Καταγράφοντας ήδη μία πολιτική διαδρομή εννέα χρόνων, o ΛΑΟΣ κατέκτησε ένα διπλό στόχο: Πρώτον, να μονιμοποιήσει ένα διευρυνόμενο ποσοστό, σε αντίθεση με προηγούμενες απόπειρες –η ΠΟΛΑΝ του Α. Σαμαρά και το ΚΕΠ του Δ. Αβραμόπουλου– για αποσκίρτησηαπό το “μαντρί” του δικομματισμού και για διεμβολισμό του παραδοσιακού μεταπολιτευτικού σκηνικού, οι οποίες αποτύγχαναν ή “τις αποτύγχαναν” μετά πολλών επαίνων. Το δεύτερο επίτευγμα είναι η έκφραση και η συσπείρωση σε ένα αξιόλογο πολιτικό μέγεθος του χώρου της άκρας Δεξιάς, του καθαρόαιμου ρατσισμού, των νοσταλγών της χούντας, των υμνητών του ναζισμού.
Είναι τρεις κυρίως οι πηγές που τροφοδοτούν το ιδιόμορφο πολιτικό μόρφωμα λαϊκίστικου εθνικιστικού “ρεαλισμού” που συγκροτεί ο ΛΑΟΣ. Ευρύτερα λαϊκά στρώματα, που συμπιέζονται από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, βρίσκουν ελκυστικό έναν πολιτικό λόγο που καταγγέλλει με βροντερή φωνή τους “νταβατζήδες” και τα “τζάκια”, ενώ εφευρίσκει “φαεινές” λύσεις στήριξης των μισθωτών, των ανέργων και των μικρομεσαίων. Ο επιθετικός ρατσισμός συνιστά μία εύκολα αντιληπτή και υποσχόμενη άμεσα αποτελέσματα πολιτική απέναντι στο μεταναστευτικό πρόβλημα. Η αποκατάσταση του “νόμου και της τάξης” αγγίζει ένα ευρύτατο συντηρητικό ακροατήριο, που βιώνει την κρίση με διογκούμενα αισθήματα φόβου και ανασφάλειας.
Ποια είναι η άλλη πλευρά αυτής της πολιτικής συνταγής; Πρόκειται για πολιτική εξαπάτηση. Γιατί, ενώ παρουσιάζεται ως αιρετικός και εκτός κατεστημένου, ο πολιτικός λόγος της σύγχρονης ακροδεξιάς ταυτίζεται με το σκληρό πυρήνα των πολιτικών και ιδεολογικών επιλογών του συστήματος αυτής της περιόδου όξυνσης της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Τα ΜΜΕ κατακλύζονται από κηρύγματα κοινωνικής φοβίας, στρώνοντας το έδαφος στον κρατικό αυταρχισμό, που ισοπεδώνει κατοχυρωμένα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες.
Ο ΛΑΟΣ αποτέλεσε τον πολιτικό καταλύτη της μετατόπισης του πολιτικού δίπολου ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στον αντιδραστικό άξονα της τρομολαγνείας και του ρατσισμού. Ο συγκάτοικος της γαλάζιας πολυκατοικίας, ο απερχόμενος πρωθυπουργός, είναι υποχρεωμένος να χαρακτηρίζει ως ακραίο το ΛΑΟΣ, προκειμένου να συγκρατήσει τη διαφαινόμενη εκλογική κατάρρευση της ΝΔ, ενώ υιοθετεί πλήρως την πολιτική του με τη βίαιη κυβερνητική πρακτική του πογκρόμ, που υλοποιήθηκε άμεσα μετά τις ευρωεκλογές. Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, επίδοξος πρωθυπουργός, δεν δίστασε να υιοθετήσει τη “μηδενική ανοχή” απέναντι στους μετανάστες.
Δεν είναι, λοιπόν, ούτε παράδοξο ούτε ανεξήγητο πολιτικό φαινόμενο ότι το κόμμα του Γ. Καρατζαφέρη κολυμπάει σαν το ψάρι μες στο νερό σε αυτό το πολιτικό-μιντιακό σύστημα, που το καταγγέλλει τόσο υποκριτικά όσο πρόθυμα τα μέσα ενημέρωσης φιλοτεχνούν και οικοδομούν, εδώ και χρόνια, το προφίλ του κόμματος και των στελεχών του.
Οι αντιφάσεις είναι πολλές και εξηγούνται. “Όχι στα τζάκια”, αλλά αποδεδειγμένες σχέσεις με το πιο διαπλεκόμενο κομμάτι του αστισμού και των κρατικών μυστικών υπηρεσιών. Ο “θεσμικός” ρόλος του ΛΑΟΣ αναγνωρίστηκε με το “διορισμό” της Ν. Τζαβέλα ως επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου και του έως πρόσφατα διοικητή της ΕΥΠ στην πρώτη θέση του ψηφοδελτίου επικρατείας. Καμία απολύτως επί της ουσίας διαφοροποίηση από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική όσον αφορά όχι τα μεγάλα λόγια αλλά τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις. “Τα Σκόπια και η Τουρκία μάς δουλεύουν”, αλλά δεν τίθεται σε αμφισβήτηση η νεοταξική πολιτική. Η προβολή του “πονηρού ραγιά”, που θα πουλήσει ακριβά το τομάρι του στο μεγάλο αφεντικό, είναι συμπληρωματική –και όχι αντιθετική– πολιτική στον αμερικανισμό. “ΝΔ και ΠΑΣΟΚ σου τα παίρνουν”, αλλά ο ΛΑΟΣ ήταν και είναι έτοιμος να συγκυβερνήσει με –ποιους άλλους;– τα “τζάκια και τους διαπλεκόμενους”, γιατί αυτό απαιτεί το εθνικό συμφέρον σε συνθήκες κρίσης. “Κυβέρνηση σιδηράς πυγμής” που θα πάρει επώδυνες αποφάσεις απέναντι σε ποιους, άραγε; Οι γενικότερες πολιτικές εξελίξεις και σίγουρα οι εσωκομματικές εξελίξεις στη ΝΔ θα είναι πυκνές το επόμενο διάστημα. Η πολιτική τακτική του ΛΑΟΣ αναδεικνύεται σε υπολογίσιμο παράγοντα, αξιοποιήσιμο στην κατεύθυνση τόσο του προσανατολισμού της δυσαρέσκειας των λαϊκών –μεσαίων και κατώτερων– στρωμάτων σε συντηρητικές και αυταρχικές λύσεις όσο και στην αναστήλωση του δικομματισμού, ακόμα και στο πλαίσιο ενός πιθανού διπολικού μετασχηματισμού του πολιτικού κατεστημένου.
Δεν είναι δυνατόν η Αριστερά απλά να παρακολουθεί, να επιδίδεται σε θεωρητικές αναλύσεις, να αναλώνεται επί μία δεκαετία “εξηγώντας” το “φαινόμενο”. Αποκάλυψη, αντιπαράθεση, μάχη, σύγκρουση: αυτός είναι ο πολιτικός δρόμος παρέμβασης σε μια συγκυρία πολιτικής κρίσης που εξελίσσεται προς αντιδραστική κατεύθυνση.
Νίκος Ταυρής