ΦΑΚΕΛΟΣ: Αγώνες μέσα στην κρίση

τ.255, 14/11/2008

Ένα πολύ θερμό φθινόπωρο στην Ιταλία, του Μάρκο Σαντοπάντρε

Κάνει πίσω ο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία

Τα δύο άρθρα που δημοσιεύουμε εδώ αναφέρονται στις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις των εργαζόμενων και της νεολαίας στην Ιταλία. Εκεί, παρά την καταβαράθρωση της αριστεράς λόγω της συμμετοχής της στην κεντροαριστερή κυβέρνηση Πρόντι, ο κόσμος ξανασηκώνει κεφάλι. Εκατομμύρια βγαίνουν στους δρόμους, και η κυβέρνηση αρχίζει να κάνει πίσω.

Δεν έχουν τέλος οι κινητοποιήσεις στις οποίες, εδώ και δύο μήνες, συμμετέχουν εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές και μαθητές, που προχωρούν σε καταλήψεις πανεπιστημίων και σχολείων με την υποστήριξη των καθηγητών κάθε βαθμίδας. Ταυτόχρονα, οι συμβασιούχοι ερευνητές έχουν κατεβεί σε απεργία διαρκείας. Δεν πρόκειται για τα "συνηθισμένα" ξεσπάσματα που σημειώνονται κάθε φθινόπωρο. Φέτος οι κινητοποιήσεις όχι μόνο δεν δείχνουν σημάδια κόπωσης αλλά, αντίθετα, δυναμώνουν και επεκτείνονται σε άλλους κοινωνικούς, γεωγραφικούς και εργασιακούς χώρους. Την αφορμή πρόσφερε η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι, που προχώρησε σε πρωτόγνωρες περικοπές κονδυλίων για τη Δημόσια Παιδεία και απέφυγε οποιοδήποτε διάλογο με φοιτητές και καθηγητές. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να εξοργίσει τους πάντες.

Στο στόχαστρο μπήκαν από δημοτικά σχολεία μέχρι Πανεπιστήμια, από φοιτητές και καθηγητές μέχρι τεχνικοί και επιστάτες. Κι ακόμη οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι ερευνητές, οι εργαζόμενοι στην Αλιτάλια, οι μεταλλεργάτες.

Δεν σκέφτηκε ο Μπερλουσκόνι ότι αυτή η τακτική θα προκαλούσε αντιδράσεις; Ίσως ευελπιστούσε πως θα έχει τη συνενοχή των επίσημων συμβιβασμένων συνδικάτων (CGIL-CISL-UIL), στα οποία προστέθηκε τελευταία και η φαντασμαγορική UGL. Ίσως περίμενε την ανοχή του Δημοκρατικού Κόμματος του Βελτρόνι για κάποια οικονομικά μέτρα δεξιού χαρακτήρα, σε μια ορισμένη συνέχεια με τις κυβερνήσεις Πρόντι και Ντ’ Αλέμα. Ή, ακόμη, υπολόγιζε στην ανικανότητα της πολυσυλλεκτικής Αριστεράς – Ουράνιο Τόξο, που έμεινε εκτός Βουλής μετά την καταστροφική συμμετοχή της στην προηγούμενη κυβέρνηση.

Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά: το Δημοκρατικό Κόμμα του Βελτρόνι οργάνωσε μια διαδήλωση για τις 25 Οκτώβρη, ενώ η Κομμουνιστική Επανίδρυση και οι Ιταλοί Κομμουνιστές καλούσαν σε πανιταλική πορεία για τις 11 Οκτώβρη, με αντίστοιχο σκεπτικό: να κατεβάσουν στους δρόμους τους οπαδούς τους με συγκεχυμένα συνθήματα, χωρίς συγκεκριμένο πρόγραμμα πάλης, χωρίς αποτελεσματική κλιμάκωση των αγώνων, χωρίς συντονισμό των εργαζομένων διαφόρων τομέων, που θα μπορούσαν να αλλάξουν το συσχετισμό δυνάμεων. Οι ηγεσίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης σκεφτόντουσαν να κινηθούν επικοινωνιακά, να κατεβούν σε κάποιες κινητοποιήσεις μέχρι να περάσει το φθινόπωρο.

Όμως ήδη είχε φανεί καθαρά πως αυτό το φθινόπωρο δεν θα ήταν σαν όλα τα άλλα: από το κάλεσμα σε γενική πανιταλική απεργία για τις 17/10 όλων των συνδικάτων βάσης, μέχρι τον ξεσηκωμό χιλιάδων εργαζομένων της Αλιτάλια ή το κίνημα που ξέσπασε αυθόρμητα από τα σχολεία, όπου άρχισαν καταλήψεις από τους μαθητές, τους γονείς και τους δασκάλους.

