10 χρόνια από το Σιάτλ: Αυτοί γιορτάζουν ένα “τέλος”, εμείς μια αρχή, του Χρήστου Γιοβανόπουλου

τ.281, 15/01/2010 (σε ένθετο το τ.8 του Δικτύου Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία)

Στα τέλη Νοέμβρη η διεθνής κοινότητα γιόρταζε την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Γερασμένα πρόσωπα ηγετών προσπαθούσαν σαν ζόμπι να δανειστούν κάτι από την αίγλη μιας ξεθυμασμένης πλέον αυταπάτης. Ο παγκοσμίως κυρίαρχος καπιταλισμός του τότε, εν μέσω συστημικής κρίσης τώρα, έψαχνε φτιασιδώματα ζωντάνιας στον γιορτασμό ενός “διπλού τέλους”: της ιστορίας και του κομμουνισμού.

Οι λαοί του κόσμου, όμως, γιόρταζαν τη δική τους επέτειο: Τα δεκάχρονα από το μπλοκάρισμα του ΠΟΕ στο Σιάτλ, στις 30 Νοεμβρίου 1999. Σημείο καμπής, συμβολική αφετηρία του κινήματος της αντιπαγκοσμιοποίησης και αρχή του τέλους του “διαλείμματος” της ιστορίας. Αν η πτώση του ’89 συμβολίζει το τέλος της ταξικής αντιπαράθεσης όπως εξελίχτηκε στον 20ό αιώνα, το Σιάτλ του ’99 συμβολίζει την αρχή της ίδιας αντιπαράθεσης στον 21ο.

Όταν αυτοί λοιπόν γιορτάζουν ένα τέλος, εμείς γιορτάζουμε μια αρχή. Την αφετηρία ενός κινήματος που άνοιξε έναν νέο ιστορικά κύκλο. Ενός πολύμορφου κινήματος, που μέσα στις διάφορες φάσεις του εξελίσσεται, είναι ακόμη ζωντανό και ίσως πιο επίκαιρο από ποτέ.

Η απαρχή και οι φάσεις του κινήματος

Αν το Σιάτλ αποτελεί την αδιαμφισβήτητη στιγμή εμφάνισης του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος σαν τέτοιου, έχει μία προϊστορία που αξίζει να μην ξεχνιέται. Αν μη τι άλλο, γιατί η διαφορετικότητα των αφετηριακών του σημείων αποτελεί την καλύτερη ένδειξη της πολυμορφίας του, της παγκοσμιότητας και της συγχρονικότητάς του.

Η εξέγερση του Λος Άντζελες τον Μάη του 1992 συνιστά το πιο “μακρινό” σημείο αναφοράς, σαν μία χαμηλής συνείδησης, αλλά μεγάλης σημασίας εξέγερση των αποκλεισμένων στην ίδια την κοιλιά του θηρίου, που ανάγκασε στην “εναλλαγή” των σαραντάρηδων του Κλίντον, μετά και πριν τους Μπους. Η εξέγερση των Ζαπατίστας, την 1η Γενάρη του 1994, εναρκτήρια ημέρα ισχύος της NAFTA, με τον συμβολισμό της ενάντια στους διακρατικούς οργανισμούς καταπίεσης κι ελέγχου, λειτούργησε σαν κοινό σημείο αναφοράς ήδη διαμορφούμενων υπόγειων αντιστάσεων σε παγκόσμια κλίμακα. Οι μεγάλες διαδηλώσεις ενάντια στον APEC στη Μανίλα (Φιλιππίνες) τον Νοέμβρη του 1996, οργανωμένες από εργατικά και αγροτικά συνδικάτα, λαϊκά μέτωπα, κοινωνικές και θρησκευτικές οργανώσεις της Ν.Α. Ασίας, πρωτοστατούσης της Συνδιάσκεψης των Λαών κόντρα στην Ιμπεριαλιστική Παγκοσμιοποίηση, και με στόχο την επιβαλλόμενη μοντελοποίηση του ελεύθερου εμπορίου και τις συνέπειές της στον τρίτο κόσμο, αποτέλεσαν έναν ακόμη προπομπό. Τελευταίο επεισόδιο πριν το Σιάτλ, το διεθνές “καρναβάλι ενάντια στον καπιταλισμό”, στις 18 Ιούνη 1999, σε πάνω από 40 χώρες και με το μπλοκάρισμα του Σίτι, του χρηματοπιστωτικού κέντρου του Λονδίνου, από χιλιάδες νέες και νέους.

