90 χρόνια κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα

τ.254, 31/10/2008 (σε ένθετο το τ.5 του Δικτύου Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία)

"Αν αναλυθούν και μελετηθούν βαθύτερα τα καθέκαστα της ιστορίας του ΚΚΕ… η μελέτη αυτή δεν μπορεί παρά να γεννήσει αισιοδοξία. Αισιοδοξία με την έννοια πως προσφέρουν αυτά τα "καθέκαστα" συμπεράσματα και διδάγματα μεγαλύτερης εμβέλειας από το "μερικό", το "εθνικό", το "ειδικό" της περίπτωσης, για το σήμερα και το αύριο. Αλλά, για να γίνει αυτό, πρέπει να παραμεριστεί κάθε μερική, "μεροληπτική" αφετηρία που παραγνωρίζει, αγνοεί την "πανοραμική" ενατένιση της συγκεκριμένης ιστορικής πορείας. Να φτάσει η "ματιά" μέχρι το απώτατο άκρο του ερευνώμενου πεδίου… Ούτε να αγνοήσει αλλά ούτε να περιχαρακωθεί στα όρια "τεκμηρίων", "εγγράφων", "αρχείων" κι ούτε να αγνοήσει αλλά να μη "χαθεί" σε μνήμες που αλλοιώθηκαν ή αλλοιώνονται από εφήμερες, με την ευρύτερη έννοια, σκοπιμότητες".

Γιάννης Χοντζέας

Τιμώντας τα 90 χρόνια από τη γέννηση του κομμουνιστικού κινήματος της χώρας μας, θα αφιερώσουμε μια σειρά άρθρων προσπαθώντας να παρουσιάσουμε τις βασικότερες πλευρές της πολυτάραχης ιστορίας του.

Σύμφωνα με τον Γκράμσι, η σημασία και το βάρος ενός κόμματος ζυγιάζονται από το πόσο έχει βαρύνει η δραστηριότητά του στον καθορισμό της ιστορίας μιας χώρας.

Και η σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας έχει καθοριστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη δραστηριότητα του κομμουνιστικού κινήματος. (Όπως καθορίζεται και από την έλλειψη κομμουνιστικού κινήματος τις τελευταίες δεκαετίες). Γι’ αυτό, ακόμα και η "επίσημη" ιστορία της χώρας δεν μπορεί να αγνοήσει αυτή τη δραστηριότητα, έστω και κατασυκοφαντώντας τη. Γι’ αυτό και οι αυτοαποκαλούμενοι "συνεχιστές" της, την ιδιοποιούνται και την καπηλεύονται. Γι’ αυτό και οι μνήμες έχουν αλλοιωθεί από διάφορες σκοπιμότητες, γι’ αυτό και υπάρχουν ακόμα αρχεία και τεκμήρια κλειστά.

Μια "πανοραμική" μελέτη, λοιπόν, της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος απαιτεί δουλειά σε τέτοιο βάθος που ξεφεύγει από τα όρια αυτού του αφιερώματος. Θα προσπαθήσουμε, ωστόσο, περιδιαβαίνοντας την ιστορία του, να σταθούμε σε εκείνα τα σημεία που η μελέτη και αξιολόγησή τους σήμερα μπορεί να προσφέρει συμπεράσματα και διδάγματα για το αύριο.


2. Η δεκαετια 30-40

Η άνδρωση του κομμουνιστικού κινήματος

Η δεκαετία του ’30 άνοιξε με τις καπιταλιστικές χώρες να συγκλονίζονται από την πιο βαθιά οικονομική κρίση που είχε γνωρίσει ο καπιταλιστικός κόσμος. Στον αντίποδα, στη Σοβιετική Ένωση η σοσιαλιστική οικοδόμηση προχωράει με γοργούς ρυθμούς, ενώ το κομμουνιστικό κίνημα αναπτύσσεται και αγκαλιάζει εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Οι προσπάθειες ξεπεράσματος της κρίσης και ανακοπής του επαναστατικού κινήματος οδηγούν απ’ τη μια σε πολιτικές τύπου Νιου Ντιλ (κράτος πρόνοιας, μέτρα περιστολής της ανεργίας, προστασία συνδικάτων κ.ά.), και απ’ την άλλη σε εντατικές προετοιμασίες φυγής προς τον πόλεμο και άνοδο του φασισμού, ενώ εγκαθιδρύονται φασιστικές δικτατορίες σε μια σειρά χώρες.

