Τα 36 χρόνια από το Νοέμβρη του ’73 αποτελούν μια ιστορία αποπειρών προσαρμογής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, αλλά και αντίστασης σε αυτές τις προσαρμογές, επιμονής για την ανάδειξη της επικαιρότητάς του.
Η ίδια η εξέγερση του Πολυτεχνείου αποτελούσε γεγονός που εναντιώθηκε στους ρεαλισμούς της εποχής. Ο αστικός πολιτικός κόσμος στήριζε τις ελπίδες επιστροφής του στην εξουσία στις αυξανόμενες αντιθέσεις μεταξύ Ευρωπαίων και Αμερικάνων. Απεχθανόταν κάθε έννοια λαϊκής κινητοποίησης για το γκρέμισμα της φασιστικής δικτατορίας. Οι δύο πτέρυγες της Αριστεράς, μέσα στη συμβιβαστική, ηττοπαθή λογική της “αντιδικτατορικής ενότητας”, αναζητούσαν στήριξη στα αστικά κόμματα και προσωπικότητες, στήριζαν ελπίδες στο σχέδιο “φιλελευθεροποίησης” του καθεστώτος Παπαδόπουλου. Όλοι μαζί δεν ήθελαν το Πολυτεχνείο. Προσπάθησαν να αποτρέψουν τα γεγονότα, γιατί ήταν έξω από τη λογική και τις επιλογές τους. Η εξέγερση του Νοέμβρη από τη γένεσή της υπήρξε αντικείμενο προσαρμογής. Και η ίδια ιστορία συνεχίστηκε για 36 χρόνια, παρά τις βροντερές, κενές περιεχομένου φωνές για τη “συνέχιση του δρόμου του Νοέμβρη”.
Στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια ο “δρόμος του Νοέμβρη” μεταφράστηκε σε προσπάθεια σταθεροποίησης της επιστροφής στην “παλιά, καλή δημοκρατία” και στα κοινωνικά συμβόλαια που αναγνώριζαν το καθεστώς Καραμανλή σαν εγγυητή της ομαλότητας. Μετά το “Καραμανλής ή τανκς” η Αριστερά της εποχής λάνσαρε τη θεωρία του “αριστεροχουντισμού” για να αναχαιτιστεί ένα διάχυτο επαναστατικό σκίρτημα –ιδιαίτερα της νεολαίας–, που αποδεσμευόταν από την αστική και ρεφορμιστική επιρροή και να απομονωθεί κάθε ορμητική λαϊκή κινητοποίηση – και υπήρχαν πολλές εκείνη την εποχή.
Ακολούθησε η εποχή Α. Παπανδρέου, η εποχή ενσωμάτωσης της “γενιάς του Πολυτεχνείου” στον κυβερνητισμό, και η “δικαίωση του Νοέμβρη” με την ενστάλαξη στην κοινωνία του ατομισμού της παθητικοποίησης, της υποταγής στους ρεαλισμούς των ειδικών.
Άνοιγε έτσι ο δρόμος για μια μεγάλη ιδεολογική οπισθοχώρηση, με την Αριστερά να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο ξαναγράψιμο της ιστορίας. Η έννοια της εξάρτησης αντικαταστάθηκε από την “αλληλεξάρτηση του Γκορμπατσώφ”, ο “δρόμος του Νοέμβρη” μεταφράστηκε σε “συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ”, η “Νέα σκέψη” άνοιγε το δρόμο της Νέας Τάξης και των σταυροφοριών “κατά της τρομοκρατίας”. Για να ακολουθήσουν τα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα στον Κόλπο, στα Βαλκάνια, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στην Παλαιστίνη, στην Αφρική. Έτσι φτάσαμε στις μέρες μας…
Και ο γιορτασμός του Πολυτεχνείου μετατρεπόταν σταδιακά σε λιτανεία υποκρισίας, απονευρωμένος από κάθε νόημα και περιεχόμενο, εργαστήριο δοκιμών νέων κατασταλτικών τεχνικών από τις δυνάμεις καταστολής που στόχευαν όσους δεν πειθαρχούσαν σ’ αυτό το σχέδιο μοντελοποίησης αλλά και όσους πετάχτηκαν και πετάγονται –κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά– έξω από αυτή την “παλιά καλή δημοκρατία που αποκαταστάθηκε από τους αγώνες των φοιτητών”.
Η προσαρμογή δεν ταιριάζει, δεν είναι η μοίρα των εξεγέρσεων, των μεγάλων γεγονότων που δημιουργεί η κίνηση των λαών.
Το Πολυτεχνείο παίρνει την εκδίκησή του απ’ όλες αυτές τις απόπειρες προσαρμογής.
Παρά τις στρεβλώσεις που έχει υποστεί, παρά τις απαγορεύσεις πορειών που έχουν εξαγγελθεί, συνεχίζει να συγκινεί 36 χρόνια μετά. Ο Κουμής, η Κανελλοπούλου, ο Καλτεζάς, οι χιλιάδες νέοι άνθρωποι που συνεχίζουν να δίνουν το παρών, 36 χρόνια μετά την εξέγερση, είναι μια απόδειξη ότι το πνεύμα της παραμένει ζωντανό.
Παραμένει ζωντανό και αναζητά τα στοιχεία της επικαιρότητάς του στην τωρινή εποχή. Στις ανάγκες και τα όνειρα της γενιάς των 700 ευρώ, των άνεργων, των ημιαπασχολούμενων στα stage και στις συμβάσεις έργου. Στους αγώνες που γεννά το σύγχρονο καθεστώς εκμετάλλευσης με τους μισθούς κοροϊδίας, με τις συντάξεις πείνας, με τα κλεισίματα των εργοστασίων, με τους καταναγκασμούς των νεοφιλελεύθερων συνταγών της ΕΕ.
Στις αντιστάσεις που γεννά η ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα με τους νέους πολέμους και την ανατίναξη ολόκληρων περιοχών, αλλά και η συμμετοχή της χώρας στις ιμπεριαλιστικές σταυροφορίες με τις βάσεις, τα αεροδρόμια και τα λιμάνια της.
Το Πολυτεχνείο αναζητά τη δικαίωσή του στο μέλλον, όχι στο παρελθόν.
Σπύρος Παναγιώτου