“Κοινωνική μεταρρύθμιση ή επανάσταση;”

17. ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ - ΛΙΜΠΚΝΕΧΤ, τ.259, 23/1/2009

Η νεαρή Ρόζα απαντάει στον Έντουαρντ Μπερνστάιν

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μικρό απόσπασμα από μια απόπειρα να εκθέσω τις σημαντικότερες στιγμές στη ζωή και το έργο της Ρόζας Λούξεμπουργκ σε "θεατρική" μορφή. Ο λόγος των ιστορικών προσώπων αποτελείται από αυτούσια αποσπάσματα αυθεντικών κειμένων τους (άρθρα, βιβλία, ομιλίες, επιστολές) εκείνης της εποχής. Η "αφηγήτρια" ως πρόσωπο καλύπτει τη δική μου φωνή.

Λουίζε Κάουτσκι: Κατά το τέλος του περασμένου αιώνα η πάλη ανάμεσα στην παλιά ριζοσπαστική τάση και το νέο "αναθεωρητισμό", όπως άρχισαν να τον αποκαλούν, βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη στη Γερμανία. Αυτή η νέα τάση, που είχε ως αντικείμενο την άσκηση οξείας κριτικής στις μαρξιστικές αρχές τις οποίες μέχρι τότε εξέφραζε η σοσιαλδημοκρατία, προκειμένου να τις τροποποιήσει, να τις υποβαθμίσει και να τις "αναθεωρήσει", είχε βρει τον πνευματικό της ηγέτη στο πρόσωπο του Έντουαρντ Μπερνστάιν, που ζούσε τότε ακόμα εξόριστος στο Λονδίνο.

Μαζί με τον Αουγκούστ Μπέμπελ και άλλους αντιτάχθηκε έντονα στους αναθεωρητές και η φίλη μου Ρόζα Λούξεμπουργκ, που στο μεταξύ είχε ενταχθεί στην ομάδα των ριζοσπαστών. Η Ρόζα πήδησε με τόλμη στο κέντρο αυτής της σύγκρουσης. Όταν δεν έγραφε, ο χρόνος της ήταν αφιερωμένος κυρίως στην αγκιτάτσια και τις συζητήσεις και σύντομα ξεχώρισε μεταξύ των ελάχιστων προπαγανδιστών που συγκέντρωναν το μίσος της αστικής τάξης, που άρχισε να την ονομάζει με περιφρόνηση "κόκκινη Ρόζα" ή "αιματοβαμμένη Ρόζα".

Αφηγήτρια: Όταν η Ρόζα έφτασε στο Βερολίνο κι έγινε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, το SPD αντιμετώπιζε την ισχυρότερη κρίση στη μέχρι τότε ιστορία του μ’ επίκεντρο το πρόγραμμά του.

Το Νοέμβριο του 1896, δηλ. ένα χρόνο μετά το θάνατο του Ένγκελς, του οποίου μέχρι τότε ήταν ο γραμματέας, ο Μπερνστάιν δημοσίευσε στους Νέους Καιρούς, το θεωρητικό περιοδικό του Καρλ Κάουτσκι, το πρώτο μιας σειράς 8 άρθρων υπό το γενικό τίτλο "Προβλήματα του σοσιαλισμού". Το τελευταίο απ’ αυτά δημοσιεύτηκε κατά το πρώτο καλοκαίρι της Ρόζας στη Γερμανία, το 1898.