Στη χώρα μας, η δεκαετία του ’30 είναι η περίοδος που το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα, ξεπερνώντας τις αδυναμίες και καθυστερήσεις της προηγούμενης περιόδου, θεμελιώνεται γερά στην ελληνική κοινωνία. Μέσα στα ταραγμένα και δύσκολα αυτά χρόνια καταχτά στέρεες θέσεις στην εργατική τάξη, γίνεται ο μοναδικός και αδιαμφισβήτητος εκφραστής της. Το κόμμα αναδιοργανώνεται αποχτώντας χαρακτηριστικά κόμματος νέου τύπου, με συγκεκριμένη στρατηγική και ταχτική για την ελληνική πραγματικότητα. Καθοδηγεί μια σειρά σημαντικούς εργατικούς και λαϊκούς αγώνες, αντιμετωπίζει το φασισμό, ενώ διαμορφώνεται και ατσαλώνεται μια γενιά αφοσιωμένων και αταλάντευτων αγωνιστών.

Η σημασία της επέμβασης της Κομμουνιστικής Διεθνούς

Καθοριστικής σημασίας για το ξεπέρασμα της εσωτερικής κρίσης και των αδυναμιών της προηγούμενης περιόδου, για τη διαμόρφωση του ΚΚΕ σε πραγματικό εκφραστή της τάξης και καθοδηγητή των λαϊκών αγώνων, ήταν η Έκκληση της Κομμουνιστικής Διεθνούς προς όλα τα μέλη του ΚΚΕ το Νοέμβρη του ’31. Στην έκκληση επισημαίνεται η όξυνση της ταξικής πάλης σαν αποτέλεσμα της ολομέτωπης επίθεσης της αστικής τάξης που οδηγεί στην αυθόρμητη αγανάκτηση των λαϊκών μαζών και στο ανέβασμα του επαναστατικού πνεύματος και της μαχητικότητάς τους και θέτει στο κόμμα σαν πρωταρχικό καθήκον να καταχτήσει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, να στραφεί ενεργητικά στην οργάνωση των καθημερινών μερικών αγώνων, να τους εξαπλώνει και να τους ανυψώνει ως τις ανώτερες μορφές της ταξικής πάλης. Κριτικάρονται οι καθυστερήσεις και τα αποτελέσματα της φραξιονιστικής πάλης και μπαίνει σαν ζωτικής σημασίας καθήκον η μπολσεβικοποίηση του κόμματος ώστε να γίνει ικανό "να συγκεντροποιήσει τη διεύθυνση της πάλης του προλεταριάτου και των αγροτών". "Χωρίς κόμμα που να ’χει μια σιδερένια πειθαρχία, να ’ναι ατσαλωμένο στην πάλη, να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης όλου εκείνου που είναι τίμιο μέσα στην εργατική τάξη, να ’χει βαθιές ρίζες μέσα στις επιχειρήσεις και που να ’ναι ικανό να παρακολουθεί άγρυπνα την ψυχολογία των μαζών και να την επηρεάζει, είναι αδύνατος ο επιτυχής αγώνας για το ξεπέρασμα της καθυστέρησης, η πάλη για την επαναστατική λύση της σημερινής κρίσης". Τονίζεται ότι το κέντρο βάρους της δουλειάς του κόμματος πρέπει να είναι μέσα στις επιχειρήσεις και να οργανωθούν πυρήνες εργοστασίων και επιχειρήσεων, η σημασία της προπαγάνδας και της κομμουνιστικής διαπαιδαγώγησης, η σημασία της δουλειάς στα συνδικάτα (όχι μόνο στην Ενωτική ΓΣΕΕ, αλλά και στα υπόλοιπα), η βελτίωση του "Ριζοσπάστη", η οργάνωση παράνομου μηχανισμού, η αναγκαιότητα της αυτοκριτικής. Η δουλειά στο χωριό πρέπει να συνδέει την πάλη του προλεταριάτου των πόλεων με το αγροτικό κίνημα που "μπορεί και πρέπει να βρει στο ΚΚΕ το μόνο του συνεπή καθοδηγητή", με ένα πρόγραμμα διεκδικήσεων που συνίσταται στην ανακούφιση των εργατών γης και των φτωχών αγροτών.

