Η νεολαιίστικη έκρηξη έφερε στο προσκήνιο μια σειρά από ζητήματα. Ένα από αυτά είναι και η δράση που είχαν και η στάση που κράτησαν όλες οι δυνάμεις που συμμετείχαν στο τεράστιο κίνημα που αναπτύχθηκε μετά την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Το παρόν σημείωμα θα προσπαθήσει να πει μια γνώμη για την δράση του αντεξουσιαστικού χώρου με τις πολλαπλότητες του μακριά από τις συνήθεις δεισιδαιμονίες και προλήψεις.
Οι πολιτικοί στόχοι και το ζήτημα της κλιμάκωσης
Ένα πρώτο ζήτημα είναι η στάση που κράτησε ο αντιεξουσιαστικός χώρος απέναντι στο ζήτημα της κλιμάκωσης και των πολιτικών στόχων τις μέρες της εξέγερσης. Αρχικά ας δούμε πολύ κωδικά ποια ήταν η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα τις μέρες της εξέγερσης. Αυτό του είδους η ανίχνευση θα μας βοηθήσει στους παραπέρα συλλογισμούς μας. Έχουμε μια κυβέρνηση αδύναμη και αμήχανη μπροστά το τι συμβαίνει όπως και το σύνολο του επίσημου πολιτικού κόσμου. Η αστική τάξη της χώρας παρά το αλληλοφάγωμα της στέκεται ενωμένη, φοβισμένη αλλά και αποφασισμένη να τσακίσει την εξέγερση. Δίνει από την πρώτη κιόλας στιγμή λευκή επιταγή στην κυβέρνηση Καραμανλή να εφαρμόσει την πιο σκληρή καταστολή και της δίνει την ολόπλευρη στήριξη της για να κρατηθεί στην εξουσία μέχρι να κατασταλεί το κίνημα. Γιατί αυτό όμως; Πρόκειται μόνο για ένα αμυντικό αντανακλαστικό της αστικής τάξης; Όχι μόνο. Μια ενδεχόμενη πτώση της κυβέρνησης από την πίεση ενός κινήματος θα αποτελούσε "κακό" προηγούμενο. Πρώτον γιατί θα αντιλαμβανόντουσαν οι μάζες στην χώρα μας ότι έχουν την δύναμη να ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις άμα το θελήσουν, δεύτερον μέσα σε μια περίοδο παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, με τόσες αντιθέσεις και προβλήματα σε κοινωνικό επίπεδο, θα αποτελούσε παράδειγμα για πολλούς λαούς ανά τον κόσμο για το πώς μπορεί να υπάρχει διέξοδος. Μόνο να δούμε τον τρόμο των ευρωπαϊκών κρατών για την τυχόν εξάπλωση του ελληνικού ιού φτάνει. Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Γιατί ήταν επιτακτικό, αναγκαίο και απολύτως απαραίτητο την ώρα της εξέγερσης, εκείνη την στιγμή που το αυθόρμητο κίνημα ξεδιπλωνόταν και αγκάλιαζε όλη την χώρα να υπάρξουν πολιτικοί στόχοι, να υπάρξει εμβάθυνση των ριζοσπαστικών χαρακτηριστικών και κλιμάκωση. Και αυτό για να γίνει κατορθωτό θα έπρεπε σε ένα πρώτο επίπεδο να υπάρξει ενοποίηση όλων των δυνάμεων του κινήματος κάτω από το σύνθημα να πέσει η κυβέρνηση των δολοφόνων. Το να πέσει η κυβέρνηση θα στρίμωχνε την αστική τάξη, θα βοηθούσε το κίνημα να παλέψει στο άμεσο μέλλον κάτω από καλύτερους όρους και συσχετισμούς.
Έτσι η εμμονή του αντιεξουσιαστικού χώρου μόνο στον "αντιμπατσικό" χαρακτήρα, στα ζητήματα της εμπορευματικής κοινωνίας και στις γενικότητες περί κοινωνικού πολέμου σε πρώτο χρόνο, στα οποία προστέθηκαν και τα ζητήματα των συλληφθέντων σε δεύτερο χρόνο αποτελούσαν στην ουσία έναν περιορισμό του κινήματος πολιτικά, δεν βοήθησαν στην κλιμάκωση του παρά τις δράσεις και τις καταλήψεις που έγιναν σε διάφορες γειτονιές και πόλεις που ως ένα βαθμό είχαν κάποια θετική συνεισφορά. Βέβαια το ζήτημα της καταστολής και των σωμάτων ασφαλείας είναι σημαντικό και δεν πρέπει να υποτιμείται, αλλά από μόνο του είναι αρκετά λειψό. Και αυτό γιατί με αυτό τον τρόπο δίνεται χρόνος στον αντίπαλο να ανασυνταχτεί ειδικά τις πρώτες κρίσιμες ώρες και μέρες που το έχει πολύ ανάγκη. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι για μια ακόμα φορά η κυριότερη αδυναμία του συγκεκριμένου χώρου αφορούσε το ζήτημα της στρατηγικής, της τακτικής και της πολιτικής γραμμής. Τόσο στο επίπεδο των μορφών πάλης αλλά και στο επίπεδο των αιτημάτων, της ενότητας της νεολαίας και του κόσμου που κατέβαινε στο δρόμο με τα κομμάτια της κοινωνίας που παρακολουθούσαν τα γεγονότα με αλληλέγγυο τρόπο.
