Οι παραχωρήσεις και οι yes men, του Γιώργου Τσίπρα

τ.280, 18/12/2009

Παρά την αναταραχή από τις περιπλοκές νωρίς-νωρίς στο μέτωπο της οικονομίας, η εξωτερική πολιτική δεν έμεινε πίσω. Στο πρώτο δίμηνο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, για την ακρίβεια από τις πρώτες κιόλας μέρες, επιδεικνύεται μια ασυνήθιστη κινητικότητα, όπως και ασυνήθιστες κινήσεις. Κι αν στο μέτωπο της οικονομίας η κυβέρνηση του Γ.Α. Παπανδρέου έρχεται τελικά να εφαρμόσει, ύστερα από ένα τρίμηνο αερολογίας (ένα μήνα πριν τις εκλογές και δυο μήνες μετά), την πολιτική που είχε εξαγγείλει προεκλογικά ο Καραμανλής, στην εξωτερική πολιτική φαίνεται να πηγαίνει πολύ πιο πέρα από αυτά που είχε εξαγγείλει ο προκάτοχός της και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Στην πραγματικότητα οι «πράξεις» που έχουν συντελεστεί ήδη από την ελληνική πλευρά σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής είναι ήδη «περισσότερες» από τα οικονομικά μέτρα που ακόμη σχεδιάζονται.

Το τελευταίο, σαφές και σημαντικότερο δείγμα αυτής της αλλαγής πλεύσης ήταν η στάση της ελληνικής πλευράς στο πρόσφατο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ όπου, ύστερα από χρόνια διαδοχικών αναβολών και προθεσμιών για την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας από την τελευταία και για την de facto αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Τουρκία κατά κάποιο επιβραβεύτηκε για τη στάση της αυτή – αφού οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις πλέον θα συνεχιστούν χωρίς ουσιαστικά να δεσμεύεται για τα παραπάνω. Με την απόφαση αυτή και την αποδοχή της από Ελλάδα και Κύπρο, η τελευταία υποβιβάζεται και τυπικά σε κράτος δεύτερης κατηγορίας στο εσωτερικό της ΕΕ, αφού κανένα κράτος μέλος που σέβεται τον εαυτό του δεν θα αποδεχόταν να προχωρά η ΕΕ σε ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τρίτο κράτος που δεν αναγνωρίζει αυτό το κράτος μέλος, και μάλιστα κατέχει εδάφη του. Από την άλλη μεριά, ανοίγει παραπέρα η όρεξη της Τουρκίας για πιο «προωθημένους» στόχους στη διευθέτηση των σημείων τριβής με την ελληνική και ελληνοκυπριακή πλευρά, όπως και στη διευθέτηση των προβλημάτων στο εσωτερικό της. Η απαγόρευση του φιλοκουρδικού κόμματος DTP την επομένη σχεδόν μέρα, καθώς και οι εντεινόμενες προκλήσεις στο Αιγαίο, είναι αδιάψευστος μάρτυρας.

Ο Γ. Παπανδρέου προεκλογικά και μετεκλογικά αρέσκεται να αναφέρεται γενικώς σε «αναχρονισμούς» και «σύνδρομα» που πρέπει να ξεπεραστούν – όπως το έκανε και στο ταξίδι του στην Κωνσταντινούπολη την επομένη κιόλας της εκλογικής νίκης του ΠΑΣΟΚ, όπου αναφέρθηκε στα «αναχρονιστικά, διχαστικά και αδιέξοδα σύνδρομα εξαρτήσεων» της Κύπρου. Τι καλά που θα ήταν να απαλλαγούμε από διάφορους αναχρονισμούς και σύνδρομα που μας κατατρέχουν… Το πρόβλημα, και είναι πολύ σοβαρό, είναι ότι ο Γ.Α. Παπανδρέου φαίνεται να εννοεί τη μονομερή και σε όλη τη γραμμή των εθνικών ζητημάτων υποχώρηση από μια σειρά θέσεις που μέχρι σήμερα είχε κινηθεί η εξωτερική πολιτική όλων των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων – ακόμη και των κυβερνήσεων Σημίτη, στις οποίες ο ίδιος ήταν υπουργός Εξωτερικών. Έχοντας προφανώς εκτός από πιέσεις και τις –ποιος ξέρει τι είδους– «υποσχέσεις» ή «εγγυήσεις» ή «ανταλλάγματα» του υπερατλαντικού παράγοντα, φαίνεται να προχωρά σε αυτή τη μαζική μονομερή υποχώρηση, χωρίς να κερδίζει απολύτως τίποτα στο πραγματικό πεδίο πέρα από την εικόνα του… καλού παιδιού. Κι ενώ με ευκολία γίνεται λόγος περί εθνικής κυριαρχίας και απειλής της «για πρώτη φορά μετά το 1974» προκειμένου να προωθηθούν σκληρά οικονομικά μέτρα, εκεί που κατεξοχήν τίθεται ζήτημα εθνικής κυριαρχίας η κυβέρνηση Παπανδρέου «παίζει» με τον πλέον τυχοδιωκτικό τρόπο. Οι διάφορες τοποθετήσεις, όπως για παράδειγμα και αυτή του υφυπουργού Άμυνας και ανθρώπου του πρωθυπουργού, Μπεγλίτη, σε τηλεοπτικό πάνελ του ΣΚΑΪ για τα εθνικά ζητήματα, τον εναέριο και θαλάσσιο εθνικό χώρο, κάνουν ολοφάνερο ότι η νέα κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να αναθεωρήσει μία προς μία τις περισσότερες από τις σταθερές της εξωτερικής πολιτικής για το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά και ίσως ακόμη προς βορρά, με βάση την αμερικανική επιθυμία για επίσπευση της ένταξης των δυτικών Βαλκανίων στις ευρωατλαντικές δομές.

Σχεδιασμένη από καιρό αλλαγή πλεύσης με βάθος σκέψης και εκτιμήσεων που αδυνατούμε να εκτιμήσουμε; Ή απίστευτης ελαφρότητας και ραγιαδισμού υπόκλιση και εναπόθεση στις νουθεσίες και καθησυχαστικές υποσχέσεις του αμερικανού προστάτη; Δυστυχώς δεν μένει να το δούμε… Φαίνεται ήδη.

Γιώργος Τσίπρας