Βασίλης Μουλόπουλος, βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ
Ο νεοεκλεγείς βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, Βασίλης Μουλόπουλος, μιλά στην Αριστερά!, για το εκλογικό αποτέλεσμα, για την εναλλαγή των δύο πόλων του δικομματισμού στην εξουσία, για τη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, αλλά και για τη σημασία της ουσιαστικής σύνδεσης του ΣΥΡΙΖΑ με το λαό της Αριστεράς, ο οποίος, παρά τα προβλήματα που κορυφώθηκαν λίγο πριν τις εκλογές, έδωσε μια τελευταία ευκαιρία στο ενωτικό εγχείρημα.
Συνέντευξη στον Μιχάλη Σιάχο
Γιατί δεχτήκατε να είστε επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας, σε μια περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ κατά γενική ομολογία δεν ήταν και στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, εν μέσω κρίσης και με τις πρόωρες εκλογές να πιέζουν ασφυκτικά;
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Επειδή ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν σε αυτή τη φάση. Και όχι τόσο για τα πρόσωπα ή τις οργανώσεις, αλλά για τον κόσμο της Αριστεράς. Εδώ και πολύ καιρό λέω και γράφω ότι υπάρχει ένας λαός της Αριστεράς, ο οποίος εξακολουθεί να επιμένει και αντιπροσωπεύει, αν θέλεις, και αυτή την Αριστερά που αντιστέκεται, αλλά και ψάχνει. Διότι θα βρούμε μπροστά μας προβλήματα που ως Αριστερά δεν έχουμε αντιμετωπίσει, δεν έχουμε απαντήσει. Και ίσως δεν έχουμε απαντήσει επειδή δεν έχουμε κάνει τις σωστές ερωτήσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η Αριστερά αποκόπτεται από την ιστορική της ταυτότητα και τις ρίζες της. Οπωσδήποτε πρέπει να έχει και ταυτότητα και αξίες και μνήμη και διαφορές, τις οποίες είχε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να μένουμε κολλημένοι στο παρελθόν και να το αναπαράγουμε. Επειδή πιστεύω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, έστω και ο κακός ΣΥΡΙΖΑ, είναι η μόνη σοβαρή προσπάθεια που έγινε στην Αριστερά εδώ και πάρα πολλά χρόνια, θεωρούσα ότι η ήττα, και μια διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ που θα ήταν το επακόλουθο της ήττας, θα ήταν θανάσιμο πλήγμα για την ενωτική προσπάθεια. Διότι, δεν βλέπω να σηκώνει κεφάλι η ριζοσπαστική Αριστερά, η Αριστερά που έχει σχέση με τα προβλήματα που παρουσιάζει ο 21ος αιώνας (αυτή είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση την οποία πρέπει κάποια στιγμή να ανοίξουμε) στο νέο κοινωνικό, παραγωγικό και τεχνολογικό τοπίο μπροστά στο οποίο βρισκόμαστε, και για μένα δεν υπάρχει άλλη Αριστερά. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το αποφάσισα, και αν θέλεις είναι και μία προσωπική απόφαση που αναφέρεται στις δικές μου γενιές, όπου πολλοί αποστρατεύτηκαν, πολλοί βολεύτηκαν, πολλοί συμβιβάστηκαν, αλλά υπάρχουν ιστορικές στιγμές –και το έχω ξαναπεί αυτό– που πρέπει να πάρεις μια απόφαση, η οποία είναι και συλλογική, αλλά και προσωπική. Αυτή την επιλογή έκανα, και κάλεσα και τους παλιούς φίλους, και τους παλιούς άσπονδους συντρόφους, λέγοντάς τους ότι η κατάσταση είναι κρίσιμη και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σώσουμε αυτό το εγχείρημα, που εγώ θεωρώ πολύτιμο.