Οι διαφορετικοί αυτοί σταθμοί σηματοδοτούν τις ποικίλες αφετηρίες, συνεισφορές και καταβολές του νέου κινήματος. Συνετέλεσαν συν-δημιουργικά στην συγκρότησή του, σε μια αρχική βασική ανάγκη και συμφωνία: την αποσαφήνιση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού σαν του κύριου υπεύθυνου για την καταστροφή θέσεων εργασίας, εθνών, ανθρώπων, του κλίματος, του πλανήτη, στο όνομα του κέρδους και της ευημερίας των αγορών.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, το Σιάτλ λειτούργησε σαν τόπος συνεύρεσης αυτών των διαφορετικών ρευμάτων, στιγμών, αναγκών, και συνύφανσής τους στο πολύχρωμο μαγικό χαλί του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Το Σιάτλ είναι σημαντικό γιατί η πραγματικότητα του μπλοκαρίσματος του ΠΟΕ δεν πολλαπλασίασε απλώς τη συμβολική αξία της συγκεκριμένης μάχης, αλλά επιβεβαίωσε τη δυνατότητα νίκης, κόντρα στο εδραιωμένο τότε κλίμα αναμφισβήτητης κυριαρχίας του καπιταλισμού. Οι συνέπειες του Σιάτλ ήταν σημαντικές σε πολλά επίπεδα: από την διασπορά και διεθνοποίηση του συγκεκριμένου μοντέλου δράσης (Πράγα, Γκέτεμποργκ, Γένοβα κ.λπ.) και τη συγκρότηση, σε πολλαπλά επίπεδα, “θεσμών” του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος, μέχρι την ταυτόχρονη εκλαΐκευση και ραγδαία απονομιμοποίηση της παγκοσμιοποίησης σαν αντικειμενικού μοντέλου ανάπτυξης, και την όξυνση της κρίσης του θεσμικού εποικοδομήματος που την υπηρετούσε. Είναι αδύνατο να αποσυνδέσει κανείς την κρίση όλων των διεθνοποιημένων οργανισμών (ΠΟΕ, ΔΝΤ, G8 κ.λπ.) από την εμφάνιση και τη δράση του κινήματος. Το Σιάτλ ήταν ταυτόχρονα ένα ηχηρό χαστούκι προς την ηγεμονία του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου κι ένα μήνυμα ελπίδας προς τους λαούς του κόσμου που λειτούργησε αναπτερωτικά και συσπειρωτικά.

Από εκεί και μετά, οι σταθμοί του κινήματος της αντιπαγκοσμιοποίησης πολλαπλασιάζονται, περισσότερο σαν κόμβοι ενός ολοένα εξαπλούμενου δικτύου, παρά σαν σταθμοί σε μια γραμμική τροχιά. Χοντρικά μπορούμε να διακρίνουμε τρεις διαφορετικές, με αλληλοεπικαλυπτόμενες στιγμές, φάσεις του κινήματος: την αντιγκλόμπαλ (αντιπαγκοσμιοποιητική), την αντιπολεμική, και τη σημερινή, πιο σύνθετη και πολυεπίπεδη, συνέχειά του.