Η έκκληση της Διεθνούς έγινε αποδεκτή και αναδιοργανώθηκε η ΚΕ με επικεφαλής τον Ν. Ζαχαριάδη. Οι κατευθύνσεις και τα καθήκοντα που μπήκαν από τη Διεθνή βοήθησαν στο γρήγορο ξεπέρασμα της κρίσης και έδωσαν ώθηση στην ανάπτυξη του κόμματος. Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα το κόμμα μεγαλώνει την οργανωτική του δύναμη και την επιρροή του στο μαζικό κίνημα, ξανακερδίζει θέσεις που είχε χάσει στο συνδικαλιστικό κίνημα και αποκτά νέες, οργανώνει και πρωταγωνιστεί σε σημαντικούς αγώνες που ξεσπούν αυτή την περίοδο.

Όσοι –από διάφορες πλευρές και αποχρώσεις– κριτικάρουν ή καταγγέλλουν την επέμβαση της Διεθνούς, εστιάζουν στο ότι συνιστούσε μια επέμβαση "από τα έξω", ότι το κόμμα έπρεπε να βγει από την κρίση με τις δικές του δυνάμεις, ότι καταπατήθηκαν οι δημοκρατικές διαδικασίες. Καταρχήν, οι περισσότεροι από όσους υποστηρίζουν τέτοιες απόψεις δεν στέκονται μόνο στο συγκεκριμένο γεγονός, αλλά ξεκινούν από μια συνολική αμφισβήτηση ή άρνηση του ρόλου και της προσφοράς της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του κομμουνιστικού κινήματος αυτή την περίοδο. Δεν θα μείνουμε σ’ αυτό, γιατί είναι έξω από τα όρια αυτού του σημειώματος. Όσον αφορά το συγκεκριμένο, το ΚΚΕ αποτελούσε οργανικό τμήμα της Διεθνούς, κομμάτι του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, και επομένως τυπικά, καταστατικά, αλλά και ουσιαστικά η Διεθνής όχι μόνο νομιμοποιούνταν αλλά και όφειλε να επέμβει στο ελληνικό κίνημα (υπήρξαν επεμβάσεις και σε άλλα κόμματα, π.χ. στο γαλλικό όπου αντικαταστάθηκε όλη η καθοδήγηση). Δεύτερον, η φραξιονιστική πάλη είχε πάρει τέτοιες διαστάσεις που διαπότιζε όχι μόνο όλες τις οργανώσεις του κόμματος και της νεολαίας, αλλά έφτανε μέχρι τα πλατιά σχήματα, τα συνδικάτα, την επιρροή του κόμματος. Και παρά το ότι υπήρξαν αποφάσεις που επισήμαιναν την άσχημη εσωτερική κατάσταση και την αναγκαιότητα ξεπεράσματος της κρίσης, αυτές έμεναν στα χαρτιά και η φραξιονιστική πάλη συνεχιζόταν. Επομένως, είχε διαμορφωθεί μια τέτοια κατάσταση που το κόμμα ήταν αδύνατο να βγει από την κρίση με τις δικές του δυνάμεις. Τέλος, το κύριο και ουσιαστικό είναι το από ποια σκοπιά και σε ποια κατεύθυνση έγινε η επέμβαση. Και η επέμβαση της Διεθνούς έγινε από επαναστατική σκοπιά, ωθούσε το κόμμα προς τα μπρος, για να ηγεμονεύσει στην εργατική τάξη, για να αναπτυχθεί το κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας. Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο μπόρεσε να συσπειρώσει τα μέλη και τα στελέχη του κόμματος. (Ενώ η "από τα έξω" επέμβαση του ΚΚΣΕ το ’56, συνάντησε την αντίδραση της πλειοψηφίας των κομματικών μελών, ακριβώς γιατί συνιστούσε πισωγύρισμα, διάλυση του επαναστατικού χαρακτήρα του κόμματος).

