Αυτόν το μήνα, ο κόσμος έγινε μάρτυρας ενός μίνι πολέμου στον Καύκασο και η ρητορεία ήταν παθιασμένη, αν και κατά πολύ άσχετη με το πρόβλημα. Η γεωπολιτική είναι μια γιγάντια σειρά αγώνων σκακιού, στην οποία οι παίκτες αναζητούν πλεονεκτήματα θέσεων. Στα παιχνίδια αυτά είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε τους σύγχρονους κανόνες που καθορίζουν τις κινήσεις. Στο σκάκι οι ίπποι δεν επιτρέπεται να μετακινούνται διαγωνίως…
Από το 1945 έως το 1989, το κύριο παιχνίδι σκακιού ήταν αυτό μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Αποκαλούνταν "Ψυχρός Πόλεμος" και οι βασικοί κανόνες ονομάζονταν "Γιάλτα". Ο σημαντικότερος κανόνας αφορούσε τη γραμμή που διαιρούσε την Ευρώπη σε δύο ζώνες επιρροής. Ονομάστηκε από τον Ουίνστον Τσόρτσιλ "Σιδηρούν Παραπέτασμα" και απλωνόταν από το Στετίνο μέχρι την Τεργέστη. Ο κανόνας ήταν ότι, ασχέτως των αναταράξεων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν στην Ευρώπη τα πιόνια, δεν θα υπήρχε πραγματική πολεμική σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Και στο τέλος κάθε τέτοιας αναταραχής τα "κομμάτια" θα επιστρέφονταν στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησαν. Αυτός ο κανόνας τηρήθηκε με σχολαστικότητα μέχρι την κατάρρευση του κομμουνισμού, το 1989, η οποία σηματοδοτήθηκε κυρίως από την καταστροφή του τείχους του Βερολίνου.
Είναι απολύτως αληθές, όπως όλοι παρατήρησαν εκείνη την εποχή, ότι οι κανόνες της Γιάλτας καταργήθηκαν το 1989 και το παιχνίδι ανάμεσα στις ΗΠΑ και (από το 1991) στη Ρωσία άλλαξε ριζικά. Το κυριότερο πρόβλημα από τότε είναι ότι οι ΗΠΑ παρανόησαν τους νέους κανόνες του παιχνιδιού. Αυτοανακηρύχθηκαν, και ανακηρύχτηκαν και από πολλούς άλλους, ως η μοναδική υπερδύναμη. Με όρους σκακιού αυτό σήμαινε ότι οι ΗΠΑ ήταν ελεύθερες να κινούνται στη σκακιέρα όπως επιθυμούσαν και κυρίως να μεταφέρουν πρώην σοβιετικά πιόνια στη δική τους σφαίρα επιρροής. Την περίοδο Κλίντον, και πιο εμφανώς κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπους, οι ΗΠΑ άρχισαν να παίζουν το παιχνίδι με αυτόν τον τρόπο.
Υπήρχε μόνο ένα πρόβλημα: οι ΗΠΑ δεν ήταν η μόνη υπερδύναμη, στην πραγματικότητα δεν ήταν πλέον ούτε υπερδύναμη. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σηματοδοτούσε ότι οι ΗΠΑ μετατράπηκαν από μία εκ των δύο υπερδυνάμεων σε ένα ισχυρό κράτος, σε μία ουσιαστικά πολυμερή κατανομή της πραγματικής ισχύος στο διακρατικό σύστημα. Πολλές μεγάλες χώρες ήταν πλέον ικανές να παίξουν τα δικά τους παιχνίδια σκακιού χωρίς να ξεκαθαρίζουν τους όρους τους με τη μία εκ των δύο υπερδυνάμεων. Και άρχισαν να το κάνουν.
Κατά τη διάρκεια της θητείας Κλίντον, ελήφθησαν δύο μεγάλες γεωπολιτικές αποφάσεις. Πρώτον, οι ΗΠΑ πίεσαν σκληρά και κατά το μάλλον ή ήττον επιτυχώς για την ενσωμάτωση των πρώην δορυφόρων της ΕΣΣΔ στο ΝΑΤΟ. Οι ίδιες αυτές χώρες ανυπομονούσαν να συμμετάσχουν, αν και οι σημαντικότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις –η Γαλλία και η Γερμανία– ήταν κάπως διστακτικές να ακολουθήσουν αυτή την πορεία. Αντιμετώπισαν την κίνηση των ΗΠΑ σαν να στρέφονταν εν μέρει εναντίον τους, προσπαθώντας να περιορίσουν τη νεοαποκτηθείσα ελευθερία των γεωπολιτικών κινήσεών τους. Η δεύτερη σημαντική αμερικανική απόφαση ήταν να γίνουν οι ΗΠΑ ένας ενεργός παίκτης στις συνοριακές ανακατατάξεις μέσα στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Αυτό κατέληξε στην απόφαση και την υλοποίησή της μέσα από τη χρήση των στρατευμάτων τους, στην de facto απόσχιση του Κοσόβου από τη Σερβία.
