Με αφορμή τις εθιμοτυπικές απεργίες (μέρος Γ’)
Η αναγνώριση και η ερμηνεία της κατάστασης του συνδικαλιστικού κινήματος μπροστά στο φάσμα της κρίσης δεν μπορεί να δώσει και πολλά πράγματα αν δεν οδηγήσει σε μια απάντηση στο ερώτημα τι πρέπει να γίνει.
Το ξέσπασμα και η εξέλιξη της κρίσης –παρά την εκστρατεία εφησυχασμού– έχει σπείρει πανικό σε όλους τους παράγοντες του συστήματος οι οποίοι φροντίζουν με τη σειρά τους να "εξάγουν" τον πανικό στους εργαζόμενους με προειδοποιήσεις και μέτρα που φορτώνουν τα βάρη της κρίσης στις πλάτες τους. Από τη μια πλευρά έχουμε τη χρησιμοποίηση του κρατικού προϋπολογισμού –στον οποίο συνεισφέρουν κατά το μεγαλύτερο ποσοστό οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι– για τη στήριξη των επιχειρήσεων που καταρρέουν. Από την άλλη βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τον περιορισμό της παραγωγής, με αντίστοιχη μείωση της απασχόλησης, με κλείσιμο εργοστασίων ή με κύματα απολύσεων. Και στις τρεις περιπτώσεις οι εργαζόμενοι καλούνται να επωμιστούν το βάρος της κρίσης και μάλιστα συναινώντας, άμεσα ή έμμεσα. Άμεσα, στην περίπτωση του περιορισμού της εργασίας όπου η μείωση του εργάσιμου χρόνου είτε θα σημάνει μείωση των αποδοχών είτε θα συμψηφιστεί με περισσότερη εργασία σε κάποια άλλη στιγμή. Και έμμεσα στις περιπτώσεις των απολύσεων, όπου ζητείται η κατανόηση των εργαζόμενων αφού "δεν υπάρχουν χρήματα" για τη στήριξη των ανέργων. Σε κάθε περίπτωση, η λογική "να στηρίξουμε όλοι μαζί το σύστημα" κυριαρχεί και προβάλλεται, άσχετα αν το "όλοι μαζί" αφορά τους εργαζόμενους και όχι το μεγάλο κεφάλαιο. Ήδη τα πρώτα δείγματα της στάσης του "υπεύθυνου" συνδικαλισμού έχουν δοθεί. Στήριξη των πολιτικών διάσωσης των επιχειρήσεων με την ελπίδα, ή και το πρόσχημα, ότι έτσι θα διασωθούν και κάποιες θέσεις εργασίας. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις τα μέτρα αυτά βαφτίζονται "αντινεοφιλελεύθερα" αφού εκδηλώνονται με κρατική παρέμβαση. Άλλη μια προσπάθεια να ριχτεί στάχτη στα μάτια των εργαζόμενων ότι τάχα αλλάζει η πολιτική η οποία οδήγησε στην κρίση.
Ήδη έχουμε ορίσει τα βασικά σημεία αντιπαράθεσης με τον συνδικαλισμό που "γνωρίζει τα όριά του" και φροντίζει να υπηρετεί το σύστημα που τον ανέδειξε. Πρώτον, θα πρέπει να γίνει καθαρό πως καμιά στροφή πολιτικής δεν υπάρχει, κανένα μάθημα δεν έχουν πάρει, τίποτα δεν είναι διατεθειμένοι να διορθώσουν. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι ο καπιταλισμός του σήμερα. Αυτό ίσχυε, εξακολουθεί να ισχύει και θα συνεχίσει μέχρι να τους αναγκάσουμε εμείς να το αλλάξουν. Η "κρατική παρέμβαση" έρχεται να επιβεβαιώσει με τον πιο ωμό τρόπο πως οι κρατικές λειτουργίες υπάρχουν για να υπηρετούν το κέρδος των μονοπωλίων, τη μεταφορά πόρων από τους πολλούς στους λίγους. Αυτό ίσχυε μέχρι σήμερα, αυτό ισχύει και τώρα και μάλιστα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Αν λοιπόν οι εργαζόμενοι είχαν λόγους να επιδιώκουν την ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού, σήμερα έχουν πολύ περισσότερους και αυτό θα πρέπει να εκδηλωθεί.
