Σωκράτης Μαντζουράνης: “Σχέδιο δεκαετιών η απαξίωση και το ξεπούλημα της Ολυμπιακής”

τ.263, 20/03/2009 (σε ένθετο οι σελίδες της Αριστεράς με το αφιέρωμα "Λογοτεχνία, Πολιτική, Ουτοπία")

Συνέντευξη με τον Σωκράτη Μαντζουράνη, στέλεχος της ΚΕΔΑ και πρώην αντιπρόεδρος της ΟΣΠΑ

Τις μεθοδεύσεις, την εκμετάλλευση, την απαξίωση και τελικά το ξεπούλημα σήμερα της Ολυμπιακής στον Βγενόπουλο αποκαλύπτει, μιλώντας στην “Αριστερά!”, ο Σωκράτης Μαντζουράνης, στέλεχος της ΚΕΔΑ, πρώην αντιπρόεδρος της ΟΣΠΑ και εκ των ιδρυτών της Βαλκανικής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων Αερομεταφορών. Εργαζόμενος από το 1975 μέχρι την πρόσφατη συνταξιοδότησή του στην Ολυμπιακή, γνωρίζει πολύ καλά το παιχνίδι που έστησε ο δικομματισμός και δεν διστάζει να αποκαλύψει το ρόλο που έπαιξαν, όλα αυτά τα χρόνια, ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ, βοηθώντας απλόχερα τις εκάστοτε κυβερνήσεις στην απαξίωση της Ολυμπιακής. Σε μια αποστροφή του λόγου του, σημειώνει χαρακτηριστικά: “Θυμάμαι έναν πρόεδρο στην ομοσπονδία, όταν ήμουν κι εγώ μέλος στη διοίκηση, που μου είπε “μόνο τον παπά του χωριού δεν διόρισα, μόλις τον διορίσω, θα πω ότι εγώ τέλειωσα”. Το καταπληκτικό είναι ότι έγινε τότε ένα εκκλησάκι στο παλιό ανατολικό αεροδρόμιο και ο παπάς πήγε εκεί. Τον διόρισε!”

Στόχος του Βγενόπουλου, γράφουν και ξαναγράφουν, είναι να γίνει η Ολυμπιακή όπως όταν την είχε ο Ωνάσης…

Η Ολυμπιακή είναι μια υπόθεση πολλών χρόνων. Από τότε που μπήκα, δηλαδή από το 1975, η εταιρία πουλιόταν. Έβγαζε εκατομμύρια κι ήταν ελλειμματική. Μετέφερε εκατομμύρια επιβάτες και ήταν ελλειμματική. Όλο αυτό ανά διαστήματα επαναλαμβανόταν. Και το πρότυπο ήταν η Ολυμπιακή του Ωνάση. Εδώ είναι ένα μεγάλο παραμύθι. Επί Ωνάση, η Ολυμπιακή δεν είχε ούτε ένα δικό της αεροπλάνο και για κάθε δρομολόγιο που δεν έβγαζε κέρδος ο Ωνάσης έπαιρνε αποζημίωση –επιδότηση τη λέμε τώρα– ούτως ώστε να είναι κερδοφόρα η γραμμή. Όταν ήρθε ο Καραμανλής, και ο Ωνάσης πούλησε την Ολυμπιακή στο κράτος, έβγαλε χρήματα από μια θυγατρική εταιρία του, στην οποία ανήκαν τα αεροπλάνα που είχε η Ολυμπιακή. Και, βέβαια, αυτά για χρυσά κουτάλια και πιρούνια στις πρώτες θέσεις της Ολυμπιακής επί Ωνάση είναι ένα μεγάλο ψέμα. Ένα παραμύθι.

Πόσες φορές προσπάθησαν να πουλήσουν την Ολυμπιακή;

