Η υπογραφή της συμφωνίας ΓΣΣΕ-ΣΕΒ είναι μια ανοιχτή πράξη ξεπουλήματος των εργαζόμενων και των συμφερόντων τους. Γιατί είναι διαφορετικό πράγμα να υπογράφεται μια εργασιακή ειρήνη όταν το εργατικό κίνημα βρίσκεται σε μια κάμψη της αγωνιστικότητάς του, όταν οι εργαζόμενοι δεν κινούνται –βεβαίως ακόμα και τότε κάποιοι έχουν φροντίσει να τους αδρανοποιήσουν– και άλλο πράγμα να υπογράφεται τώρα. Όταν όλοι οι εργαζόμενοι βρίσκονται στους δρόμους. Όταν η κοινή γνώμη είναι με τους απεργούς ακόμα και με διακοπές ρεύματος και τόνους σκουπιδιών. Όταν υπάρχει ένα κίνημα που κρατάει πάνω από τέσσερις μήνες, παρά τις δικαστικές διώξεις, την κυβερνητική αδιαλλαξία, τις συκοφαντίες και τα ψέματα των καναλιών. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση της κινητοποίησης των εργαζόμενων τι έκανε η ΓΣΕΕ; Εκμεταλλεύτηκε την ευνοϊκή συγκυρία για να πιέσει περισσότερο τους βιομηχάνους; Κάλεσε τους εργαζόμενους να στηρίξουν έστω και τις ανεπαρκέστατες διεκδικήσεις της; Όχι. Υπόγραψε μια συμφωνία ξεπουλήματος, ακριβώς τη στιγμή που καταγραφόταν το πιο μαζικό συλλαλητήριο των τελευταίων δεκαετιών.
"Άρον-άρον", αφού εδώ και πολλά χρόνια δεν έχει υπογραφεί σύμβαση τόσο νωρίς – οι συμβάσεις υπογράφονταν γύρω στον Μάιο.
Σαν τους κλέφτες, στα μουλωχτά, χωρίς να έχουν εξαγγείλει τίποτα, όταν άλλες χρονιές μας φλομώνανε στα δελτία Τύπου για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων.
Δώσανε μια πισώπλατη μαχαιριά στους εργαζόμενους με σκοπό να γονατίσουν το κίνημα, να σπείρουν την απογοήτευση, να στείλουν ένα μήνυμα στον Καραμανλή πως παρά τις "κόντρες" στα παράθυρα ο δικομματισμός υπάρχει, λειτουργεί και τον στηρίζει στην πράξη.
"Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι"
Μιλήσαμε για την κύρια ευθύνη της ΠΑΣΚΕ για την υπογραφή αυτής της σύμβασης. Όχι μόνο γιατί αυτή είναι η μεγαλύτερη δύναμη στη ΓΣΕΕ και ουσιαστικά διαμόρφωσε το διεκδικητικό πλαίσιο και ανέλαβε τη ευθύνη των διαπραγματεύσεων, αλλά κυρίως γιατί η στάση της ΔΑΚΕ ήταν και είναι αναμενόμενη. Το ότι στήριξε την ΠΑΣΚΕ δείχνει το μέγεθος της κατρακύλας της συνδικαλιστικής παράταξης του ΠΑΣΟΚ. Ακόμα περισσότερο, δείχνει την πραγματική φύση και τη λειτουργία του δικομματισμού. Και μάλιστα τη στιγμή κατά την οποία υποτίθεται ότι το ΠΑΣΟΚ στη Βουλή "έπαιρνε την πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης" με την πρόταση μορφής, "στρίμωχνε την κυβέρνηση" κ.ο.κ. Τυχαίο; Καθόλου. Κάτω από την πίεση του ΣΥΡΙΖΑ το ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να "το παίξει" αντιπολίτευση και την ίδια στιγμή έδειχνε –σε όσους έπρεπε να το δουν– πως αποτελεί κομμάτι του δικομματισμού, πως στηρίζει με τη στάση του, και όχι μόνο, τον νεοφιλελευθερισμό.
Αυτά τα συμπεράσματα είναι αναγκαίο όχι μόνο να βγουν αλλά και να οδηγήσουν στις αναγκαίες πολιτικές στάσεις και κινήσεις. Μετά από όλα αυτά, και μάλιστα σε αυτή την συγκυρία για τους εργαζόμενους και το πολιτικό σκηνικό, όποιος προωθεί κεντροαριστερά σενάρια είναι όχι μόνο αφελής, αλλά και επικίνδυνος. Όποιος δείχνει την παραμικρή ανοχή στον ΠΑΣΟΚισμό και ιδιαίτερα στην ΠΑΣΚΕ όχι μόνο ενισχύει τον δικομματισμό, αλλά και εμποδίζει τον απεγκλωβισμό τίμιων αγωνιστών από την επιρροή του Παναγόπουλου και της παρέας του.
Η απαίτηση να παραιτηθούν όσοι υπόγραψαν αυτή την προδοτική συμφωνία είναι όχι μόνο μια κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με το δικομματισμό στο συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά και ένα αναγκαίο βήμα για να στηριχτεί η προσπάθεια να ανατραπεί αυτή η σύμβαση από τις κλαδικές συμβάσεις. Αυτό όμως σημαίνει αντιπαράθεση επί της ουσίας, και όχι στα λόγια, με το δικομματισμό (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ). Σημαίνει επίσης και κάποια ελάχιστα κοινά αιτήματα τα οποία να συζητηθούν με τους εργαζόμενους και να παλευτούν από όποιες ομοσπονδίες ή και σωματεία δεν ελέγχει ο δικομματισμός για να δειχτεί ένας διαφορετικός δρόμος διεκδίκησης.
Με δυο λόγια, οι περιστάσεις απαιτούν να ταρακουνηθούν τα στάσιμα νερά του συνδικαλιστικού κινήματος.