Ελιτισμός ή συντηρητισμός της Αριστεράς;
της Χριστίνας Μπάρτσα
Σε άρθρο του Ριζοσπάστη 24/10/07 με τίτλο «Η μονοφωνία της πολυφωνίας» και με υπογραφή Βασιλεία Παπαρήγα «αποκαλύπτεται» ο ελιτισμός του ΣΥΡΙΖΑ που εκφράστηκε με την αποχώρησή του από τον αγιασμό της Βουλής, την άποψη για κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων και το βιβλίο ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού.
Σύμφωνα με το άρθρο λοιπόν, η πλειοψηφία του λαού ακολουθεί τις θρησκευτικές παραδόσεις ως μέρος της πολιτισμικής παράδοσης και επομένως η αντίθεση σ’ αυτές δεν συνιστά αντίθεση στην εκκλησία ή στο σύστημα αλλά αντίθεση στο λαϊκό πολιτισμό, και κατ’ επέκταση κοσμοπολιτισμό και ελιτισμό.
Κι εδώ μάλλον το πρόβλημα του ΚΚΕ δεν είναι να αποκαλυφθεί ο «ελιτισμός» του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά να δικαιολογηθούν και να θεωρητικοποιηθούν συντηρητικές τάσεις και πραχτικές που υπάρχουν στις γραμμές του. Έτσι λοιπόν, βαφτίζουμε «πολιτισμική παράδοση» τις θρησκευτικές πράξεις και τελετουργίες, κι επειδή τις ακολουθεί η πλειοψηφία του λαού κι εμείς ως κομμουνιστές πρέπει να είμαστε μέσα στο λαό, υποκλινόμαστε σ’ αυτές.
Κι ας πούμε πως το ότι το Πάσχα τρώμε αρνί ή το ότι την Πρωτοχρονιά κόβουμε βασιλόπιτα είναι σήμερα στοιχεία πολιτισμικής παράδοσης, αλλά οι αγιασμοί και οι ορκωμοσίες από πού κι ως πού είναι μέρος του λαϊκού πολιτισμού;
Ο χωρισμός εκκλησίας και κράτους, ζήτημα που έχει λυθεί από τις αστικές επαναστάσεις, βαφτίζεται απ’ τον Ριζοσπάστη «κοσμοπολιτισμός». Κατανοητή η δυσκολία των βουλευτών του ΚΚΕ ν’ αφήσουν τη Λ. Κανέλλη να αγιάζεται μόνη της, αλλά η ανοχή στην παρουσία ρασοφόρων, εικονισμάτων, λιβανιστηριών κλπ στην αίθουσα του κοινοβούλιου, είναι υπόκλιση σε ό,τι πιο καθυστερημένο και αντιδραστικό υπάρχει στην ελληνική κοινωνία.
Η εκκλησία, από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα, δεν εμπλέκεται απλά με τις κρατικές και δημόσιες λειτουργίες, αλλά είναι σύμφυτη με το κράτος, είναι εξουσία, μπορεί να επηρεάζει, να διαμορφώνει, να καθορίζει και να ανατρέπει πολιτικές αποφάσεις, είναι η ίδια πολιτική δύναμη. Βασικός υποστηρικτής κάθε αντιδραστικής και καταπιεστικής πολιτικής, κάθε δικτατορίας που πέρασε απ’ αυτόν τον τόπο, ανελέητος κυνηγός οτιδήποτε προοδευτικού στην ελληνική κοινωνία. Από τα δελτία ταυτότητας, μέχρι την εξωτερική πολιτική και την εκπαίδευση, τα πάντα πρέπει να έχουν τη σφραγίδα της εκκλησίας. Και το πολιτικό κόστος είναι μεγάλο όταν δεν μπαίνει αυτή η σφραγίδα. Αυτό το πολιτικό κόστος σκέφτεται μάλλον και το ΚΚΕ και φροντίζει να μην συγκρούεται.
Η απαίτηση για τον πλήρη χωρισμό εκκλησίας και κράτους, για να φύγουν οι παπάδες από τα κανάλια, τα σχολεία και οποιαδήποτε εκδήλωση του δημόσιου βίου και να πάνε στους ναούς τους, είναι στοιχειώδες καθήκον της αριστεράς, και μάλιστα της αριστεράς που θέλει να αποκαλείται κομμουνιστική. Όπως καθήκον της είναι η προβολή του διαλεχτικού υλισμού και η αποκάλυψη του ρόλου της θρησκείας σαν το όπιο που αποκοιμίζει το λαό. Ειδικά στις μέρες μας που το λαϊκό κίνημα και οι ιδέες του κομμουνισμού είναι σε υποχώρηση και πολύς κόσμος καταφεύγει στη θρησκεία για παρηγοριά και ελπίδα, έχει ιδιαίτερη σημασία να καταδείχνουμε στον κόσμο ότι η αδικία, η ανισότητα και όλα τα δεινά της ανθρωπότητας δεν είναι «θέλημα θεού» αλλά αποτέλεσμα της ταξικής κοινωνίας και του καπιταλιστικού συστήματος που κυριαρχεί. Ότι η μόνη ελπίδα για μια καλύτερη ζωή δεν είναι να περιμένουμε ουράνιους παραδείσους, αλλά να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας παλεύοντας οι ίδιοι για τα δικαιώματά μας, για την κοινωνική δικαιοσύνη, για έναν καλύτερο κόσμο.