Έξι φορές έγινε απόπειρα να πουληθεί η Ολυμπιακή επί ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Η Ολυμπιακή έβγαλε βουλευτές, έβγαλε υπουργούς, δημιούργησε ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, όμηρους, δημιούργησε ψηφοφόρους της ΝΔ, όμηρους… Την εκμεταλλεύτηκαν κι έπειτα έπρεπε να τη βγάλουν απ’ την πλάτη τους, γιατί ήρθε η απελευθέρωση των αγορών και των… ουρανών και είπε η ΕΕ ότι πρέπει να μείνουν 3-4 εταιρίες στην Ευρώπη. Σε αυτό το πλαίσιο, άρχισε το σχέδιο για το πώς θα πουλήσουν την Ολυμπιακή. Συσσώρευσαν προβλήματα και ελλείμματα και μετά έπρεπε να την πουλήσουν, αφού κυριάρχησε η θεωρία πως ό,τι είναι δημόσιο πρέπει να πουληθεί. Άκουγα πρόσφατα τον Πάγκαλο, που έλεγε ότι, ναι, πρέπει να δούμε πώς θα την κρατήσουμε. Το ΠΑΣΟΚ μίλαγε πάλι για τον εθνικό μας αερομεταφορέα κ.λπ. Ποιος, ο Πάγκαλος, που όταν ήταν στην κυβέρνηση έλεγε “η Ολυμπιακή πετάει δεν πετάει μέχρι το Πάσχα”. Όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών, τα εισιτήρια του υπουργείου, δισεκατομμύρια δραχμές τότε, ήταν της Aegean. Ήταν καταπληκτικό το σαμποτάζ που έκαναν οι εκάστοτε κυβερνήσεις. Αφού έπρεπε να γίνει το ξεπούλημα, το εφεύρημα με το οποίο έπρεπε ιδεολογικά να στηριχθεί ήταν ότι κοστίζει στον Έλληνα. Πληρώνουμε εκατομμύρια τη μέρα, δισεκατομμύρια το χρόνο, έλεγαν κ.λπ. Και έρχεται απόφαση δικαστηρίων τώρα, έπειτα από τόσα χρόνια, που λέει ότι αυτά που χρωστάει η Ολυμπιακή στο κράτος είναι το ένα τρίτο από αυτά που χρωστάει το κράτος στην Ολυμπιακή. Ξέρεις τι είναι να κάνεις, χρόνια ολόκληρα, κοινωνική πολιτική με την Ολυμπιακή και να χρεώνεις την κοινωνική πολιτική στην Ολυμπιακή; Παπάδες τζάμπα, στρατιωτικοί τζάμπα, φοιτητές μισό εισιτήριο, φαντάροι μισό εισιτήριο, υπουργεία χωρίς να πληρώνουν. Άσε το όργιο της μεταφοράς των ψηφοφόρων. Δισεκατομμύρια, που κανένας δεν τα απέδωσε ποτέ στην Ολυμπιακή. Επίσης, κυριάρχησε η λογική των ημετέρων. Ποιος δεν βγήκε βουλευτής, ποιος δεν έγινε υπουργός και δεν θέλουμε να τον χάσουμε; Ας τον βάλουμε στη διοίκηση της Ολυμπιακής. Και το τελευταίο είναι ότι είχαμε ένα όργιο αναδιανομής εισοδήματος στο χώρο ιδιαίτερα του τουρισμού. Η Ολυμπιακή έχει χάσει εκατομμύρια από τους πράκτορες, τους οποίους είτε η ΝΔ είτε το ΠΑΣΟΚ πριμοδοτούσαν, αφού ήταν εκείνοι οι οποίοι θα τους έδιναν 10, 20, 100 ψήφους. Έτσι στήθηκε το παιχνίδι με την Ολυμπιακή.

Στήνουν όλο αυτό το ιδεολόγημα, απαξιώνουν την Ολυμπιακή, φέρνουν και χρυσοπληρώνουν ανταγωνιστές απ’ έξω για να την εξυγιάνουν, και προκύπτει ξαφνικά ο “σωτήρας” Βγενόπουλος…