Το αποτέλεσμα σας δικαιώνει, από την άποψη ότι παρά τα προβλήματα ένας κόσμος επιμένει…
Εγώ μπορώ να πω ότι αυτό που ίσως θεωρητικά είχα επεξεργαστεί στο μυαλό μου για το λαό του ΣΥΡΙΖΑ, η σύντομη προεκλογική περίοδος των 15 ημερών όχι μόνο μου το επιβεβαίωσε, αλλά ήταν ακριβώς αυτός ο λαός που μας ανάγκασε να έχουμε μια νίκη και θεωρώ ότι μ’ αυτόν το λαό δεν πρέπει να χάσουμε την επαφή. Θεωρώ ότι πρέπει να βγούμε από τον αυτισμό που όλοι έχουμε –και πρώτος εγώ, λόγω του επαγγέλματος– και να δούμε πώς είναι η πραγματική Ελλάδα που είναι έξω από μας και έξω από αυτά τα σχήματα που θεωρητικά ή μιλώντας με την παρέα μας έχουμε κάνει. Για μένα ομολογώ ότι ήταν αποκάλυψη το γεγονός ότι χιλιάδες άνθρωποι κινητοποιήθηκαν, και αυθόρμητα και ξεχωριστά. Υπήρχαν παντού εστίες αντίστασης και εστίες που πάλευαν για να μπει ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή. Την ίδια ώρα που πάλευαν είχαν να κάνουν και πολλές ερωτήσεις, αλλά η περίοδος δεν άφηνε περιθώρια για αναλυτικές απαντήσεις, τις οποίες μάλλον και δεν έχουμε, αλλά νομίζω ότι η επόμενη περίοδος είναι καθοριστική για να μην χάσουμε πάλι την επαφή μ’ αυτόν τον κόσμο. Το αποτέλεσμα, στις συνθήκες με τις οποίες επετεύχθη, το θεωρώ θετικό και ως τέτοιο πρέπει να το διαχειριστούμε, έχοντας επίγνωση των δυνατοτήτων μας. Νομίζω, όπως είπα και στην ομιλία μου στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση, ότι οι καιροί που έρχονται είναι καιροί του ΣΥΡΙΖΑ. Εάν χάσουμε και αυτή την ευκαιρία, έχουμε ηττηθεί οριστικά.
Σ’ αυτές τις εκλογές είχαμε εναλλαγή στην κυβέρνηση με έναν κόσμο να στρέφεται μαζικά προς το ΠΑΣΟΚ, χωρίς να ελπίζει σε κάτι καλύτερο. Στράφηκε κυρίως σπρωγμένος από την απόγνωση ή με ζητούμενο όχι ένα καλύτερο αύριο, αλλά ένα όχι χειρότερο. Σ’ αυτό το πλαίσιο –αν συμφωνείτε με την εκτίμηση–, ποια πρέπει να είναι από δω και πέρα η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ;
Νομίζω ότι είναι ξεκάθαρο αυτό, τουλάχιστον για μένα. Καταρχάς ίσως δεν αναδείξαμε αρκετά στην προεκλογική περίοδο ένα παράδοξο: ότι, δηλαδή, δεν είχαμε δυο κόμματα που προέκυψαν από παρθενογένεση. Νόμιζα ότι ζούσα σε μια εικονική πραγματικότητα, όπου είχαμε δυο κόμματα –ΠΑΣΟΚ και ΝΔ– τα οποία δεν είχαν κυβερνήσει με εναλλαγές για 35 χρόνια, αλλά προέκυψαν τώρα. Αυτό έπρεπε πιθανώς να το αναδείξουμε περισσότερο και να θυμίσουμε ότι τα τελευταία 25 με 30 χρόνια η ηγεμονική πρόταση προς την κοινωνία ήταν μια δεξιά πρόταση. Δηλαδή ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν ηγεμόνευσε από τις δεξιές κυβερνήσεις. Ηγεμόνευσε –και εκεί έχουμε ευθύνες κι εμείς– με σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Δηλαδή, ήταν ο Μπλερ, ο Σρέντερ, ο Γκονζάλες, ο Σημίτης, το 500 φορές μεταλλαγμένο Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας κ.