Σύμφωνα με τον Μπερνστάιν, ο Μαρξ είχε αποτύχει να διαγνώσει την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα του καπιταλισμού. Δε συνεχιζόταν η διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφάλαιου σε όλο και λιγότερα χέρια. Νέοι θεσμοί –καρτέλ, το πιστωτικό σύστημα, τα συνδικάτα και οι συνεταιρισμοί, η νομοθεσία για θέματα κοινωνικής πολιτικής, η θέσπιση της κοινωνικής ασφάλισης– απάλυναν τις αντιθέσεις του καπιταλισμού, ενώ οι κρίσεις του έτειναν μάλλον να μειώνονται παρά ν’ αυξάνουν σ’ ένταση. Ο Μαρξ έκανε επίσης λάθος όντας πεισμένος ότι τα μεσαία στρώματα θα συμπιέζονταν μεταξύ αστικής τάξης και προλεταριάτου. Αντίθετα, αυτά διευρύνονταν και οι εργάτες αντί να εξαθλιώνονται, έβλεπαν τους μισθούς τους ν’ αυξάνουν. Στηριγμένος σ’ αυτή την ανάλυση προέτρεπε τους σοσιαλιστές να αποκηρύξουν την ταξική πάλη και να συνεργαστούν με τα φιλελεύθερα μεσαία στρώματα για τον πολιτικό εκδημοκρατισμό της Γερμανίας. Μέσω μιας τέτοιας εξελικτικής διαδικασίας και με κύρια εργαλεία την πάλη των εργατικών συνδικάτων, των παραγωγικών συνεταιρισμών και των ενώσεων καταναλωτών, έβλεπε το SPD να σχηματίζει κάποια στιγμή κυβέρνηση για να διαχειριστεί τον καπιταλισμό με όσο γίνεται ορθολογικότερο τρόπο, μεταρρυθμίζοντάς τον σε όποια πεδία είναι αυτό δυνατόν.

Μπερνστάιν: Στο σύγχρονο εργατικό κίνημα αυτό που έχει σημασία δεν είναι οι μάχες που προκαλούν αίσθηση, αλλά το έδαφος που κερδίζεται βήμα-βήμα μέσω της σκληρής κι ανυποχώρητης πάλης.

Αφηγήτρια: Ο Μπερνστάιν πίστευε ότι αυτές οι εξελίξεις ανέτρεπαν βασικές εκτιμήσεις του Μαρξ, όπως τις είχαν ερμηνεύσει και ενσωματώσει ο Κάουτσκι και αυτός στο πρόγραμμα της Ερφούρτης. Ο Μπερνστάιν υποδείκνυε ότι στην πράξη το κόμμα το είχε ήδη πάρει αυτό υπόψη του, ακολουθώντας στην πραγματικότητα μια μεταρρυθμιστική πολιτική. Αυτό που χρειαζόταν τώρα και ζητούσε από την ηγεσία του SPD ήταν η θεωρία να προσαρμοστεί στην πράξη. Ν’ αποφασίσουν δηλ. ότι θα επεξεργαστούν ένα καινούργιο πρόγραμμα, στο οποίο ν’ αναγνωρίζεται και θεωρητικά η πολιτική που έτσι κι αλλιώς ακολουθούσαν.

Ως προς αυτό τουλάχιστον το σημείο, ο Μπερνστάιν, ο οποίος είχε φήμη ειλικρινούς και έντιμου ανθρώπου, που υπερασπιζόταν ό,τι πίστευε χωρίς να κάνει πίσω, πρέπει να είχε δίκιο, κρίνοντας από την έκκληση που του απηύθυνε με επιστολή του ο Γραμματέας του SPD Ιγκνάτς Άουερ, επιχειρώντας να τον πείσει να σταματήσει την αρθρογραφία του.

Άουερ: Αγαπητέ Έντε, δε λέει ποτέ κανείς τέτοια πράγματα, απλώς τα κάνει.

Αφηγήτρια: Κι ενώ επί δύο χρόνια συνεχιζόταν η δημοσίευση των άρθρων του, κανείς δεν είχε αντιδικήσει μαζί του μέχρι που πρώτος ο άγγλος σοσιαλιστής Μπέλφορντ Μπαξ αποφάσισε να ταράξει τα ήσυχα νερά.

Μπέλφορντ Μπαξ: Ο Μπερνστάιν απαρνείται πλήρως τον τελικό σκοπό του σοσιαλιστικού κινήματος υπέρ των συμφερόντων των σημερινών αστικοφιλελεύθερων ιδεών.

