Είκοσι χρόνια μετά το “βρόμικο 1989”, που σημάδεψε τις εξελίξεις –οικονομικές και πολιτικές– για πολλά χρόνια, έχουμε μπει σε μια μεταβατική περίοδο. Αλλάζουν και τροποποιούνται πολλά δεδομένα, και θα κλιμακωθεί ιδιαίτερα ένας γενικευμένος πόλεμος ενάντια στους εργαζόμενους, ενάντια στους όρους διαβίωσης της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού.
Η προκήρυξη των πρόωρων εκλογών είναι μια απροκάλυπτη ομολογία χρεοκοπίας της κυβέρνησης Καραμανλή, η οποία οδήγησε σε τεράστια αδιέξοδα. Πάλι μετά από φωτιές εξαγγέλλει εκλογές – όχι για να τις κερδίσει, αλλά επειδή δεν μπορεί να κυβερνήσει άλλο, και πρέπει να υλοποιήσει αυτό που υπαγορεύουν η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο ΣΕΒ και οι δυναμικοί παράγοντες της οικονομίας. Επομένως ο Καραμανλής δεν ψεύδεται: πρέπει τώρα –κατ’ εντολή του Αλμούνια, της ευρωπαϊκής επιτήρησης και λίγο πριν χρεοκοπήσει η χώρα– να παρθούν τα σκληρά μέτρα. Λέει την αλήθεια και “αποσύρεται”.
Με την οικονομία σε καθεστώς νεοαποικιακής επιτήρησης και σε βαθύτατη κρίση και με ανοικτά πολλά γεωπολιτικά ζητήματα στην περιοχή μας, μπαίνουμε σε μια περίοδο πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών ανακατατάξεων. Μπαίνουμε σε μια περίοδο που η ρευστότητα και η μεταβατικότητα θα είναι κυρίαρχα χαρακτηριστικά. Είναι μια περίοδος που η απλή δικομματική εναλλαγή δεν προσφέρει τις εγγυήσεις που θέλει το κεφάλαιο, δεν πείθει τους πολίτες (η πασοκική “αντιπολίτευση” δεν δημιουργεί κανένα ρεύμα αλλαγής), και η τυχόν ισχνή αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ θα είναι ιδιαίτερα εύθραυστη με τα μέτρα που πρέπει να παρθούν. Η πιθανή έλλειψη αυτοδυναμίας θα οδηγήσει σε επαναληπτικές εκλογές ή σε ένα πρόσκαιρο σχήμα συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ χωρίς τους βασικούς πρωταγωνιστές, ενώ και η προεδρική εκλογή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για νέες εκλογικές περιπέτειες. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, όπως έγινε και το ’89-90, μπορούν να παρθούν τα πιο σκληρά μέτρα που θα τα φορτωθεί ένα μεταβατικό σχήμα στο οποίο θα συναινέσουν όλοι – για να “χωρίσουν” λίγο αργότερα και να ξαναρχίσουν το θέατρο…
Σε κάθε περίπτωση, το κυρίως ζητούμενο από τον αστικό κόσμο είναι να φορτωθούν τα βάρη της κρίσης (που θα καλπάζει) οι εργαζόμενοι. Να ξηλωθούν κατακτήσεις και δικαιώματα. Και αυτός ο λαός μέσα στην κρίση, ο λαός της κρίσης, να μετατραπεί στο κυρίως αντικείμενο εκμετάλλευσης, εξαθλίωσης και φτωχοποίησης ώστε τα κέρδη των καπιταλιστών να μην μειώνονται όσο είναι δυνατόν. Σε αυτόν τον πόλεμο ενάντια στο λαό της κρίσης είναι στρατευμένος όλος ο αστικός κόσμος: οικονομικός, πολιτικός, κρατικός, μιντιακός. Ήδη μέσα στην κρίση, δηλαδή τον τελευταίο χρόνο, μεταφέρθηκαν–δόθηκαν–χαρίστηκαν στους επιχειρηματίες 51 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτά τα λεφτά περικόπηκαν από τις κοινωνικές δαπάνες και θα εισπραχθούν από πρόσθετους φόρους που φρόντισε να ψηφίσει η κυβέρνηση πριν αποχωρήσει. Το μεγαλύτερο σκάνδαλο είναι ότι η μερίδα του λέοντος, 28 δισεκατομμύρια, δόθηκαν στις τράπεζες που συνεχίζουν να έχουν τεράστια κέρδη (παρά την κρίση) και να χαίρουν φορολογικής ασυλίας – όπως άλλωστε και άλλα τμήματα του μεγάλου κεφαλαίου.