Η πρώτη περίοδος χαρακτηρίζεται από τη μαχητική ανάδειξη του κινήματος των “απο κάτω”, των “χωρίς φωνή”, σαν το αντίπαλο δέος στους εκπροσώπους της παγκοσμιοποίησης (ΠΟΕ, ΔΝΤ, G8, ΕΕ κ.λπ.) όπου και αν αυτοί συναντιούνταν. Μέσω των διεθνών αυτών δράσεων, το κίνημα συγκροτούσε παράλληλα τους δικούς του (αντι)θεσμούς, τις δικές του διαδικασίες. Είναι η εποχή που το Πόρτο Αλέγκρε στέκεται απέναντι στο Νταβός, και που ο αντιπαγκοσμιοποιητικός λόγος, όπως και η κεντρικότητα του δρόμου των μαχητικών διεκδικήσεων και δράσεων, δίνουν τον τόνο. Μετά τη Γένοβα, που μπορεί να θεωρηθεί το αποκορύφωμα της πρώτης περιόδου, οι πιέσεις ενάντια στη βία και προς την υπευθυνότητα του κινήματος αυξάνονται. Αρχίζει να προβάλλεται το αίτημα για μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση από διαχειριστικές δυνάμεις. Παρ’ όλα αυτά, δεν δίνουν αυτές τον τόνο στην φάση αυτή, που μπορεί κανείς να πει ότι κλείνει οριστικά με τις μεγαλειώδεις αντιπολεμικές συγκεντρώσεις της 15ης Φλεβάρη του 2003, που ανάγκασαν τους Τάιμς να μιλήσουν για δύο κόσμους. Ας μην ξεχνάμε ότι η απόφαση για τη μεγαλειώδη παγκόσμια διαδήλωση πάρθηκε στο ΠΚΦ του Πόρτο Αλέγκρε, και δείχνει την εμβέλεια και τις δυνατότητες που απέκτησε το κίνημα μέσα σε τρία χρόνια.

Η 15η Φλεβάρη, από την άλλη, μπορεί να νοηθεί και σαν η επίσημη αρχή της αντιπολεμικής περιόδου του κινήματος. Το χτύπημα της 11/9/2001, λίγους μήνες μετά τη Γένοβα, και η εξαπόλυση του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, με ό,τι αυτό σήμαινε (περιστολή δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, επεμβάσεις των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, κλπ.) ανέβασε σημαντικά τον πήχη της αντιπαράθεσης, τις πιέσεις και τις προκλήσεις για το κίνημα. Το βάρος του πολέμου απαιτούσε, είναι αλήθεια, άλλο βαθμό πολιτικοποίησης από την πλευρά του κινήματος, και άλλο βάρος όσον αφορά τη δυνατότητα χάραξης μιας ανεξάρτητης γραμμής μέσα σε ένα ευμετάβλητο διεθνές περιβάλλον. Η κατάρρευση των συνομιλιών του ΠΟΕ στο Κανκούν τον Σεπτέμβρη του 2003, λόγω του σχίσματος ανάμεσα σε φτωχές και πλούσιες χώρες, είναι μία ένδειξη των ρηγμάτων στο εποικοδόμημα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού όπως είχε διαμορφωθεί στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, η επέμβαση στο Ιράκ όξυνε την αντίθεση ανάμεσα σε Ευρώπη και ΗΠΑ, ενώ ενιαία ενίσχυαν τον “αντιτρομοκρατικό αγώνα”, κόντρα στις αντιστάσεις των λαών. Αυτό το κλίμα αντικατοπτρίστηκε στο εσωτερικό του κινήματος, από τη μία με το εγχείρημα εμπλοκής του από τις διαχειριστικές δυνάμεις στην προβολή κι ενίσχυση του ευρωπαϊκού πόλου κόντρα στον αμερικάνικο, και από την άλλη με την προσπάθεια αποκλεισμού κινημάτων αντίστασης που είχαν χαρακτηριστεί τρομοκρατικά από ΗΠΑ και ΕΕ από τις διαδικασίες του κινήματος, κυρίως του ΠΚΦ στο Πόρτο Αλέγκρε. Την ίδια στιγμή που θιασώτες της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης μεταφέρονταν από το Πόρτο Αλέγκρε στο Νταβός αναζητώντας μαζί με τους “φιλελεύθερους κομμουνιστές” (σύμφωνα με τον Ζίζεκ) μία παγκοσμιοποίηση με ανθρώπινο πρόσωπο, το ριζοσπαστικό κομμάτι του κινήματος διαδήλωνε, πίεζε κι επέβαλλε την ατζέντα του στο Πόρτο Αλέγκρε, κόντρα στην ηγεσία του κινήματος. Η κτηνωδία των αμερικάνικων επεμβάσεων και η αποτυχία τους σε Ιράκ και Αφγανιστάν συσπείρωσαν την περίοδο αυτή τις ριζοσπαστικές δυνάμεις του κινήματος στο αντιπολεμικό κίνημα και στην χωρίς όρους υπεράσπιση της αντίστασης, διευρύνοντας τους στόχους και την επιρροή του παρά τις όποιες αδυναμίες.