Αφηγήτρια: Άρχισε μια αναταραχή στους κόλπους της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά ο Βίλχελμ Λίμπκνεχτ, ο Κάουτσκι και ο Μπρούνο Σένλακ, ο διευθυντής της Λαϊκής Εφημερίδας της Λειψίας, που ανήκε επίσης στον ημερήσιο τύπο του SPD, βγήκαν μπροστά και υπερασπίστηκαν τις σοσιαλιστικές του περγαμηνές. Αυτά όμως έως τη δημοσίευση στους Νέους Καιρούς του επόμενου άρθρου του, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν η περιβόητη φράση που λειτούργησε ως σήμα κινδύνου για το διεθνές σοσιαλδημοκρατικό κίνημα, τερματίζοντας την ιδιόμορφη ασυλία του.

Μπερνστάιν: Αναγνωρίζω με ειλικρίνεια ότι ελάχιστα με συγκινεί ή μ’ ενδιαφέρει αυτό που συνήθως αποκαλούμε "ο τελικός σκοπός του σοσιαλισμού". Αυτός ο σκοπός, ό,τι και να είναι, δε μου λέει τίποτα. Ενώ το κίνημα είναι το παν.

Αφηγήτρια: Σήμερα μας είναι αδύνατον να φανταστούμε το μέγεθος του πολιτικού σεισμού που ξέσπασε στους διεθνείς σοσιαλιστικούς κύκλους και στους κόλπους της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας. Κάποιες από τις ιδέες του Μπερνστάιν τις είχαν ήδη εκφράσει πριν απ’ αυτόν ο Ζωρές, ο Τουράτι, ο Φολμάρ και οι Φαμπιανοί στην Αγγλία. Αλλά ο Μπερνστάιν προσέδωσε για πρώτη φορά στις ιδέες αυτές συστηματικό χαρακτήρα και προγραμματικό περιεχόμενο. Γι’ αυτό και υπό τη σημαία αυτού του προγράμματος συνασπίστηκε ταχύτατα πλήθος κόσμου στη Γερμανία, από την ηγεσία των εργατικών συνδικάτων υπό τον Καρλ Λεγκιέν και τους παλιούς λασαλικούς μέχρι τους κομματικούς γραφειοκράτες και ανθρώπους που θεωρούσαν τον εαυτό τους μαρξιστή, αλλά ήθελαν ένα νέο μαρξισμό, προσαρμοσμένο σε μια πραγματικότητα που μέσα στο μισό αιώνα από τη δημοσίευση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου είχε αλλάξει.

Καρλ Κορς: Το βιβλίο του Μπερνστάιν ήταν η πρώτη σοβαρή απόπειρα θεωρητικής διατύπωσης των πραγματικών στόχων και μέσων της αστικής πολιτικής που το SPD ασκούσε στην πράξη.

Αφηγήτρια: Η συζήτηση που άνοιξε στη σοσιαλδημοκρατία κράτησε χρόνια, σε πρώτη φάση μέχρι την Επανάσταση του 1905. Στις απόψεις του Μπερνστάιν απάντησαν σημαντικά ονόματά της, ήταν όμως τα άρθρα και στη συνέχεια το βιβλίο της καινουργιοφερμένης στη Γερμανία, 27χρονης Ρόζας, αυτά που έκαναν τη διαφορά, συνιστώντας τη διεισδυτικότερη και συστηματικότερη κριτική τους.

Αρχικά η Ρόζα ξεκίνησε με την πρόθεση να γράψει ένα άρθρο τον Αύγουστο του 1998.

Ρόζα: Στο Λέο Γιόγκισες.

Ντζιόντζιο αγαπημένε, Αν κι έχω μια καλή ιδέα για ολόκληρο το άρθρο, δεν αισθάνομαι και καλύτερα, γιατί διαβλέπω και μεγάλες δυσκολίες. Επεξεργάστηκα ένα εξαιρετικό σχεδιάγραμμα, υπάρχουν όμως δύο δύσκολα προβλήματα. 1. Να γράψω για τις κρίσεις. 2. Ν’ αποδείξω πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο καπιταλισμός θα σπάσει το λαιμό του… Βοήθα, για τ’ όνομα του Θεού, βοήθα! Η ταχύτητα είναι κρίσιμος παράγοντας.

