Συνέντευξη του Γιάννη Θεωνά,
στελέχους της ΚΕΔΑ και μέλους της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ
Για κατασπατάληση του ενθουσιασμού και των προοπτικών που δημιούργησε η 1η Πανελλαδική Σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ εξαιτίας της μη υλοποίησης των αποφάσεων, που θα καθιστούσαν ουσιαστική και αποτελεσματική την παρέμβασή του σε κάθε νομό, σε κάθε πόλη και χωριό, κάνει λόγο μιλώντας στην «Αριστερά!» ο Γιάννης Θεωνάς, στέλεχος της ΚΕΔΑ και μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν διστάζει να ρίξει ευθύνες σε συνιστώσες, που –όπως χαρακτηριστικά σημειώνει– ακολουθούν παρελκυστική τακτική, ενδιαφερόμενες κυρίως για το μαγαζάκι τους και όχι για το ενωτικό εγχείρημα.
Έχοντας σχεδόν επτά χρόνια θητείας στην Ευρωβουλή, ο Γιάννης Θεωνάς απαντά χωρίς περιστροφές σε όσους εγείρουν ζητήματα για την ιδεολογική ταυτότητα υποψηφίων στις επερχόμενες ευρωεκλογές, επισημαίνοντας ότι «δεν μπορεί να μπαίνουν κριτήρια επιλογής υποψηφιοτήτων με βάση ποια πολιτική άποψη έχει η κάθε συνιστώσα από την οποία προέρχεται». Και καταλήγει, τονίζοντας ότι «οποιαδήποτε διαφορετική τοποθέτηση είναι εκ του πονηρού, είναι απαράδεκτη και επικίνδυνη και ως τέτοια πρέπει να απορρίπτεται από το σύνολο του ΣΥΡΙΖΑ».
Στον ένα χρόνο από την 1η Πανελλαδική Σύσκεψη μέχρι σήμερα ποια είναι τα θετικά βήματα του ΣΥΡΙΖΑ και ποια τα αρνητικά;
Η 1η Πανελλαδική Σύσκεψη έδωσε τεράστιο ενθουσιασμό και προοπτική στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ για την επιτυχία του εγχειρήματος και τη δυναμική που αναπτύσσεται. Δυστυχώς, όμως, αυτός ο ενθουσιασμός και αυτή η δυναμική δεν αξιοποιήθηκαν σχεδόν καθόλου, διότι οι αποφάσεις που πάρθηκαν υλοποιήθηκαν ελάχιστα. Η 1η Σύσκεψη έδινε τη δυνατότητα να οργανωθούν πολύ καλύτερα απ’ ό,τι είναι σήμερα οι νομαρχιακές και οι τοπικές επιτροπές του ΣΥΡΙΖΑ. Να λειτουργούν με τρόπο, που θα επιτρέπει σε όλο τον κόσμο, όχι μόνο στους ανένταχτους αλλά και στα μέλη των συνιστωσών, να συμβάλλουν με καλύτερο και αποτελεσματικότερο τρόπο στη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ – με μηνιαίες συνελεύσεις και με τη συγκρότηση μικρών θεματικών επιτροπών σε κάθε περιοχή, που θα ασχολούνταν με τα τοπικά προβλήματα και την καθημερινή παρουσία και δράση. Έτσι θα είχαμε μια δυναμική λειτουργία των νομαρχιακών επιτροπών που θα έδινε άλλη δυναμική και άλλη προοπτική. Ταυτόχρονα, εάν αυτές οι νομαρχιακές και τοπικές επιτροπές συγκροτούσαν το ΣΥΡΙΖΑ σε κάθε πόλη του νομού, ακόμα και σε κάθε χωριό, ακόμα και με ένα άτομο να είναι πυρήνας και σύνδεσμος του ΣΥΡΙΖΑ, θα είχαμε μια ολοκληρωμένη οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ σε όλη την Ελλάδα. Αυτό δεν μπόρεσε να γίνει.
