Παρόλο που δεν έχουν ακόμα συμπληρωθεί οι πρώτες 100 μέρες της νέας κυβέρνησης –μέσα στις οποίες θα υλοποιούνταν οι προεκλογικές δεσμεύσεις του ΠΑΣΟΚ– πραγματοποιήθηκε ήδη η πρώτη συνάντηση σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων για να αντιμετωπιστούν τα κρίσιμα ζητήματα της οικονομίας, και έχουν φανεί καθαρά πολλές παλινωδίες του οικονομικού επιτελείου. Μάλιστα είχαμε και την πρώτη παραίτηση μέλους της κυβέρνησης, μόλις ανακαλύφθηκαν ορισμένα ρουσφέτια που έκανε μάνι-μάνι ο άνθρωπος.
Από ουσιαστική άποψη, η νέα κυβέρνηση, έχοντας την πλήρη υποστήριξη όλων των κέντρων, βάλθηκε να προετοιμάσει το έδαφος για σκληρότατα αντιλαϊκά-αντεργατικά μέτρα που «πρέπει» να ληφθούν για να ηρεμήσουν οι αγορές που έχουν αγριέψει, για να παρθούν έστω με δυσκολότερους όρους νέα δάνεια από τις χρηματογορές, για να μην πτωχεύσει η χώρα, για να μην βουλιάξουμε. Το σύνθημα «αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» που λανσαρίστηκε προεκλογικά εφαρμόζεται στην πράξη με όλο το πακέτο μέτρων που πρότεινε ο… Καραμανλής όταν επικαλέστηκε λόγους για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου εφαρμόζει όλες –μα όλες– τις ρήτρες και τις επιταγές που θέτουν οι Βρυξέλλες. Η τάχα σκληρή διαπραγμάτευση που θα έκανε αποδείχτηκε πλήρης συμμόρφωση στις ράγες της επιτήρησης. Κατά κύματα και με δόσεις εφαρμόζονται μέτρα μιας οικονομικής «θεραπείας-σοκ» που θα πλήξει μισθολογικές, ασφαλιστικές και εργασιακές σχέσεις – δικαιώματα που ούτε καν φαντάζονταν μέχρι τώρα οι εργαζόμενοι ότι θα μπουν στο στόχαστρο.
Για να γίνει αυτό «ομαλά», δηλαδή χωρίς κλυδωνισμούς και μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις, έχει στηθεί μια συγχρονισμένη και ενορχηστρωμένη επιχείρηση ενστάλλαξης στη συνείδηση του κάθε εργαζόμενου, άνεργου, συνταξιούχου, μικροβιοτέχνη κ.λπ. πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τα σκληρά μέτρα που παίρνονται και πρόκειται να παρθούν. Πως δεν υπάρχει καμιά περίπτωση τέτοια μέτρα να μην παρθούν, και πως έτσι κι αλλιώς είναι απαραίτητο να παρθούν και θα παρθούν, πως είναι «μοιραίο». Η αξιοποίηση της πραγματικής απειλής χρεοκοπίας, οι απειλές που ρίχνουν κατά ριπάς τα διεθνή κέντρα για τη λήψη επώδυνων αποφάσεων και η «συναίνεση» που καλλιεργείται στις κορυφές με το «διάλογο» και τις συναντήσεις αρχηγών κομμάτων, είναι ακριβώς στην κατεύθυνση της προετοιμασίας αυτού του κλίματος. Έτσι πέφτουν «ομοβροντίες» για κατάργηση του 14ου μισθού, για νέο ασφαλιστικό, για μείωση των μισθών ώστε να προετοιμαστούν τα πνεύματα για το «αναπόφευκτο» των σκληρών πακέτων. Αυτός ο διαρκής εκφοβισμός και εκβιασμός που κατηγορηματικά καλεί τη συντριπτική πλειοψηφία να ετοιμαστεί για μεγάλες θυσίες και δημιουργεί την απατηλή βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, είναι απαραίτητος όρος για να ξαναστηθεί –έστω και πάνω στον ωμό οικονομικό εκβιασμό και καταναγκασμό– μια καταρρακωμένη αστική ηγεμονία, που είδε πολλά από τα δόγματα του νεοφιλελευθερισμού να καταρρέουν μέσα στις αναστατώσεις που έφερε η οικονομική κρίση. Η υπόθεση των 28 δις που βρέθηκαν αμέσως και προσφέρθηκαν στις τράπεζες έπαιξε μεγάλο ρόλο στην αποκάλυψη πολλών «μύθων».
