Η εισήγηση κατά τη συνέντευξη τύπου της ΚΟΕ
για το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών και τις προοπτικές του ΣΥΡΙΖΑ
Στη συνέντευξη Τύπου της ΚΟΕ για την αποτίμηση των αποτελεσμάτων των ευρωεκλογών, η οποία πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 11 Ιούνη, μετά την υποψήφια στη δεύτερη θέση του ευρωψηφοδελτίου του ΣΥΡΙΖΑ, Ελένη Σωτηρίου (διαβάστε την τοποθέτησή της), το λόγο πήρε ο Νίκος Γαλάνης, μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ και στέλεχος της ΚΟΕ, ο οποίος επισήμανε τα παρακάτω:
“Σχετικά με το αποτέλέσμα των εκλογών και ειδικότερα το εκλογικό αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ: Εμείς, ως Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας, όπως καταθέσαμε και χτες στη Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, εκτιμάμε ότι το εκλογικό αποτέλεσμα είναι μια προσωρινή ήττα των προσδοκιών, της δυναμικής, της προοπτικής του ΣΥΡΙΖΑ και της προσπάθειας αλλαγής των συσχετισμών που έχει ευαγγελιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ αρκετό καιρό πριν. Αυτή η προσωρινή ήττα οφείλεται σε δύο παράγοντες, μία από το Δεκέμβρη έως τις εκλογές και μία κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.
Σχετικά με το διάστημα πριν από την προεκλογική περίοδο, θέλουμε να επισημάνουμε δύο παράγοντες: Ο πρώτος αφορά στο εάν ο ΣΥΡΙΖΑ πορεύθηκε, πολιτεύτηκε και έπραξε στους κοινωνικούς χώρους με βάση το στοιχείο της κρίσης. Αυτό ήταν το καθοριστικό στοιχείο και σ’ αυτό το πράγμα πραγματικά είχαμε μια πρακτική που περισπασμού από θέματα σε θέματα κι από ζητήματα σε ζητήματα. Υπάρχει ένα ζήτημα και είναι ότι αντιμετωπίσαμε την κρίση εικονικά παρά πολιτικά. Δηλαδή, δεν πήγαμε στους μαζικούς χώρους, στη νεολαία, στους εργαζόμενους των 700, των 500 ευρώ και συνολικά στους εργαζόμενους που χτυπιούνται από την κρίση. Νομίζω ότι δεν αποκαλύψαμε τις υπεύθυνες πολιτικές και τους υπεύθυνους πολιτικούς που μας οδήγησαν στην κρίση, τις συνθήκες, οδηγίες και νόμους που μας οδήγησαν σε Ευρώπη και σε Ελλάδα στην κρίση και, πολλές φορές, μπορούμε να πούμε ότι με βάση αυτή την τοποθέτησή μας αθωώσαμε το σύστημα, αθωώσαμε τους πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες που μας οδήγησαν στην κρίση. Ο δεύτερος παράγοντας σε σχέση με το διάστημα πριν από τις εκλογές είναι ότι εμφανιστήκαμε πολλές φορές με δύο ψυχούλες, με δύο καρδιές. Με δύο λόγους και δύο πρακτικές. Πολλές φορές κάναμε ένα βήμα μπρος και δύο βήματα πίσω ή, αν θέλετε, βαράγαμε τη μία προς τα κει και μετά διαφορετικά, και αυτό φάνηκε και με το Δεκέμβρη και μετά το Δεκέμβρη και στις εκλογές, για παράδειγμα, στους πανεπιστημιακούς και σε μια σειρά ζητήματα που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανιζόταν με δύο καρδιές, με δύο ψυχές, με δύο φωνές. Αυτό δημιούργησε ένα πρόβλημα φερεγγυότητας στο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, κατ’ αρχάς, και βέβαια μιας μεγαλύτερης φερεγγυότητας στον κόσμο που παρακολουθούσε το ΣΥΡΙΖΑ κι είχε θετικά επενδύσει σ’ αυτόν. Δεν εμφανίστηκε μια σταθερότητα στην πολιτική μας γραμμή και δεν εμφανίστηκε μια σταθερότητα στην πολιτική μας ταυτότητα.
Η επικοινωνία έφαγε την πολιτική
Σχετικά με την προεκλογική περίοδο: Νομίζουμε ότι δεν δώσαμε σαφές πολιτικό στίγμα, σαφή πολιτική γραμμή σε σχέση με το τι γίνεται στον ελλαδικό και τον ευρωπαϊκό χώρο.
Εδώ το κεντρικό θέμα του στίγματος, της πολιτικής γραμμής, αφορά πρώτα και κύρια την κρίση. Το δεύτερο είναι αυτό που λέμε ότι η επικοινωνία, στην ουσία, έφαγε την πολιτική. Κι είναι άλλο θέμα να κάνεις επικοινωνία κι άλλο να κάνεις πολιτική, δηλαδή, να ‘χεις στόχους, προτάσεις, να προσπαθήσεις να διεμβολίσεις, να αλλάξεις συσχετισμούς κ.λπ.