Γιατί, τελικά, δεν έγινε;
Υπάρχουν ευθύνες και κεντρικά και τοπικά. Κυρίως έχουν ευθύνες όσες δυνάμεις δεν επέτρεψαν, με την παρελκυστική τακτική τους ή με την άρνηση συγκρότησης των αναγκαίων κεντρικών οργάνων, που προβλέπονταν από την 1η Πανελλαδική Σύσκεψη, ή με τη χαλάρωσή τους σε όργανα πολυμελή. Για παράδειγμα, η κεντρική πανελλαδική συντονιστική επιτροπή φτιάχτηκε με 380 άτομα, για να μη γίνει ποτέ όργανο – να μην μπορεί να λειτουργήσει και να εκφράσει τις νομαρχιακές και τοπικές επιτροπές σε πανελλαδικό επίπεδο, όπου θα ασκούσε κριτική και έλεγχο της κεντρικής γραμματείας αλλά θα ήταν και όργανο επεξεργασίας της κεντρικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε βήματα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κατάφερε να αναδειχτεί σε κύρια αντιπολιτευτική δύναμη της χώρας. Ήταν παρών σε όλους τους μικρούς και μεγάλους αγώνες, ήταν δίπλα σε όλα τα κοινωνικά κινήματα και εξέφρασε σε μεγάλο βαθμό τη νεολαία, γιατί αποτέλεσε τη μόνη πολιτική δύναμη που προσπάθησε να ακούσει την κραυγή αγωνίας της, προσπάθησε να βρεθεί κοντά της στην εξέγερση του Δεκέμβρη και να προωθήσει σε όλα τα επίπεδα τα αιτήματά της.
Μετά τον ενθουσιασμό, σήμερα υπάρχει μια απογοήτευση. Τι είναι τελικά αυτό που προσπαθεί να σύρει το ΣΥΡΙΖΑ προς τα κάτω; Είναι μια τακτική του δικομματισμού και των ΜΜΕ;
Είναι κι αυτό. Εγώ, όταν οι δημοσκοπήσεις απογείωναν το ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθούσα να πω στους συντρόφους να μην ενθουσιάζονται. Δυστυχώς, οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, δεν έχουν στόχο να αναδείξουν τις σκέψεις και τα ενδιαφέρονται της κοινής γνώμης, αλλά να τα διαμορφώσουν. Επομένως, την περίοδο που το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση, οι δημοσκοπήσεις ανέβαζαν το ΣΥΡΙΖΑ, για να εντείνουν το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ. Τώρα που όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας αποδείχτηκε ότι έχουν συμφέρον –ο καθένας για τους δικούς του λόγους– να χτυπήσουν το ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθούν με λύσσα να τον κοντύνουν. Ενόχλησε το σύστημα. Είναι η πρώτη και μόνη αντισυστημική δύναμη στη χώρα μας, και από αυτή την άποψη προσπαθούν να τον κοντύνουν και με τη λογική των δημοσκοπήσεων αλλά και με τη λογική ορισμένων δυνάμεων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, που αξιολογούν περισσότερο απ’ όσο πρέπει τις δημοσκοπήσεις, καθώς επενεργούν στον υποκειμενικό τους παράγοντα – και ακριβώς σ’ αυτό αποσκοπούν όλα αυτά τα στοιχεία και οι μετρήσεις που γίνονται. Το δεύτερο στοιχείο που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα είναι ότι και εσωτερικοί λόγοι, αυτή τη στιγμή, διαμορφώνουν συνθήκες υποβάθμισης της αξιοπιστίας και της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θα αναφερθώ μόνο σε δηλώσεις πρώην κορυφαίων στελεχών του Συνασπισμού, αλλά θα αναφερθώ και σε τακτικές που ακολουθούν δυνάμεις και συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή τα προβλήματα που υπάρχουν στη λειτουργία του και κανείς δεν τα αμφισβητεί. Ένα εγχείρημα που προσπαθεί να ενσωματώσει ή να συσπειρώσει πάνω από 10 συνιστώσες και απευθύνεται σε άλλες τόσες για να ενταχθούν είναι φυσικό να έχει δυσκολίες. Το να αξιοποιούν ορισμένες δυνάμεις