“Δεύτερη ευκαιρία” στους εργοδότες – Καμιά ευκαιρία στους εργαζόμενους, του Γιώργου Κατερίνη

τ.271, 17/07/2009

Το άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα προστατεύει με τη συνδιαλλαγή τις επιχειρήσεις και αντιμετωπίζει τους εργαζόμενους ως… πιστωτές

Όταν πριν δυόμισι χρόνια το Υπουργείο Δικαιοσύνης παρουσίαζε το νέο πτωχευτικό κώδικα, τα μέσα ενημέρωσης εστίαζαν στον αναγκαίο εκσυγχρονισμό ενός πτωχευτικού δικαίου, που μέτραγε τότε ήδη 160 χρόνια ζωής. Όταν έγινε νόμος, τον Ιούλιο του 2007, με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, λίγες ήταν οι φωνές που μιλούσαν για έναν αντεργατικό νόμο, ο οποίος επέφερε ανατροπές στα κεκτημένα των εργαζομένων.

Η κεντρική ιδέα του νόμου διατυπωνόταν από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Αναστάση Παπαληγούρα, ως εξής: “Ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας αρθρώνει ένα απλουστευμένο, σύγχρονο, δίκαιο και λειτουργικό σύστημα ρυθμίσεων με βάση τη δεύτερη ευκαιρία. Θα προσφέρει σημαντικά οφέλη στην υγιή επιχειρηματική δράση, ιδίως των μικρομεσαίων μονάδων, και κατ’ επέκταση στην απασχόληση, την εθνική οικονομία, την κοινωνία”.

Μια ματιά σε κάποιες από τις επιχειρήσεις που έκαναν χρήση αυτού του… λειτουργικού συστήματος μέχρι τώρα είναι αρκετή για να καταλάβουμε πώς αξιοποίησαν τη “δεύτερη ευκαιρία”.

Ρεπορτάζ: Γιώργος Κατερίνης

Ένας νόμος-κερασάκι στην αντεργατική τούρτα

Ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας αναγγέλθηκε ως εισαγωγή στο δίκαιο της χώρας μας σύγχρονων αρχών από τα αντίστοιχα δίκαια χωρών, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ισπανία. Βασική καινοτομία η δεύτερη ευκαιρία, η “διαδικασία συνδιαλλαγής” με τους πιστωτές, το άρθρο 99 του νέου νόμου (ή, για την ακρίβεια, τα άρθρα 99-106). Ένας επιχειρηματίας που απειλείται με παύση πληρωμών εντάσσεται σε ένα καθεστώς προστασίας από κατασχέσεις και προσωπικές διώξεις και, στο διάστημα αυτό, έρχεται σε συμφωνία με τους πιστωτές του στη βάση ενός σχεδίου εκσυγχρονισμού της επιχείρησης, το οποίο μπορεί να κρατήσει έως δυο χρόνια.

Πριν δούμε ποια είναι η πραγματικότητα, ας σταθούμε σε ορισμένα βασικά σημεία αντεργατικής χειροτέρευσης που επέφερε αυτός ο νόμος.

Με το προηγούμενο νομικό καθεστώς, όλες οι απαιτήσεις των εργαζομένων που γεννήθηκαν την τελευταία διετία πριν από την πτώχευση, καθώς και οι απαιτήσεις από αποζημιώσεις λόγω καταγγελίας σύμβασης, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο προέκυψαν, ικανοποιούνταν κατά προτεραιότητα. Με το νέο νόμο οι προνομιακές απαιτήσεις των εργαζομένων περιορίζονται κατά ένα τέταρτο, δηλαδή μόνο σε ένα εξάμηνο πριν από την πτώχευση. Παράλληλα αποκλείονται στην προνομιακή κατάταξη οι τόκοι αυτών των απαιτήσεων και, τέλος, το ποσόν που μπορούν να απαιτήσουν οι εργαζόμενοι είναι το πολύ το μισό από το προς διανομή κεφάλαιο (ό,τι μείνει από την περιουσία της συνήθως ρημαγμένης επιχείρησης).