Το μόνο που φοβούνται την ώρα που εξαπολύουν αυτόν τον αντεργατικό αντιλαϊκό πόλεμο είναι μήπως ο λαός της κρίσης από αντικείμενο μετατραπεί σε υποκείμενο, με αγώνες, αντιστάσεις, εξεγέρσεις, ανατροπές συσχετισμών. Αυτός ο φόβος δικαιολογημένα τους συνοδεύει σε κάθε βήμα, γιατί καταλαβαίνουν πως όσα κάνουν θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε τέτοιες αντιδράσεις. Είτε από ταξικό ένστικτο, είτε από δυνατότητα εκτίμησης τω ν διαθέσεων και της δυσφορίας–οργής που υπάρχει, ο αστικός κόσμος θωρακίζεται απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ο πόλεμος που εξαπέλυσαν ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ, ώστε αυτός να μην μπορέσει να εκφράσει έστω και στρεβλά αυτή τη δυνατότητα σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο, είχε αποτελέσματα μεν, αλλά δείχνει και δυνατότητες, ευκαιρίες που υπάρχουν, και πόσο υπολογίζουν ορισμένα πράγματα οι αντίπαλοι. Μια άνευρη Αριστερά, περιθωριοποιημένη ή με δεδομένη τη συμπεριφορά της και πάντως συμβατή με τον υποβιβασμό του λαού της κρίσης σε αντικείμενο, χωρίς καμιά φιλοδοξία, σχέδιο, όραμα να τον καταστήσει ενεργό υποκείμενο, είναι ο πολιτικός όρος επίτευξης των στόχων των πολιτικών επιτελείων.
Από την άποψη αυτή, η πολιτική συμπεριφορά της υπαρκτής Αριστεράς είναι ενδεικτική προθέσεων: Ενώ άνθρωποι σκοτώνονται στους τόπους δουλειάς, είτε στη Ζώνη, είτε ψήνονται σαν μπιφτέκια στη Λάρκο, είτε πέφτουν σαν πληγωμένα πουλιά και πολτοποιούνται όπως έχει συμβεί σε 9 εναερίτες της ΔΕΗ από την αρχή του 2009 (ο τελευταίος είχε 8μηνη σύμβαση, και μόλις δύο βδομάδες στη δουλειά, όταν έπεσε από το στύλο και τσάκισε το κεφάλι του) και είναι εκατοντάδες αυτοί που ξύπνησαν να πάνε για μεροκάματο και δεν γύρισαν ποτέ στο σπίτι ή γύρισαν μετά από καιρό και σακατεμένοι για πάντα… ενώ καίγονται 300.000 στρέμματα έτσι, επειδή δεν έχουν παρθεί καθόλου μέτρα και αυτό βολεύει μεγαλοεργολάβους και άλλους αετονύχηδες… ενώ η τρομοκρατία οργιάζει και τα δημοκρατικά δικαιώματα ποδοπατιούνται από κάθε αρμόδιο όργανο (δημόσια ή ιδιωτική αστυνόμευση)… ενώ η ακρίβεια σκαρφαλώνει σε δυσθεώρητα ύψη και όλοι προαναγγέλλουν τεράστια επίθεση στους εργαζόμενους… και ενώ στο Αιγαίο τούρκικα μαχητικά κάνουν εικονικούς βομβαρδισμούς ελληνικών στόχων και ο πολιτικός μας κόσμος κοψομεσιάζεται υποδεχόμενος ως γνήσιος υποτελής τον νέο γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ… ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, σύσσωμη η Αριστερά, η υπαρκτή Αριστερά, περί άλλων τυρβάζει! Ασχολείται με καρέκλες, έδρες, ποσοστά, προσωπικές φιλοδοξίες, σεχταρισμούς, αποκλεισμούς, ανθρωποθυσίες, πατροκτονίες, παιδοκτονίες, και άλλα τέτοια “βίτσια”. Κανένα σχέδιο, καμιά πνοή, καμιά προωθητική ιδέα – και κυρίως καμιά αντίσταση, κανένας ελπιδοφόρος σχεδιασμός από τις ηγεσίες. Η εικόνα αυτή γίνεται αντιληπτή ευρέως, παρά την επιμονή και το πείσμα πολλών χιλιάδων ανθρώπων να την αλλάξουν.
Και αυτό πρέπει να αποτελέσει το κεντρικό ζήτημα σε όλους τους χώρους της Αριστεράς, αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο όλων των εγχειρημάτων και των πρωτοβουλιών: πώς να υπάρξει αποτελεσματική και ρεαλιστική αντίσταση στους αστικούς σχεδιασμούς και πώς θα οικοδομηθεί ένα πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο ενάντια στις επιθετικές – άγριες πολιτικές του κεφαλαίου μέσα στην κρίση.
Στις σημερινές συνθήκες αυτό σημαίνει –περισσότερο από άλλοτε– ότι πρέπει να είμαστε σε θέση μάχης για να αλλάξουν τα πράγματα στην Αριστερά. Αυτός είναι ο όρος για να πραγματοποιηθούν και τα υπόλοιπα.