λπ., που δημιούργησαν αυτό το ιδεολόγημα. Ας θυμηθούμε το Τέλος της Ιστορίας του Φουκουγιάμα που είχε κάνει πάταγο, για να βγει ο ίδιος μετά από 12 χρόνια να πει “συγγνώμη, έκανα λάθος”. Η ιστορία δεν τελειώνει, είτε είσαι μαρξιστής, είτε οτιδήποτε άλλο. Δεν μας λέγαν ότι θα έχουμε συνεχή ανάπτυξη; Εδώ πριν μερικά χρόνια είχαν επιστρατεύσει την περίφημη θεωρία του ανεξάρτητου οικονομικού μεγέθους των μετοχών και του χρηματιστηρίου. Να θυμηθούμε ποιοι έπαιρναν τα Νόμπελ Οικονομίας τα τελευταία χρόνια; Μόνο το τελευταίο πήρε ο Στίγκλιτς, ένας παραδοσιακός οικονομολόγος της σχολής του Κέυνς. Αν πριν από πέντε χρόνια μίλαγες, για παράδειγμα, έστω για τον Κέυνς, σε χαρακτήριζαν κουκουλοφόρο, κομμουνιστή, άνθρωπο των σπηλαίων κ.λπ. Ανέπτυξαν, λοιπόν, μια ολόκληρη θεωρία ότι το κράτος είναι κακό και ζήτω η ιδιωτική πρωτοβουλία. Και τι είδαμε; Το Λαναρά, τα ναυπηγεία, τις ασφαλιστικές, τον Αγούδημο… Είδαμε την περιβόητη ιδιωτική πρωτοβουλία να πτωχεύει αφού έφαγε εκατομμύρια επιδοτήσεων. Πού είναι η περίφημη ιδιωτική πρωτοβουλία που θα μας πήγαινε στον παράδεισο; Και τώρα; Η Δεξιά είναι Δεξιά, και μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου ξέρουμε με ποιον είναι. Αν θέλεις είναι και πιο ειλικρινής, τη δουλειά της κάνει. Και από την άλλη τι έχουμε; Έχουμε την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που δεν είναι κάτι νέο κι ας έχουν αλλάξει ορισμένα πρόσωπα. Ο βασικός πυρήνας παραμένει ίδιος. Δεν θέλω να πω ότι το ΠΑΣΟΚ είναι συμμορία δολοφόνων, αλλά είναι σα να παίρνουμε να μας φυλάει μια συμμορία δολοφόνων, με την έννοια ότι οι πρωταγωνιστές της κρίσης δεν μπορεί να είναι αυτοί που θα μας βγάλουν από την κρίση. Είναι τουλάχιστον αντιφατικό. Γι’ αυτό λέω –και συμφωνώ μαζί σου– ότι η ψήφος στο ΠΑΣΟΚ δεν ήταν ψήφος ελπίδας, αλλά ψήφος απόγνωσης. Ο κόσμος ψήφισε με απόγνωση, αλλά και με λίγο φόβο, γιατί όλα αυτά που εμείς μπορεί να λέμε θεωρητικά, ο κόσμος τα βιώνει και φοβάται για το πού θα πάει η κατάσταση. Και τα πρόσωπα γνωρίζει ο κόσμος, και τις πολιτικές, και εδώ ακριβώς μπαίνει το τι θα κάνουμε εμείς. Γι’ αυτό εγώ λέω ότι είναι οι καιροί του ΣΥΡΙΖΑ και νομίζω ότι –εκτός από την πολλή δουλειά που πρέπει να κάνουμε για να ανακτήσουμε την επαφή μας με αυτόν τον κόσμο χωρίς προκαταλήψεις– πρέπει να κάνουμε και μια πολιτιστική επανάσταση εναντίον της κυρίαρχης ιδεολογίας που λίγο-πολύ την έχουμε αποδεχτεί γιατί μας βολεύει. Δηλαδή, πρέπει να βγούμε λίγο από το βόλεμά μας και να προσπαθήσουμε να ξανακάνουμε ηγεμονική την πρόταση της Αριστεράς, της ριζοσπαστικής, της νέας Αριστεράς που εκπροσωπεί ή που θα έπρεπε να εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ.