Οι κλαδικές κινητοποιήσεις σύντομα άρχισαν να εξαπλώνονται και να αποκτούν χαρακτηριστικά κινήματος στο χώρο της δημόσιας παιδείας, από τα δημοτικά σχολεία μέχρι τα πανεπιστήμια, και ακόμη πιο πλατιά, σε όλους τους εργαζόμενους. Όλοι πια έχουν αγανακτήσει. Δεν μπορούν να ανεχτούν άλλα χτυπήματα, και έχουν κουραστεί να υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης του καπιταλισμού, που οι κυρίαρχες τάξεις προσπαθούν να μετακυλίσουν στο προλεταριάτο και στα μικρομεσαία στρώματα. Το κίνημα φουντώνει και ξεφεύγει από τις συγκεκριμένες διεκδικήσεις. Ο κόσμος απαιτεί ένα σίγουρο και αξιοπρεπές αύριο για τη σημερινή και τις αυριανές γενιές, την επιστροφή στην αληθινή πολιτική για εκατομμύρια ανθρώπους που, εξαιτίας της κατάφωρης χρεωκοπίας του καπιταλισμού, αρχίζουν να αμφισβητούν τις επιταγές αυτού του συστήματος που είναι σε κρίση.

Στο επίκεντρο των κινητοποιήσεων είναι τα σχολεία και τα πανεπιστήμια: για πρώτη φορά διαδηλώνουν μαζί φοιτητές, καθηγητές και γονείς. Οι υπουργοί Παιδείας, Οικονομίας και Εσωτερικών προώθησαν διατάγματα που μειώνουν κατά 8 δισεκατομμύρια ευρώ τους πόρους για την Παιδεία, καταργούν 138 χιλιάδες θέσεις εργασίας καθηγητών, τεχνικών και επιστατών. Διατάγματα που μειώνουν τις ώρες διδασκαλίας και ετοιμάζονται να καταργήσουν την "ολοήμερη διδασκαλία", διογκώνουν τη δουλειά και αυξάνουν τον αριθμό των μαθητών ανά τάξη, εντείνοντας τα προβλήματα για τους αλλοδαπούς ή τα παιδιά με ειδικές ανάγκες και χειροτερεύοντας την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

Στα πανεπιστήμια, εμποδίζουν τη μονιμοποίηση σε ωρομίσθιους καθηγητές και ερευνητές και τα μετατρέπουν σε "εταιρίες", ιδιωτικοποιώντας την ανώτατη εκπαίδευση και διπλασιάζοντας ή και τετραπλασιάζοντας τα δίδακτρα που ισχύουν σήμερα. Μια όλο και μεγαλύτερη, γενικευμένη επίθεση, που όχι μόνο επαναλαμβάνει αλλά και επιτείνει τις πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς.

Στην αρχή η κυβέρνηση, που έχει την πλειοψηφία στη Βουλή, κρατούσε απειλητική στάση και διατυμπάνιζε πως είναι ανυποχώρητη στις επιλογές της. Αλλά στις 17/10, μπροστά σε μια διαδήλωση περίπου 500 χιλιάδων στη Ρώμη κατά τη γενική απεργία που κήρυξαν τα συνδικάτα βάσης CUB, Cobas και Sdl, φάνηκε καθαρά πως η αντιπαράθεση θα ήταν σκληρή και διαρκείας. Από την ημέρα εκείνη πολλαπλασιάστηκαν οι κινητοποιήσεις, οι περικυκλώσεις, το κλείσιμο δρόμων, οι συνελεύσεις, οι καταλήψεις, τα ανοιχτά μαθήματα στις πλατείες. Το κίνημα διευρύνθηκε, επεκτάθηκε, απέκτησε όνομα ("το Κύμα"), σύνθημα ("Δεν θα πληρώσουμε εμείς την κρίση σας") και συγκεκριμένο στόχο: όχι την τροποποίηση, αλλά την απόσυρση των νόμων 133 και 137.

Στις 30/11 κατέβηκαν στους δρόμους ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι από όλη τη χώρα, και εκατοντάδες χιλιάδες στις 7/11. Για τις 14/11 έχει κηρυχτεί γενική απεργία από όλα τα συνδικάτα εργαζομένων σε σχολεία και πανεπιστήμια. Κι όχι μόνο, γιατί τις τελευταίες εβδομάδες, μετά την απεργία των συνδικάτων βάσης, ακολούθησε απεργία και διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων συμβασιούχων που δουλεύουν στην Έρευνα και στο Δημόσιο, ενάντια στον νόμο Μπρουνέτα, που ουσιαστικά προωθεί την απόλυσή τους.

