Η επικίνδυνη πολιτική του τρόμου, του Δημήτρη Υφαντή

τ.280, 18/12/2009

Ο υπουργός Προστασίας μας εκπέμπει ένα λόγο που διαχωρίζει από τη μία την «κοινωνία» και από την άλλη τους «βανδάλους, τους χούλιγκανς, τα φασιστοειδή(!), τους ρατσιστές(!)» – κατά λέξεις του ιδίου. «Αν μέσα στο άσυλο κάποιοι κατασκευάζουν βόμβες μολότοφ, τότε ποιος είναι αυτός που θα τολμήσει να τους υπερασπιστεί; Το δημοτικό συμβούλιο του Κερατσινίου είναι της Δεξιάς και, άρα, να πώς συνεργάζονται τα άκρα». H θεωρία Χρυσοχοΐδη είναι τόσο χοντροκομμένη και απλοϊκή, που μόνο στo πλαίσιο της εμπεδωμένης αποπολιτικοποίησης των συνειδήσεων και του εγκλωβισμού στην «ασπρόμαυρη» τύφλωση των ΜΜΕ μπορεί να γίνει πιστευτή.

 

Νόμος και τάξη

Από δω και μπρος, νόμος και τάξη, όχι στα λόγια, στην πράξη. Πράξη την οποία όλοι πλέον γνωρίζουν, υλοποιημένη από την ίδια την καταραμένη την αστυνομία της Δεξιάς, έτσι ώστε για ό,τι κακό –και είναι αμέτρητα τα συμβάντα μέσα σε μόλις δύο μήνες– να φταίνε τα «κατάλοιπα» που θα αναμορφωθούν καταλλήλως. Και, βέβαια, για οτιδήποτε ο πολίτης θα κάνει την καταγγελία του και η περίπτωση θα διερευνηθεί. Φυσικά, ο πολίτης μπορεί να συλλαμβάνεται κατά συρροή και συλλήβδην, να χτυπιούνται πολιτικά στέκια, να ποινικοποιούνται πολιτικές ενέργειες, όπως η κατάληψη δημόσιων κτιρίων και πανεπιστημιακών σχολών. Πράγματα πρωτοφανή, που γίνονται αποδεκτά με πρωτοφανή στήριξη από το ανφάν γκατέ της δημοσιογραφικής και πανεπιστημιακής σκέψης. Σαν έτοιμοι από καιρό –και ήταν πράγματι έτοιμοι– κατοχύρωσαν μετά το τριήμερο του Δεκέμβρη πολλές κατακτήσεις στην κατεδάφιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Έχει έτσι την άνεση και την πολυτέλεια ο υπουργός να προβαίνει και σε «δημοκρατικές» εξαγγελίες: κατάργηση του κουκουλονόμου, απαγόρευση χρήσης των χημικών, διακριτικά στους αστυνομικούς. Αλλά, αν είναι πολύ εύκολο να συλληφθείς με τις πιτζάμες στην κυριολεξία, τότε σε τι είναι απαραίτητος ο νόμος για την κουκούλα; Αν σε ένα διήμερο εκπαιδευτικών διαδηλώσεων ήταν σχεδόν ηρωική πράξη και μόνο το να πλησιάσει κανείς τα Προπύλαια, σε μια κατεχόμενη «νεκρή» πόλη, που δεν ήταν έτσι ούτε καν στις επισκέψεις Μπους και Κλίντον ή στο αντιπολεμικό συλλαλητήριο κατά τη αύνοδο κορυφής της ΕΕ επί Σημίτη, τότε σε τι θα είναι χρήσιμα τα χημικά; Άλλωστε, αν απαιτηθεί η διάλυση μιας διαδήλωσης, οι πολίτες θα ψεκάζονται με αντλίες νερού, που θα περιέχουν… χημικά. Είναι πολύ χοντρό το δούλεμα…

 

Ο κύκλος της βίας

Και εδώ ερχόμαστε στη δεύτερη και ίσως πιο ουσιαστική πλευρά, στην οποία αξίζει να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας: Αν απαγορεύεται πλέον οτιδήποτε το ΠΑΣΟΚ και το εκδοτικό κατεστημένο δεν θεωρούν πολιτική αντίσταση αλλά εγκληματική πράξη, αν έτσι μπορεί να βαφτιστεί προσεχώς η κατάληψη των φοιτητών –που άλλωστε ως «μειοψηφία» θα καταγγελθούν ότι παρακωλύουν το δημοκρατικό δικαίωμα της κοινωνίας στο εκπαιδευτικό έργο– και (γιατί όχι) η απεργία των λιμενεργατών –που πλήττει τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα της συμφωνίας με τους Kινέζους επενδυτές και, μάλιστα, εν μέσω οικονομικής κρίσης– … τότε ξέρουν πολύ καλά τι οικοδομούν. Επιδιώκουν να κατοχυρώσουν ένα θωρακισμένο πλαίσιο, που θα συμπιέζει στα όρια της παρανομίας και της κοινωνικής απομόνωσης τη συλλογική διαμαρτυρία, την αμφισβήτηση, την αντίσταση, τη διεκδίκηση. Αυτή είναι στρατηγική επιλογή, ιδιαίτερα στο περιβάλλον της «έκτακτης κατάστασης ανάγκης» που δημιουργεί η ένταση της κρίσης.

