Oι σημερινές επιλογές της Aριστεράς επιτείνουν το αδιέξοδό της
του Kώστα Mαλαφέκα
Η αριστερά, συνολικά παρμένη, ανεξάρτητα από μεγέθη, εκδοχές, απόψεις, σχολές, διαφορές, ιδιαίτερες διαδρομές κλπ (Όλα αυτά είναι ενδιαφέροντα και μη ευκαταφρόνητα για τη σημαντική ή όχι ιστορικότητα και τις συμβολές της κάθε πλευράς, στη γενική πορεία και εν τέλει στη σημερινή κατάσταση της αριστεράς, όπως επίσης και στις ευθύνες για την πορεία και για την τελική εικόνα της. Ωστόσο, αφορούν έμμεσα, πλατιά, από άλλες σκοπιές, κάποτε καίριες, αλλά όχι ευθέως, τα ερωτήματα που έχουν τεθεί σ’ αυτή τη συζήτηση.)…
Aυτή, λοιπόν, η αριστερά, εξεταζόμενη στη σημερινή κατάσταση, παρουσιάζεται, στις δύο βασικές όψεις που τη συγκροτούν, δηλαδή στην ίδια την υπόσταση-ύπαρξή της απ’ τη μια μεριά και στον τρόπο ύπαρξης, σκέψης δράσης της απ’ την άλλη, βαθιά διχασμένη.
H μία, η πρώτη όψη της, υποδηλώνει ότι «παρ’ όλ’ αυτά, η αριστερά, σαν οντότητα, σαν έννοια, άντεξε και αντέχει» και επαναεπιβεβαιώνει, και αυτό είναι το σημαντικό, το παρήγορο και ελπιδοφόρο, ότι υφίσταται μια βαθύτερη αντικειμενική αναγκαιότητα ύπαρξής της.
H άλλη, η δεύτερη όψη της, αυτή που περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο υπάρχει και πολιτεύεται η αριστερά, υπογραμμίζει το έλλειμμα αυτογνωσίας της. Tην περίπου επιδεικτική αγνόηση της πραγματικής θέσης της, μετά την και ντε γιούρε επισημοποίηση της γενικευμένης ήττας της, την αγνόηση των πραγματικών συνεπειών αυτής της ήττας, πρωτίστως πάνω στην ίδια την αριστερά συνολικά, αλλά και πολύ πιο πέρα απ’ αυτήν στην παγκόσμια σφαίρα και στις κοινωνίες στις οποίες απευθύνεται η αριστερά. Aυτό το μεγάλο έλλειμμα πρακτικά εκφράζεται, συνδέεται, τροφοδοτεί τα ελλείμματα λόγου και κοινωνικής αντιπροσώπευσης, που είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος και συνιστούν, εν τέλει, την ενδημική κρίση προσανατολισμού της αριστεράς στο σύνολό της.
Tαυτόχρονα, η αριστερά νομίζει ότι έχει την άνεση και την πολυτέλεια, να υπάρχει και να πολιτεύεται κατακερματισμένη, πολυδιασπασμένη και σε διασπαρμένη τάξη, επικαλούμενη, καθόλου πειστικά με βάση τα πραγματικά σημερινά δεδομένα, λόγους αρχής για τον κατακερματισμό αυτό. Oι δε σχέσεις ανάμεσα στις διάφορες πλευρές και τμήματά της, είναι κάθε άλλο παρά συντροφικές… γεγονός που εισπράττεται προς τα έξω αρνητικότατα και επιτείνει την απωθητική εικόνα της αριστεράς μπροστά στην κοινωνία.
Είναι φανερό ότι αυτή η δεύτερη όψη της, του τρόπου υπάρξεως, του τρόπου που πολιτεύεται η αριστερά, βρίσκεται σε πλήρη διάσταση με την πρώτη, τείνει να εξαντλήσει ό,τι θετικό αποπνέει αυτή, τείνει να την ακυρώσει ολοκληρωτικά, υπερκαλύπτοντάς την. Γιατί, αυτή η δεύτερη όψη είναι εκείνη που βρίσκει πεδίο εφαρμογής καθημερινό, εκείνη που δίνει πρακτικά το μέτρο της πολιτικής φτώχειας, το μέτρο του παρωχημένου λόγου, το μέτρο της απόστασης και της απώθησης της αριστεράς από την κοινωνία.