Υπάρχει, πάντως μια αποπολιτικοποίηση σε όλα τα επίπεδα, με τα ΜΜΕ να ηγεμονεύουν. Πώς θα το αντιπαλέψουμε;
Καταρχάς, νομίζω ότι είναι λάθος να λέμε ότι υπάρχει αποπολιτικοποίηση. Υπάρχει πολιτική της αποπολιτικοποίησης. Η απαξίωση της πολιτικής είναι συγκεκριμένη πολιτική που εφαρμόζει και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Και πέσαμε σ’ αυτή την παγίδα και εμείς, είτε γιατί μας βόλευε, είτε γιατί είχαμε κουραστεί, είτε γιατί δεν μπορούσαμε να δούμε –για να πω μια παραδοσιακή έκφραση της Αριστεράς– το καινούργιο που γεννιέται. Άρα έχουμε δυσκολίες πάνω σ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα. Δεν λέω ότι είναι εύκολο το εγχείρημα, γιατί και το καινούργιο είναι λίγο δυσδιάκριτο, αλλά και γιατί εμείς δεν έχουμε τις δυνάμεις. Είναι δύσκολο και ψυχολογικά και οργανωτικά, αλλά και ως πραγματικότητα. Για παράδειγμα, συζητάμε γιατί ο κόσμος απομακρύνεται. Μα αν ο κόσμος τρέχει από το πρωί ως το βράδυ για να ζήσει ή ψάχνει για δουλειά, δεν είναι εύκολο να κάνει και πολιτική. Υπάρχει μια περιγραφή του Γκράμσι που λέει ότι είναι θαυμαστό που ο εργάτης –ο τότε εργάτης που συμπύκνωνε όλα τα χαρακτηριστικά της τότε εργατικής τάξης– πηγαίνει στο εργοστάσιο, δουλεύει 10 ώρες, γυρνάει σπίτι του, έχει να αντιμετωπίσει τα οικογενειακά προβλήματα και μεταμορφώνεται όταν οργανωμένα κάνει πολιτική. Δηλαδή βρισκόμαστε σε χειρότερες εποχές από εκείνον τον εργάτη, όχι υλικές –αν και πλησιάζουμε και τις υλικές– αλλά τουλάχιστον πίεσης, άγχους κ.λπ. Άρα το καταλυτικό για μας είναι να πειστεί ότι αξίζει τον κόπο μετά από 12 ώρες δουλειάς και πίεσης να δώσει χρόνο, να αγωνιστεί, να πιστέψει…
Κλείνοντας αυτή τη συζήτηση, θέλω με τρεις τίτλους να μου πείτε τι πρέπει ν’ αλλάξει στον ΣΥΡΙΖΑ.
Καταρχάς πρέπει να δημιουργήσουμε ένα κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ μας. Να μην βλέπουμε με καχυποψία ο ένας τον άλλον, ακόμα κι αν διαφωνούμε. Πιστεύω ότι οι διαφωνίες είναι θεμιτές, αναπόφευκτες και πρέπει να εκφράζονται ελεύθερα, αλλά να τις διαχειριζόμαστε καλύτερα, ώστε να μη μας οδηγούν σε τραυματικές καταστάσεις, όπως την προηγούμενη περίοδο. Το θεωρώ βασικό. Επίσης ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποκτήσει –όπως είπα και στην αρχή– μα πιο βαθιά ρίζα στην κοινωνία, και θα έλεγα ότι πρέπει να ανανεωθεί και με νέες γενιές. Δηλαδή, οι νέες ιδέες και μια νέα πολιτκή, πρέπει να εκφράζονται και από νέους ανθρώπους. Δεν εννοώ ότι οι παλιότεροι θα πάμε σπίτι μας για να προστατευθούμε, μπορούμε να προσφέρουμε πάρα πολλά στα μετόπισθεν και αυτό πρέπει να γίνει σε όλα τα επίπεδα. Ακόμα και μόνο αυτά να κάνουμε θα έχουμε κάνει ένα άλμα προς τα μπρος – για να θυμηθώ και παλιότερες εκφράσεις…