Αντίστοιχα περικόπτονται και τα προνόμια των ασφαλιστικών ταμείων και του δημοσίου, πάντα προς όφελος των τραπεζών.

Όπως εύστοχα σημείωνε τότε ο νομικός Κώστας Παπαδάκης, “είναι αυτονόητο ότι οι ρυθμίσεις αυτές ουσιαστικά εκμηδενίζουν κάθε προνόμιο εργατικών απαιτήσεων, εξαλείφοντας μία ακόμη εστία νομοθετικής κατοχύρωσης της παροχής εργασίας μέσα στην πλημμυρίδα των αντεργατικών μεταρρυθμίσεων. Και, βέβαια, υπηρετούν τα συμφέροντα των τραπεζών και λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, που, όπως είναι γνωστό από την καθημερινή συναλλακτική πείρα, έχουν πλημμυρίσει με προσημειώσεις κάθε ακίνητο του οποίου ο ιδιοκτήτης έχει προσφύγει στο δανεισμό τους”.

Για το συμβολισμό της υπόθεσης, να σημειώσουμε ότι εισηγητής του νόμου –επικεφαλής στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή– ήταν ο… γνωστός από τη δίκη της 17 Νοέμβρη, τέως αρεοπαγίτης Μιχάλης Μαργαρίτης!

Το άρθρο 99 μανδύας προστασίας από τους εργαζόμενους

Ας δούμε τώρα ποια είναι και πώς εφαρμόζεται η περίφημη “δεύτερη ευκαιρία” στις επιχειρήσεις.

Η επιχείρηση που φθάνει στα πρόθυρα παύσης πληρωμών έχει πλέον τη δυνατότητα να ζητά την υπαγωγή της στις διατάξεις του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα. Αυτό γίνεται με την υποβολή αίτησης στο πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης, όπου αναφέρεται αναλυτικά η οικονομική κατάστασή της και τα μέτρα που προτείνει για την έξοδό της από την κρίση. Βασικό κριτήριο για να ενταχθεί στο καθεστώς προστασίας του άρθρου 99 ο κοινωνικός της ρόλος, δηλαδή το σύνολο των εργαζομένων που απασχολεί. Το δικαστήριο ορίζει δικάσιμο, παρέχει ακόμη τη δυνατότητα προσωρινής διαταγής μέχρι την τακτική δικάσιμο και, όταν συζητηθεί η υπόθεση, ορίζεται ένας πραγματογνώμονας-μεσολαβητής, ο οποίος εντός διμήνου πρέπει να υποβάλει ένα σχέδιο συνδιαλλαγής με τους πιστωτές, στο οποίο να συμφωνούν τουλάχιστον το 50% από αυτούς (με βάση τα ποσά που διεκδικούν). Αν αυτό γίνει αποδεκτό από το δικαστήριο, τότε η επιχείρηση μπαίνει σε ένα καθεστώς διετούς προστασίας από διώξεις.

Αντίφαση πρώτη και σημαντικότερη: Ο νόμος ορίζει ως κριτήριο υπαγωγής στις προστατευτικές διατάξεις την προστασία των εργαζομένων, αλλά ερήμην των εργαζομένων. Δεν απαιτείται η παρουσία των εργαζομένων ούτε η σύμφωνη γνώμη τους, τουλάχιστον στην αρχική προσφυγή στη δικαιοσύνη, όπου η επιχείρηση ζητά την προσωρινή διαταγή, δηλαδή προστασία από τους πιστωτές της.

Αντίφαση δεύτερη: Οι εργαζόμενοι και οι διεκδικήσεις τους αντιμετωπίζονται ως… πιστωτές! Μάλιστα, ακόμα και στο σημείο που ο νόμος μιλά για επιτροπή πιστωτών, αφήνει τη δυνατότητα να διορισθεί εκπρόσωπος των εργαζομένων σε αυτή, χωρίς και να το επιβάλει. Φανταστείτε τον εκπρόσωπο των εργαζομένων π.χ. μιας μεγάλης κατασκευαστικής εταιρίας σε μια επιτροπή πιστωτών, πλάι στον εκπρόσωπο των τραπεζών και τον εκπρόσωπο των μεγάλων βιομηχανιών- προμηθευτών της επιχείρησης…

Οι συνειδητές αυτές αντιφάσεις του νόμου αποδεικνύονται οδυνηρά αντεργατικές, όταν φθάσουμε στην πρακτική των δικαστηρίων. Πρόσφατα, δικαστήριο που συζήτησε την αίτηση εκδοτικής επιχείρησης, απέρριψε αίτημα των εργαζομένων να εξαιρεθούν οι αμοιβές τους από την προσωρινή διαταγή, με το επιχείρημα ότι ο νόμος δεν διαχωρίζει τους πιστωτές!

Η έως τώρα εφαρμογή του νόμου και του συγκεκριμένου άρθρου άνοιξε κι άλλο την όρεξη των εργοδοτών. Ο πάντα έτοιμος πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Μίχαλος, ήδη από το Μάρτιο διατύπωσε προτάσεις για την επέκταση του μέτρου της συνδιαλλαγής και στις επιχειρήσεις που βρίσκονται σε… παύση πληρωμών (γιατί όχι και στις… πτωχευμένες;) για την επέκταση του καθεστώτος προστασίας σε… 5 χρόνια από 2, για την ταχύτερη επικύρωση των συμφωνιών κ.λπ.

Ένα είναι σίγουρο. Η μέχρι τώρα εφαρμογή του νέου Πτωχευτικού Κώδικα ανοίγει ένα ακόμα μέτωπο, στο οποίο το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να δώσει τη δική του απάντηση, πριν η λαίλαπα των απολύσεων και των πτωχεύσεων διαλύσει κάθε εργατικό δικαίωμα.


 

“Πτωχές” εταιρίες – Πλούσιοι μέτοχοι

Ο κατάλογος των εταιριών που πέρασαν από τις διαδικασίες του άρθρου 99 είναι μακρύς και ενδιαφέρων.

ΔΙΕΚΑΤ: Τελικά πτώχευσε αφήνοντας 300 εργαζόμενους να διεκδικούν μισθούς 7 μηνών, ενώ η εταιρία, αφού αφαίμαξε δεκάδες εκατομμύρια από δημόσια έργα, συνεχίζει να δραστηριοποιείται στη Βουλγαρία.

ΒΕΤΑΝΕΤ: Παρ’ ότι οδεύει σε πτώχευση και οφείλει σε εργαζόμενους δεδουλευμένα μηνών, οι μέτοχοι κάνουν έργα στο Αμάν, ενώ από τον περασμένο Αύγουστο ολοκληρώθηκε και λειτουργεί πολυτελές ιδιόκτητο ξενοδοχείο στην Πάρο.

Αφοι Μεσοχωρίτη ΑΤΕ: Έγινε δεκτή η αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 στις 31/3/2009, αφού έχει αφήσει απλήρωτους εργαζόμενους και συνεργάτες επί μήνες. Η εταιρία επικαλείται οικονομική δυσπραγία, παρ’ ότι στις 20/12/2007 υπέγραψε σύμβαση έργων ύψους 24 εκατ. ευρώ με την Εγνατία Οδό και μόλις στις 30/9/2008 νέα σύμβαση πάλι με την Εγνατία, ύψους 1,19 εκατ. ευρώ!

Altec Telecom: Παρά την αρχική αίτηση υπαγωγής στο άρ. 99, τελικά δεν υποστήριξε το αίτημά της και στη συνέχεια πτώχευσε. Οι περίπου 90 εργαζόμενοί της ακόμα παλεύουν να πάρουν τις αμοιβές ενάμιση μήνα που τους οφείλονται και τις αποζημιώσεις τους, που ανέρχονται σε 300.000 ευρώ. Το περίεργο είναι ότι εγγύηση για την καταβολή των αποζημιώσεων υπέγραψε η μητρική εταιρία Altec, η οποία πρόσφατα ανακοίνωσε τη συμφωνία της με τις πιστώτριες τράπεζες.