Αδύνατο σημείο της επέμβασης μπορεί να θεωρηθεί το ότι βαθμιαία ξαναχρησιμοποιήθηκε σε καθοδηγητικές θέσεις ο βασικός κορμός των στελεχών που είχαν εμπλακεί στη φραξιονιστική πάλη. Παρεπόμενο, επίσης, ήταν η διαμόρφωση μιας νοοτροπίας αναμονής λύσεων "από τα πάνω", νοοτροπία που έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε κρίσιμες στιγμές του κινήματος. Για τη διαμόρφωση αυτής της νοοτροπίας ρόλο έπαιξαν ζητήματα που σχετίζονται με το πώς δομήθηκαν οι σχέσεις της Διεθνούς με τα διάφορα τμήματά της. Ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη λειτουργία ενός "συστήματος" "άγραφων κανόνων" που ρύθμιζε τις σχέσεις ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της Διεθνούς και το κέντρο της, το ΚΚΣΕ. "Σύστημα" που διαμορφώθηκε από τις ανάγκες καταπολέμησης της αντιπολίτευσης στο ΚΚΣΕ, της έντασης των ρυθμών σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της μπολσεβικοποίησης των ΚΚ, αλλά που συνέχισε να λειτουργεί και όταν είχαν ξεπεραστεί αυτές οι ανάγκες. Το γεγονός ότι το ΚΚΣΕ έπαιζε πρωταρχικό ρόλο και η αναγκαιότητα εφαρμογής μιας σιδερένιας πειθαρχίας, οδήγησε σε "ταύτιση" της Διεθνούς με το ΚΚΣΕ και σε αντιγραφή και όχι δημιουργική μεταφορά της μπολσεβίκικης πείρας στα επιμέρους τμήματα. Παράλληλα, υπήρχαν άνθρωποι "υπεράνω" των καθοδηγητικών οργάνων των κομμάτων τους, με "ειδικές σχέσεις" ή ξεχωριστές επαφές με τη Διεθνή (τέτοιος ήταν ο Ιωαννίδης που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατοπινή περίοδο). Αυτό το "σύστημα" λειτουργούσε στις σχέσεις των κομμάτων και μετά την αυτοδιάλυση της Διεθνούς (όπου για παράδειγμα, η εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης ερμηνεύονταν σαν "γραμμή" για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα) και έπαιξε βασικό ρόλο στην επικράτηση του ρεβιζιονισμού στα ΚΚ. Όσον αφορά το ελληνικό κίνημα, πολλές αποφάσεις και ταχτικές σε κρίσιμα ζητήματα ήταν παρεπόμενα αυτού του "συστήματος".

Η ανάλυση της ελλαδικής πραγματικότητας

Μια βασική έλλειψη της πρώτης περιόδου του κομμουνιστικού κινήματος της χώρας μας ήταν η αδυναμία δημιουργικής εφαρμογής του μαρξισμού-λενινισμού στις συγκεκριμένες ελλαδικές συνθήκες, η αδυναμία χάραξης στρατηγικής –και κατ’ επέκταση και τακτικής– που να απορρέει και να πατάει στα δεδομένα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Μετά την έκκληση της Διεθνούς το κόμμα στρέφεται στη μελέτη της ελληνικής πραγματικότητας για να καθορίσει τους στόχους και τα καθήκοντα, τα βήματα που θα πατάνε στα δεδομένα αυτής της πραγματικότητας. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξαν οι αποφάσεις της 6ης ολομέλειας της ΚΕ το Γενάρη του 1934. Στην απόφαση, η Ελλάδα καθορίζεται σαν χώρα εξαρτημένη από το ξένο κεφάλαιο, "με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού, με υπάρχοντα σημαντικά υπολείμματα μισοφεουδαρχικών σχέσεων στην αγροτική οικονομία, με ορισμένο μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων που είναι αναγκαίες για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, με όχι τελειωμένο ακόμα τον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό", και επομένως ο χαρακτήρας της επανάστασης θα είναι "αστικοδημοκρατικός με τάσεις γρήγορης μετατροπής σε προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση". (Μέχρι τότε επικρατούσε η άποψη για σοσιαλιστική επανάσταση, ενώ στα πρώτα χρόνια είχαν διατυπωθεί απόψεις περί λαϊκής ή "αριστερής δημοκρατίας").

Ο καθορισμός του χαρακτήρα και των κινητήριων δυνάμεων της επανάστασης (εργατική τάξη και φτωχομεσαίοι αγρότες) προσανατόλισε σωστά την πολιτική και τη δουλειά του κόμματος για να θέσει αντιμπεριαλιστικά-αντιμονοπωλιακά και αστικοδημοκρατικά καθήκοντα, να χαράξει τακτικούς στόχους και διεκδικήσεις, να απλώσει τη δουλειά του στα καταπιεζόμενα στρώματα της πόλης και της υπαίθρου.