Ο Μπερλουσκόνι στην προεκλογική εκστρατεία του υποσχόταν τη διάσωση της Αλιτάλια. Αμέσως μετά την εκλογή του όμως ανήγγειλε το ξεπούλημά της σε ιταλούς επιχειρηματίες, με επικεφαλής τον Κολανίνο (που πρόσκειται στο Δημοκρατικό Κόμμα!). Επιπλέον, η κυβέρνηση δώρισε το υγιές κομμάτι της σε μια καινούρια εταιρία –την CAI– φροντίζοντας ώστε τα δισεκατομμύρια χρεών να ξεπληρωθούν από το Δημόσιο, εφαρμόζοντας το καπιταλιστικό σλόγκαν "να κοινωνικοποιούμε τις ζημιές και να ιδιωτικοποιούμε τα κέρδη".

Οι νέοι ιδιοκτήτες ζήτησαν και πήραν από την κυβέρνηση και τα συμβιβασμένα συνδικάτα το πράσινο φως για 10.000 απολύσεις! Εδώ και λίγες μέρες η CAI έκανε γνωστό πως δεν θα προσληφθούν όσοι εργαζόμενοι είναι εγγεγραμμένοι στα συνδικάτα που δεν συναίνεσαν σε αυτή την "παραχώρηση", όπως και όσοι έχουν στην οικογένειά τους άτομο με ειδικές ανάγκες ή πάσχοντα από κάποια ανίατη ασθένεια κ.λπ. Μια νομιμοποιημένη εθνοκάθαρση στην κυριολεξία!

Και στην περίπτωση αυτή μόνο τα συνδικάτα βάσης (η CUB και εν μέρει το SDL) αντέδρασαν οργανωμένα, ενώ τα υπόλοιπα συνδικάτα ή συνυπέγραψαν αμέσως τη συμφωνία με την κυβέρνηση (CGI, CISL και UIL) ή άλλα (π.χ. το συνδικάτο των πιλότων) συμπεριφέρθηκαν συντεχνιακά, ενδιαφερόμενοι μόνο για τα στενά τους συμφέροντα. Η Συνομοσπονδία CUB προετοιμάζει για τις 25/11 απεργία, με την οποία έχουν συμφωνήσει και άλλα συνδικάτα των πιλότων, των ιπταμένων και των αεροσυνοδών. Επίσης η Επιτροπή Αγώνα της Αλιτάλια κάλεσε αιφνιδιαστικά σε απεργία για τις 10/11, χωρίς να υπολογίσει τους αυστηρούς περιορισμούς που ισχύουν για την κήρυξη μιας απεργίας στον κλάδο. Προγραμματίζονται ακόμη κινητοποιήσεις των δημοσίων υπαλλήλων, απεργίες στα μέσα μαζικής μεταφοράς, και απεργία των εργατών μεταλλουργίας που προκήρυξε η FIOM, το κλαδικό συνδικάτο της CGIL.

Στα δευτεροβάθμια σωματεία εργαζόμενοι και φοιτητές ζητούν επίμονα μια γενική απεργία ενάντια στην κυβέρνηση, αλλά οι ηγεσίες διστάζουν και προσπαθούν να τους αναχαιτίσουν. Αναβάλουν την λήψη απόφασης, λέγοντας ότι αυτό θα έβαζε τέλος στη συνεργασία με την κυβέρνηση, και θα τροφοδοτούσε ριζοσπαστικές δράσεις που δεν θα ήταν εύκολο στη συνέχεια να τεθούν υπό έλεγχο. Τα συνδικάτα CGIL, CISL και UIL εξακολουθούν να ζητούν συνεννόηση με την κυβέρνηση, και να συμμετέχουν στις συνομιλίες για να διαφυλάξουν την εξουσία τους, αλλά ο Μπερλουσκόνι και ο σύνδεσμος Βιομηχάνων δεν σκέφτονται έτσι. Ο Μπερλουσκόνι και οι υπουργοί του βρίσκονται σε δύσκολη θέση: τροποποίησαν εν μέρει τους νόμους για τις περικοπές κονδυλίων στην Παιδεία, για να δείξουν ότι ακούν τα αιτήματα του κόσμου. Αλλά φοιτητές και εργαζόμενοι ζητούν την απόσυρση των νόμων και καλούν σε πανιταλική συνέλευση στη Ρώμη στις 15 και 16/11, για να οργανώσουν πιο καλά την ανάπτυξη των κινητοποιήσεων, αρνούμενοι τους χειρισμούς του Δημοκρατικού Κόμματος που, ενώ συμφωνεί με τα περισσότερα κυβερνητικά μέτρα, προσπαθεί να καρπωθεί τη λαϊκή αγανάκτηση για εκλογική σκοπιμότητα.