Οι τάσεις απόσχισης από την επιρροή των ΗΠΑ, αλλά και της Δύσης, του Βορρά, ενισχύονταν σε διάφορα μέρη του κόσμου (Λατινική Αμερική, Κίνα, Ρωσία κ.λπ.). Η άνοδος προοδευτικών κυβερνήσεων, στην Λατινική Αμερική ειδικά, δεν ήταν καθόλου άσχετη με την επίδραση του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Η νέα αυτή κατάσταση από τη μια ενέτεινε τα ρήγματα στην επιχειρούμενη νεοφιλελεύθερη μοντελοποίηση των παγκόσμιων αγορών και, από την άλλη, έκανε ακόμα πιο περίπλοκες τις τάσεις και τις σχέσεις στο αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα. Ίσως θα ήταν, πλέον, πιο δόκιμος ο όρος μίας υπό διαμόρφωση “κοινότητας των λαών”, που εκτείνεται από κρατικούς σχηματισμούς μέχρι συγκρουσιακές δυνάμεις και αντάρτικα κινήματα, για να χαρακτηρίσει την παρούσα φάση του κινήματος.

Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι, όπως έδειξε και η Κοπεγχάγη ένα μήνα πριν, η κλιματική αλλαγή και οι καταστροφικές συνέπειες της αρπακτικής καπιταλιστικής ανάπτυξης για το περιβάλλον έχουν αναδειχθεί στο κρίσιμο κι ενοποιητικό στοιχείο για το κίνημα στη σημερινή συγκυρία. Τόσο ως κριτική των ορίων του καπιταλισμού σαν βιώσιμο σύστημα, όσο και ως αιχμή συλλογικών δράσεων και αναζητήσεων ενός διαφορετικού τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας και της παραγωγής.

Το κίνημα των κινημάτων. Ένα μεταμοντέρνο κίνημα;

Δύο ήταν τα χαρακτηριστικά που απασχόλησαν, μπέρδεψαν κι έγιναν στοιχεία αντιπαράθεσης για τη φύση και την ταυτότητα του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος περισσότερο από κάθε άλλο: η ετερογένεια ή/και πολυσυλλεκτικότητά του και η (συνεπαγόμενη) έλλειψη ενός ενιαίου προτάγματος. Για άλλους αυτά ήταν τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματά του, δείγματα της δημοκρατικότητας, της περιεκτικότητας και της αντιπροσωπευτικότητάς του όσον αφορά τη σύνθεση και τους τρόπους λειτουργίας του. Άλλοι, ωστόσο, τα θεωρούσαν τα κύρια μειονεκτήματά του, αφού δεν διασφάλιζαν ενιαία στόχευση και κοινό λόγο στην κριτική του καπιταλισμού για την οικοδόμηση ενός κοινωνικού υποκειμένου κι ενός οράματος πέρα απ’ αυτόν, αλλά προνομοποιούσαν τη μερικότητα των μονοθεματικών κινημάτων.