Αφηγήτρια: Τελικά όμως τα πράγματα εξελίχθηκαν ακόμα ταχύτερα απ’ ό,τι επέτρεπε η αλληλογραφία Βερολίνο-Ελβετία.

Ρόζα: Στο Λέο Γιόγκισες.

Ντζιόντζιο,

Τα γεγονότα τρέχουν τόσο γρήγορα που δεν προλαβαίνω να σε κρατώ ενήμερο. Σημείο πρώτο: Αποφάσισα να βγω μπροστά στο Συνέδριο όσο γίνεται γρηγορότερα και να προωθήσω μια απόφαση για τα θέματα τακτικής και τον οπορτουνισμό. Αυτό δε θα μπορούσα να το κάνω αν δεν είχα προηγηθεί με αρθρογραφία. Ήταν πολύ αργά για να προλάβω το τεύχος των Νέων Καιρών. Γι’ αυτό κλείστηκα στο σπίτι δύο μέρες και έγραψα μια σειρά άρθρα, σύνολο 107 σελίδες, για τη Λαϊκή Εφημερίδα της Λειψίας. Λόγω έλλειψης χρόνου τα έστειλα στο πρωτότυπο χωρίς να κρατήσω αντίγραφα. Ήμουν τόσο εξουθενωμένη που έπεσα μετά στο κρεβάτι μια βδομάδα, ανίκανη να κάνω οτιδήποτε, ακόμα και να σου γράψω.

Ο Μπρούνο Σένλακ βρίσκεται σε κατάσταση πυρετού. Θα τα δημοσιεύσει ως εφτά άρθρα. Σου στέλνω τα τρία πρώτα. Ο Σένλακ τα θεωρεί "μεγαλοφυή" και "αριστουργήματα διαλεκτικής". Το πρώτο άρθρο τράβηξε κιόλας την προσοχή. Μετά την ολοκλήρωση της δημοσίευσής τους θα μπορώ να βγω θαρραλέα μπροστά στο κόμμα με μια ομιλία – φτάνει οι "γέροι" να μην κουκουλώσουν τη συζήτηση.

Αφηγήτρια: Η Ρόζα δεν αρκέστηκε να εξετάσει σε βάθος τα θέματα που είχε ανοίξει ο Μπερνστάιν, αλλά δε δίστασε να βγάλει και τ’ απαραίτητα πολιτικά συμπεράσματα. Κυρίως τ’ ότι ο Μπερνστάιν είχε ουσιαστικά θέσει το ζήτημα του χαρακτήρα του εργατικού κινήματος, τ’ ότι στην πραγματικότητα το θέμα ήταν: Πρέπει η πάλη της εργατικής τάξης να έχει σοσιαλιστικό προσανατολισμό ή θα πρέπει να προβάλλει κατ’ αποκλειστικότητα στόχους για την άμεση βελτίωση της ζωής της, που να στοχεύουν ταυτόχρονα και στη βελτίωση του καπιταλισμού; Γύρω από αυτό το ερώτημα το εργατικό κίνημα διαιρέθηκε τελικά σε δύο μεγάλα αντίπαλα στρατόπεδα.

Στο βιβλίο του του 1899 ο Μπερνστάιν καταλήγει με μια πολιτική συμβουλή.