Από το πουθενά. Από πού κι ως πού; Δεν φαίνεται ότι είναι στημένο; Πού βρέθηκε ο Βγενόπουλος με τα κεφάλαια των Εμιράτων; Είχε πάει ο πρωθυπουργός στα Εμιράτα, για να πουλήσει την Ολυμπιακή, και τα Εμιράτα αποσύρθηκαν από το διαγωνισμό, ο οποίος βγήκε άγονος. Και, ξαφνικά, εμφανίζεται ο Βγενόπουλος με τα κεφάλαια από τα Εμιράτα και λέει “θα την πάρω εγώ”. Τι σημαίνει αυτό; Φαίνεται ότι είναι μια διαμάχη, μια προσπάθεια να μπουν στο χώρο των αερομεταφορών μέσω του Βγενόπουλου, ο οποίος είναι πράκτορας, με την έννοια του μεσάζοντα. Με την Ολυμπιακή μπαίνουν στην ΕΕ, αποκτούν ένα παγκόσμιο δίκτυο, χρησιμοποιούν την εμπειρία της και τα πολλά της πλεονεκτήματα. Έχει μια αξιόλογη τεχνική βάση, για την οποία, εδώ και χρόνια, έχει κάνει προτάσεις ο αραβικός κόσμος να γίνει διεθνές επισκευαστικό κέντρο της Μεσογείου και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Κάτι που δεν έγινε ποτέ. Και έρχονται τώρα αυτά τα ίδια κεφάλαια από τα Εμιράτα, με όχημα την Ολυμπιακή, να ανοιχτούν στην ΕΕ και την Άπω Ανατολή. Νομίζω ότι αυτόν το ρόλο έπαιξε ο Βγενόπουλος και τον έπαιξε καλά. Το καταπληκτικό είναι ότι “τσίμπησαν” οι εργαζόμενοι και λένε “να την πάρει ο Βγενόπουλος, εμείς δεν θέλουμε την Αegean”. Αυτό δεν το κατάλαβα ποτέ. Δηλαδή, γιατί πρέπει να προτιμήσουμε τον Βγενόπουλο ή την Αegean, αντί να πούμε ότι εμείς δεν πουλάμε την εταιρία, η οποία μπορεί να αναπτυχθεί μόνη της. Και αυτή τη στιγμή, με το αβαντάζ της ανοχής των εργαζόμενων ή της σιωπηρής αποδοχής, ο Βγενόπουλος έκανε παιχνίδι – τα κεφάλαια μάλλον που εκπροσωπεί ο Βγενόπουλος έκαναν παιχνίδι. Νομίζω ότι ο εθνικός αερομεταφορέας τέλειωσε.

Το συνδικαλιστικό κίνημα, όλα αυτά τα χρόνια, πώς χειρίστηκε αυτό το ζήτημα; Γιατί δεν βγήκε να αποκαλύψει όλο αυτό που περιέγραψες κι έφτασε τώρα να θεωρεί τον Βγενόπουλο σωτήρα;