Αυτά τα χαρακτηριστικά, ωστόσο, πρέπει να διαβαστούν περισσότερο σαν αντανάκλαση της αποσύνθεσης παλιότερων “ενιαιοποιημένων και ομογενοποιημένων” προσπαθειών και της αδυναμίας τους να ανταποκριθούν στις διαφοροποιημένες ανάγκες και υποκείμενα που είχαν προκύψει –ή να συγχρονιστούν μ’ αυτά–, παρά σαν εγγενείς αδυναμίες του νέου κινηματικού κύκλου. Το κίνημα αυτό, η ανάδυσή του, επωαζόταν κάτω από (ή μετά) την “πραγματικότητα των παραστάσεων”, του κληρονομημένου μοντέλου αντιπαράθεσης του 20ού αιώνα. Απ’ αυτή τη σκοπιά, η μερικότητα και αποσπασματικότητα των κινημάτων του κινήματος της αντιπαγκοσμιοποίησης αναπτύχθηκε πάνω σε ένα “κενό (συνολικοποιημένου) Λόγου”, αλλά μέσω συγκεκριμένων μαχών και πράξης κατορθώθηκε να σπάσει το (ιδεολογικοποιημένο) κέλυφος μίας ματιάς ακόμα στραμμένης σε δομές του παρελθόντος, και, πολύ περισσότερο, το κλίμα ήττας που το συνόδευε. Σ’ αυτό το κίνημα, άλλωστε, συναντήθηκαν διάφορες γενιές επαναστατικών και ριζοσπαστικών κινημάτων από το ’68 και μετά, αλλά και υποκείμενα από πολύ διαφορετικές συνθήκες και καταστάσεις που αναγνώριζαν, κόντρα στην απαίτηση για ιδεολογική ομοιομορφία, την ανάγκη της ενότητας. Μ’ αυτή την έννοια, το κίνημα μέσα στην ετερογένειά του αποτελούσε την έμπρακτη κριτική της ενιαίας ή παγκοσμιοποιημένης σκέψης αλλά κι έκφραζε τη συνθήκη αποδιάρθρωσης της καπιταλιστικής κοινωνικής οργάνωσης μέσα στην οποία συγκροτήθηκαν τα υποκείμενα του. Μέσα σ’έναν πλανητικά διασυνδεμένο αλλά πολυδιασπασμένο κόσμο η ετερογένεια και πολυμορφία είναι το αντικειμενικό περιβάλλον που διαμορφώνει την κουλτούρα, συνείδηση και πράξη ενός νέου προλεταριάτου το οποίο γνωρίζει πως να διαπερνά και να κινείται (ανα)μέσα σε διάφορα πεδία. Αναγνωρίζει μία πληθώρα διαφορετικών προσλαμβάνουσων και αναφορών που όχι μόνο δεν στάθηκαν εμπόδιο, αλλά αποτέλεσαν μέσα στη μερικότητα τους, τη βάση για την εμβάθυνση και συνολική κριτική της σχέσης κεφάλαιο όπως εκδηλώνεται στις διαφορετικές της πτυχές. Κατάφερε, έτσι, να παράξει μία γνώση που αντανακλούσε και ήταν πιο βαθιά ριζωμένη στις συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες, στη συγκεκριμένη κάθε φορά πράξη των κοινωνικά διασπασμένων μεταβιομηχανικών ή μετααποικιακών κοινωνιών και υποκειμένων. Η διαλεκτική του συνθήματος “Σκέψου παγκόσμια, δράσε τοπικά” δηλώνει ακριβώς αυτή την αρετή του κινήματος, ενώ υπογραμμίζει την αναγκαστική προτεραιότητα των συγκεκριμένων συνθηκών στην έκφραση του κινήματος. Ο χαρακτήρας, για παράδειγμα, των Φόρουμ και των διεθνών διαδηλώσεων, ορίζεται περισσότερο από την κατάσταση του κινήματος σε τοπικό επίπεδο παρά από τις διεθνείς συμμετοχές. Έτσι, ενώ στο ΠΚΦ του Ναϊρόμπι, τον Γενάρη του 2007, κυριαρχούσε ο “εποικοδομητικός τόνος” των ΜΚΟ, τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς στο Ροστόκ η κύρια μάχη δόθηκε στους δρόμους.