Άλλο «ελιτίστικο» ζήτημα είναι η άποψη για κατάργηση των παρελάσεων. Και είναι «ελιτίστικο» διότι «η συμμετοχή των μαθητών δεν είναι υποχρεωτική, αλλά ελεύθερη επιλογή τους», οι παρελάσεις «είναι συλλογική μορφή έκφρασης» που «διασώζουν και διαιωνίζουν την ιστορική μνήμη», και επιπλέον «και ο ΕΛΑΣ έκανε παρελάσεις στις περιοχές που ελευθέρωνε».
Καταρχήν, το πώς λειτουργεί το «προαιρετικό» και η «ελεύθερη επιλογή» σε παιδιά σχολικής ηλικίας, είναι πολύ σχετικό και συζητήσιμο. Κι ακόμα, «ελεύθερη επιλογή» κάποιου είναι να παίρνει ναρκωτικά, ή να είναι απεργοσπάστης, ή να συμμετέχει σε φασιστικές εκδηλώσεις. Όπως είναι «ελεύθερη επιλογή» του προλετάριου να δουλεύει παράγοντας υπεραξία για το κεφάλαιο. Η αριστερά δεν έχει άποψη, λόγο και παρέμβαση σ’ αυτές τις «ελεύθερες επιλογές»;
Η είσοδος του ΕΛΑΣ με παρέλαση στις ελεύθερες περιοχές συμβόλιζε ακριβώς την ίδια την απελευθέρωσή τους, το γεγονός ότι κυρίαρχος στην περιοχή δεν είναι πια ο καταχτητής, αλλά ο λαϊκός στρατός και οι πολίτες της. Τι συμβολίζουν όμως οι σχηματισμοί μαθητών που ντυμένοι στα γαλανόλευκα πορεύονται σαν στρατιωτάκια, με τη σημαία στα χέρια του άριστου, ψηλού και ελληνικής ιθαγένειας μαθητή; Και ποιας «συλλογικότητας» έκφραση είναι; Της νεολαίας, του λαού, της κυβέρνησης, του έθνους; Δεν μας τα διευκρινίζει ο Ριζοσπάστης και αδυνατούμε να βγάλουμε συμπέρασμα.
Η ιστορία δεν είναι κάτι ουδέτερο. Είναι ιστορία ταξικής πάλης, κοινωνικών αντιθέσεων και συγκρούσεων, αγώνων. Και ο τρόπος που παρουσιάζεται η επίσημη ιστορία είναι αυτός που εξυπηρετεί κάθε φορά, ιδεολογικά και πολιτικά, την άρχουσα τάξη. Στις επετείους του ‘40 και του ’21 αυτά που προβάλλονται –είτε έχουν εθνικιστική, είτε κοσμοπολίτικη χροιά– απέχουν πολύ από τα πραγματικά γεγονότα και την πραγματική σημασία αυτών των ιστορικών στιγμών. Η διάσωση και διαιώνιση της ιστορικής μνήμης επομένως, δεν διασφαλίζεται με τις παρελάσεις και τους λόγους των επισήμων στις εθνικές επετείους. Είναι και αυτό υπόθεση και υποχρέωση της αριστεράς, όσων αναφέρονται στους αγώνες του λαού μας, τους τιμούν και διδάσκονται απ’ αυτούς.
Όσο για την Ιστορία της ΣΤ’ Δημοτικού, να πούμε για μια ακόμα φορά πως πρόκειται για βιβλίο γραμμένο κατά παραγγελία, με τις νεοταξικές προδιαγραφές για την ιστορία, που αποσιωπά ή διαστρεβλώνει σημαντικά ιστορικά γεγονότα και παρουσιάζει μια «ιστορία» «λάιφ στάιλ». (Να σημειώσουμε εδώ, πως το ΚΚΕ αναφέρεται στον ΣΥΝ ή στον ΣΥΡΙΖΑ καταπώς βολεύει κάθε φορά, και πως οι απόψεις και θέσεις του ΣΥΝ χρεώνονται συλλήβδην στον ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που συμβαίνει και με την επικρατούσα άποψη του ΣΥΝ για το βιβλίο της ΣΤ’).
Και κάτι τελευταίο: Το ΚΚΕ αφουγκράζεται το λαό, είναι μέσα στο λαό και σέβεται το λαϊκό αίσθημα στους αγιασμούς, τα τρισάγια και λοιπά στοιχεία «πολιτισμικής παράδοσης», αλλά στις πορείες, τις συγκεντρώσεις, τις διαδηλώσεις ΠΑΜΕ μόνοι μας. Δεν ξέρουμε αν αυτό χαρακτηρίζεται «ελιτισμός», πάντως χαρακτηρίζεται σίγουρα καθυστέρηση.