Η Ρωσία, ακόμα και υπό τον Γέλτσιν, δεν ήταν ευτυχής για αυτές τις αμερικανικές κινήσεις. Βέβαια, η πολιτική και οικονομική διάλυση της Ρωσίας κατά τα χρόνια του Γέλτσιν ήταν τέτοια που το περισσότερο που θα μπορούσε να κάνει ήταν να διαμαρτύρεται, αν και κάπως ασθενώς.
Η άνοδος στην εξουσία των Τζορτζ Μπους και Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν περίπου ταυτόχρονη. Ο Μπους αποφάσισε να προωθήσει τις τακτικές της μόνης υπερδύναμης (οι ΗΠΑ μπορούσαν να μετακινήσουν τα πιόνια τους όπως επιθυμούσαν) περισσότερο από ό,τι είχε κάνει ο Κλίντον. Πρώτον, ο Μπους αποσύρθηκε το 2001 από την αμερικανοσοβιετική Συνθήκη Αντιβαλλιστικών Πυραύλων του 1972. Μετά, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ δεν θα επικυρώσουν δύο νέες συνθήκες που υπογράφτηκαν επί Κλίντον: τη Συνθήκη Απαγόρευσης Δοκιμών του 1996 και τις αλλαγές στη συνθήκη πυρηνικού αφοπλισμού SALT II. Στο τέλος, ο Μπους ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν με το δικό τους σύστημα Εθνικής Πυραυλικής Άμυνας.
Και, βέβαια, ο Μπους εισέβαλε στο Ιράκ το 2003. Ως μέρος αυτής της εμπλοκής οι ΗΠΑ ζήτησαν και πέτυχαν δικαιώματα σε στρατιωτικές βάσεις και σε πτήσεις πάνω από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, που αποτελούσαν στο παρελθόν μέρος της Σοβιετικής Ένωσης. Επιπροσθέτως, οι ΗΠΑ προώθησαν την κατασκευή αγωγών για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου που θα παρέκαμπταν τη Ρωσία. Και, τέλος, οι ΗΠΑ συμφώνησαν με την Πολωνία και την Τσεχία να δημιουργήσουν εγκαταστάσεις πυραυλικής άμυνας για να προστατεύονται από τις υποθετικές απειλές των πυραύλων του Ιράν. Η Ρωσία, βέβαια, θεώρησε ότι στρέφονται εναντίον της.
Ο Πούτιν αποφάσισε να αντιδράσει αποτελεσματικότερα από τον Γέλτσιν. Ως προνοητικός παίκτης, φρόντισε πρώτα να ενδυναμώσει τη βάση του – αποκαθιστώντας μια αποτελεσματική κρατική εξουσία και αναστηλώνοντας το ρωσικό στρατό. Στο σημείο αυτό, η φορά της κοσμο-οικονομίας άλλαξε και η Ρωσία έγινε ξαφνικά ένας εύπορος και ισχυρός ελεγκτής όχι μόνο της παραγωγής του πετρελαίου αλλά και του φυσικού αερίου, που τόσο χρειάζονταν οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες.
Από εκεί και πέρα, ο Πούτιν άρχισε να δρα. Υπέγραψε συμφωνία με την Κίνα. Διαμόρφωσε στενές σχέσεις με το Ιράν. Άρχισε να ωθεί τις ΗΠΑ έξω από τις βάσεις τους στην Κεντρική Ασία. Κράτησε μια πολύ σκληρή στάση για την επέκταση του ΝΑΤΟ σε δύο βασικές ζώνες, στην Ουκρανία και τη Γεωργία.
Η διάσπαση της ΕΣΣΔ οδήγησε σε εθνικά αποσχιστικά κινήματα σε πρώην δημοκρατίες, περιλαμβανομένης της Γεωργίας. Όταν η Γεωργία, στη δεκαετία του ’90, προσπάθησε να τερματίσει το αυτόνομο status των μη-γεωργιανών εθνικών ζωνών της, αυτές αυτοανακηρύχθηκαν σε ανεξάρτητα κράτη. Δεν αναγνωρίστηκαν από κανέναν, αλλά η Ρωσία εγγυήθηκε την de facto αυτονομία τους. Τα άμεσα κίνητρα για τον πρόσφατο μίνι πόλεμο ήταν δύο. Το Φεβρουάριο, το Κόσοβο μετασχημάτισε την de facto αυτονομία του σε de jure ανεξαρτησία. Η κίνησή του υποστηρίχθηκε και αναγνωρίστηκε από τις ΗΠΑ και πολλές δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Η Ρωσία προειδοποίησε ότι η λογική αυτής της κίνησης θα εφαρμοζόταν με ίδιους όρους στις de facto αποσχίσεις των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών.