Έτσι, μπορεί κανείς να πει ότι η κατάρρευση των μεγάλων αφηγήσεων και ουτοπιών του μοντερνισμού εκδηλώθηκε στα πολύμορφα υποκείμενα που συγκρότησαν το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα σαν η στιγμή ‘τέλους’ της μορφής που πήραν σε μία συγκεκριμένη καμπή της ιστορίας. Την ίδια στιγμή, όμως, το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης, ενσωματώνοντας στις πρακτικές του την κριτική σε προηγούμενα μοντέλα, έθεσε τις βάσεις για το ξεπέρασμα της μερικότητας και την ανασύσταση του ‘ολικού’ όχι σαν ενοποιημένη μορφή-ουτοπία αλλά σαν ενιαία πολύμορφη δυνατότητα. Αν το “Οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη” εξέφρασε μία μίνιμουμ ιδεολογική συμφωνία για την κοινή δράση επιμέρους κινημάτων, το “Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός”, εκτός από τις ανατροπές σε επίπεδο προσδοκιών, σηματοδοτούσε και το αίτημα για ένα κοινό όραμα που όμως έπρεπε να αποτελέσει προϊόν συνδιαμόρφωσης. Έτσι, το ενιαίο γυρνάει ξανά, αλλά διαφοροποιημένο. Η πολυμορφία του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος ήταν η καλύτερη ένδειξη ότι αυτό αποτέλεσε έναν χώρο έκφρασης και όσμωσης αποκλεισμένων, μη αναγνωρισμένων, καταπιεσμένων ιθαγενικών, εθνικών, κοινωνικών, θρησκευτικών κ.λπ. ομάδων. Η διαφορά, λοιπόν, δεν αντιμετωπίζεται σαν εμπόδιο στην κοινότητα ενός κινήματος, αλλά σαν κομμάτι της ενότητάς του, ούτε η ποικιλομορφία σαν πρόσθεση των μονοθεματικών κινημάτων, αλλά σαν σύνθεσή τους σε μια υπό συνεχή διαμόρφωση ολότητα.

Το στοιχεία αυτά διαπέρασαν και τις δομές που δοκιμάστηκαν και αναπτύχθηκαν σαν παρέμβαση του κινήματος για μια νέα πολιτική κουλτούρα, όπου πλέον το κύριο μοντέλο ήταν το δίκτυο, και όχι η καθετοποιημένη οργάνωση. Έτσι, η έμφαση δόθηκε στο οριζόντιο, το αποκεντρωμένο, την ομοφωνία – όλα αυτά σαν μέθοδοι για πιο ανοιχτή και ισότιμη συμμετοχή στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Παρ’ όλα αυτά, οι υπαρκτές δομικές ανισότητες δεν αναιρούνται με το όποιο οργανωτικό μοντέλο, και οι κόμβοι μέσα στο συνολικό δίκτυο αποτελούν διαφορετικού τύπου οριζόντιες ιεραρχίες και κέντρα, παρά το ανοιχτό και οριζόντιο σύστημα λειτουργίας. Αυτό εκδηλώθηκε, για παράδειγμα, στο ότι ενώ το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα βαφτίστηκε (κατέστη δηλαδή αναγνωρίσμο και υπαρκτό) στους δρόμους, από τα κάτω, το πιο μαχητικό του κομμάτι, ενώ έγραφε τα γεγονότα, δεν μπορούσε να ολοκληρώσει τον πολιτικό του λόγο. Στον αντίποδα, το ενοποιητικό σύνθημα “Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός” λανσαρίστηκε –η αλήθεια είναι πριν το Σιάτλ, αλλά χωρίς αυτό θα είχε μείνει κρυμμένο σε σκονισμένες σελίδες–, από τους κύκλους της Μοντ Ντιπλοματίκ.

Τι άλλαξε (σ)το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα

Δεν υποστηρίζει κανείς ότι το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα ήταν ο μοναδικός τροποποιητικός παράγοντας όσων συντελέστηκαν την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Ωστόσο, δεν μπορεί να μην υπογραμμιστεί η σημαντική του επίδραση. Επίδραση που αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν εστιάζουμε στην ανάπτυξη και οργάνωση της αντίστασης των λαών. Συμπερασματικά:

α) Το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα ανέτρεψε την ψευδή εικόνα κυριαρχίας, τους συσχετισμούς δύναμης και την ιδεολογική ηγεμονία που μονοπωλούσε ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός από το 1989 και μετά.

β) Παρενέβη στην τροποποίηση του εποικοδομήματος της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, τροποποιώντας τον άξονα της αντίθεσης από Δύση-Ανατολή σε Βορρά-Νότο, ενισχύοντας έτσι το υποκείμενο και τον λόγο των “από κάτω”, των φτωχών λαών και εθνών, και ενισχύοντας την αποσύνθεση δομών του διπολικού (που εμφανιζόταν σαν μονοπολικός πλέον) κόσμου και τις αντιθέσεις ενός πολυπολικού κόσμου.