Μπερνστάιν: Η σοσιαλδημοκρατία χρειάζεται να έχει το θάρρος να χειραφετηθεί από μια ξεπερασμένη από τα γεγονότα φρασεολογία και να εμφανιστεί με τόλμη ως εκείνο που είναι στην πραγματικότητα σήμερα: Ένα ρεφορμιστικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Ρόζα: Ο τίτλος αυτού του γραπτού μπορεί να προκαλέσει έκπληξη με την πρώτη ματιά. Κοινωνική μεταρρύθμιση ή επανάσταση; Μπορεί όμως η σοσιαλδημοκρατία να είναι ενάντια στην κοινωνική μεταρρύθμιση; Ή μπορεί ν’ αντιπαραθέσει την κοινωνική επανάσταση, την ανατροπή του υπάρχοντος καθεστώτος, πράγμα που αποτελεί τον τελικό της στόχο, στην κοινωνική μεταρρύθμιση; Οπωσδήποτε όχι. Ο καθημερινός πρακτικός αγώνας για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, για τη βελτίωση της κατάστασης του εργαζόμενου λαού στο έδαφος ακόμη του υπάρχοντος συστήματος και για τους δημοκρατικούς θεσμούς αποτελεί, αντίθετα, για τη σοσιαλδημοκρατία τον μοναδικό δρόμο για να καθοδηγήσει τον προλεταριακό ταξικό αγώνα και να δουλέψει προς την κατεύθυνση του τελικού στόχου: την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και την άρση του συστήματος της μισθωτής εργασίας. Για τη σοσιαλδημοκρατία ανάμεσα στην κοινωνική μεταρρύθμιση και την κοινωνική επανάσταση υπάρχει μια αδιάσπαστη σύνδεση, όπου ο αγώνας για την κοινωνική μεταρρύθμιση αποτελεί γι’ αυτήν το μέσο, ενώ η κοινωνική ανατροπή είναι ο σκοπός. Για πρώτη φορά συναντάμε μια αντιπαράθεση των δύο αυτών στοιχείων του εργατικού κινήματος στη θεωρία του Έντουαρντ Μπερνστάιν, όπως την παρουσίασε στα άρθρα του και στο βιβλίο του… Ολόκληρη αυτή η θεωρία δεν έχει πρακτικά άλλο στόχο από το να δώσει τη συμβουλή να εγκαταλειφθεί ο τελικός στόχος της σοσιαλδημοκρατίας και να γίνει αντίστροφα η κοινωνική μεταρρύθμιση από μέσον της ταξικής πάλης, σκοπός της.

Καθώς όμως ο τελικός σοσιαλιστικός στόχος είναι το μόνο αποφασιστικό συστατικό στοιχείο που διαχωρίζει το σοσιαλδημοκρατικό κίνημα από την αστική δημοκρατία και τον αστικό ριζοσπαστισμό, το στοιχείο που μετατρέπει ολόκληρο το εργατικό κίνημα από μια μάταιη επιδιορθωτική προσπάθεια που καταλήγει στη διάσωση του κεφαλαιοκρατικού καθεστώτος, σε ταξική πάλη ενάντια σ’ αυτό το καθεστώς, για την άρση αυτού του καθεστώτος, το ερώτημα "κοινωνική μεταρρύθμιση ή επανάσταση;" με τη μπερνσταϊνική έννοια είναι ταυτόχρονα ερώτημα "ζωής και θανάτου" για τη σοσιαλδημοκρατία. Ο καθένας στο κόμμα πρέπει να έχει καθαρό ότι η αντιπαράθεση στον Μπερνστάιν και στους οπαδούς του δεν αφορά τον ένα ή άλλο τρόπο αγώνα, τη μια ή την άλλη τακτική, αλλά ολόκληρη την ύπαρξη του σοσιαλδημοκρατικού κινήματος.

Ρόζα: Προς τον Λέο Γιόγκισες

Βερολίνο, 25 Σεπτεμβρίου 1898

Πολυαγαπημένε!

Τα άρθρα μου για τον Μπερνστάιν έχουν δημιουργήσει αίσθηση. Η Κλάρα Τσέτκιν έστειλε στον Σένλακ ένα γράμμα με ύμνους. Τώρα πρέπει να ετοιμάσω δύο ομιλίες για το Συνέδριο της Στουτγάρδης.

Κλάρα Τσέτκιν: Μπράβο στη γενναία Ρόζα, που γρονθοκόπησε αυτό το παραγεμισμένο σακί αλεύρι, τον Μπερνστάιν, με τέτοια ζέση που σύννεφα από αλευρόσκονη σηκώθηκαν μέχρι τον ουρανό.