αυτά τα προβλήματα για να δημιουργούν μια εσωστρέφεια, η οποία παίρνει άσχημα χαρακτηριστικά, είναι μια λογική που εντείνει την αναξιοπιστία. Αυτή τη στιγμή, το πρόβλημα για το ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι να μετατραπεί σε ενιαίο κόμμα, για να λειτουργεί πιο δημοκρατικά. Στο όνομα της δημοκρατίας, αυτές οι λογικές –πέρα από προθέσεις– αντικειμενικά οδηγούν στη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ και στη λεηλασία του χώρου από ορισμένες δυνάμεις που περισσότερο ενδιαφέρονται για το μαγαζάκι τους παρά για το εγχείρημα. Τα περί δεύτερου κύματος, τα περί απόκτησης αρχών και λειτουργίας ενιαίου κόμματος, το να αποδώσουμε στη 2η Πανελλαδική Σύσκεψη χαρακτήρα και αρμοδιότητες συνεδρίου που θα εγκρίνει υποψήφιους κ.λπ. είναι ενέργειες που οδηγούν σε υποβάθμιση και, τελικά, στη διάλυση αυτού του εγχειρήματος. Ας μην ξεχνάμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με αυτά τα προβλήματα και αυτή τη λειτουργία, δημιούργησε ελπίδες και προοπτικές κι έκανε όλους αυτούς τους ανένταχτους, που ουσιαστικά είχαν παραιτηθεί, να δραστηριοποιηθούν ξανά. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και θα συνεχιστεί όσο γίνεται σεβαστός ο ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ σαν φορέα κοινής δράσης και πολιτικής συνεργασίας των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που έχει συγκροτηθεί με πλήρη σεβασμό στην ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική αυτοτέλεια των συνιστωσών που τον δημιούργησαν.
Πώς θα διαφυλαχτεί το εγχείρημα από αυτά τα προβλήματα;
Θα διαφυλαχτεί υλοποιώντας τις αποφάσεις της 1ης Πανελλαδικής Σύσκεψης. Αποφασίστηκε από τη γραμματεία να δημιουργηθούν θεματικές επιτροπές, οι οποίες, όμως, δεν μπορούν να συγκροτούνται ως ΣΥΡΙΖΑ μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, με αντικειμενικό αποτέλεσμα να τεμαχίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Να φτιάχνουμε, δηλαδή, ΣΥΡΙΖΑ συνδικαλιστών, ΣΥΡΙΖΑ ανένταχτων, ΣΥΡΙΖΑ γυναικών και πάει λέγοντας. Η απόφαση της 1ης Πανελλαδικής Σύσκεψης μιλά για ολιγομελείς θεματικές, που θα επεξεργάζονται θέσεις για το αντικείμενο με το οποίο ασχολούνται, θέσεις που θα μεταφέρονται στην κεντρική γραμματεία, η οποία πρέπει να μετατραπεί σε κέντρο πολιτικών αποφάσεων. Σήμερα η γραμματεία δεν είναι το κέντρο των πολιτικών αποφάσεων. Έχουμε πολλά κέντρα… Το δεύτερο είναι αντίστοιχα να συγκροτηθούν οι νομαρχιακές επιτροπές, που θα προτείνουν θέσεις και κυρίως δράσεις. Και τρίτον, να συγκροτηθεί το Πανελλαδικό Σώμα που προβλέπει η 1η Πανελλαδική Σύσκεψη, το οποίο θα αποτελείται από την κεντρική γραμματεία και τις γραμματείες των συντονιστικών επιτροπών όλων των νομαρχιακών και το οποίο μπορεί να συνεδριάζει μία φορά ανά τέσσερις μήνες, όπου θα επεξεργάζεται συνολικότερες θέσεις κι έτσι θα εξασφαλίζει τη συμμετοχή όλων των μελών στις διαδικασίες προώθησης των πολιτικών του ΣΥΡΙΖΑ. Νομίζω ότι, αν παρθούν αυτά τα μέτρα, το εγχείρημα θα ενισχυθεί και θα ξεπεράσει την εσωστρέφειά του. Δεν χρειάζεται να μετατραπεί σε ενιαίο κόμμα, κάτι που θα σημάνει και τη διάλυσή του, αλλά να μπορεί σαν χώρος κοινής δράσης και πολιτικής συνεργασίας των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς να δρα με αυτή τη μορφή και αυτό το περιεχόμενο.
