Η ΛΑΡΚΟ είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός σιδηρονικελίου στην Ευρώπη και μέσα στους πέντε μεγαλύτερους σε όλο τον κόσμο, με μεταλλεία σε Βοιωτία και Εύβοια και μεταλλουργικές εγκαταστάσεις (Λάρυμνα).
Η ιστορία της ΛΑΡΚΟ είναι σημαντική από δύο πλευρές. Η πρώτη είναι ότι δείχνει ανάγλυφα το είδος του καπιταλισμού στην Ελλάδα. Η πορεία της εταιρίας, που ήταν ιδιοκτησία του Μποδοσάκη, σημαδεύεται από την εξάρτηση. Οι χειρισμοί του γερμανικού ομίλου Krupp, που ήταν και ο βασικός παραγγελιοδόχος της εταιρίας, οδήγησαν μεταξύ άλλων σε πενταετή καθυστέρηση της λειτουργίας της βασικής παραγωγικής μονάδας (1966). Αργότερα, κάτω από την επίδραση της διεθνούς κρίσης, η εταιρία θα πάρει το γνωστό δρόμο της μετατροπής σε προβληματική, ενώ τη δεκαετία του 1980 θα καταρτιστούν στα χαρτιά, για να ακυρωθούν στην πράξη, μια σειρά σχεδίων για ανάπτυξη της εταιρίας. Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα η παραγωγή είναι μάλλον μπελάς για την αστική τάξη και το κράτος, ενώ πιο εύκολο είναι το παιχνίδι του χρηματιστηρίου και της εκχώρησης στα πολυεθνικά μονοπώλια. Το 1989 περνάει κάτω από τον έλεγχο του κράτους, της Εθνικής Τράπεζας, της ΔΕΗ. Τελευταίο σκανδαλώδες επεισόδιο είναι η προπώληση, το 2005, της παραγωγής των επόμενων χρόνων σε τραπεζικούς ομίλους με τιμές κάτω της διεθνούς τιμής αλλά και του κόστους παραγωγής.
Η δεύτερη πλευρά είναι οι μεγάλοι αγώνες των εργατών με αποκορύφωμα την απεργία του 1977, που συνάντησε τη βία της εργοδοσίας Μποδοσάκη και της αστυνομίας, κράτησε 110 μέρες και είχε σημαντικά αποτελέσματα (17% αύξηση στους μισθούς, επαναπρόσληψη απολυμένων κ.λπ.).
Η ΛΑΡΚΟ είναι μια ακόμα εταιρία που ελέγχεται από το Δημόσιο και εφαρμόζει πρακτικές ευλυγισίας και άλωσης των εργασιακών σχέσεων μέσω του καθεστώτος της εργολαβίας και της ανάθεσης. Κοντά 600 άτομα δουλεύουν δίπλα στο μόνιμο προσωπικό (1.100 εργαζόμενοι) με τις ίδιες συνθήκες, καλύπτουν τις ίδιες πάγιες ανάγκες αλλά είτε αμείβονται με μπλοκάκι, είτε εμφανίζονται ως υπάλληλοι εργολάβων με πετσοκομμένες αμοιβές και δικαιώματα, συμβάσεις ορισμένου χρόνου και γενικότερα σε καθεστώς ανασφάλειας.
Σε 120 εργαζόμενους αυτής της κατηγορίας ανακοινώθηκαν απολύσεις την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία δεν γράφει στο σωματείο αυτούς τους εργαζόμενους, νομιμοποιώντας την πρακτική της εργοδοσίας και του κράτους. Μετά από καθυστερήσεις και αναβολές, πραγματοποιήθηκε στις 27 Ιανουαρίου μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση. Περίπου 20 λεωφορεία έφτασαν στο Σύνταγμα και εργαζόμενοι κατέκλυσαν το χώρο έξω από το Υπουργείο Οικονομικών. Ενώ η κυβέρνηση απεργάζεται επιχειρηματικά σχέδια "σωτηρίας" της επιχείρησης σε βάρος των δικαιωμάτων και των θέσεων εργασίας, γίνεται επιτακτική η ανάγκη αποφασιστικής απάντησης των εργαζομένων και ρήξης με τις πρακτικές της διάσπασης.
Γιώργος Παπαϊωάννου