Ρόζα: [Συνεχίζει.] Τα άρθρα για τον Μπερνστάιν, Ντζιόντζιο, επηρέασαν και το Γραφείο Τύπου του Κόμματος, που αποφάσισε ομόφωνα να γίνω μέλος του – έχει 17 μέλη. Στην αρχή ο Κάντεν ούρλιαζε για την πρόταση: "Τι; Θα κάνουμε τώρα και πολιτική με κιλοτάκια;" Αλλά όλοι άρχισαν να τον κοροϊδεύουν και στο τέλος είπε κι ο ίδιος: "Ναι, τ’ άρθρα της για την Τουρκία ήταν όντως εξαιρετικά".

Βιάζομαι! Η δική σου Ρ.

Αφηγήτρια: Ένα μήνα αργότερα, τον Οκτώβριο του 1898, έγινε το Συνέδριο του SPD στη Στουτγάρδη.

Ρόζα: [Απευθύνεται στους συνέδρους] Ο Φόλμαρ υπαινίχθηκε ότι ποθώ τη χρήση βίαιων μέσων. Δεν έχω δώσει καμιά αφορμή για έναν τέτοιο υπαινιγμό είτε στις δηλώσεις μου είτε στ’ άρθρα μου για τον Μπερνστάιν. Κρατάω ακριβώς την αντίθετη στάση. Λέω ότι τα μόνα βίαια μέσα που θα μας φέρουν τη νίκη είναι ο σοσιαλιστικός διαφωτισμός της εργατικής τάξης μέσω της καθημερινής της πάλης.

Ξέρω πολύ καλά πως έχω ακόμα να κατακτήσω τα σπιρούνια μου στο γερμανικό κίνημα, αλλά σκοπεύω να το κάνω αυτό στην αριστερή πτέρυγα του κόμματος, εκεί που αγωνίζονται ενάντια στον ταξικό αντίπαλο, κι όχι στη δεξιά, εκεί που κλείνουν συμβιβασμούς μαζί του…

Για σκεφτείτε λίγο: Τι είναι αυτό που πράγματι συνιστά το σοσιαλιστικό χαρακτήρα ολόκληρου του κινήματός μας; Η πραγματική πρακτική πάλη ανήκει σε τρεις κατηγορίες: Στη συνδικαλιστική πάλη, στην πάλη για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και στην πάλη για τον εκδημοκρατισμό του καπιταλιστικού κράτους. Μήπως αυτές οι τρεις μορφές πάλης είναι σοσιαλισμός; Κάθε άλλο. Τι είναι λοιπόν αυτό που στους καθημερινούς αγώνες μας κάνει σοσιαλιστικό κόμμα; Δε μπορεί να είναι παρά η σχέση ανάμεσα στις τρεις πρακτικές μορφές πάλης και στους τελικούς μας στόχους. Είναι αποκλειστικά ο τελικός στόχος αυτός που συνιστά το πνεύμα και το περιεχόμενο του σοσιαλιστικού μας κινήματος.

[Από το βιβλίο της Ρόζας Λούξεμπουργκ
Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση; ]

Ρόζα: Η μεγαλύτερη κατάκτηση του προλεταριακού ταξικού αγώνα στη διάρκεια της ανάπτυξής του ήταν η ανακάλυψη των σημείων στήριξης για την πραγματοποίηση του σοσιαλισμού μέσα στις οικονομικές σχέσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας. Έτσι ο σοσιαλισμός έγινε από ένα "ιδανικό", που βρισκόταν στη φαντασία της ανθρωπότητας για χιλιετηρίδες, ιστορική αναγκαιότητα… Ο δυϊσμός του Μαρξ, για τον οποίο παραπονείται ο Μπερνστάιν, δεν είναι τίποτα άλλο από το δυϊσμό του σοσιαλιστικού μέλλοντος και του καπιταλιστικού παρόντος, του κεφάλαιου και της εργασίας, της αστικής τάξης και του προλεταριάτου, είναι η μνημειώδης επιστημονική αντανάκλαση του δυϊσμού που υπάρχει στην αστική κοινωνία, των αστικών ταξικών αντιθέσεων. Ο μονισμός του Μπερνστάιν είναι ο μονισμός του σοσιαλιστή που έχει εγκαταλείψει τον τελικό του στόχο και βλέπει αντί γι’ αυτόν στη μοναδική και αμετάβλητη αστική κοινωνία το τέλος της ανθρώπινης εξέλιξης…