Ο "κοινωνικός πόλεμος" πολλών χρήσεων…
Ένα δεύτερο ζήτημα που χρειάζεται να συζητηθεί είναι αν η γενικόλογη ρητορική περί "κοινωνικού πολέμου" προωθεί το κίνημα ή όχι. Και αυτό γιατί από τον αντιεξουσιαστικό χώρο γίνεται κριτική προς τις δυνάμεις της αριστεράς που έβαζαν το αίτημα να πέσει η κυβέρνηση, ότι βοηθούν στην απονεύρωση του κινήματος και έτσι η αριστερά για μια ακόμα φορά λειτουργεί σαν στυλοβάτης του συστήματος. Το γιατί δεν ισχύει αυτό το είπαμε παραπάνω. Όμως η εξαγγελία για μια ακόμη φορά του "κοινωνικού πολέμου" βοήθησε το κίνημα; Πέρα από το ότι αυτή η εξαγγελία έχει γίνει λάστιχο και χωράει όλους και όλα, θα μπορούσαμε να πούμε όχι και να εξηγήσουμε το γιατί.
Ο κόσμος δεν ξεχύθηκε στον δρόμο μόνο γιατί η αστυνομία σκότωσε έναν νέο. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Βγήκε στο δρόμο γιατί δεν έχει μέλλον, γιατί καταλαβαίνει ότι ο νεοφιλελευθερισμός και η κυβέρνηση του, το μόνο που του προσφέρουν είναι αδιέξοδα και σφαίρες. Και βέβαια η νεολαία κινήθηκε εχθρικά προς την αστυνομία, σαν φυσικός αυτουργός που ήταν, αλλά και σε ότι θυμίζει σύστημα, κράτος, κυβέρνηση και νεοφιλελευθερισμό σαν ηθικοί αυτουργοί που ήταν. Όταν όμως ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους, ιδιαίτερα με τέτοια δυναμική, τότε είναι που τα επαναστατικά υποκείμενα με την δράση τους προσπαθούν να καθορίσουν την έκταση και το βάθος της σύγκρουσης με το σύστημα. Προσπαθούν να κερδίζει το κίνημα όσο το δυνατόν καλύτερες θέσεις, να στριμώχνεται ο αντίπαλος και όλα αυτά μέσα από τον μαζικό αγώνα του λαού. Ο αντιεξουσιαστικός χώρος ουσιαστικά αδιαφόρησε για αυτό. Κήρυξε για μια ακόμα φορά τον "κοινωνικό πόλεμο", παρασύρθηκε από τις εγγενείς αδυναμίες του και απογειώθηκε. Αυτή η απογείωση είναι που οδηγεί και στην απολιτικοποίηση και κάνει ένα δυναμικό να δρα μόνο με γνώμονα τις "δυναμικές" ενέργειες και τον υποκειμενισμό του, αδιαφορώντας για το βασικό ζήτημα της ανατροπής των συσχετισμών.
Η ανατροπή των κοινωνικών συσχετισμών
Εδώ ακριβώς εστιάζεται και το τρίτο σημείο της κριτικής απέναντι στον αντιεξουσιαστικό χώρο. Ότι η εξάλειψη της αστικής κυριαρχίας προϋποθέτει τον ευνοϊκό συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων προς όφελος των δυνάμεων της ανατροπής. Κάθε κίνηση, δράση και ενέργεια πρέπει να απαντάει και να πριμοδοτεί την ενίσχυση του κινήματος. Και εδώ είναι που ο υποκειμενισμός της αντιεξουσιαστικής ιδεολογίας δεν δίνει λύσεις. Γιατί λειτουργεί ευκαιριακά και το αποτέλεσμα είναι ότι συνεχίζει να παραμένει στο έδαφος της "απελευθέρωσης ορισμένων νησίδων" μέσα στην καπιταλιστική εξουσιαστική θάλασσα και στο έδαφος της πραγμάτωσης ορισμένων συμβολικών ενεργειών που έχουν δύο λειτουργίες: για όσους τις κάνουν λειτουργούν σαν υποκατάστατο και για όσους εξουσιάζουν και κυριαρχούν χρησιμοποιούνται για την γενικότερη παθητικοποίηση και τον εκφοβισμό. Οι εγγενής αδυναμίες όμως αυτού του χώρου επηρεάζουν ακόμα και τις κινήσεις που η παρέμβαση τους σε κοινωνικό πεδίο είναι πιο πραγματιστική τον τελευταίο καιρό. Ακόμα και για αυτές τις κρίσιμες στιγμές είναι δύσκολο να ξεφύγουν από το τρίπτυχο "κοινωνικός πόλεμος"-αστυνομία-συλληφθέντες.
Η "συντηρητική κοινωνία" και η αδυναμία σύνδεσης με ζητήματα που ξεφεύγουν από τα "καθιερωμένα σχήματα"
Είναι ακόμα γνωστό ότι ο αντιεξουσιαστικός χώρος έχει την άποψη ότι η κοινωνία που ζούμε είναι συντηρητική, η πλειοψηφία του κόσμου είναι ποτισμένη από την μικροαστική ιδεολογία κλπ. Γενικά υποτιμά τον κόσμο θεωρώντας ότι δεν μπορούν να γίνουν και πολλά από όλους αυτούς που δεν είναι εξεγερμένοι ή αναρχικοί ή αντιεξουσιαστές. Βέβαια με αυτά τα θεωρητικά σχήματα δεν μπορούν να εξηγηθούν όλα αυτά που ζούμε τον τελευταίο μήνα. Οι δεκάδες χιλιάδες που κατέκλεισαν τους δρόμους της χώρας αλλά οι χιλιάδες που συγκρούστηκαν με την αστυνομία επιδεικνύοντας μια αξιοθαύμαστη μαχητικότητα. Όλα αυτά ήταν γεγονότα που έκαναν τον συγκεκριμένο χώρο να σαστίσει αφού για πρώτη φορά ήρθε αντιμέτωπος με ένα φαινόμενο μη εξηγήσιμο για τα δικά του μέτρα και σταθμά. Έτσι το σχήμα η "συντηρητική κοινωνία" από την μία και οι "ψαγμένοι-εξεγερμένοι" από την άλλη τινάχτηκε στον αέρα.
Αναφορά θα πρέπει να γίνει και στην στάση που έχει ο αντιεξουσιαστικός χώρος απέναντι στο Παλαιστινιακό ζήτημα αλλά και σε τέτοιου είδους ζητήματος. Το αναφέρουμε γιατί είναι ένα επίκαιρο ζήτημα λόγω της σφαγής που κάνουν οι σιωνιστές δολοφόνοι στην Γάζα. Στην ουσία δεν κάνουν τίποτα. Έχουμε έναν λαό που παλεύει για την ανεξαρτησία του απέναντι στις δολοφονικές μηχανές των ιμπεριαλιστών και των σιωνιστών και ένας ολόκληρος πολιτικός χώρος το αγνοεί επιδεικτικά για αυτός ο λαός θέλει να έχει δικό του κράτος. Αυτό από μόνο του δείχνει τα όρια και τις αδυναμίες του συγκεκριμένου χώρου ειδικότερα όταν χρειάζεται να κάνει συνδέσεις με κοινωνικά ή πολιτικά ζητήματα που ξεφεύγουν από τα "καθιερωμένα σχήματα". Βέβαια πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο αντιεξουσιαστικός χώρος δεν έχει μια ενιαία στάση απέναντι στα πράγματα αλλά επίσης έχει κρατήσει και μια πιο πολιτική στάση απέναντι στην εξέγερση της νεολαίας.
Θα ρωτήσει όμως κάποιος; Από πού προκύπτει η ενίσχυση που γνωρίζει ο αντιεξουσιαστικός χώρος παρόλες τις αδυναμίες και τα ελλείμματα που έχει η κίνηση του; Η απόγνωση, ο αρνητισμός, ο μηδενισμός, η οργή, που γεννιέται καθημερινά από ένα σύστημα που πετάει κατά εκατοντάδες τους ανθρώπους στο περιθώριο και πιο πολύ από όλους την νεολαία σε συνδυασμό με τον τρόπο που "πολιτεύεται" η αναρχία (χωρίς πολιτική πλατφόρμα-γραμμή, χωρίς ιδεολογικούς και οργανωτικούς περιορισμούς και πειθαρχία, με τις "δυναμικές" ενέργειες) που θυμίζει περισσότερο ψυχολογία παρά πολιτική δημιουργεί εκείνο το υπόβαθρο για μια σχετική μαζικοποίηση της τα τελευταία χρόνια. Δεν πρέπει εδώ να ξεχάσουμε ότι και η φτωχή σε λόγο και πρακτική αριστερά στην ουσία πριμοδοτεί αυτήν την κατάσταση και "χαρίζει" τα πιο ανήσυχα κομμάτια της νεολαίας στον αντιεξουσιαστικό χώρο που θαμπώνονται από την εφήμερη λάμψη του. Ο καθωσπρεπισμός, ο κρατισμός και η θεσμολαγνεία του μεγαλύτερου μέρους της αριστεράς είναι χαρακτηριστικά που θυμίζουν σύστημα σε πολλούς νεολαίους που θέλουν να κινηθούν και να δράσουν. Η αριστερά έχει χρέος να πετάξει από πάνω της αυτές τις ασθένειες, να παλέψει με την νεολαία για μια άλλη ζωή με νόημα και αξιοπρέπεια και να ανοίξει το δρόμο για να μπει αποφασιστικά στον μαζικό ανυποχώρητο αγώνα!
Νίκος Ταυρής