υποτίθεται ότι αν δεν γινόταν η συγκυβέρνηση δεν θα μπορούσε να προχωρήσει. Αλλά ούτε στο ζήτημα αυτό μπορούσε να πετύχει κάτι. Το αποτέλεσμα, και σε αυτό το επίπεδο, είναι οικτρό.

Συνεπώς η επίσημη Αριστερά συμπεριφέρθηκε όχι σαν αντιπολίτευση ενός σε κρίση συστήματος, αλλά σαν δύναμη γεμάτη “κατανόηση” για τις ανάγκες του. Συμπεριφέρθηκε με απόλυτη θεσμική στοχοπροσήλωση (π.χ. πρωτοβουλία για διάβημα της αντιπολίτευσης στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας), και όχι προωθώντας την κινηματική δράση. Και αυτό είναι ένα μεγάλο δίδαγμα από το ’89, επίκαιρο και στις μέρες μας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι και μια σημαντική διαφορά της τότε επίσημης Αριστεράς από τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ;