Αν και η κριτική στις πολιτικές της ΕΕ βρίσκουν σήμερα πολύ πιο θετική απήχηση απ’ ό,τι πριν από λίγα μόλις χρόνια, παραμένουν ακόμη για τον περισσότερο κόσμο στην Ελλάδα ένα ζήτημα σχεδόν ταμπού οι (τάχα) θετικές γενικά συνέπειες της συμμετοχής της χώρας μας στην ΕΕ και γενικά η ύπαρξη της ΕΕ για τους λαούς των κρατών-μελών της. Στην πραγματικότητα, το ταμπού αφορά το αν η Ελλάδα θα είχε καλύτερες προοπτικές εκτός ΕΕ, αν θα μπορούσε να σταθεί μόνη της κ.λπ. Αν και τα δυο αυτά ερωτήματα είναι αλληλένδετα, δεν θα πούμε εδώ τίποτα για το δεύτερο. Δεν θα πούμε επίσης τίποτα εδώ για το αν η ΕΕ θα μπορούσε, μεταρρυθμιζόμενη, να δώσει κάποια θετικά. Θέλουμε να επιμείνουμε πεισματικά στο πρώτο ερώτημα: Υπάρχουν στοιχεία θετικού απολογισμού της ΕΕ για τους λαούς της και για την Ελλάδα ιδιαίτερα; Και ποια είναι αυτά; Κάθε προοδευτικός, δημοκρατικός άνθρωπος, όχι απαραίτητα αριστερός, που μπαίνει στον κόπο να απαντήσει το ερώτημα αυτό χωρίς παρωπίδες του παρελθόντος, με σοβαρότητα, θα δυσκολευτεί πολύ να δώσει μια θετική απάντηση χωρίς να καταφύγει στο ταμπού: “Ναι, αλλά το εκτός είναι χειρότερο”. Και μόνο η καταφυγή αυτή είναι ένα πειστήριο πως μάλλον δεν υπάρχουν θετικά να υποστηρίξει κανείς με αυτοπεποίθηση…
Στο πεδίο της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων, η ΕΕ έχει εξελιχθεί στον οργανωτή της έμπνευσης και διάχυσης αντιτρομοκρατικών και άλλων νομοθεσιών και ρυθμίσεων, που περιορίζουν τα δικαιώματα. Αποδέχεται στους κόλπους της και παρέχει έτσι “έξωθεν” νομιμοποίηση σε καθεστώτα όπως της Εσθονίας, όπου ο μισός πληθυσμός (Ρώσοι) είναι πολίτες β’ κατηγορίας, όπως και άλλα, όπου τελούν σε απαγόρευση κομμουνιστικά κόμματα. Νομιμοποίηση παρέχει και σε φασιστικά ή ρατσιστικά καθεστώτα εκτός ΕΕ, όπως η Τουρκία ή το Ισραήλ. Ελάχιστα διαφέρει από τις ΗΠΑ στην προσέγγιση της δημοκρατίας και των λαϊκών δικαιωμάτων σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Για την Ελλάδα, η ευρωποποίηση της πολιτικής ζωής δεν σήμανε περισσότερη δημοκρατία, αλλά περισσότερη απόσταση της πολιτικής και της εξουσίας από τον απλό άνθρωπο, πολίτη, περισσότερη καταστολή και λιγότερα δικαιώματα, επιχειρηματικό έλεγχο της ενημέρωσης.
Στο πεδίο του περιβάλλοντος και της οικολογίας (όπως και σε άλλα πεδία όπου συντρέχουν ζητήματα “προδιαγραφών”), η ΕΕ έρχεται πολλές φορές ως “προστάτης” της ποιότητας ζωής μας στα δευτερεύοντα. Αλλά έρχεται, αφού πρώτα ως οργανωτής του πανευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού και της γενικευμένης απορρύθμισης υπέρ της επιχειρηματικότητας, έχει έμμεσα προκαλέσει χιλιάδες φορές μεγαλύτερη ζημιά. Και όχι μόνο στο περιβάλλον. Για παράδειγμα, στο χώρο της υγείας ή της παιδείας, δεν θα μπορούσε θεωρητικά ένας πολυεθνικός συνασπισμός, όπως η ΕΕ (η ισχύς εν τη ενώσει), να διασφαλίσει την καθολική δωρεάν δημόσια και ουσιαστική υγεία και παιδεία για όλους; Ε, έχει συμβεί το ακριβώς αντίθετο λόγω της απελευθέρωσης του χώρου των υπηρεσιών που έχει επιβάλει η ίδια η ΕΕ. Αν η… Φινλανδία είναι αλλιώς, αυτό δεν είναι έργο της ΕΕ. Η συνολική σχέση της Ελλάδας με την ΕΕ έχει οδηγήσει στην απομάκρυνση και όχι στη σύγκλιση της χώρας μας με τέτοιες περιπτώσεις.
Στο πεδίο της οικονομίας, οι πρόσφατες εξελίξεις εν μέσω κρίσης αφαίρεσαν και τα τελευταία φύλλα συκής του ρόλου της ΕΕ ανάμεσα στο κεφάλαιο και στους εργαζόμενους. Αλλά αφαίρεσαν και άλλα φύλλα συκής. Χώρες εκτός ευρωζώνης παραδόθηκαν, με τις εγγυήσεις των Βρυξελλών, στο ΔΝΤ. Για άλλες χώρες, όπως η Ελλάδα, η συμμετοχή στην ευρωζώνη δεν απέτρεψε τα υψηλά και υψηλότερα από τις ισχυρότερες οικονομίες επιτόκια δανεισμού. Και την ίδια στιγμή που η πρόσδεση στο ευρώ απαγορεύει νομισματικές και δημοσιονομικές κινήσεις ανάσας εν μέσω οικονομικής κρίσης, η συζήτηση (που δεν άνοιξε από την… κακόβουλη Αριστερά) για την πιθανότητα να πεταχτούν εκτός ευρωζώνης χώρες, όπως η δική μας, δείχνει τα όρια και το πραγματικό μέγεθος της “αλληλεγγύης” και της “προστασίας” της ελληνικής οικονομίας από τη συμμετοχή της στην ΟΝΕ.
Ξεφεύγει προφανώς από τα όρια αυτού του σημειώματος μια εμπεριστατωμένη ανάλυση του πραγματικού ισοζυγίου του τι πήρε και τι πραγματικά έδωσε η ελληνική οικονομία στην ΕΕ όλα τα προηγούμενα χρόνια, σε αξία και σε κατευθύνσεις ανάπτυξης. Αλλά το ερώτημα κι εδώ είναι συγκεκριμένο: Η ελληνική οικονομία, από τη σκοπιά των εργαζόμενων, κέρδισε ή ζημιώθηκε παντοιοτρόπως από τη σχέση της με την ΕΕ; Σήμερα, τους τελευταίους μήνες, κερδίζει ή ζημιώνεται από τη διά ροπάλου προσκόλληση στο Σύμφωνο Σταθερότητας;
Δεν είναι αλήθεια ότι οι χώρες εκτός ευρωζώνης, ή εκτός ΕΕ, είναι γενικά πιο απροστάτευτες στην οικονομική κρίση. Η δύναμη ή η αδυναμία τους εξαρτάται από πολλά. Ο κ. Πρετεντέρης έσπευσε με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης να μας προτρέψει να ανάψουμε ένα κεράκι στο ευρώ, που μας έσωσε… Η γνώμη της Αριστεράς ποια είναι;
Η γενική αίσθηση ότι υπάρχουν ή, τέλος πάντων, υπήρξαν και θετικά στοιχεία στην ύπαρξη της ΕΕ και στις συνέπειες της συμμετοχής χωρών, όπως η δική μας, μόνο κατά ένα μέρος οφείλεται στον πολυετή βομβαρδισμό των μέσων ενημέρωσης και του δικομματισμού ή στον εκμαυλισμό συνειδήσεων από τις επιδοτήσεις και τα προγράμματα. Σε έναν όχι ασήμαντο βαθμό, οφείλεται στο “πάγωμα της σκέψης” από την πλευρά μιας πτέρυγας της Αριστεράς σε δεδομένα προ τριακονταετίας. Αλλά η σημερινή πραγματικότητα είναι, έτσι κι αλλιώς, μια ξεχωριστή πραγματικότητα, που ζητά επιτακτικά απαντήσεις.
Γιώργος Τσίπρας