Το δεύτερο ζήτημα είναι γύρω από το ψηφοδέλτιο. Δεν εμφανίσαμε ένα ανταγωνιστικό ψηφοδέλτιο, όχι με την έννοια της σύνθεσης αλλά με την έννοια της ταυτότητας αυτής καθ’ αυτής. Δώσαμε χώρο στην αποχή, με την έννοια ότι δεν αποδείξαμε ότι δεν είμαστε ίδιοι. Δεύτερον, δώσαμε χώρο στο ΚΚΕ, με την έννοια ότι δεν αποδείξαμε ότι εμείς είμαστε η ριζοσπαστική και ενωτική Αριστερά, και αυτό θα μπορούσε να ήταν ένα στοιχείο αντιπαράθεσης αλλά, την ίδια στιγμή, και πρόσκλησης προς τον κόσμο του ΚΚΕ κι όχι προς την ηγεσία του. Τρίτον, δεν αντιπαρατεθήκαμε με το ΠΑΣΟΚ στο ποιος πραγματικά έκανε αντιπολίτευση, στο ποιος πραγματικά μπορεί να κάνει αντιπολίτευση και ποιος πραγματικά έχει προτάσεις για να αντιμετωπίσει την κρίση, ποιος έχει πραγματικά πρόγραμμα να αντιμετωπίσει την κρίση και δεν ψαρεύει σε θολά νερά. Τέταρτο πράγμα, δεν αντιμετωπίσαμε και δεν αντιπαρατεθήκαμε με ένα κόμμα, το οποίο στην ουσία δημιουργήθηκε με βάση τις ευαισθησίες –που είναι σωστές– του ελληνικού λαού για το ζήτημα της οικολογίας, αλλά που στην ουσία δημιουργήθηκε και εκτινάχθηκε με βάση τις δημοσκοπικές εταιρίες, που δεν ήταν δημοσκοπικές εταιρίες αλλά ήταν, στην ουσία, εταιρίες διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και υπόδειξης στην κοινή γνώμη τι πρέπει να κάνει – και, βέβαια, δεν μιλάμε για όλες τις δημοσκοπικές εταιρίες.
Το πέμπτο ζήτημα είναι εάν και κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ μπόρεσε να απευθυνθεί πρωτίστως στη νεολαία ή αν θεώρησε ότι μ’ έναν εύκολο τρόπο μπορούσε να πάρει ένα μεγάλο ποσοστό, ακριβώς επηρεαζόμενος από την περσινή δημοσκοπική άνοιξη και άνοδο.
Παραλυτική συμπεριφορά
Το έκτο στοιχείο ήταν η παραλυτική συμπεριφορά που είχαμε σ’ αρκετό απ’ το δυναμικό μας, τόσο λόγω των δημοσκοπήσεων όσο και λόγω του πώς λειτουργούσε ένα τμήμα του Συνασπισμού σε σχέση με την εκλογική του παρουσία αλλά και με την ψήφο του στις εκλογές. Είχαμε μια, να το πω έτσι, ιδιότυπη πολιτική απεργία από ένα τμήμα του Συνασπισμού, η οποία καταγράφηκε και εμφανίστηκε με πάρα πολλούς τρόπους. Και, βέβαια, εδώ θα ήθελα να θυμίσω τους συντρόφους εκείνους της ανανεωτικής πτέρυγας, που ήταν αρκετοί, οι οποίοι δώσανε τη μάχη κι από την εξέδρα και πόρτα-πόρτα και πραγματικά ενισχύσανε το ενωτικό εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ με τις διαφωνίες τους, με τις αντιθέσεις τους, αλλά ενωτικά, πρακτικά, μαζί με όλους τους υπόλοιπους, για να πάει καλά αυτό το ενωτικό εγχείρημα.
Έβδομο πράγμα: Υπήρξε ένας πόλεμος απέναντι στο ψηφοδέλτιο και ένας πόλεμος στο πρόσωπο της Ελένης Σωτηρίου και στην Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας. Ένας πόλεμος ο οποίος δεν είχε να κάνει με ουσιαστικές αντιπαραθέσεις, δεν τέθηκαν ζητήματα ευρωπαϊκά, δεν τέθηκαν ζητήματα θέσεων, απόψεων κ.λπ., κι ήταν γνωστό ότι η ΚΟΕ σέβεται εδώ και 4 και παραπάνω χρόνια τις απόψεις, τις θέσεις και τις διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ και υποτάσσει την άποψή της, τη θέση της, την πολιτική της γραμμή με βάση το ΣΥΡΙΖΑ. Είναι πολύ γνωστό στο ΣΥΡΙΖΑ αυτό και είναι πολύ πιο γνωστό και σ’ όλα τα μέλη και τα στελέχη του Συνασπισμού. Εξάλλου, έχει αναφερθεί και από την προηγούμενη ηγετική ομάδα του Κωνσταντόπουλου και από τις επόμενες του Αλέκου Αλαβάνου και του Αλέξη Τσίπρα. Από αυτή την άποψη, πιστεύω ότι αυτά που δημοσιεύονταν και οι επιθέσεις που δημοσιεύονται στις εφημερίδες σήμερα από διάφορα επώνυμα στελέχη της ανανεωτικής Αριστεράς τουλάχιστον είναι άδικες – για να μην τις χαρακτηρίσουμε αλλιώς και συνεχίσουμε την πολεμική που γίνεται από τις εφημερίδες.
