Η οικονομία της Κύπρου σήμερα
Ιστορικά μια γεωργική χώρα με ελάχιστους φυσικούς πόρους η Κύπρος μετατράπηκε από αγροτική σε οικονομία με ελαφρά βιομηχανία τη δεκαετία του ’70-’80 και σε οικονομία υπηρεσιών τη δεκαετία του ’90. Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο ήταν ένα μεγάλο πλήγμα, αφού τα εδάφη που σφετερίστηκε ο τουρκικός στρατός συνεισέφεραν σε 75% του ΑΕΠ τον τότε καιρό. Όμως η ανοδική οικονομική πορεία συνεχίστηκε στηριζόμενη κυρίως στις υπηρεσίες (τουρισμό, ναυτιλία, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες) οι οποίες συνεισφέρουν κατά 76% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ).
Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που ακολουθήθηκε μετά το 1974 οδήγησε στη ραγδαία ανάπτυξη του μεταποιητικού τομέα εντάσεως εργασίας. Η πολιτική αυτή ευνοήθηκε και από άλλους εξωγενείς παράγοντες, όπως η κρίση στο Λίβανο, η οποία οδήγησε στη μεταφορά σημαντικού μέρους του εμπορίου στην Κύπρο. Παρόλο που ο μεταποιητικός τομέας γνώρισε εντυπωσιακή εξέλιξη μετά το 1974, η απώλεια της δασμολογικής προστασίας, λόγω της εφαρμογής της συμφωνίας Τελωνειακής Ένωσης Κύπρου – ΕΟΚ το 1987, δημιούργησε σοβαρά προβλήματα ανταγωνιστικότητας. Την ίδια εποχή, όμως, άρχισε να γνωρίζει έντονη ανάπτυξη ο τομέας των υπηρεσιών, με επίκεντρο τον τουρισμό.
Η Κυπριακή οικονομία χαρακτηρίζεται από σχετικά υψηλό ανά κεφαλή εισόδημα. Θεωρώντας το μέσο κατά κεφαλή ΑΕΠ στην ΕΕ των 27 σαν 100, τότε το αντίστοιχο κυπριακό βρίσκεται στο 94, ενώ το ελληνικό είναι στο 89. Το μεγάλο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο καλύπτεται από τα έσοδα από τον τουρισμό και τις ξένες εταιρίες που εδρεύουν στην Κύπρο. Το δημοσιονομικό έλλειμμα κυμαίνεται γύρω στο 1,5% του ΑΕΠ ενώ το δημόσιο χρέος βρίσκεται στο 65,3% του ΑΕΠ. Το ποσοστό της ανεργίας ανέρχεται στο 4,2% (16.000 άτομα) του ενεργού πληθυσμού, ενώ ήταν 5,2% το 2005 (19.000 άτομα). Ο πληθωρισμός είναι 2,49%, ενώ ήταν 2,56% το 2005.
Η απασχόληση των αλλοδαπών συνεχίζει να αυξάνεται, ανεβάζοντας το σύνολο των απασχολούμενων αλλοδαπών το 2006 στο 16% του συνόλου του εργατικού δυναμικού. Επίσης, στις ελεύθερες περιοχές απασχολούνται περίπου 2.700 Τουρκοκύπριοι, δηλαδή περίπου 1% του εργατικού δυναμικού. Υιοθετώντας το κριτήριο που ακολουθεί η ΕΕ για τη φτώχεια (ως φτωχά ορίζονται τα νοικοκυριά που έχουν εισόδημα κάτω από το 60% του διάμεσου εισοδήματος), το ποσοστό φτώχειας για τα νοικοκυριά στην Κύπρο ήταν 22,1% το 1991, αυξήθηκε σε 22,6% το 1997 και μειώθηκε σε 21,4% το 2003.
Ένας σημαντικός λόγος για την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας είναι ότι λειτουργεί σαν “φορολογικός παράδεισος” αλλά και “πλυντήριο χρήματος” από πάσης φύσεως “μαύρες δραστηριότητες”. Η “βιομηχανία” των κυπριακών off shore εταιριών όχι μόνο δεν αποδυναμώθηκε μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά αντιθέτως ενισχύθηκε περαιτέρω. Το νησί μπορεί να έπαψε να λογίζεται επισήμως ως φορολογικός παράδεισος, αλλά καθιερώθηκε διεθνώς σαν “καθεστώς χαμηλής φορολογίας”. Οι λεγόμενες off shore ονομάζονται πλέον Εταιρίες Διεθνών Επιχειρήσεων και φορολογούνται μόλις με συντελεστή 10%, ενώ δημιουργείται μια νέα ελκυστική “φάμπρικα” μέσω της ίδρυσης εταιριών holdings, οι οποίες έχουν μηδενική φορολόγηση στην περίπτωση μεταβίβασης μετοχών. Παράλληλα, ισχύει το οικονομικό απόρρητο.
Χρίστος Καραμάνος