Teledome: Άλλη μια περίπτωση υποβολής αίτησης συνδιαλλαγής, η οποία κατέληξε σε πτώχευση τον περασμένο Δεκέμβρη.

Lannet: Η εταιρία του Ομίλου Λαναρά, γνωρίζοντας καλά τα κόλπα του πτωχευτικού κώδικα, κέρδισε την υπαγωγή στη συνδιαλλαγή στις 9/1/2009, για να ανακοινώσει στις 3/6/2009 παύση πληρωμών.

ΣΑΟΣ: Αφού απορρίφθηκε η αίτηση στο πρωτοδικείο Αθηνών, κατάφερε να υπαχθεί στο άρθρο 99 με απόφαση του πρωτοδικείου… Αλεξανδρούπολης, στο οποίο είχε στο μεταξύ προσφύγει!


 

Και ο Τύπος στο… κόλπο

Δυο περιπτώσεις από το χώρο του Τύπου είναι ενδεικτικές για τη χρησιμότητα του νέου Πτωχευτικού Κώδικα.

Στις αρχές Απριλίου, η εταιρία Mototech (εκδίδει περιοδικά αυτοκινήτου και μοτοσικλέτας) αξιοποίησε την προστασία της προσωρινής διαταγής και προχώρησε στην ίδρυση νέου εταιρικού σχήματος, το οποίο και ανέλαβε να εκδίδει τα περιοδικά του απορροφώντας μόνο 50 από τους εργαζόμενους, μαζί με 10 στελέχη-μετόχους και αφήνοντας άλλους 25 εργαζόμενους στο δρόμο. Μια εταιρία που απασχολούσε πέρυσι 150 ανθρώπους, με τη… δεύτερη ευκαιρία άκράτησε μόνο το ένα τρίτο!

Στην εταιρία Περιοδικός Τύπος ΑΕ, οι εργαζόμενοι, αφού επί ένα επτάμηνο βιώνουν σημαντικές καθυστερήσεις πληρωμών, μαθαίνουν τον Ιούνιο ξαφνικά την κατάθεση από την εργοδοσία αίτησης υπαγωγής στο άρθρο 99. Με μια γρήγορη παρέμβαση στο δικαστήριο, ζήτησαν να εξαιρεθούν οι αμοιβές τους από την προσωρινή διαταγή και να απαγορευτεί η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας. Το δικαστήριο δέχτηκε μόνο το δεύτερο αίτημα.

“Στην αυθαιρεσία των απολύσεων, της καταπάτησης των συμβάσεων και της μη καταβολής μισθών έχει προστεθεί ένα ακόμα όπλο στα χέρια των εργοδοτών”, μας λέει ο Χρήστος Πραμαντιώτης, μέλος του Δ.Σ. της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού Τύπου. Ο ίδιος με την εμπειρία της παρέμβασης στα δικαστήρια και στις δυο πιο πάνω περιπτώσεις, είναι αποκαλυπτικός: “Η εξομοίωση των εργατικών αμοιβών με τις απαιτήσεις των πιστωτών, είναι μια καινοφανής αντίληψη, που έρχεται σε αντίθεση με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη προστασία των εργαζομένων. Όχι μόνο δεν προβλέπεται από το νόμο η παρέμβαση των εργαζομένων σε αυτή τη διαδικασία, αλλά και, όταν κατορθώσουν να παρέμβουν, βρίσκουν απέναντί τους ένα τείχος προστασίας του εργοδότη, στο όνομα της διατήρησης των θέσεων εργασίας. Ουσιαστικά οι εργοδότες, επικαλούμενοι πραγματικά ή μη πραγματικά οικονομικά στοιχεία, έχουν το ελεύθερο να εκβιάζουν τους εργαζόμενους με το δίλημμα “ή με στηρίζετε (χωρίς να πληρώνεστε, δηλαδή) ή χάνετε τη δουλειά σας”, ενώ παράλληλα προετοιμάζουν εν κρυπτώ το επόμενο βήμα τους, στο οποίο κατά τεκμήριο δεν χωρούν όλοι οι εργαζόμενοι”.