Το τελευταίο στοιχείο που θα ’θελα να πω είναι ότι υπήρξαν πολλά κέντρα και δεν υπήρξε ουσιαστική αξιοποίηση αρκετών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, όπως π.χ. του Μανώλη του Γλέζου, στον αγώνα που δίναμε, που πραγματικά ήταν ένας αγώνας δύσκολος. Και θα ’θελα να κάνω εδώ μια υποσημείωση, ότι δεν έχουμε ξανασυναντήσει τόσο μεγάλο πόλεμο και σε τόση μεγάλη ένταση και σε μεγάλη διάρκεια απέναντι σε ένα κοινοβουλευτικό κόμμα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο στόχος εταιριών, ΜΜΕ, συγκροτημάτων κ.λπ. Και, βέβαια, συνεχίζεται και σήμερα αυτό και έχει μια πολιτική ουσία, που είναι αν θα αλλάξει ή δεν θα αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν θα υπάρξει ή δεν θα υπάρξει στην Ελλάδα μία αριστερή πολιτική δύναμη που θέλει να εκφράσει με έναν ιδιαίτερο τρόπο τους εργαζόμενους, τη νεολαία, τους μικρομεσαίους κ.λπ.
Τέλος, σ’ ό,τι μας αφορά. Θεωρούμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια κρίση. Μια κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία μπορεί να ανατραπεί, μια κρίση η οποία πολλές φορές είναι καλοδεχούμενη, με την έννοια ότι, αν βγουν τα σωστά συμπεράσματα, μπορεί να δημιουργήσει ένα μεγάλο εκτόπισμα στην ελληνική κοινωνία, να δούμε δηλαδή ένα διαφορετικό ΣΥΡΙΖΑ, ένα ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος να ’χει δυναμική, να ’χει να δώσει πραγματικές προσδοκίες στον κόσμο και να καταγράψει –όχι εικονικά και δημοσκοπικά– πολλά καλά εκλογικά ποσοστά και, βέβαια, να καταγράψει πολλά εκεί που πραγματικά παίζεται η πολιτική: στους εργασιακούς χώρους, στη γειτονιά, στους χώρους σπουδών κ.λπ. Νομίζουμε ότι έχουμε μια κρίση πολιτικής ταυτότητας, μια κρίση αξιοπιστίας, μια κρίση διαδικασιών και λειτουργίας στο ΣΥΡΙΖΑ.
Να γίνει μια βαθιά τομή στο ΣΥΡΙΖΑ
Κλείνοντας, θέλουμε να θέσουμε κάποιους όρους για την προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ:
Κατ’ αρχάς, θεωρούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να πάει όπως πριν. Δηλαδή, χρειάζεται να γίνει μια βαθιά τομή, να τροποποιηθούν και να αλλάξουν αρκετά πράγματα. Δεν συμφωνούμε με ένα ΣΥΡΙΖΑ πεδίο κομματικής αντιπαράθεσης, πτερύγων ή τμημάτων του Συνασπισμού. Δεν συμφωνούμε με ένα ΣΥΡΙΖΑ κομματικό εργαλείο και ομπρέλα διάσωσης του Συνασπισμού. Δεν συμφωνούμε με ένα ΣΥΡΙΖΑ όπου θα ηγεμονεύει μία και μοναδική δύναμη, ο Συνασπισμός. Τέλος, δεν συμφωνούμε με διαδικασίες που υπάρχουν στα κύρια όργανα, τόσο της ενημέρωσης, του Τύπου, δηλαδή, του οικονομικού, της επικοινωνίας, του οργανωτικού. Και, βέβαια, πολύ περισσότερο, δεν συμφωνούμε με ένα ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν έχει μια διακριτή πολιτική ταυτότητα που να δεσμεύει τα μέλη και τα στελέχη του σε ό,τι αφορά το πώς μπορεί –και μέσα στη Βουλή και εκτός της Βουλής– να εμφανίζεται. Εμείς επιμένουμε στο ενωτικό εγχείρημα της Αριστεράς. Επιμένουμε και υπηρετούμε τη γενική μας γραμμή, που είναι ότι, αν δεν αλλάξουν τα πράγματα στην Αριστερά –και αναφερόμαστε και στο δικό μας υποκείμενο και στα υπόλοιπα– σε μια ενωτική και ριζοσπαστική κατεύθυνση, δεν θα αλλάξουν τα πράγματα στη χώρα, στην κοινωνία και δεν θα συνεισφέρουμε σε σημαντικές θετικές αλλαγές στον ευρωπαϊκό χώρο.