Με την απαίτηση να σταματήσει κάθε στήριξη της "ιδιωτικής πρωτοβουλίας" και οι κρατικοί πόροι να κατευθυνθούν στην ουσιαστική στήριξη των εργαζόμενων και των ανέργων. Με το αίτημα για απαγόρευση των ομαδικών απολύσεων. Με την άρνηση για οποιαδήποτε μείωση αποδοχών με οποιονδήποτε τρόπο.
Με την απαίτηση να ενισχυθεί η κρατική πρόνοια, ιδιαίτερα σε μια περίοδο κατά την οποία οι επιχειρήσεις καταγράφουν μείωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Και φυσικά το παραπάνω θα πρέπει να εκφραστεί και στις κοινωνικές δαπάνες των προϋπολογισμών οι οποίες είναι αναγκαίο να αυξηθούν σημαντικά για να μπορέσουν να καλύψουν τις λαϊκές ανάγκες αυτή την περίοδο.
Αντίστοιχα, τα μέτρα για τη στήριξη των εργαζόμενων και των άνεργων θα πρέπει να μπουν στην ημερήσια διάταξη, περιλαμβάνοντας μείωση των έμμεσων φόρων και πάγωμα των τιμολογίων στα βασικά είδη, μείωση των τιμολογίων των ΔΕΚΟ, δωρεάν μεταφορά των εργαζόμενων κ.λπ.
Εδώ μιλάμε για την ανάπτυξη ενός διεκδικητικού κινήματος με κεντρικό στόχο να μην πληρώσουν οι εργαζόμενοι την κρίση. Προβάλλουμε μια λογική διαμετρικά αντίθετη από τη στήριξη του συστήματος "για το καλό όλων". Και αυτό είναι το κρίσιμο ζήτημα.
Προφανώς βρισκόμαστε, και θα βρεθούμε πολύ περισσότερο όσο διευρύνεται η κρίση, μπροστά σε μια επιχείρηση εκβιασμού και χειραγώγησης των εργαζόμενων. Αλλά εδώ θα πρέπει να θυμηθούμε και να θυμίσουμε πως η κρίση, πέρα από το πρόσφατο επεισόδιό της, δεν είναι καινούργια και πως δεκαετίες τώρα τα ίδια επιχειρήματα επαναλαμβάνονται και η ίδια πολιτική ακολουθείται από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Αποτέλεσμα, όλο και περισσότερες θυσίες για τους εργαζόμενους και όλο και μεγαλύτερα κέρδη για το κεφάλαιο. Ή μήπως η "κατανόηση" των εργαζόμενων εμπόδισε τις βιομηχανίες να "μεταναστεύσουν" προς τις βαλκανικές χώρες; Το αντίθετο. Ή οι τραπεζίτες έδωσαν μερίδιο από τα κέρδη τους στους τραπεζοϋπαλλήλους; Ούτε συμβάσεις δεν θέλουν να υπογράψουν.
Αντίστοιχα, ο κλασικός μύθος του νεοφιλελευθερισμού "δεν υπάρχουν χρήματα" έχει καταρρεύσει παταγωδώς. Τα χρήματα αυτά και πολλά άλλα που μπορούν να βρεθούν, μπορούν να τα διεκδικήσουν οι εργαζόμενοι προκειμένου να βελτιώσουν στοιχειωδώς την ήδη απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Ακριβώς αυτή είναι η στιγμή για να ζητήσουμε την κατάργηση κάθε μορφής προσωρινής και ελαστικής εργασίας, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην ενίσχυση της απασχόλησης και των εισοδημάτων. Είναι η στιγμή να ενωθούμε ενάντια σε μια πολιτική που σκοπεύει να μας θυσιάσει για να πάρει άλλη μια παράταση το κραχ. Είναι η στιγμή να ενωθούν όλοι όσοι στέκονται με τη μεριά των εργαζόμενων και να δώσουν μια σημαντική μάχη προκειμένου να μην περάσει η τρομοκρατία των πανικόβλητων.
Και αυτό είναι ο αναγκαίος όρος για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε σε αυτές τις συνθήκες. Το πραγματικό δίλημμα λοιπόν δεν είναι αν θα καταρρεύσει ή όχι το σύστημα αλλά αν θα επιβιώσουν οι εργαζόμενοι σαν τέτοιοι. Και απέναντι σε αυτό το δίλημμα ο συνδικαλισμός δεν μπορεί παρά να έχει ξεκάθαρη θέση. Θα επιβιώσουν με κάθε κόστος για το σύστημα.
Φειδίας Παϊρίδης