Στη Γεωργία, η Ρωσία κινήθηκε άμεσα για πρώτη φορά αναγνωρίζοντας την de jure ανεξαρτησία της Νότιας Οσετίας ως άμεση απάντηση σε αυτή του Κοσόβου.
Τον Απρίλιο, οι ΗΠΑ πρότειναν στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ ότι η Γεωργία και η Ουκρανία έπρεπε να ενσωματωθούν στο επονομαζόμενο ΜΑΡ (Πλάνο Δράσης για τη Συμμετοχή). Η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία αντιτάχθηκαν σε αυτή την προοπτική, θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο θα ερέθιζε τη Ρωσία.
Ο νεοφιλελεύθερος και φιλοαμερικανός πρόεδρος Μιχαήλ Σαακασβίλι ήταν απελπισμένος. Είδε ότι η επανεγκαθίδρυση της γεωργιανής εξουσίας στη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία απομακρυνόταν για πάντα. Έτσι, επέλεξε μια στιγμή ρωσικής χαλαρότητας (ο Πούτιν στους Ολυμπιακούς, ο Μεντβέγεβ σε διακοπές) για να εισβάλει στη Νότια Οσετία. Ο αδύναμος νοτιο-οσετιανός στρατός κατέρρευσε άμεσα. Ο Σαακασβίλι ανέμενε ότι θα υποχρέωνε τις ΗΠΑ (και τη Γερμανία, όπως και τη Γαλλία) να τον ακολουθήσουν.
Αντί γι’ αυτό, έλαβε μια άμεση ρωσική στρατιωτική απάντηση, η οποία υπερκέρασε το μικρό γεωργιανό στρατό. Αυτό που έλαβε από τον Τζορτζ Μπους ήταν ρητορεία. Τι θα μπορούσε να κάνει ο Μπους; Οι ΗΠΑ δεν ήταν υπερδύναμη. Οι ένοπλες δυνάμεις τους ήταν δεσμευμένες σε δύο πολέμους που έχαναν στη Μέση Ανατολή. Και, κυρίως, οι ΗΠΑ χρειάζονταν τη Ρωσία πολύ περισσότερο απ’ ό,τι η Ρωσία τις ΗΠΑ. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ σημείωσε σε άρθρο του στους "Financial Times" ότι η Ρωσία ήταν ένας "εταίρος με τη Δύση… στη Μέση Ανατολή, στο Ιράν και στη Βόρεια Κορέα".
Όσο για τη Δυτική Ευρώπη, η Ρωσία ελέγχει ουσιαστικά τις προμήθειες σε φυσικό αέριο. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν ο πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, και όχι η Κοντολίζα Ράις, που διαπραγματεύθηκε την εκεχειρία μεταξύ Ρωσίας και Γεωργίας. Η συμφωνία περιείχε δύο σημαντικές παραχωρήσεις από τη Γεωργία: δεσμεύθηκε για μη περαιτέρω χρήση βίας στη Νότια Οσετία και η συμφωνία δεν περιείχε καμία αναφορά στην εδαφική ακεραιότητα της Γεωργίας.
Έτσι, η Ρωσία αναδύθηκε ισχυρότερη από πριν. Ο Σαακασβίλι στοιχημάτισε τα πάντα και τώρα κατέρρευσε γεωπολιτικά. Και ως ειρηνική υποσημείωση, η Γεωργία, μια από τους συμμάχους των ΗΠΑ στο Ιράκ, απέσυρε τους 2.000 στρατιώτες της από τη χώρα. Αυτά τα στρατεύματα έπαιζαν ένα σημαντικό ρόλο στις σιιτικές περιοχές, και τώρα πρέπει να αντικατασταθούν από αμερικανικά στρατεύματα που πρέπει να αποσυρθούν από άλλες περιοχές.
Αν κάποιος παίζει γεωπολιτικό σκάκι, είναι καλό να ξέρει τους κανόνες… ειδάλλως υπερφαλαγγίζεται!
Ο Ιμάνουελ Βάλερσταϊν γεννήθηκε το 1930 στις ΗΠΑ.
Είναι κοινωνιολόγος και διεθνής αναλυτής
καθώς και καθηγητής σε διάφορα πανεπιστήμια
της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης.
Έχει δημοσιεύσει πολλές μελέτες και βιβλία,
γνωστότερο των οποίων είναι το τρίτομο
έργο του "Το σύγχρονο κοσμο-σύστημα".
Το παρόν κείμενο δημοσιεύθηκε στις 25/8/2008
στην ιστοσελίδα της Μηνιαίας Επιθεώρησης
(http://www.monthlyreview.gr),
την οποία και ευχαριστούμε
για την άδεια αναδημοσίευσής του.