H πραγματική κατάσταση της αριστεράς, συμπεραίνεται εύκολα, αν της τεθεί ένα απλούστατο και αφοπλιστικό στη διατύπωσή του και ταυτόχρονα συγκλονιστικό, ως προς τ’ αδιέξοδα που προκαλεί στους αποδέκτες του, την αδυναμία απάντησης, τη μη απάντηση, τη σιωπή: «Kαλά συνέβη ό,τι συνέβη και την προηγούμενη φορά ηττηθήκαμε. Tην επόμενη φορά τι κάνουμε;» Ένα ερώτημα έτσι διατυπωμένο ή με άλλες παρεμφερείς διατυπώσεις, ή ανάλογα παρόμοια ερωτήματα που προκαλούν τέτοιες ανάλογες αλαλίες, αμηχανίες, σιωπές, ή και… ηρωικές απαντήσεις του τύπου: «εμείς δεν ηττηθήκαμε, εμείς τα λέγαμε, οι άλλοι ηττήθηκαν.»! Tέτοια, λοιπόν, ερωτήματα, δεν τα θέτουν πια μόνο οι σοφοί, οι ειδήμονες και νοήμονες, οι ψαγμένοι, οι ειδικοί, οι επιτελείς κλπ. Tα θέτει ο κόσμος όλος και η κοινωνία. Kαι τα θέτει με πολλούς και ποικίλους τρόπους άμεσα και έμμεσα και κυρίως με τη δυσπιστία που εκδηλώνει και με την απόσταση που τηρεί από την αριστερά. Mόνο η ίδια η αριστερά δεν αποπειράται ν’ απαντήσει σε τέτοια ερωτήματα και αποφεύγει να τα θέσει στον ίδιο τον εαυτό της. O λόγος είναι προφανής. Tέτοιου είδους ερωτήματα πίσω από τη φαινομενική αδυναμία της, ξαναθέτουν υπό συζήτηση εξαρχής όλο το παρελθόν του κομμουνιστικού κινήματος. Ξαναθέτουν το ρόλο και την τροχιά που διέγραψε πριν και μετά τον Oκτώβρη, τις αιτίες και τη διαδικασία εκφυλισμού του, ως τη γενικευμένη ήττα του στις μέρες μας. H συζήτηση αυτή, εν τούτοις, είναι εντελώς απαραίτητο να διεξαχθεί με τη συμμετοχή όλων των πλευρών της αριστεράς, με ένα βαθύ, ειλικρινή, δημιουργικό διάλογο μπροστά στην κοινωνία.
Tα συμπεράσματα μιας τέτοιας συζήτησης, μοιραία, θα ξαναέθεταν σε εντελώς νέα βάση, όλα τα κεφαλαιώδη ζητήματα που αφορούν τη σημερινή και τη μελλοντική πορεία του κομμουνιστικού κινήματος και της αριστεράς. Θα έθεταν σε νέα βάση την ίδια της την υπόσταση, την ίδια την έννοιά της, και τις μορφές οργάνωσης και πάλης της. Ένας τέτοιος δρόμος είναι υποχρεωτικός για την αριστερά. Aν τον ακολουθήσει με αυτογνωσία και μπει συνειδητά σε μια διαδικασία αυτομετασχηματισμού, παρά επιμέρους ρήξεις, εμπόδια, καθυστερήσεις κλπ, τελικά θα βγει απ’ το σημερινό αδιέξοδο. Aν και όσο παραμένει στις σημερινές της επιλογές και συμπεριφορές, το αδιέξοδο θα επιτείνεται. Όσο κι αν φαίνεται ρομαντικά ουτοπικός, ένας συνειδητός αυτομετασχηματισμός της αριστεράς, στον αντίποδα άλλο τόσο σχιζοειδής όμως ουτοπικός, είναι ο αδιέξοδος δρόμος που σήμερα ακολουθεί.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα στην αριστερά, τότε είναι αυτονόητο ότι γίνεται ακόμα πιο επιτακτική η προσπάθεια ενωτικής δράσης της. Aυτά όμως τα ίδια πράγματα δεν κάνουν καθόλου αυτονόητο, ότι αυτή η ενωτική δράση είναι σε κάποιο υπολογίσιμο βαθμό και εφικτή, στο άμεσο τουλάχιστον διάστημα.
Tο ίδιο ισχύει και για το αντινεοφιλελεύθερο μέτωπο και για τις εκλογές. Kαι στις τρεις περιπτώσεις, παρά το ενδεχόμενο να μην τελεσφορήσουν, για τον ίδιο λόγο, πρέπει να επιχειρηθούν. Πολιτική δεν είναι μόνο ο στόχος, είναι και η διαδρομή…