Το 6ο συνέδριο του κόμματος (Δεκέμβρης 1935) συμπλήρωσε και διόρθωσε τα αδύνατα σημεία των αποφάσεων της ολομέλειας, καθορίζοντας σαν κύριο εχθρό την πλουτοκρατική ολιγαρχία και βάζοντας το καθήκον της συνένωσης "όλων των λαϊκών δημοκρατικών δυνάμεων σ’ ένα παλλαϊκό ενιαίο μέτωπο πάλης" για την απόκρουση του φασισμού (το συνέδριο διόρθωσε επίσης και τη θέση για το Μακεδονικό).

Η δοκιμασία στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας

Τα σημάδια του φασισμού, που ολοένα και θέριευε στην Ευρώπη, ήταν ορατά και στη χώρα μας στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’30. Από τα κατασταλτικά μέτρα και το άγριο χτύπημα των εργατικών και λαϊκών κινητοποιήσεων, μέχρι τη δημιουργία φασιστικών οργανώσεων και την απροκάλυπτη ή καλυμμένη φιλοφασιστική στάση παραγόντων της πολιτικής ζωής, το στρατιωτικό πραξικόπημα του Κονδύλη και την επαναφορά της μοναρχίας, ο κίνδυνος εγκαθίδρυσης φασιστικής δικτατορίας ήταν άμεσος. Το ΚΚΕ αν και είχε επισημάνει αυτό τον κίνδυνο και είχε προσανατολίσει τη δράση του για την αντιμετώπισή του, δεν είχε την απαραίτητη οργανωτική προετοιμασία, με αποτέλεσμα να περάσει μια σκληρή δοκιμασία στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας.

Η 4η Αυγούστου εφάρμοσε τα πιο σκληρά και απάνθρωπα μέσα με στόχο να εξοντώσει πολιτικά, οργανωτικά, αλλά και ηθικά το κομμουνιστικό κίνημα. Χιλιάδες κομμουνιστές πιάστηκαν και ρίχτηκαν στις φυλακές και τις εξορίες, ενώ υποβάλλονταν σε φριχτά βασανιστήρια για να αποκηρύξουν τις ιδέες τους και να υπογράψουν δηλώσεις μετανοίας. Παράλληλα, χρησιμοποιώντας –πέρα από ένα ευρύτατο δίκτυο χαφιεδισμού που είχε στηθεί– όσους έσπαγαν και συνεργάζονταν μαζί τους, προσπάθησαν να προκαλέσουν σύγχυση, να αποπροσανατολίσουν, να διαβρώσουν, να χειριστούν τις οργανώσεις και τα μέλη του κόμματος που παρέμεναν ασύλληπτα. Παρόλο το άμεσο –με τις μαζικές συλλήψεις– και έμμεσο –με το χαφιεδισμό και τη στημένη από τον Μανιαδάκη "προσωρινή διοίκηση"– χτύπημα που δέχτηκε, το κόμμα μπόρεσε να οργανώσει αντιδικτατορικές εκδηλώσεις (μαζική αντιφασιστική φοιτητική διαδήλωση τον Απρίλη του 1937, ένοπλη εξέγερση στα Χανιά τον Ιούλη του 1938), εξακολουθούσε να ασκεί πολιτική επιρροή σε πλατιές μάζες, κρατήθηκαν μικροί ανεξάρτητοι πυρήνες, και το κυριότερο, ο βασικός κορμός των κομματικών μελών όχι μόνο άντεξε τη φωτιά και το σίδερο, αλλά βγήκαν απ’ αυτή τη δοκιμασία πιο δυναμωμένοι.

Μια συνολική ιστορική αποτίμηση αυτής της περιόδου δυσκολεύεται από το γεγονός ότι οι "μνήμες" και τα "τεκμήρια" που την αφορούν ξεκινούν από "μεροληπτικές" αφετηρίες. Όσοι πρωταγωνίστησαν μεροληπτούν για να δικαιολογήσουν τη στάση και το ρόλο τους, να αποσείσουν ευθύνες, ενώ τα αρχεία και τεκμήρια της αντίπαλης πλευράς είναι παραποιημένα.