Επόμενος σταθμός είναι οι ευρωεκλογές, και θέλω να σταθούμε στα «χτυπήματα» που εξαπολύονται, όχι και με τον πιο έντιμο τρόπο, από πολλούς ενάντια σε υποψηφιότητες και συνιστώσες…
Εγώ θέλω να είμαι απόλυτα ειλικρινής και να πω ότι έχει καθυστερήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και στην επεξεργασία του πολιτικού πλαισίου για τις ευρωεκλογές και στη δρομολόγηση των οργανωτικών και τεχνικών ζητημάτων. Υπήρχαν προτάσεις που έλεγαν ότι αυτά τα θέματα έπρεπε να έχουν τελειώσει το Νοέμβριο. Θα είχαμε, λοιπόν, νωρίς επεξεργαστεί τις θέσεις, ώστε σήμερα να μη βρισκόμασταν μπροστά σε τετελεσμένα γεγονότα που δεν μπορούν να ξεπεραστούν.
Επιπλέον, παρουσιάζονται το τελευταίο διάστημα τοποθετήσεις στελεχών μιας πτέρυγας του Συνασπισμού με τρόπο απαράδεκτο. Δεν μπορεί να μπαίνουν κριτήρια επιλογής υποψηφιοτήτων με βάση ποια πολιτική άποψη έχει η κάθε συνιστώσα από την οποία προέρχεται. Αυτό είναι απαράδεκτο, γιατί ανατρέπει πλήρως τη βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκε και ο Χώρος Κοινής Δράσης και Διαλόγου της Αριστεράς, από το 2001, και η Πρωτοβουλία για τη Συσπείρωση της Αριστεράς, το 2003, και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, το 2004 και το 2007, δηλαδή τον πλήρη σεβασμό στην ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική αυτοτέλεια κάθε συνιστώσας. Από αυτή την άποψη, δεν επιτρέπεται να λέμε ότι δεν μπορεί να είναι σε εκλόγιμη θέση για το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο στέλεχος που προέρχεται από συνιστώσα που έχει τη μια ή την άλλη άποψη για την ΕΕ. Διότι αυτό, θα μας επιτρέψουν οι φορείς αυτών των απόψεων να πούμε ότι, πρώτον, είναι απαράδεκτο, γιατί υποτιμά τη βασική επιλογή του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Δεύτερον, είναι απαράδεκτο, γιατί, χρόνια ολόκληρα, στη συνομοσπονδιακή ομάδα της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς έχουν πάρει μέρος από την Ελλάδα ευρωβουλευτές που ανήκαν στο ΚΚΕ και στο Συνασπισμό και στο ΔΗΚΚΙ – παλιότερα. Και ποτέ το ΚΚΕ δεν έκρυψε ότι είναι αντίθετο στην ΕΕ και ότι είναι υπέρ της αποδέσμευσης της Ελλάδας. Και ο ομιλών υπήρξε σχεδόν 7 χρόνια ευρωβουλευτής –φορέας αυτής της πολιτικής άποψης– και δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένας στο επίπεδο της συνομοσπονδιακής ομάδας της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς που να είχε κακή γνώμη για την παρουσία και δράση του Εφραιμίδη και του Θεωνά στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, αλλά και των άλλων ευρωβουλευτών που ανήκαν στο ΚΚΕ. Έτσι, δεν επιτρέπεται να λένε σήμερα ότι δεν μπορεί να είναι σε εκλόγιμη θέση στέλεχος που προέρχεται από συνιστώσα, η οποία ασκεί κριτική από άλλη μεριά στην ΕΕ. Όπως, για παράδειγμα, θα ήταν απαράδεκτο στα πλαίσια του ΣΥΡΙΖΑ να τίθεται από συνιστώσες ή από τάσεις ενός κόμματος η άποψη ότι φορείς του ευρωκομμουνισμού δεν μπορεί να είναι υποψήφιοι, ανεξάρτητα με το αν είναι κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επεξεργαστεί, όλα αυτά τα χρόνια, με αποκορύφωμα το πολιτικό πλαίσιο του 2007, πολύ συγκεκριμένες θέσεις για την ΕΕ και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των δυνάμεων που συγκροτούν το ΣΥΡΙΖΑ, επομένως και των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. Οποιαδήποτε διαφορετική τοποθέτηση είναι εκ του πονηρού, είναι απαράδεκτη και επικίνδυνη και ως τέτοια πρέπει να απορρίπτεται από το σύνολο του ΣΥΡΙΖΑ. @