Έστω και μέσα από τριγμούς –και μεγάλο φόβο, θα προσθέταμε– κυβερνήσεις και ευρωενωσιακές δομές έχουν δείξει την αποφασιστικότητά τους στο να διατηρήσουν το νεοφιλελευθερισμό ως οικονομική συνταγή και να προχωρήσουν σε μέτρα και ρυθμίσεις που να μειώνουν το μισθολογικό κόστος, με όποιο κόστος: δεν είναι τυχαίο πως μέσα σε λίγες μέρες, σχεδόν ταυτόχρονα, πραγματοποιήθηκε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο μια τεραστίων διαστάσεων επίδειξη αστυνομικής καταστολής και πυγμής. Σε Αθήνα, Κοπεγχάγη και γερμανικά πανεπιστήμια πραγματοποιήθηκαν χιλιάδες συλλήψεις και καταστρώθηκαν αστυνομικές καταλήψεις πόλεων για να αποφευχθούν ή να αντιμετωπιστούν διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες για την παιδεία που δεν παρέχεται, για την εργασία που δεν υπάρχει, για το κλίμα που καταστρέφεται. Υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα-πρόβλημα: μπροστά στις αποφάσεις των εκπροσώπων του κεφαλαίου που εφαρμόζουν τον «υπαρκτό ευρωπαϊσμό», εκφράζεται η αντίθεση και η αντίσταση (και, εν δυνάμει, η εξέγερση) μιας νεολαίας και τμημάτων των εργαζόμενων που βρίσκονται στο στόχαστρο. Ο «υπαρκτός ευρωπαϊσμός» δεν είναι τίποτα άλλο από ένα κράμα αντεργατικής, αντιλαϊκής και αντιδημοκρατικής πολιτικής και από μέτρα και ρυθμίσεις που θέτουν συνειδητά και στοχευμένα εμπόδιο σε κάθε πρόοδο και συντονισμό.
Οι εργατικοί Δεκέμβρηδες δεν είναι μακριά και ο αέρας, η αύρα έστω του περσινού Δεκέμβρη ακόμα φοβίζει τους «τρανούς» σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης. Όπως πριν από μια μεγάλη μπόρα φυσούν απότομα αέρηδες που την προμηνύουν, έτσι και τώρα η Γηραιά Ήπειρος φαίνεται να διαπερνιέται από ρεύματα που προμηνύουν μεγάλη αταξία. Γι’ αυτό έκαναν αυτή τη μεγάλη επίδειξη δύναμης με τις αστυνομίες και τα φόβητρά τους οι «μεγάλοι». Πίσω από αυτές τις επιδείξεις κρύβουν και το φόβο τους.
Φυσικά και ξέρουν ορισμένα που ξέρουμε κι εμείς: Ότι το στρατόπεδο των εργαζομένων, των νέων, και όσων πληρώνουν το μάρμαρο του «υπαρκτού ευρωπαϊσμού» δεν είναι οργανωμένο, πως είναι βασικά αυθόρμητες και ασυντόνιστες οι αντιδράσεις. Γνωρίζουν επίσης ότι δεν υπάρχει μια πολιτική έκφραση και ένα πολιτικό σχέδιο που να δώσει φωνή, προοπτική. Όπως γνωρίζουν ότι οι συνδικαλιστικές κορυφές θα είναι στο «διάλογο», θα κάνουν ό,τι μπορούν για να κρατηθούν οι αντιδράσεις σε ορισμένο επίπεδο.
Τα συγχαρητήρια που έδρεψε ο Χρυσοχοΐδης για την αντιμετώπιση της πρώτης «επετείου» από τον περσινό Δεκέμβρη και οι επιθέσεις που γίνονται ενάντια στο ΣΥΡΙΖΑ –ακόμα και σήμερα– θέλουν να ξορκίσουν ένα φόβο: μήπως και πραγματοποιηθεί η συνάντηση μιας αντισυστημικής Αριστεράς με τις κοινωνικές ομάδες και στρώματα που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο, μήπως και συναντηθούν η οργή, η απόγνωση κι η δυσαρέσκεια με ένα πολιτικό σχέδιο της Αριστεράς. Δεν είναι άλλωστε περίεργο που, είκοσι χρόνια μετά το ’89, ένα χρόνο μετά το Δεκέμβρη, και σε συνθήκες που είναι ορατή μια ανικανότητα των επιτελείων της υπαρκτής Αριστεράς να γίνουν ελκτικός πόλος, ανακαλύπτεται ξανά ο φόβος του «αριστερισμού-εξτρεμισμού»;
Το πώς «διαβάζονται» όσα συμβαίνουν στην ευρωπαϊκή γειτονιά μέσα στη δίνη της κρίσης, και η θέση που παίρνει κάθε πολιτική δύναμη και άρα η συμπεριφορά της, είναι σημαντικά κριτήρια. Υπάρχουν οι όροι να εκτραπεί η επιχείρηση «μοιραίο» που θέλουν να προδιαγράψουν οι «μεγάλοι» σαν μοναδική δυνατότητα. Ο ρόλος μιας ριζοσπαστικής και αντισυστημικής Αριστεράς είναι ακριβώς να δείξει πού οδηγεί το «μοιραίο» τους εργαζόμενους, να δείξει τα αδιέξοδα που συσσωρεύονται και, κυρίως, να σταθεί δίπλα σε (ή να πυροδοτήσει) αγώνες, αντιστάσεις, εξεγέρσεις.