Εδώ θα σταθούμε σε δύο ζητήματα που μπαίνουν από όσους ασκούν κριτική γι’ αυτή την περίοδο. Το ένα είναι ότι το κόμμα θα μπορούσε να αποτρέψει το φασισμό, αν δεν κρατούσε ίσες αποστάσεις από τις δύο αντιμαχόμενες μερίδες της αστικής τάξης, αν είχε άλλη πολιτική συμμαχιών, αν δεν αντιμετώπιζε "σεχταριστικά" το ζήτημα της ενότητας με τις σοσιαλιστικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις και οργανώσεις. Καταρχήν, και σ’ αυτό το ζήτημα η κριτική ξεκινάει από γενικότερη αφετηρία, ότι δηλαδή ήταν λάθος η γραμμή "τάξη ενάντια στην τάξη" και κακώς το κομμουνιστικό κίνημα δεν συνεργάζονταν με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και συνδικάτα, ότι αντίστοιχα το γερμανικό κόμμα ευθύνεται για την άνοδο του Χίτλερ γιατί δεν συνεργάστηκε με τους σοσιαλιστές κ.ά. Θα μείνουμε όμως αναγκαστικά στην ελληνική περίπτωση. Την περίοδο αυτή (1932-36) η αντιπαράθεση ανάμεσα στις αντίπαλες αστικές παρατάξεις έχει πάρει εντονότατο χαρακτήρα, με κοινό όμως στοιχείο τον λυσσαλέο αντικομμουνισμό και με φιλοδικτατορικές τάσεις και στις δύο πλευρές. Ο αγγλικός ιμπεριαλισμός, έχοντας ισχυρά ερείσματα και στις δύο πτέρυγες, χρησιμοποιεί κάθε μέσο, μηχανορραφεί σε κάθε κατεύθυνση, ενισχύει τις δικτατορικές τάσεις για να κρατήσει και να ενισχύσει τις θέσεις του στην Ελλάδα και να αποτρέψει γερμανική διείσδυση. Η καταστολή και το χτύπημα του κομμουνιστικού και λαϊκού κινήματος είναι στην ημερήσια διάταξη. Σ’ αυτές τις συνθήκες επομένως, θα ήταν σοβαρό λάθος αν η πολιτική του ΚΚΕ δεν ήταν ανεξάρτητη σ’ αυτή την αντιπαράθεση.

Το κόμμα έκανε σημαντικές προσπάθειες για τη συγκέντρωση των αντιφασιστικών δυνάμεων και την ανάπτυξη αντιφασιστικής δράσης. Το Νοέμβρη του ’34 (δηλαδή, πριν από το 7ο συνέδριο της Διεθνούς που έθεσε τα καθήκοντα απέναντι στο φασισμό και τον πόλεμο και καθόρισε την ταχτική των Λαϊκών Μετώπων) υπήρξε συμφωνία κοινής δράσης ενάντια στον κίνδυνο στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας μεταξύ του ΚΚΕ, των σοσιαλιστικών κομμάτων και των εργατικών συνομοσπονδιών.

Οργάνωσε και καθοδήγησε σημαντικούς αγώνες (με κορυφαίο το Μάη του ’36 στη Θεσσαλονίκη) για την υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων, ενάντια στη φασιστικοποίηση. Οι δύο εργατικές συνομοσπονδίες είχαν καθορίσει κοινή δράση (μάλιστα είχε προκηρυχθεί γενική απεργία για τις 5 Αυγούστου, που την πρόλαβε η κήρυξη της δικτατορίας). Η σύναψη του πολυσυζητημένου συμφώνου Σοφούλη-Σκλάβαινα δείχνει ότι δεν ήταν έξω από την πολιτική του κόμματος η συμμαχία με αστικές δυνάμεις σε αντιφασιστική κατεύθυνση, και η ακύρωση της συμφωνίας όταν δεν τηρήθηκαν τα συμφωνημένα από την πλευρά των Φιλελευθέρων δείχνει ότι η οπτική του ήταν αυτές οι συμμαχίες να εξυπηρετούν τα λαϊκά συμφέροντα.