γ) Παρά την έλλειψη ενός ολοκληρωμένου προτάγματος, κατάφερε ρωγμές στο σύστημα κυριαρχίας της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης και συνέβαλε στην ανάδειξη αντίπαλων δυνάμεων στη νεοφιλελεύθερη αγορά, ακόμα και σε κυβερνητικό επίπεδο.

δ) Τροποποίησε την οπτική αναγνώρισης των ‘πολιτικών’ υποκειμένων, όχι βάσει της ιδεολογικής αναφοράς αλλά της κοινωνικής τους τοποθέτησης, θέτοντας έτσι στο επίκεντρο τους αποκάτω, τους χωρίς φωνή, τους χωρίς δικαιώματα εργαζόμενους, ένα νέο ευέλικτο προλεταριάτο με ετερογενείς αλλά κοινές αναφορές κι εμπειρίες, τους αποκλεισμένους από τη θεσμοποιημένη αντιπροσώπευση.

ε) Διεύρυνε τον λαό του αντι-καπιταλισμού κι επέκτεινε την κριτική του συστήματος. Ξεκινώντας από το συγκεκριμένο ξαναέθεσε με την αναζήτηση, έστω “αποσπασματικών”, εναλλακτικών λύσεων το ζήτημα της συνολικοποίησης της κριτικής και ξεπεράσματος του καπιταλισμού σαν τύπου κοινωνικής οργάνωσης. Στάθηκε έτσι μία πρόκληση και για το κομμουνιστικό κίνημα υπογραμμίζοντας την άναγκη τροποποίησης των καθηκόντων του, θέτοντας το ζήτημα αν θα μείνει περιχαρακωμένο σε μια αντίληψη των κινημάτων σαν ιδεολογικά προσδιοριζόμενες ταυτότητες, ή θα έμπαινε στο νέο κύμα χωρίς φοβίες και κομπλεξισμούς, ανοιχτό στην ανάγκη εμπλουτισμού του για την σύγχρονη επαναδιατύπωση του κομμουνισμού σαν δυνατότητας υπέρβασης ενός αποσυντιθέμενου υπαρκτού καπιταλισμού.

Με μία έννοια το αντι-παγκοσμιοποιητικό κίνημα ενέτεινε την εμφάνιση της παρούσας συστημικής κρίσης και την υποχώρηση του Δυτικού ιμπεριαλισμού, παρέμεινε ενεργός παράγοντας μέσα σε ένα μεταβαλόμενο περιβάλλον διευρύνοντας το μέτωπο δυνάμεων του και τα πεδία αντιπαράθεσης, φανερώνοντας δυνατότητες και ξαναθερμαίνοντας το όραμα για μια πιο δίκαιη κοινωνία.

Τώρα που το “είμαστε παντού” είναι πραγματικότητα, το κίνημα συνεχίζει να μαθαίνει μιας και το “να αλλάξουμε τα πάντα” προβάλει κάθε φορά πιο επίμονα… και για την Αριστερά και τους κομμουνιστές.

Χρήστος Γιοβανόπουλος


Διαβάστε

Σιάτλ-Θεσσαλονίκη, Όσο η αδικία παγκοσμιοποιείται, τόσο οι λαοί θα αντιστέκονται, συλλογικό, εκδόσεις Α/συνέχεια

Νο logo, Ναόμι Κλάϊν, εκδόσεις Λιβάνης

Είμαστε παντού: Η ακαταμάχητη άνοδος του παγκόσμιου αντικαπιταλισμού, συλλογικό, εκδόσεις Οξύ

Οργανώνοντας την αντι-καπιταλιστική μετάβαση στο http://dosepasa.wordpress.com/2009/12/23/οργανώνοντας-την-αντικαπιταλιστική/


Δείτε

This is what democracy looks like (J. Friedberg & R. Rowley, 2000): Καταγραφή της σύγκρουσης στο Σιάτλ

Τhe Corporation (M. Achbar & J. Abbot, 2003): Ανατομία της ελειτουργίας των πολυεθνικών σε βάρος του πλανήτη

Genoa, libera (συλλογικό, 2004): Η μάχη της Γένοβα.