Είναι αυτή η πολιτική, όμως, που ταυτόχρονα σπρώχνει, απαγορεύοντας οποιαδήποτε άλλη διέξοδο συλλογικής δράσης, ένα όλο και μεγαλύτερο, όλο και νεότερο δυναμικό στον αδιέξοδο δρόμο της βίας. Άλλωστε, η βία σε κάθε της εκδήλωση και μορφή, σαν εικόνα, σαν συμπεριφορά, σαν ψυχολογία, ποτίζει τους νέους ανθρώπους, στάζοντας από όλα τα γρανάζια μιας κοινωνικής μηχανής, που δουλεύει για τα προκλητικά κέρδη μιας μειοψηφίας-συμμορίας. Οι χουλιγκανισμοί, οι τραμπουκισμοί, οι επιθέσεις σε πολιτιστικές και πολιτικές εκδηλώσεις, σε στέκια και πανεπιστημιακά αμφιθέατρα πυκνώνουν από διάφορες πλευρές και με διαφορετικά κίνητρα, πολλές φορές εν ονόματι της αντεξουσίας. Όλο και πιο συχνά στο πλαίσιο μαζικών κινητοποιήσεων «λογαριασμοί» τίθενται και «ξεκαθαρίζονται» με όρους ωμής βίας. Η κυριαρχία της απολίτικης και εκτονωτικής βίαιης ψυχολογίας και πρακτικής, όπως κι αν δικαιολογείται, όπως κι αν βαφτίζεται, διαμορφώνει καταστάσεις και παράγει αποτελέσματα.

Ο λόγος της εξουσίας είναι καλά προετοιμασμένος και ήδη έδωσε τα πρώτα επικίνδυνα δείγματα γραφής: «Όσοι ρίχνουν βόμβες μολότοφ, όσοι σπάνε βιτρίνες, όσοι χτυπούν καθηγητές, όσοι πυροβολούν αθώους αστυνομικούς στα αστυνομικά τμήματα, θα βρουν απέναντί τους αμείλικτο το νόμο», αυτά ήταν τα λόγια του Χρυσοχοΐδη! Τσουβάλιασμα, όλοι συλλήβδην, στοχοποίηση και ποινικοποίηση ενός ολόκληρου πολιτικού και κοινωνικού χώρου. Πού το πάνε; Πού σπρώχνουν τα πράγματα;

Tη θανατερή σιωπή, που θέλουν να επιβάλλουν στην παγωμένη κοινωνία, θα σπάει όλο και πιο συχνά, όλο και πιο εκκωφαντικά, όλο και πιο αιματηρά, ο κρότος από τις βόμβες, τα περίστροφα και τα αυτόματα όπλα; Το γνωρίζουν αυτό, επιλέγοντας την πολιτική της ωμής ισοπέδωσης απέναντι στα κινήματα της νεολαίας σήμερα, των εργαζόμενων και των ανέργων αύριο; Το γνωρίζουν πολύ καλά – και πιστεύουν ότι μπορούν και να το χειριστούν και να το αξιοποιήσουν κατάλληλα με τις επιδιώξεις τους. Θυμίζουμε το διάγγελμα «Στοιχηθείτε όλοι πίσω μου», του υπουργού, μετά το χτύπημα στο Α.Τ. της Αγίας Παρασκευής, μία ενέργεια της οποίας την ευθύνη σημειωτέον ανέλαβε «περίεργης» ταυτότητας οργάνωση ονόματι ΟΠΛΑ, με επιεικώς «περίεργο» περιεχόμενο προκήρυξης! Πλέον αντιλαμβάνεται και ο πιο καλοπροαίρετος σε ποια πολιτική μάς κάλεσε να συναινέσουμε ο υπουργός της Προστασίας μας.

Γίνεται αντιληπτό ποιοι, με την πολιτική τους, σπρώχνουν τα πράγματα σε τέτοιες επικίνδυνες εξελίξεις. Γίνεται αντιληπτό και ποια είναι η μοναδική διέξοδος από το φαύλο κύκλο της βίας και του τρόμου.

 

Δημήτρης Υφαντής