Το δεύτερο ζήτημα αφορά τις "δηλώσεις μετανοίας". Υποστηρίζεται ότι κακώς τηρήθηκε αδιάλλακτη στάση απέναντι στις δηλώσεις και ότι με την υπογραφή δηλώσεων όσοι αφήνονταν ελεύθεροι θα μπορούσαν να αναπτύξουν παράνομη δράση. Όμως, η 4η Αυγούστου δεν ήθελε μόνο να διαλύσει οργανωτικά το κομμουνιστικό κίνημα, ήθελε να το τσακίσει και ηθικά, να ισοπεδώσει τα ιδανικά του, να σβήσει το κύρος που είχε μέσα στις μάζες. Επομένως, η αδιαλλαξία απέναντι στις δηλώσεις δεν ήταν ένα "πείσμα", αλλά αγώνας ενάντια στην υποταγή, αγώνας για την υπεράσπιση των ιδανικών του κομμουνισμού, σε τελική ανάλυση αγώνας για το κράτημα του κόμματος. Και σ’ αυτόν τον αγώνα οι κομμουνιστές νίκησαν το φασισμό.

Στα χρόνια της δεκαετίας του ’30, το κομμουνιστικό κίνημα ανδρώνεται, ωριμάζει, ρίχνει γερά θεμέλια στις λαϊκές μάζες. Κερδίζει την εργατική τάξη, ανεβάζει την επιρροή του στην αγροτιά, καταχτά συνεχώς θέσεις και αποχτά μια πλούσια εμπειρία μέσα από μικρούς και μεγάλους αγώνες. Ό,τι καλύτερο έχει η ελληνική διανόηση του μεσοπολέμου συστρατεύεται μαζί του, ανεβάζοντας το κύρος του. Διορθώνει τα λάθη και ξεπερνά τις αδυναμίες του, διαμορφώνει προγραμματικές θέσεις, δοκιμάζει ταχτικές και συμμαχίες. Αντιμετωπίζοντας την τρομοκρατία και την καταστολή διαπαιδαγωγεί με πνεύμα επαναστατικότητας εκατοντάδες ανυποχώρητους και αφοσιωμένους αγωνιστές. Βγαίνει λαβωμένο, αλλά όρθιο από τη δοκιμασία της 4ης Αυγούστου. Όλα αυτά είναι μια μεγάλη "επένδυση", μια σημαντική παρακαταθήκη, που χάρη σ’ αυτή έγινε δυνατό να ξετυλιχτεί η εποποιία του 1941-49.


Τα σημαντικότερα γεγονότα

1932-1935: Ξετυλίγονται σημαντικοί εργατικοί και λαϊκοί αγώνες μέσα σε κλίμα άγριας τρομοκρατίας και καταστολής. Το Γενάρη του ’33 χτυπιέται παλλαϊκό συλλαλητήριο στη Νάουσα με τέσσερις νεκρούς. Το Φλεβάρη, συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη με οχτώ νεκρούς. Τον Αύγουστο χτυπιούνται οι ανθρακωρύχοι του Αλιβερίου με ένα νεκρό. Το Μάη του ’34 οι λιμενεργάτες της Καλαμάτας με εφτά νεκρούς. Το Δεκέμβρη οι λιγνιτωρύχοι του Παγγαίου με ένα νεκρό, και οι φυματικοί της Σωτηρίας με άλλον έναν. Τον Αύγουστο του ’35, πανεργατική συγκέντρωση στο Ηράκλειο βάλλεται με πολυβόλα, αφήνοντας έξι νεκρούς. Λίγες μέρες μετά χτυπιούνται οι σταφιδοπαραγωγοί της Μεσσηνίας με τρεις νεκρούς. Τον Οχτώβρη οι αμπελουργοί της Λευκάδας με δύο νεκρούς.

Ο πεντάχρονος απολογισμός εφαρμογής του Ιδιώνυμου (1929-1934) είναι 16.775 συλλήψεις, 3.185 καταδίκες σε πολύχρονη φυλάκιση και εξορία, 37 δολοφονίες, 305 τραυματισμοί, 138 επιδρομές σε γραφεία.

Τον Οχτώβρη του ’34 υπογράφεται "Σύμφωνο κοινής δράσης ενάντια στον κίνδυνο στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας" από το ΚΚΕ, το ΑΚΕ, τα σοσιαλιστικά κόμματα και τις εργατικές συνομοσπονδίες, και το Νοέμβρη τα δύο Εργατικά Κέντρα της Αθήνας οργανώνουν 24ωρη αντιφασιστική απεργία με 18.000 απεργούς.