Και για το κίνημα αυτό, καθώς και για τα κινήματα που στρέφονται ενάντια στις χωματερές, στους αποτεφρωτές και τις στρατιωτικές βάσεις, η κυβέρνηση επιφυλάσσει χρήση βίας και άγρια καταπίεση: μερικοί φοιτητές συνελήφθησαν, ενώ σε πολλές περιπτώσεις η αστυνομία, ακόμη και οι στρατιώτες, χρησιμοποιήθηκαν για να χτυπήσουν τις διαδηλώσεις. Ακόμη και ο Φραντσέσκο Κοσίγκα, πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, συμβούλεψε τον Μπερλουσκόνι να αλλάξει τακτική: του πρότεινε να στείλει ασφαλίτες ανάμεσα στους φοιτητές και τους εργαζόμενους, για να προκαλέσουν επεισόδια και συγκρούσεις, να προκύψει και κανένας νεκρός, ώστε να μπορεί μετά να εξαπολύσει άγρια καταπίεση, που έτσι θα έχει και τη συναίνεση της κοινωνίας! "Να κάνετε ό,τι έκανα εγώ το 1977" είπε ο Κοσίγκα, για πολλά χρόνια άνθρωπος του ΝΑΤΟ και των αμερικάνικων μυστικών υπηρεσιών, που συμμετείχε σε διάφορα κυβερνητικά σχήματα της Ιταλίας. Λίγες μέρες αργότερα, περίπου 40 νεοφασίστες της οργάνωσης Blocco Studentesco, οπλισμένοι με καδρόνια, εισχώρησαν σε μια διαδήλωση μαθητών λυκείου κοντά στην έδρα της Γερουσίας και βάλθηκαν να χτυπούν παιδιά 15 ετών χωρίς η Αστυνομία, που βρισκόταν εκεί, να τους εμποδίσει.

Τους αναχαίτισαν μόνο μερικές εκατοντάδες φοιτητές και αγωνιστές της αριστεράς που πήγαν να προστατέψουν τα παιδιά και να διώξουν τους φασίστες. Μέχρι τότε, "κόκκινοι και μαύροι" διαδήλωναν παρέα, στο όνομα της κοινής διαφωνίας με την κυβέρνηση… Στις 29/10 πολύς κόσμος κατάλαβε τι είναι οι φασίστες και πώς χρησιμοποιούνται για να διασπάσουν το μαζικό κίνημα, να δικαιολογήσουν την επίθεση της αστυνομίας ενάντια σε όποιον αγωνίζεται, να προκαλέσουν επεισόδια και να δώσουν το δικαίωμα να μιλάνε για εξτρεμιστές της δεξιάς και της αριστεράς. Να οι γνωστοί "εξτρεμισμοί των δύο άκρων" για τους οποίους μιλούσαν τα αστικά κόμματα και ο αστικός τύπος τη δεκαετία του 1970, για να δικαιολογηθεί η καταπίεση!

Τώρα το κίνημα, που ονομάζεται "το Κύμα" ορίζεται ξεκάθαρα αντιφασιστικό, και στις πρόσφατες διαδηλώσεις τα μέλη του Blocco Studentesco και άλλων φασιστικών οργανώσεων απομακρύνθηκαν και εκδιώχτηκαν από τις γραμμές του. Θα φανεί σύντομα αν το κίνημα αυτό μπορέσει να ωριμάσει και να αποκτήσει μια πολιτική πλατφόρμα ανεξάρτητη από τους χειρισμούς της κεντροαριστεράς. Δεν φαίνεται πιθανό να δεχτεί βοήθεια από την πρώην Αριστερά – Ουράνιο Τόξο, γιατί αυτή δεν είναι πολιτικά και ιδεολογικά αυτόνομη, ενώ αδυνατεί να συμμετέχει σε αγώνες.

Όμως μια ολόκληρη γενιά, σπρωγμένη από την κρίση, βρέθηκε να συμμετέχει σε πολιτικούς αγώνες, και αρχίζει να βάζει ερωτήματα για τη φύση του καπιταλιστικού συστήματος. Βέβαια μόνο οι ερωτήσεις δεν αρκούν. Αποτελούν ωστόσο την προϋπόθεση για μια απάντηση που θα μπορούσε να ξαναφέρει στο προσκήνιο τους συσχετισμούς δύναμης που προκύπτουν από αυτό που κάποιοι –πολλοί– αποκάλεσαν "τέλος της ιστορίας".

Οι κομμουνιστές και οι αντικαπιταλιστικές οργανώσεις πρέπει να επιχειρήσουν να απαντήσουν κατάλληλα σε αυτή την πολιτική ερώτηση και σε μια χωρίς προηγούμενο διάθεση για συμμετοχή.

Μάρκο Σαντοπάντρε,
Δίκτυο των Κομμουνιστών (Ιταλία)