Ο Μπερνστάιν παραιτείται από την απαλλοτρίωση της τάξης των καπιταλιστών, από την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και καταλήγει στη μεταρρύθμιση του εμπορίου, στον καταναλωτικό σύλλογο. Αλλά η αναμόρφωση της κοινωνίας μέσω των καταναλωτικών συλλόγων και των συνδικάτων, τα οποία δεν είναι τίποτα άλλο από την άμυνα της εργατικής τάξης απέναντι στην τάση της καπιταλιστικής οικονομίας που την πιέζει προς τα κάτω και δε μπορούν ν’ ασκήσουν επιθετική παρά μόνο αμυντική πολιτική, δεν εναρμονίζεται με την πραγματική υλική πορεία εξέλιξης της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ο Μπερνστάιν εγκαταλείπει την υλιστική αντίληψη της ιστορίας και το νόμο της υπεραξίας και το νόμο της αξίας και μαζί τους ολόκληρη την οικονομική θεωρία του Καρλ Μαρξ. Αλλά χωρίς κάποιον συγκεκριμένο τελικό στόχο και χωρίς κάποια οικονομική βάση στην παρούσα κοινωνία δε μπορεί να διεξαχθεί η προλεταριακή ταξική πάλη. Ο Μπερνστάιν την εγκαταλείπει και εξαγγέλλει τη συμφιλίωση με τον αστικό φιλελευθερισμό, καθώς αρνείται ακόμη και την ύπαρξη των τάξεων στην κοινωνία μας. Η εργατική τάξη είναι γι’ αυτόν όχι μόνο πολιτικά και πνευματικά, αλλά και οικονομικά, ένας σωρός διασκορπισμένων ατόμων. Αν όμως δεν υπάρχει οικονομική βάση για την ταξική πάλη και ουσιαστικά δεν υπάρχουν και τάξεις, τότε δεν παρουσιάζεται μόνο η μελλοντική πάλη του προλεταριάτου με την αστική τάξη ως αδύνατη, αλλά και όλη η προηγούμενη, τότε παρουσιάζεται η ίδια η σοσιαλδημοκρατία με τις επιτυχίες της ως κάτι αδιανόητο.

Κι έτσι ο Μπερνστάιν φτάνει τελείως λογικά και με συνέπεια από το Α μέχρι το Ω. Ξεκίνησε με την εγκατάλειψη του τελικού στόχου χάριν του κινήματος. Και λέγοντας τελικό στόχο δεν εννοούμε αυτό ή το άλλο χαρακτηριστικό του μελλοντικού κράτους, αλλά την προϋπόθεση για οποιαδήποτε μελλοντική κοινωνία, δηλ. την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας… Επειδή όμως στην πραγματικότητα δε μπορεί να υπάρξει σοσιαλδημοκρατικό κίνημα χωρίς το σοσιαλιστικό τελικό στόχο, καταλήγει υποχρεωτικά στην εγκατάλειψη του ίδιου του κινήματος.

Όχι! Η εργατική τάξη δε μπορεί να υιοθετήσει τη φιλοσοφική στάση "ο τελικός σκοπός δε μου είναι τίποτα, το κίνημα είναι το παν". Αντιθέτως, χωρίς συσχέτιση του κινήματος με τον τελικό στόχο, εμένα το κίνημα ως σκοπός αφεαυτός δε μου είναι τίποτα, ο τελικός σκοπός είναι το παν!