Η γυναίκα που προσευχόταν για τον ρήγα της (Ελληνόφωνα Κάτω Ιταλίας)
Λένε πως μια φορά κι έναν καιρό ζούσε σ’ έναν τόπο ένας ρήγας μεγάλος και τρανός. Μετά τα πρώτα χρόνια της εξουσίας του, τούτος ο ρήγας συνήθιζε να μεταμφιέζεται σε ζητιάνο και να βγαίνει τα βράδια στους δρόμους και τις γειτονιές και να αφουγκράζεται τη γνώμη του κόσμου για τον τρόπο που τους κυβερνά. Όλοι οι ανθρωποι είχαν παράπονα από τον ρήγα και τον έβριζαν για τα φιρμάνια που έβγαζε και τις αποφάσεις που έπαιρνε και κανένας τους δεν έλεγε καλό λόγο για δαύτον.
Ένα βράδυ, ο ρήγας-ζητιάνος εκεί που είχε βγει και πάλι στους δρόμους και τις πλατείες κι έστηνε αφτί, συνάντησε μια γριά. Έριχνε κι αυτή του λόγου της κατάρες κι αναθέματα όπως έκανε όλος ο κόσμος στον ρήγα. Μα σαν αντίκρισε το ζητιάνο άλλαξε τις κουβέντες της κι άρχισε να τον επαινεί και να παρακαλάει το Θεό να κόβει μέρες απ’ το λαό και να δίνει του ρήγα της χρόνια και να είναι καλά να τους διαφεντεύει. Ήταν η μόνη μέχρι τότε που ο ρήγας άκουσε από όλους να λέει καλή κουβέντα για τον μεγάλο βασιλιά. Ο ρήγας στάθηκε και τη ρώτησε γιατί το κάνει αυτό και η γριά αποκρίθηκε ότι τον αναγνώρισε και δεν μπόρεσε να την ξεγελάσει η μεταμφίεσή του αλλά κι ακόμα ότι δεν τον φοβόταν. Του είπε: «Ζητάω και παρακαλώ τον Θεό να μου κόβει χρόνια και να σου δίνει, ρήγα μου, μέρες, γιατί είμαι στα χρόνια τόσο γριά που έχω προλάβει την εξουσία του παππού σου σαν ήμουνα μικρό κορίτσι. Τον θυμάμαι που ήταν του λόγου του αυτός ένας παλιάνθρωπος και σκληρός που έγδερνε και παλούκωνε τον κόσμο κι ο λαός πολλά υπόφερνε και κακοπερνούσε. Σαν πέθανε ο παππούς σου, μετά από αυτόν πήρε το θρόνο ο πατέρας σου που αποδείχτηκε χειρότερος από κείνον κι έκανε ακόμα πιο φοβερά πράγματα και σκόρπισε την καταστροφή και τον πόνο στους ανθρώπους του τόπου μας. Και μετά από τον πατέρα σου ήρθες εσύ, και ζούμε εμείς εδώ σήμερα ακόμα πιο άσχημα από πριν και βαρυγκομούμε και βασανιζόμαστε κάθε μέρα που περνά και μας πίνεις το αίμα, παλιάνθρωπε!»
«Στάσου, γριά! Τότε γιατί με επαινείς και παρακαλάς το Θεό να είμαι καλά και να σας διαφεντεύω;» ρώτησε ο ρήγας με απορία. Η γριά αποκρίθηκε: «Γιατί ρήγα μου, αυτό που με φοβίζει περισσότερο είναι η σκέψη που κάνω για το πώς θα είναι ο γιος σου που θα έρθει μετά από σένα στο θρόνο! Γι’ αυτό κι εγώ παρακαλάω το Θεό να σ’ έχει καλά και να πολυημερεύσεις…».
Πηγή: Προύσαλης, Δημήτρης (2008):
Ελληνόφωνα παραμύθια από την Κάτω Ιταλία.
Αθήνα. Εκδόσεις Απόπειρα
Για πληροφορίες, παραγγελίες: εκδόσεις Α/συνεχεια
Ησαΐα Σαλώνων 6, 11475 Γκύζη, τηλ. 210-6441745, φαξ. 210-6430024, email: [email protected], http://asynechia.gr