ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΗΓΕΜΟΝΙΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΓΚΡΑΜΣΙ, του Γ.Τσίπρα

8 - ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΚΡΑΜΣΙ (1891-1937)

Το κράτος και η ηγεμονία στο έργο του Γκράμσι

του Γιώργου Τσίπρα

Ένα από τα σπουδαιότερα και κρισιμότερα ζητήματα της πολιτικής επιστήμης, αλλά και συνολικά της ταξικής πάλης, είναι το πρόβλημα του κράτους και της στάσης που έχει κανείς απέναντί του. Ίσως είναι το κρισιμότερο ζήτημα της ταξικής πάλης, όπως αυτή έχει εξελιχθεί, γιατί χωρίς την κατάχτηση της πολιτικής εξουσίας δεν μπορεί μια τάξη να πετύχει κανένα μετασχηματισμό προς όφελός της και να αναδιοργανώσει την κοινωνία.

«H έννοια του επαναστάτη και του διεθνιστή –θα πει ο Γκράμσι–, με τη σύγχρονη έννοια της λέξης, συσχετίζεται με την ακριβή γνώση του κράτους και της τάξης: Λειψή κατανόηση του κράτους σημαίνει λειψή ταξική συνείδηση. Κατανόηση του κράτους υπάρχει όχι μόνο όταν το υπερασπίζεται κανείς αλλά επίσης και όταν στρέφεται ενάντιά του για να το ανατρέψει, δηλαδή σημαίνει λειψή αποτελεσματικότητα των κομμάτων».

Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο ή μια ιδιοτροπία του Γκράμσι που ασχολήθηκε τόσο πολύ με το θέμα του σύγχρονου κράτους. Αφού τον ενδιέφερε να χαραχτεί μια επαναστατική πολιτική μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες, δεν μπορούσε να μην αναμετρηθεί, να μη σταθεί στα νέα προβλήματα του κράτους στις συνθήκες των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών. Oι σημειώσεις που έχει αφήσει για το θέμα αυτό και οι παρατηρήσεις του για μια σειρά ζητήματα παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον για όποιον θέλει να καταπιαστεί με το πρόβλημα. Είναι απαραίτητες για όποιον αντιμετωπίζει το κράτος από τη μεριά του μαρξισμού και της επανάστασης.

Η διεύρυνση της έννοιας του κράτους

Ο Γκράμσι δρα μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες. Δρα σε συνθήκες υποχώρησης του επαναστατικού κύματος στην Ευρώπη, δρα σε συνθήκες που ένα καινούριο φαινόμενο, ο φασισμός, κάνει την εμφάνισή του. Παρακολουθεί και έχει άμεση γνώση της αναδιοργάνωσης των κρατικών μηχανισμών για να αντιμετωπίσουν την ανταγωνιστική τάξη, και είναι υποχρεωμένος να παρατηρήσει όλες τις αλλαγές που έγιναν στο στίβο της ταξικής πάλης όσων αφορά την κρατική συγκρότηση από το 1848 περίπου μέχρι τις μέρες του. Δεν αντιμετωπίζει το κράτος με μια εκχυδαϊσμένη εργαλειακή μέθοδο. Δηλαδή, δεν αντιμετωπίζει το κράτος σαν ένα εργαλείο που κάποιος το κατέχει και κάνει τη δουλειά του. Το αντιμετωπίζει ως τη συμπύκνωση όλων των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων υπό τη διεύθυνση της αστικής τάξης, ως τη συμπύκνωση διαφόρων στοιχείων του εποικοδομήματος που διαμορφώθηκαν στην πάλη της αστικής τάξης και των κάθε φορά σύμμαχων στρωμάτων, για να κυριαρχήσει τόσο απέναντι στη φεουδαρχία όσο και απέναντι στην εργατική τάξη. Γι’ αυτό, κάθε κράτος, κάθε κρατική μορφή, πέρα από τα κοινά στοιχεία που έχουν όλα τα αστικά κράτη, σημαδεύεται από τις ιδιαίτερες μορφές που πήρε η πάλη της αστικής τάξης και των μερίδων της για να κυριαρχήσουν. Γι’ αυτό και ο Γκράμσι κάνει πολλές παρατηρήσεις και επισημάνσεις και ξεχωρίζει τις περιπτώσεις όπου η συγκρότηση εθνικών κρατών ακολούθησε μια αστική επανάσταση, όπως π.χ. στη Γαλλία, από άλλες όπου άργησε η διαδικασία ενοποίησης και δεν είχαμε χαρακτηριστικές αστικές επαναστάσεις, όπως π.χ. στην Ιταλία.

Παρακολουθώντας την πορεία της κρατικής συγκρότησης και βγάζοντας συμπεράσματα από την υποχώρηση του κινήματος στην Ευρώπη, προχωρά σε ορισμένες παρατηρήσεις για την ανθεκτικότητα που έχει πλέον η κρατική μηχανή και η αστική πολιτική εξουσία. Χαρακτηριστικά, στον Μακιαβέλι αναφέρει ότι η διάδοση του κοινοβουλευτισμού, του συνεταιριστικού συνδικαλισμού και του κομματικού συστήματος, ο σχηματισμός γραφειοκρατιών, κρατικών και ιδιωτικών, τροποποίησαν όλη τη σύγχρονη πολιτική επιστήμη και την άσκησή της.

Ο Γκράμσι προχωρά σε έναν ιδιαίτερο ορισμό του κράτους, σε έναν ορισμό με διάφορες συνεπαγωγές, θεωρητικές και πραχτικές:

«Κράτος είναι το σύνολο των πρακτικών και των θεωρητικών δραστηριοτήτων, που με αυτές η κυρίαρχη τάξη δικαιώνει και διατηρεί την κυριαρχία της και, ακόμα πιο πέρα, καταλήγει να πετύχει τη δραστήρια συγκατάθεση των κυβερνωμένων».

Πρέπει να προσέξουμε αυτόν τον ορισμό. Αν στους κλασικούς μαρξιστικούς ορισμούς για το κράτος η έμφαση και ο τόνος δινόταν στο στοιχείο της καταστολής και του καταναγκασμού που επιβάλλει μια κυρίαρχη τάξη στις υποτελείς τάξεις, ο Γκράμσι αρχίζει να δίνει έμφαση στο σύνολο των δραστηριοτήτων, θεωρητικών και πρακτικών, που δικαιώνουν, δηλαδή δικαιολογούν και διατηρούν την κυριαρχία μιας τάξης, και προχωρά ακόμα λίγο: στο σύνολο των πρακτικών και δραστηριοτήτων που οδηγούν στη δραστήρια συγκατάθεση των κυβερνωμένων. 

Ο συνδικαλισμός, ο κοινοβουλευτισμός, το κομματικό σύστημα, αλλά και όλοι οι μηχανισμοί και θεσμοί που δημιουργούνται γύρω και πλάι στην παραγωγή, δηλαδή όλες οι μορφές του σύγχρονου εποικοδομήματος, το σχολείο, ο Τύπος, η θρησκεία, η οικογένεια και όλα τα πρότυπα που δημιουργούν, αποκτούν μια μεγάλη δύναμη στη σύγχρονη οργάνωση της κοινωνίας.

O Γκράμσι θα θελήσει να δώσει έμφαση στη σύγχρονη κρατική συγκρότηση. Έτσι θα πει πως «κράτος = ηγεμονία θωρακισμένη με καταναγκασμό». Έτσι έχουμε το φανέρωμα της έννοιας της ηγεμονίας, που στο έργο του Γκράμσι παίζει ουσιαστικό ρόλο.

Το ζήτημα της ηγεμονίας

H συζήτηση για το ζήτημα της ηγεμονίας υπήρχε στο πλαίσιο του εργατικού κινήματος από παλιά, ιδιαίτερα μέσα στο μπολσεβίκικο κόμμα. Το πρόβλημα στις συζητήσεις αυτές έμπαινε με την έννοια να εξασφαλιστεί η ηγεμονία της εργατικής τάξης, πρώτα μέσα στο πλαίσιο του αγώνα για την αστικοδημοκρατική επανάσταση (άποψη που παρουσιάζει σπουδαία πρωτοτυπία και θεμελιώθηκε από το έργο του Λένιν «Δύο ταχτικές»). Στη συνέχεια, η έννοια της ηγεμονίας σχετίστηκε με τις συμμαχίες της εργατικής τάξης και με τα μέτωπα που έπρεπε να οικοδομήσει. Αν, δηλαδή, μέσα στα πλαίσια των μετώπων, η εργατική τάξη θα είχε την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία. Τέλος, χρησιμοποιόταν και με την έννοια της εξασφάλισης της ηγεμονίας του προλεταριάτου στις χώρες που η εργατική τάξη είχε κατακτήσει την πολιτική εξουσία. Ο ρόλος του Λένιν στην προβληματική για την ηγεμονία ήταν καθοριστικός.

Ο Γκράμσι, ερχόμενος σε επαφή με όλη την προβληματική της κομμουνιστικής Διεθνούς στα δύο χρόνια που παραμένει στη Μόσχα, αντιλαμβάνεται τη σημασία που έχει η έννοια της ηγεμονίας και τα πραχτικά και θεωρητικά ζητήματα που άνοιγε αυτή η προβληματική. Όλη του η καθοδηγητική δουλειά στο KKI σχετίζεται με την προβληματική της ηγεμονίας και της ιδεολογικής και πολιτιστικής δουλειάς, που πρέπει να γίνει, καθώς και όλων των μεθόδων που πρέπει να γεννηθούν ακόμα και με τη μορφή των «αντι-θεσμών», για να οικοδομηθεί η ηγεμονία της εργατικής τάξης.

Όμως θα προχωρήσει παραπέρα: Ενώ, η προβληματική στο εργατικό κίνημα αφορούσε την ηγεμονία της εργατικής τάξης, τόσο πριν την κατάχτηση της εξουσίας όσο και μετά, ο Γκράμσι, ιδιαίτερα στα «τετράδια της φυλακής», μετατοπίζει λίγο το περιεχόμενο της έννοιας σε όλες τις ιδεολογικές, πολιτικές θεωρητικές και πραχτικές δραστηριότητες που εξασφαλίζουν την ηγεμονία της αστικής τάξης σε ολόκληρη την κοινωνία. Oι μηχανισμοί ηγεμονίας, όπως τους περιγράψαμε πριν, δηλαδή το σχολείο, ο Τύπος, η εκκλησία, το συνεταιριστικό και οι συνδικαλιστικές ενώσεις και όλο το δίχτυ των ενώσεων και δραστηριοτήτων, κρατικών και ιδιωτικών, που παίρνουν μια μεγάλη ανάπτυξη μέσα στο σύγχρονο καπιταλισμό, αποτελούν για τον Γκράμσι το ένα συστατικό του σύγχρονου κράτους δίπλα στον καταπιεστικό, καταναγκαστικό μηχανισμό.

H προβληματική για τους διανοούμενους, όπως και αυτή για την οργάνωση της κουλτούρας, εντάσσεται μέσα στη μελέτη των προβλημάτων που έχουν τεθεί στο επαναστατικό κίνημα από τη σύνθετη μορφή που παίρνει το εποικοδόμημα στις σύγχρονες κοινωνίες. Ο τρόπος συνάρθρωσης των μηχανισμών ηγεμονίας και του καταναγκαστικού μηχανισμού με τις ανάγκες της οικονομικής βάσης αποτελούν για τον Γκράμσι ένα ιστορικό σύνολο, ή ιστορικό συνασπισμό, εντελώς ξεχωριστό από χώρα σε χώρα.

Μελετώντας τις συνθήκες στις χώρες της Ευρώπης, με ανεπτυγμένους τους μηχανισμούς ηγεμονίας στο εσωτερικό τους, σκέφτεται νέους τρόπους για την προώθηση της επαναστατικής διαδικασίας. Δανείζεται από τη στρατιωτική ορολογία τη διάκριση του «πολέμου ελιγμών», δηλαδή των ξαφνικών επιθέσεων που μπορεί να φέρουν μια γρήγορη κατάρρευση του αντίπαλου, από τον «πόλεμο θέσεων ή χαρακωμάτων», που ενώ έχουν βομβαρδιστεί τα χαρακώματα και νομίζεις ότι ο αντίπαλος έχει διαλυθεί, αυτός παρουσιάζει μια μεγάλη ανθεκτικότητα γιατί έχει βάσεις ανεφοδιασμού, μηχανισμούς επικοινωνίας και ένα μεγάλο δίχτυ από χαρακώματα. H αντίστασή του είναι μεγαλύτερη, όπως και η διάρκεια του πολέμου. Ο Γκράμσι κάνει έναν παραλληλισμό ανάμεσα στην επανάσταση στην Ανατολή, όπου οι μηχανισμοί ηγεμονίας ήταν εξαιρετικά αδύναμοι και έφτανε μια ξαφνική ισχυρή επίθεση για να διαλύσει τον αντίπαλο, με τις νέες συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί ήδη στη Δύση. Άρχιζε να διαμορφώνει μια αντίληψη για τη στρατηγική και την ταχτική του επαναστατικού κινήματος στις συνθήκες της Δυτικής Ευρώπης.

Σε όλα τα κείμενα όπου ο Γκράμσι αναπτύσσει την αντίληψη για το κράτος και την ηγεμονία, χρησιμοποιεί με διαφορετικούς τρόπους του όρους «κοινωνία των πολιτών» και «πολιτική κοινωνία». Ένας από τους συχνούς τρόπους χρησιμοποίησης του όρου «κοινωνία των πολιτών» είναι αυτή που περιγράφει όλες τις μορφές της ηγεμονίας. Έτσι, το προηγούμενο απόσπασμα «κράτος = ηγεμονία θωρακισμένη με καταναγκασμό» ο Γκράμσι το αποδίδει ολόκληρο έτσι: «Κράτος = κοινωνία των πολιτών + πολιτική κοινωνία, δηλαδή ηγεμονία θωρακισμένη με καταναγκασμό».

Η θεωρία για το κράτος δεμένη με το επαναστατικό πρόταγμα

Όποιος δεν έχει ασχοληθεί με το έργο του Γκράμσι και δεν έχει μελετήσει το τι έχει γραφτεί γι’ αυτό δεν μπορεί να φανταστεί τι σύγχυση έχει δημιουργήσει η αυθαίρετη χρησιμοποίηση των όρων αυτών και πόση κουβέντα γίνεται από διάφορους επίδοξους γκραμσολόγους. Στοίβες από πραγματείες, που οι περισσότερες διαστρεβλώνουν τη σκέψη του Γκράμσι και κυρίως αποκόβουν όλη την προβληματική του, ότι κάθε ανάλυση πρέπει να γίνεται για την προώθηση του σκοπού ενός προγράμματος. Ο Γκράμσι, σε ένα σημείο, μιλώντας για την έννοια της ηγεμονίας, αναφέρει πως αυτή αποτελεί μια σημαντική συμβολή του Λένιν, θυμίζοντας σε όσους θέλουν να το ξεχάσουν ότι ο Γκράμσι δεν εγκατέλειψε ποτέ το έδαφος του λενινισμού και, φυσικά, τις αναλύσεις του για το αστικό κράτος, την ανάγκη συντριβής του και τη θεωρία και πραχτική της διχτατορίας του προλεταριάτου σαν ιδιαίτερης μορφής πολιτικής εξουσίας που συμπεριλαμβάνει και μια κρατική μορφή.

Ο Γκράμσι, παρόλο που αγωνίζεται ενάντια στο αστικό κράτος, μπορεί να χαρακτηριστεί «κρατιστής» με την έννοια ότι θεωρεί λογικό και αναγκαίο το προλεταριάτο να δημιουργήσει σε όλη τη μεταβατική φάση και, ιδιαίτερα στα πρώτα στάδια, το δικό του κράτος για να πετύχει τους στόχους και τους μετασχηματισμούς που επιβάλλονται.

Θα δικαιολογήσει, για μια πρώτη περίοδο, μέχρι και μια ορισμένη «κρατολατρεία» σαν μια αναγκαία περίοδο για την τάξη που ήταν αποκλεισμένη από κάθε εξουσία, ώστε να μυηθεί στις λειτουργίες της διεύθυνσης και της ηγεμονίας στην κοινωνία. Θεωρεί, βέβαια, επικίνδυνη τη διαιώνιση μιας τέτοιας κατάστασης.

Επειδή πολλά λέγονται για υποτιθέμενη αντίθεσή του με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην EΣΣΔ εκείνα τα χρόνια, δηλαδή από το 1928 μέχρι το 1935 που ο Γκράμσι γράφει, δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη νύξη και κριτική. Όσες υπάρχουν και αναφέρονται στο θέμα είναι γενικά θετικές. Αυτό είναι κάτι που το λησμονούν όσοι βιάζονται να περιγράψουν τον Γκράμσι σαν έναν αντι-τριτοδιεθνιστή, κριτικό της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα κ.λπ.

Αξίζει να αναφέρουμε εδώ την άποψή του για την τροτσκιστική εκδοχή της διαρκούς επανάστασης: «Ο Τρότσκι, στα απομνημονεύματά του, θυμάται πως του είχαν πει ότι η θεωρία του της διαρκούς επανάστασης είχε αποδειχτεί καλή ύστερα από 15 χρόνια. Στην πραγματικότητα, η θεωρία του, σαν τέτοια, δεν ήταν καλή ούτε δεκαπέντε χρόνια πριν ούτε δεκαπέντε χρόνια μετά. Όπως συμβαίνει με τους πεισματάρηδες, αυτός το πρόβλεψε χοντρικά και έχει δίκιο. Σαν να λέει κάποιος ότι ένα κοριτσάκι τεσσάρων χρόνων θα γίνει μητέρα και, όταν γίνεται σε είκοσι χρόνια, λέει “το είχα προβλέψει”, χωρίς να θυμάται όμως πως, όταν ήταν τεσσάρων χρόνων, ήθελε να βιάσει το κοριτσάκι, σίγουρος ότι θα γινόταν μητέρα…»