Στις εκλογές του ’32 το Ενιαίο Μέτωπο Εργατών-Αγροτών συγκεντρώνει ποσοστό 5% και βγάζει 10 βουλευτές, στις εκλογές του ’35 ποσοστό 9,59% μέσα σε κλίμα τρομοκρατίας και νοθείας, και το Γενάρη του ’36 το Παλλαϊκό Μέτωπο συγκεντρώνει ποσοστό 5,76% και βγάζει 15 βουλευτές.

Μάης 1936: Στις 8 του Μάη στη Θεσσαλονίκη, η απεργία που είχαν κηρύξει οι καπνεργάτες γενικεύεται σε όλα τα εργοστάσια και στις μεταφορές. Η αστυνομία επιτίθεται στους απεργούς και κηρύσσεται πανεργατική απεργία για την επόμενη μέρα που έχει καθολική επιτυχία. Οι απεργοί στήνουν οδοφράγματα, ενώ η αστυνομία έχει στήσει πολυβόλα και στους δρόμους περιπολούν οπλισμένοι χωροφύλακες και στρατιώτες. Πέφτουν οι πρώτοι νεκροί και οι απεργοί με σημαίες βουτηγμένες στο αίμα των νεκρών συναδέλφων τους σχηματίζουν διαδήλωση που κατευθύνεται προς το διοικητήριο. Οι διαδηλωτές βρίσκονται μπροστά στις κάννες των πολυβόλων που αρχίζουν να βάλλουν δολοφονώντας και τραυματίζοντας δεκάδες. Θωρακισμένα οχήματα και έφιπποι χωροφύλακες τσαλαπατούν τους αιμόφυρτους διαδηλωτές. Πολλοί στρατιώτες και ναύτες αρνούνται να χτυπήσουν και ενώνονται με τους απεργούς. Ο απολογισμός αυτού του δολοφονικού οργίου είναι γύρω στους 30 νεκρούς και 282 τραυματίες. Το απόγευμα της ίδιας μέρας ο λαός της Θεσσαλονίκης και κόσμος από τα γύρω χωριά κατέβηκε σε διαδήλωση διαμαρτυρίας ζητώντας εκδίκηση. Στην κηδεία των θυμάτων την επομένη διαδήλωναν πάνω από 150.000 λαού. Ύστερα από δύο μέρες μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη μεγάλες δυνάμεις του στρατού και του ναυτικού για τον έλεγχο της πόλης και έγιναν εκατοντάδες συλλήψεις. Στις 13 Μάη 500.000 απεργοί σε όλη την Ελλάδα απαιτούν να φύγει η κυβέρνηση των δολοφόνων.

4 Αυγούστου 1936: Ο Μεταξάς επιβάλλει δικτατορία. Ο "τρίτος ελληνικός πολιτισμός" καταργεί κάθε ελευθερία, οργανώνει τη νεολαία κατά τα χιτλερικά πρότυπα, λογοκρίνει ακόμα και αρχαίους έλληνες συγγραφείς, οργανώνει τελετές καψίματος προοδευτικών βιβλίων. Ψηφίζεται ο περιβόητος νόμος 375 "περί διώξεως του κομμουνισμού". Ανοίγει το Στρατόπεδο συγκέντρωσης κομμουνιστών Ακροναυπλίας και γεμίζουν οι φυλακές και τα ξερονήσια. Χιλιάδες κομμουνιστές και αντιφασίστες συλλαμβάνονται και υποβάλλονται σε φρικτά βασανιστήρια.

Το Νοέμβρη του ’38 πεθαίνει στις φυλακές της Κέρκυρας μετά από απάνθρωπα πολύμηνα καθημερινά βασανιστήρια ο Χρήστος Μαλτέζος, γραμματέας της ΟΚΝΕ.

Γύρω στους 2.000 κρατούμενους κομμουνιστές θα παραδοθούν στους ναζί μετά τη γερμανική εισβολή, για να σταλούν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης ή να στηθούν στον τοίχο στην Καισαριανή, στο Κούρνοβο, στο στρατόπεδο Π. Μελά.

Επιμέλεια κειμένων: Χριστίνα Μπάρτσα