Όταν μιλάμε για συνδικαλιστικό κίνημα στην Ολυμπιακή, μιλάμε για κυρίαρχη παρουσία της ΠΑΣΚΕ και μια συμπληρωματική, αλλά επίσης ισχυρή, της ΔΑΚΕ. Η Αριστερά πάντα ήταν εκεί, μίλαγε, έκανε προτάσεις, συζητούσε, αλλά, εξαιτίας του συσχετισμού, λίγα πράγματα μπορούσε να κάνει – αν και υπάρχουν λάθη και στην Αριστερά και μιλάω για το ΚΚΕ και τη ριζοσπαστική Αριστερά. Έχουν ευθύνες κι αυτοί, αλλά όχι τις κύριες, για να είμαστε ειλικρινείς. Η ΠΑΣΚΕ και η ΔΑΚΕ, όλα αυτά τα χρόνια, αυτό που έκαναν ήταν να διατηρούν, ανάλογα με το ποιος ήταν στην κυβέρνηση, σταθερούς συσχετισμούς και εγκλωβισμένους ανθρώπους, ούτως ώστε να τους διοχετεύουν ως ψηφοφόρους είτε στη ΝΔ είτε στο ΠΑΣΟΚ. Ποτέ δεν μπήκαν επί της ουσίας στα ζητήματα του εθνικού αερομεταφορέα. Η αριστερά είναι αλήθεια ότι είχε σοβαρές προτάσεις όλο αυτό το διάστημα. Προσωπικά είχα γράψει ολόκληρα βιβλία για το τι μπορούμε να κάνουμε, πώς μπορούμε να βγούμε από την κρίση, πώς μπορεί να γίνει σύγχρονος και κερδοφόρος συνάμα ο δημόσιος αερομεταφορέας. Κανείς ποτέ –ούτε ΝΔ, εννοώ, ούτε ΠΑΣΟΚ– πήραν υπόψη τους έστω και μία γραμμή των προτάσεων των εργαζομένων. Ταυτόχρονα με όλα αυτά, υπήρξαν και συντεχνιακές λογικές. Δεν μπορεί τώρα που πουλιέται η Ολυμπιακή στον Βγενόπουλο όσο δυο παίκτες της Άρσεναλ η μόνη έγνοια των συνδικάτων να είναι η υπογραφή συμφωνίας με το νέο υπουργό Μεταφορών, με την οποία παίρνουν –αναδρομικά, μάλιστα– 500 με 700 ευρώ αύξηση το μήνα. Εγώ να πω ότι δεν τους λείπουν μόνο 700, αλλά 1.000 ευρώ το μήνα. Αλλά ως συνδικαλιστικό κίνημα δεν έχεις μια προτεραιότητα τι είναι αυτό που θα παλέψεις, όταν όλοι σε κατηγορούν για υψηλόμισθο και ρετιρέ; Και σ’ αυτή τη φάση το πρώτο είναι να σώσεις την εταιρία, να διασφαλίσεις το δημόσιο χαρακτήρα της. Νομίζω ότι ποτέ δεν πίστεψαν σ’ αυτό που λέμε δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα της εταιρίας, που πραγματικά μπορούσε να είναι τέτοιος. Δεν το πάλεψαν, δεν το υπερασπίστηκαν, δεν έγιναν αγώνες με αυτό το αίτημα. Από την άλλη, περίπου 1,3 δισ. ευρώ είναι οι αποζημιώσεις που πρέπει να δοθούν στους εργαζόμενους. Πού θα βρεθούν; Πού είναι γραμμένα στον προϋπολογισμό; Σε ποιον προϋπολογισμό; Από πού θα βγουν; Ποιος θα τα δώσει; Παραμυθιάζουν τον κόσμο με υποσχέσεις ότι θα πάνε στην εφορία ή στο ΚΕΠ της περιοχής τους και, δυστυχώς, συμμετείχαν σ’ αυτά και συνδικαλιστές της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ. Αφού, λοιπόν, στα χαρτιά τούς τακτοποίησαν, τώρα λένε πρέπει να διεκδικήσουμε συλλογικές συμβάσεις στη νέα εταιρία. Πώς; Δέκα χιλιάδες αιτήσεις έχει ο Βγενόπουλος και όλες θα είναι ατομικές συμβάσεις εργασίας. Αυτό το ξέρουμε εδώ και ενάμιση χρόνο. Δεν το διεκδίκησαν. Δεν είπαν –έστω και ρεφορμιστικά– στην κυβέρνηση “βάλτε όρο στη σύμβαση ότι θα γίνει συλλογική διαπραγμάτευση με τα συνδικάτα, την ομοσπονδία και τα σωματεία”. Άφησαν 10.000 ανθρώπους να διαπραγματεύονται ατομικές συμβάσεις εργασίας και τώρα λένε ότι το πρόβλημά μας είναι η συλλογική διαπραγμάτευση. Τώρα το είδατε; Απαιτούν να τους δοθεί η σύμβαση πώλησης να τη διαβάσουν. Τι να διαβάσετε, ρε παιδιά; Πουλιέται η εταιρία, μένει κόσμος στο δρόμο, τέλειωσε ο εθνικός αερομεταφορέας (στη Λήμνο, στη Χίο, αν δεν χρυσοπληρώνεται, γιατί να πάει;) κι εσείς τώρα, ως συνδικάτο, το μόνο θέμα είναι να διαβάσετε τη σύμβαση; Είναι, νομίζω, μεγάλες οι ευθύνες από αυτή την άποψη του συνδικαλιστικού κινήματος, το οποίο τόσα χρόνια δεν ασχολήθηκε με το ζουμί της υπόθεσης. Με το πώς, δηλαδή, αυτή η εταιρία θα μπορούσε να είναι μια κερδοφόρα δημόσια επιχείρηση, να αναπτυχθεί, να κρατήσει τις θέσεις εργασίας και ταυτόχρονα να είναι ασφαλής και να προσφέρει αξιοπρεπή και ασφαλή μεταφορά. Θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν πρόεδρο στην ομοσπονδία, όταν ήμουν κι εγώ μέλος στη διοίκηση, που μου είπε “μόνο τον παπά του χωριού δεν διόρισα, μόλις τον διορίσω θα πω ότι εγώ τέλειωσα”. Το καταπληκτικό είναι ότι έγινε τότε ένα εκκλησάκι στο παλιό ανατολικό αεροδρόμιο και ο παπάς πήγε εκεί. Τον διόρισε.

Τη συνέντευξη πήρε ο Μιχάλης Σιάχος